Ακριβώς σαν σήμερα, πριν από πενήντα εννέα χρόνια, η εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν από τον 33ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Χάρυ Σ. Τρούμαν, ένα φτωχόπαιδο από το Μισούρι που σπούδασε, δουλεύοντας τη μέρα σκληρά, στο νυχτερινό της Νομικής Σχολής του Κάνσας Σίτυ και διαδέχθηκε τον πρόεδρο Ρούζβελτ στις 12 Απριλίου του 1945, έμελλε να αλλάξει το μέλλον της Ευρώπης μετά τον πόλεμο. Σε εμάς τους νεότερους, που δεν ζήσαμε τις δραματικές εκείνες δεκαετίες, είναι εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσουμε τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Ευρωπαίοι μετά τον πόλεμο. Το φάσμα της πείνας, η εξαθλίωση, η σήψη, η διαφθορά, ζητήματα υγείας και η διάλυση της οικονομίας, αυτή ήταν η εικόνα που παρουσίαζε η ήπειρος μετά τον πόλεμο και αυτός ήταν και ο ακριβής λόγος που ενώ αρχικά η εξαγγελία της αμερικανικής βοήθειας αφορούσε την Ελλάδα, που μετά την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων (Φεβρουάριος 1947) έμεινε αβοήθητη να αντιμετωπίσει τον εμφύλιο σπαραγμό και οι ΗΠΑ ανελάμβαναν δικαιωματικά την κηδεμονία της, η βοήθεια αυτή επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Για τους Αμερικανούς ο κίνδυνος επέκτασης της σοβιετικής επιρροής στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης ήταν έκδηλα ορατός.


Οι ίδιοι εκτιμούσαν ότι την οικονομική κρίση στην Ευρώπη, στην οποία είχαν οδηγήσει η ερήμωση του πολέμου και ο φοβερός χειμώνας του 1946-47, ο χειρότερος του αιώνα, θα προσπαθούσε να εκμεταλλευθεί η Σοβιετική Ενωση προκειμένου να αυξήσει την πολιτική της επιρροή στη Δυτική Ευρώπη. H άνοδος μάλιστα σε αριθμητική υπεροχή των κομμουνιστικών κομμάτων της Ιταλίας και της Γαλλίας στις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές επιβεβαίωνε τους φόβους ότι οι δύο συγκεκριμένες χώρες κινδύνευαν περισσότερο να τεθούν υπό τον έλεγχο της σοβιετικής ηγεμονίας. Κύριος εκφραστής της πολιτικής των ΗΠΑ απέναντι στον κίνδυνο που αντιμετώπιζαν από την επέκταση της κυριαρχίας της ΕΣΣΔ στην Ευρώπη αναδείχθηκε ο George F. Kennan, διευθυντής Πολιτικού Σχεδιασμού στο State Department και στη συνέχεια μέλος της αμερικανικής πρεσβείας στη Μόσχα την περίοδο του πολέμου. Κατά τον Kennan η αμερικανική απάντηση στον σοβιετικό επεκτατισμό συμπυκνωνόταν στη θεωρία της ανάσχεσης του κινδύνου, γνωστή έκτοτε και ως containment. Και επειδή ακριβώς, κατά τον ίδιο και τη θεωρία του, αυτές που απειλούνταν περισσότερο από τη Σοβιετική Ενωση ήταν η Μεγάλη Βρετανία και οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, έπρεπε, χωρίς καθυστέρηση, να σπεύσει η αμερικανική βοήθεια να συνδράμει στην αναζωογόνηση των ευρωπαϊκών οικονομιών, ώστε να απαλλαγούν οι λαοί από το φάσμα της πείνας, της φτώχειας και της απελπισίας που απειλούσε – κατά τον Kennan – την εθνική ανεξαρτησία τους. «Είχα βρεθεί, νεαρός ακόλουθος, στην ελληνική Υπηρεσία Συνδέσμου με την Επιτροπή Ερεύνης που συνεδρίαζε τότε στη Θεσσαλονίκη. Και θυμάμαι ότι, στις 11 Μαρτίου του 1947, ο Μ. Ethridge, Αμερικανός αντιπρόσωπος στην Επιτροπή, γύρισε από ένα σύντομο ταξίδι του στην Ουάσινγκτον και συναντήθηκε αμέσως με τον Ελληνα αντιπρόσωπο, Αλέξη Κύρου, ο οποίος, χωρίς να αποκαλύψει σ’ εμάς τους νεώτερους πολλά, μας ανακοίνωσε πως την επομένη έπρεπε να αναμένουμε πολύ σημαντικές ειδήσεις από την Ουάσινγκτον. Πράγματι, την επομένη διατυπώθηκε δημόσια αυτό που έμεινε γνωστό ως «Δόγμα Τρούμαν». Ηταν η αρχή μιας νέας εποχής όχι μόνο στις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις, αλλά και μία καμπή στην όλη πορεία της μεταπολεμικής ζωής διεθνώς.


Το ότι το Δόγμα Τρούμαν δεν ήταν υπόθεση ελληνο-αμερικανική ήταν φανερό από το ότι ταυτόχρονα προέβλεπε βοήθεια και προς την Τουρκία. Γιατί και η Τουρκία είχε βρεθεί στο στόχαστρο των σοβιετικών επιδιώξεων, από το καλοκαίρι ακόμη του 1945, στη Συνδιάσκεψη των Μεγάλων στο Πότσδαμ. Και οι σοβιετικές απαιτήσεις επαναλήφθηκαν και μέσα στο 1946, τόσο σχετικά με την αναθεώρηση του καθεστώτος των Στενών όσο και για τις περιοχές του Καρς και του Αρνταχάν στον Καύκασο…». Με το μικρό αυτό απόσπασμα από το κείμενο του πρέσβη ε.τ. Βύρωνος Θεοδωρόπουλου στην τρίτομη έκδοση της Υπηρεσίας Διπλωματικού Αρχείου, που επιμελήθηκε η υπογράφουσα, αποτυπώνεται γλαφυρά διά χειρός ενός έμπειρου, διακεκριμένου για την οξύνοια και ευθυκρισία έλληνα διπλωμάτη ο ορισμός του δόγματος Τρούμαν. Συμπληρώνοντας τις σκέψεις του γράφει ο ίδιος παρακάτω, στον ίδιο τόμο: «Πρέπει να δούμε τα γεγονότα της εποχής στην Ελλάδα επάνω στο ευρύτερο φόντο των μεγάλων διεθνών εξελίξεων. Μία τέτοια γενική θέα στον ευρύτερο διεθνή ορίζοντα θα μας επιτρέψει να συλλάβουμε πόσο καίρια και αποφασιστική ήταν εκείνη η περίοδος όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για την παγκόσμια Ιστορία. Ας ακολουθήσουμε νοερά ένα μεγάλο τόξο που αρχίζει από το Ιράν, για να καταλήξει στη Γερμανία περνώντας από την Τουρκία, την Ελλάδα, τη Δυτική και την Κεντρική Ευρώπη…».


Το Σχέδιο Μάρσαλ, το Ιράν και η Τουρκία


Μπορεί με το ξέσπασμα του πολέμου στην Κορέα (25 Ιουνίου 1950) το Πρόγραμμα Οικονομικής Ανάκαμψης της Ευρώπης να επιβραδύνθηκε, αφού το αμερικανικό Κογκρέσο περιέκοψε κονδύλια δίνοντας προτεραιότητα σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς (μέσα σε τρεις μέρες περικόπηκαν 208 εκατομμύρια δολάρια από το πρόγραμμα της Economic Cooperation Administration, γνωστής ως ECA), η είσοδος της Κίνας όμως στον πόλεμο πέντε μήνες αργότερα (Νοέμβριος 1950) ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τα αμερικανικά επιχειρήματα για ενιαία αμυντική στάση απέναντι στην κομμουνιστική απειλή.


H περιοχή μας αναβαθμίστηκε αυτόματα από γεωπολιτική και στρατηγική άποψη μόλις διαπιστώθηκε ότι βρέθηκε στο στόχαστρο των σοβιετικών επιδιώξεων. H ΕΣΣΔ, που δεν έκρυψε, μεσούντος του πολέμου, τις διαθέσεις της για αναθεώρηση του καθεστώτος των Στενών μετά τον πόλεμο, ενίσχυε φανερά το παράνομο KKE, το οποίο ασκούσε σοβαρή επιρροή στην ελληνική κοινωνία, παρεμβαίνοντας ακόμη και απροκάλυπτα σε ζητήματα της ηγεσίας του. Ταυτόχρονα η δράση του Τουντέχ, του κομμουνιστικού κόμματος του Ιράν, που υπό την προστατευτική σκιά της σοβιετικής παρουσίας ενίσχυε τις αποσχιστικές διαθέσεις των Αζέρων και Κούρδων του Ιράν μετά την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων με τη λήξη του πολέμου (το Ιράν όσο διαρκούσε ο πόλεμος βρισκόταν υπό αγγλορωσική κατοχή από τον φόβο τυχόν γερμανικών κινήσεων στην περιοχή για ανατροπή της κυβέρνησης και έλεγχο του Περσικού Κόλπου), καθιστούσε για τον δυτικό κόσμο την Ελλάδα, την Τουρκία και το Ιράν ως το πιο ενδιαφέρον σημείο του γεωστρατηγικού χάρτη της εποχής στο μαλακό υπογάστριο της ΕΣΣΔ. Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος που βάσει του Σχεδίου Μάρσαλ οικονομική βοήθεια έλαβε όχι μόνο η Τουρκία, η οποία ούτως ή άλλως δεν έλαβε μέρος στον πόλεμο, αλλά και το Ιράν. Και είναι χαρακτηριστικό ότι έκτοτε και επί πολλά χρόνια το State Department είχε εντάξει τις τρεις χώρες (Ιράν – Τουρκία – Ελλάδα) στην ίδια Διεύθυνση (Middle East Desk), ακριβώς επειδή το κεντρικό της πρόβλημα, δηλαδή η σοβιετική απειλή, ήταν κοινό. Από το ανατολικότερο σημείο του τόξου, το Ιράν, η καμπύλη του γνωστού ως containment, της ανάσχεσης δηλαδή του κομμουνιστικού κινδύνου, προχώρησε με το Δόγμα Τρούμαν προς Τουρκία και Ελλάδα για να επεκταθεί στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη με το Σχέδιο Μάρσαλ, αφού μέσα στο 1946 είχε γίνει πια φανερό ότι ο κόσμος οδηγούνταν στον διπολισμό. Ηδη από το 1946 ο Τσώρτσιλ είχε προειδοποιήσει για το «Σιδηρούν Παραπέτασμα», που οδηγούσε σε διχοτόμηση της Ευρώπης. Μέσα στο πλαίσιο των εξελίξεων αυτών, με πρόδρομο, θα λέγαμε, το Δόγμα Τρούμαν, συλλαμβάνεται και διαμορφώνεται η σκέψη του Σχεδίου Μάρσαλ. H κεντρική αντίληψη ήταν ότι με την οικονομική βοήθεια από τη μόνη χώρα που δεν είχε υποστεί βαριές τις συνέπειες του πολέμου, τις ΗΠΑ, θα μπορούσαν να εξαλειφθούν και οι κοινωνικές εντάσεις που προκαλούσε η ανέχεια, αλλά ταυτόχρονα να εξασφαλιστεί και η πολιτική εκείνη επιρροή που θα επέτρεπε στις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρώπης να αποτρέψουν τις ριζικές αλλαγές των εσωτερικών τους δομών, που θα επέφερε η τυχόν επικράτηση του σοβιετικού μοντέλου. Με τη σειρά του το Σχέδιο Μάρσαλ υπογράμμισε ακόμα εντονότερα τον διαχωρισμό ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή. Και το πιο χαρακτηριστικό είναι πως τόσο η Πολωνία όσο και η Τσεχοσλοβακία δελεάστηκαν από την προοπτική της οικονομικής βοήθειας και θέλησαν να συμμετάσχουν στην πρώτη Διάσκεψη του Σχεδίου, το 1947, αλλά η σοβιετική κατοχή δεν τους το επέτρεψε και έτσι έμειναν δορυφόροι της ΕΣΣΔ. Στην Τσεχοσλοβακία μάλιστα χρειάστηκε να γίνει πραξικόπημα, τον Φεβρουάριο του 1948, για να ανατραπεί η κυβέρνηση Benes και να εξασφαλιστεί η οριστική επικράτηση αμιγώς κομμουνιστικού καθεστώτος και συνεπώς η αποχή από κάθε προσέγγιση προς το έργο της ευρωπαϊκής ανοικοδόμησης με βάση το Σχέδιο Μάρσαλ.


H κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου στο ΥΠΕΞ. Εχει επιμεληθεί την τρίτομη έκδοση της Υπηρεσίας που διευθύνει στο ΥΠΕΞ «H Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός νέου κόσμου. Ψυχρός Πόλεμος – Δόγμα Truman – Σχέδιο Marshall» (εκδόσεις Καστανιώτη, 2002).