Την «άνοιξη της Πράγας» το 1968 που σκόρπισε για λίγο μόνο το χαμόγελο και την αισιοδοξία ότι κάτι καινούργιο μπορούσε να γεννηθεί διέκοψε αιφνίδια στην καρδιά του καλοκαιριού η στρατιωτική μηχανή του Συμφώνου της Βαρσοβίας εγκαθιστώντας για τα καλά, αν και πρόωρα, βαρύ σοβιετικό χειμώνα. Το γνωστό έκτοτε ως «Δόγμα Μπρέζνιεφ», που εξαγγέλθηκε… αφού εφαρμόστηκε στην Τσεχοσλοβακία από τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ κατά την επίσκεψή του τον Νοέμβριο του 1968 στον πιστότερο ίσως δορυφόρο της Μόσχας, την Πολωνία, ήταν σαφές: «Οι κομμουνιστικές χώρες θα επενέβαιναν οπουδήποτε εχθρικές προς τον σοσιαλισμό δυνάμεις προσπαθούσαν να αναστρέψουν την εξέλιξη μιας σοσιαλιστικής χώρας».


H κρίση στην Τσεχοσλοβακία, έχοντας πολλές ομοιότητες με εκείνη της Ουγγαρίας το 1956, ανεδείκνυε τις σφοδρές επιπτώσεις που μπορούσε να έχει η αλλαγή στην κορυφή της κομματικής ιεραρχίας, ιδιαίτερα όταν κυριαρχούσαν ριζοσπαστικές ιδέες και εκπρόσωποι της εργατικής τάξης έρχονταν κοντύτερα στις ιδέες των αναθεωρητών διανοουμένων.


H αντικατάσταση, τον Ιανουάριο του 1968, του συντηρητικού Αντονίν Νοβότνι, επί πολλά χρόνια ηγέτη του τσεχοσλοβακικού KK, από τον μετριοπαθή Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, ηγέτη των σλοβάκων κομμουνιστών, ήταν απλώς η αρχή των γεγονότων που οδήγησαν στην εισβολή των τανκς στην Πράγα. Ο Ντούμπτσεκ θέλησε να κάνει το κόμμα περισσότερο ευαίσθητο στις λαϊκές επιθυμίες. H λογοκρισία χαλάρωσε αισθητά, οι διανοούμενοι, με επικεφαλής τον γνωστό θεατρικό συγγραφέα και μετέπειτα πρόεδρο της χώρας Βάτσλαβ Χάβελ, μιλούσαν για την ανάγκη ίδρυσης νέων κομμάτων που θα ασκούσαν αντιπολίτευση και οι εργάτες κατέβηκαν στους δρόμους ζητώντας εδώ και τώρα αλλαγές. Ο Μπρέζνιεφ προειδοποίησε τον Ντούμπτσεκ να είναι προσεκτικός και τον Μάρτιο του 1968 το Σύμφωνο της Βαρσοβίας συνεδρίασε στη Σόφια με θέμα την κρίση στην Τσεχοσλοβακία. Παρά τις δηλώσεις νομιμοφροσύνης του στη Μόσχα, όμως, ο Ντούμπτσεκ προχώρησε σε ακόμη μεγαλύτερες φιλελευθεροποιήσεις. Αποκατέστησε μέλη παλαιότερων εκκαθαρίσεων στο κόμμα, διεύρυνε τα δικαιώματα του κοινοβουλίου, υποσχέθηκε τερματισμό της λογοκρισίας και ελεύθερη διακίνηση στο εξωτερικό. H γενίκευση του δημόσιου διαλόγου τον Ιούνιο που είχε αρχίσει με την περίφημη «άνοιξη της Πράγας» και η άρνηση του Ντούμπτσεκ να παραστεί σε συνεδρίαση του Συμφώνου της Βαρσοβίας τον Ιούλιο έκαναν το ποτήρι να ξεχειλίσει. Παρά την υπόσχεσή του, την 1η Αυγούστου, προς τη σοβιετική ηγεσία να διατηρήσει το μονοκομματικό κράτος, οι πέντε του Συμφώνου της Βαρσοβίας – Σοβιετικοί, Ανατολικογερμανοί, Πολωνοί, Ούγγροι και Βούλγαροι – ανησύχησαν για τα αποτελέσματα του κομματικού συνεδρίου που επρόκειτο να συγκληθεί στην Πράγα τέλη Αυγούστου και για να προλάβουν τα γεγονότα οργάνωσαν ένοπλη επέμβαση με σοβιετικούς διοικητές αιφνιδιάζοντας τον Ντούμπτσεκ νωρίς το πρωί της 21ης Αυγούστου του 1968.


Σε οκτασέλιδη έκθεσή του ο έλληνας πρέσβης στην Πράγα A. K. Αργυρόπουλος περιγράφει με εξαιρετικά λεπτομερή αλλά και γλαφυρή γραφή τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους. Ο ίδιος δεν διστάζει να εκφέρει χαρακτηρισμούς όπως στην περίπτωση του άβουλου υπουργού Εξωτερικών επί Νοβότνι, Ντέιβιντ, ενός «εργάτη, τόσον αγράμματου ανθρώπου ώστε οι πλησιάσαντες τούτον συνάδελφοι λέγουν χαρακτηριστικώς ότι εάν κατά σύμπτωσιν η μήτηρ αυτού δεν ωμίλει την τσεχικήν, θα ήτο βωβός…» (κρυπτογράφημα ΑΠ 3295/AB/γ, 15.11.1968), ή και να υιοθετήσει νέους όρους όπως «γραμμή του Ιανουαρίου» οσάκις αναφερόταν στη φιλελεύθερη αλλαγή πολιτικής υπό Ντούμπτσεκ. Για τον τελευταίο μάλιστα είχε προβλέψει τύχη καλύτερη από εκείνη του ούγγρου ηγέτη Νάγκι. Και έτσι έγινε. Ο Ντούμπτσεκ «…μετά τους ξυλοδαρμούς που υπέστη είχε περιέλθει εις κατάστασιν σωματικού και ψυχικού ράκους, εισαχθείς μάλιστα μετά την επιστροφήν του εκ Μόσχας εις κλινικήν ίνα συνέλθη…» έγραφε ο Αργυρόπουλος (ΑΠ 2833/AB/88).


Οι Σοβιετικοί, ωστόσο, ώσπου να τον στείλουν πρέσβη στην Αγκυρα (Απρίλιος 1969), τον διατηρούσαν αδύναμο και υπό περιορισμό στην ιεραρχία από τον φόβο προκλήσεως νέων ταραχών. Μάλιστα τον έβαζαν μαζί με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Σβόμποντα, που απειλούσε να αυτοκτονήσει αν η Μόσχα απομάκρυνε τον Ντούμπτσεκ, και τον πρωθυπουργό της χώρας Τσέρνικ «…να προσπαθούν να πείσουν τον λαόν όπως τηρήση πειθαρχίαν και βοηθήση την Κυβέρνησιν όπως διά της αποδοχής των όρων της συμφωνίας της Μόσχας επιταχύνη την απομάκρυνσιν ή έστω και την μείωσιν των δυνάμεων κατοχής» (Αργυρόπουλος ΑΠ).


Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή εκείνη τη μοιραία νύχτα της 20ής προς 21η Αυγούστου. Γράφει ο Αργυρόπουλος: «…H Πράγα κατελήφθη μεταξύ μεσονυκτίου και 3ης πρωινής υπό 900 έως 1.000 αρμάτων μάχης, μεταφερθέντων αεροπορικώς. Συγχρόνως τα μηχανοκίνητα εισήλθον από τα σύνορα Σοβιετικής Ενώσεως, Πολωνίας, Ανατολικής Γερμανίας και Ουγγαρίας και κατέλαβον εντός των πρώτων μεταμεσονυκτίων ωρών τας κυριωτέρας πόλεις της Τσεχοσλοβακίας. (…) Ο αιφνιδιασμός υπήρξε πλήρης. Ο τσεχοσλοβακικός στρατός εις ουδέν σημείον αντέστη. Τριάκοντα τρεις πολίται εφονεύθησαν και τριακόσιοι πεντήκοντα ετραυματίσθησαν. Πρόκειται όμως ουχί περί στρατιωτών αλλά περί νέων ως επί το πλείστον, οίτινες προέβαλον παθητικήν αντίστασιν, εν τη ελπίδι όπως παρεμποδίσουν την προέλασιν των σοβιετικών μηχανοκινήτων».


Και παρακάτω: «Αμα τη εισόδω αυτών αι στρατιωτικαί δυνάμεις περιεκύκλωσαν το Προεδρικόν Ανάκτορον, χωρίς να εισέλθουν όμως εντός αυτού. Αντιθέτως συνέλαβον εντός της έδρας του Κόμματος τους κυρίους Ντούμπτσεκ και Τσέρνικ και αφού έδειραν μέχρι λιποθυμίας αυτούς τους μετέφεραν αεροπορικώς εις τόπον περιορισμού… Εν τω μεταξύ ο Πρόεδρος Σβόμποντα υφίστατο ισχυράν πίεσιν εκ μέρους των Σοβιετικών επί σκοπώ όπως παραδεχθή νέαν ηγεσίαν του Κόμματος… Παρά την πίεσιν ταύτην, ο στρατηγός Σβόμποντα δεν ενέδωσε και διά να θέση τέρμα εις την κατάστασιν ταύτην εδέχθη να αναχωρήση αεροπορικώς διά την Μόσχαν. Αμα τη αφίξει αυτού εις την πρωτεύουσαν της Σοβιετικής Ενώσεως ηρνήθη όπως κάμη έναρξιν των συζητήσεων μετά του Μπρέζνιεφ εάν δεν παρίσταντο εις αυτάς οι κύριοι Ντούμπτσεκ και Τσέρνικ, ους εθεώρει ως νομίμους ηγέτας της χώρας του. Οι Σοβιετικοί την 24ην Αυγούστου ενέδωσαν εις την αξίωσιν ταύτην και οι ως άνω ηγέται προσεκομίσθησαν κακώς έχοντες εις τον τόπον των συνεδριάσεων…».


Οσο για τις συνομιλίες της Μόσχας ο έλληνας πρέσβης ήταν σαφής: «Αι ονομαζόμεναι συνομιλίαι της Μόσχας απετέλεσαν οργανωμένην εκ μέρους των Σοβιετικών τραγικήν σκηνοθεσίαν. Πράγματι οι ηγέται της φιλελευθέρας παρατάξεως… προσεκομίζοντο υπό φρουρών εις τας συνεδριάσεις και μετά το πέρας αυτών ενεκλείοντο έκαστος εις χωριστόν δωμάτιον».


Ηταν πρόδηλο ότι η κατάσταση στη χώρα θα χειροτέρευε ακόμη περισσότερο. Μέσα σε μία νύχτα 1.229 Τσέχοι ζήτησαν άσυλο στην Αυστρία (Δ. Τριανταφυλλάκος από Βιέννη, ΑΠ 2315/T-1Δ), η λογοκρισία επανήλθε, ορίστηκαν νέα προεδρεία στις ενώσεις συγγραφέων και δημοσιογράφων, επανήλθαν οι φιλοσοβιετικοί στο κόμμα, απαγορεύθηκε η έξοδος πολιτών στο εξωτερικό και η Τσεχοσλοβακία δέθηκε στενότερα στο άρμα της ΚΟΜΕΚΟΝ αφού της απαγορεύθηκε κάθε αναζήτηση οικονομικών πιστώσεων από τη Δύση. Το χειρότερο είναι ότι η Τσεχοσλοβακία ταπεινώθηκε όχι μόνο να δεχθεί στο έδαφός της μόνιμο στρατό κατοχής από περίπου 75.000 σοβιετικούς στρατιώτες (οι υπόλοιπες τέσσερις χώρες είχαν τμηματικά αποσύρει τα στρατεύματά τους ως τον Νοέμβριο του ’68) αλλά και να τους συντηρεί μαζί με τις οικογένειές τους σε βάρος του κρατικού της προϋπολογισμού (Αργυρόπουλος από Πράγα, απόρρητο ΑΠ 3166/Αβ/8, 26.10.1968). Κάθε δε προσπάθεια των Τσέχων να αποκρούσουν τη «φιλία» των Σοβιετικών, όπως έγινε στην Μπρατισλάβα τον Οκτώβριο του 1968 με την ακύρωση συναυλίας και ποδοσφαιρικού αγώνα μεταξύ σοβιετικών στρατιωτών και ντόπιων, εργατών και φοιτητών, στηλιτευόταν από την «Πράβδα», που έγραφε σε φύλλο της στις 7 Οκτωβρίου: «Τοιαύται περιπτώσεις είναι πολλαί αλλά Σοβιετικοί δεν επιβάλλουν διά της βίας την φιλία των, έχουν αξιοπρέπειαν! H επιθυμία των είναι να αυξήσουν επαφάς των ίνα επιδιώξουν πραγματικήν εξομάλυνσιν όπου είναι αδύνατος εφαρμογή Συμφωνίας Μόσχας…» (Βλάχος από Μόσχα, ΑΠ 4107, 7.10.68).



Στον ΟΗΕ και στο ΝΑΤΟ


Τα γεγονότα στην Τσεχοσλοβακία πάγωσαν ξανά την παγκόσμια κοινή γνώμη. Το θέμα απασχόλησε τον ΟΗΕ – αν και την τελευταία στιγμή έπειτα από ισχυρές πιέσεις εξαιρέθηκε από την ημερησία διάταξη της Γενικής Συνέλευσης (Στ. Σταθάτος από N. Υόρκη, ΑΠ 3477, 29.8.1968) -, το ΝΑΤΟ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, που εξέδωσε και σχετικό ψήφισμα (B. Βιτσαξής από Στρασβούργο, ΑΠ 1706/E/23 1.10.68). Οπως έγραφε χαρακτηριστικά σε απόρρητο σημείωμά του ο A. K. Αργυρόπουλος από την Πράγα συνοψίζοντας τις εκτιμήσεις του μετά την εισβολή των τανκς και τη δεινή κατάσταση της χώρας, «…έν πραγματικόν όφελος απεκόμισεν κατά την γνώμην μου: …αντί αδρού τιμήματος οι Τσέχοι έκαμαν σαφώς γνωστόν εις την διεθνή κοινήν γνώμην ότι η πλειοψηφία του λαού διψά δι’ ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν και είναι μάλιστα διατεθειμένη εις θυσίας διά απόκτησιν αυτών…» (ΑΠ 3275/AB/8, 13.11.68).


H κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.