Η συζήτηση για τον άγριο ξυλοδαρμό του κύπριου σπουδαστή πριν και μετά τη σύλληψή του στη Θεσσαλονίκη μονοπώλησε, και δικαίως, τις τελευταίες ημέρες το ενδιαφέρον. Εκείνο που ίσως χρειάζεται να έλθει στο φως της δημοσιότητας είναι τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί καθώς και οι συνθήκες που επικρατούσαν εκείνο το βράδυ της Παρασκευής μέσα και έξω από το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Και αυτό κυρίως γιατί έτσι συμπληρώνεται η εικόνα των γεγονότων που οδήγησαν τόσο στο ίδιο το περιστατικό όσο και στην αποκάλυψή του. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.


Το έγγραφο του προϊσταμένου της Εισαγγελίας της Θεσσαλονίκης, περίπου δέκα ημέρες πριν από την επέτειο της 17ης Νοέμβρη, σύμφωνα με το οποίο η Αστυνομία, σε περιπτώσεις που συμβαίνουν κακουργηματικές πράξεις ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής, οφείλει να επεμβαίνει εντός του χώρου του πανεπιστημίου χωρίς την άδεια των πρυτανικών αρχών, έχει πέσει σαν κεραυνός εν αιθρία στην πόλη.


Η εντύπωση που προκαλείται στην πλειονότητα των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας είναι ότι αυτό αποτελεί προαναγγελία αστυνομικής επέμβασης μέσα στο πανεπιστήμιο.


Η συζήτηση ωστόσο δρα ευεργετικά, καθώς οι πρυτανικές αρχές, τα μέλη της Συγκλήτου, ο Ενιαίος Σύλλογος Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, όπως και οι σύλλογοι των φοιτητών, σκέπτονται και συσκέπτονται με ποιον τρόπο θα αντιμετωπίσουν την πρόκληση. Αν δεχτούν την εισαγγελική παρέμβαση, δίνουν τη λάθος εντύπωση, ανοίγοντας ένα παράθυρο στην έστω και σύννομη σύληση του πανεπιστημιακού ασύλου από την Αστυνομία.


Αν πάλι την απορρίψουν, γνωρίζουν ότι παρανομούν, ενώ ταυτόχρονα είναι σαν να παραδέχονται την ανεπάρκεια του σημερινού θεσμικού καθεστώτος. Και οι λογής εχθροί του πανεπιστημιακού ασύλου έχουν πολλαπλασιαστεί τελευταία και περιμένουν στη γωνία για να υποστηρίξουν την κατάργηση ενός θεσμού που έχει συνδέσει το όνομά του με την ευρωπαϊκή παράδοση, τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και την ανεξαρτησία της σκέψης και των ιδεών, από κάθε μορφή εξουσίας.


Ο νέος πρύτανης του ΑΠΘ Αναστάσιος Μάνθος, ύστερα από διαβούλευση με την κοινότητα, καταλήγει σε μια λύση που περισσότερο έχει να κάνει με την πρόληψη και καθόλου με την καταστολή: εισηγείται, και η Σύγκλητος αποδέχεται, το Πανεπιστήμιο εκείνη την ημέρα να παραμείνει ανοικτό.


Η λογική προφανής: Η βία δεν αντιμετωπίζεται με βία. Η βία αγαπά το σκοτάδι. Το σκοτάδι διαλύεται με φως…


Η ημέρα της επετείου έρχεται και ως εκ θαύματος(;) δεν συμβαίνει το παραμικρό! Ούτε κατά τη διάρκεια της μεγάλης πορείας ούτε και μετά, κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων εντός Πανεπιστημίου. Ο ίδιος ο πρύτανης, με συνοδεία φοιτητών και καθηγητών, απομακρύνει με προσωπική παρέμβαση τους ένθεν («ταραξίες»), κακείθεν (αστυνομία) επίδοξους εισβολείς και γλιτώνει το Πανεπιστήμιο από τα χειρότερα.


Ωστόσο «κάποιοι» φαίνεται να μη συμφωνούν με την ειρηνική έκβαση της γιορτής. Οταν τα ελάχιστα γεγονότα που συνέβησαν στην οριογραμμή του χώρου του Πανεπιστημίου μεταξύ νεαρών και Αστυνομίας έχουν πια σταματήσει εντελώς, στην πλατεία Σιντριβανίου και στη γύρω περιοχή, επικρατούν συνθήκες που παραπέμπουν σε απώτερο παρελθόν. Η κυκλοφορία συνεχίζει να είναι χωρίς λόγο απαγορευμένη, η περιοχή αδικαιολόγητα έρημη από πολίτες και αποκομμένη από την πόλη, ενώ το σύνολο των αστυνομικών δυνάμεων, σε όλες τις δυνατές παραλλαγές, βρίσκεται παρατεταγμένο εκεί.


Οπλισμένοι άνδρες των ΜΑΤ, αστυνομικοί με στολές, άνδρες της Ασφαλείας με πολιτικά, με κρυμμένα πρόσωπα (γιατί άραγε;), έχουν καταλάβει κυριολεκτικά την περιοχή. Η σκηνή θυμίζει ταινία από κατάλυση της συνταγματικής νομιμότητας σε χώρα του τρίτου κόσμου.


Μέσα, το Πανεπιστήμιο φωτισμένο, σφύζει από ζωή. Εξω, στο σκοτάδι, οι «πραίτορες» το πολιορκούν.


Και όταν σε λίγο, μετά τις 10.00 τη νύχτα, αρχίζει η ειρηνική έξοδος από το Πανεπιστήμιο των συμμετεχόντων στις γιορτές, δίνεται το σύνθημα για να αρχίσει το «πάρτι». Η περιοχή πνίγεται στα δακρυγόνα και οι αστυνομικοί προχωρούν σε συλλήψεις. Εκείνη την ώρα, είναι αδιανόητο, όπως είναι φυσικό, να ξεχωρίσει κανείς τα εκατοντάδες παιδιά που φεύγουν από τις εκδηλώσεις, από τα 30-40 άτομα όλο κι όλο (δεν ήταν παραπάνω) που πράγματι πήραν μέρος στα περιορισμένα επεισόδια μία ώρα πριν.


Εκείνη είναι η ώρα που ο νεαρός κύπριος σπουδαστής συλλαμβάνεται και κακοποιείται, με τη γνωστή συνέχεια της ιστορίας. Εκείνη είναι η ώρα που μια παρέα από οκτώ καθηγητές, επιστρέφοντας από τις εκδηλώσεις, γίνονται αυτόπτες μάρτυρες του βάναυσου περιστατικού και συγχρόνως θύματα της τρομοκρατίας των «πραιτόρων» που το προκαλούν. Εκείνη είναι η ώρα της αλήθειας. Η ώρα που το φως από το ανοικτό πανεπιστήμιο, λίγα μέτρα παρακεί, χύνεται άπλετο, διαλύοντας το σκοτάδι της βίας. Το σκοτάδι στο οποίο επιδίωξαν να μας κρατήσουν, κοιμίζοντάς μας με αστεία παραμύθια για κακούς δράκους με μορφή ζαρντινιέρας και καλούς «πραίτορες» με στολές ή με πολιτικά.


Ο κ. Γιάννης Α. Μυλόπουλος είναι καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.