Ως γνήσιος απόγονος του βασιλιά Πύρρου – ίδρυσε την πατρίδα του Πρέβεζα το 290 π.X. -, ο δικηγόρος Γιώργος Αλφαντάκης ξέρει καλά ότι καμία νίκη δεν αξίζει αν το αποτέλεσμά της δεν είναι διασφαλισμένο. Το έζησε και ο ίδιος όταν η ανοδική πολιτική του πορεία κατέρρευσε το 1974, με τη Μεταπολίτευση. H δικηγορική του καριέρα εξελίχθηκε ομαλότερα, έγινε ένας από τους γνωστότερους δικηγόρους της Αθήνας. Οι αποκαλύψεις για τις συμβουλές που παρείχε το γραφείο του στον Δ. Κονδυλιό, ο οποίος έχει καταδικαστεί για μεταφορά ναρκωτικών και ξέπλυμα χρήματος, άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου για το γραφείο του.


Ο Γιώργος Αλφαντάκης γεννήθηκε στην Πρέβεζα το 1937. Ο πατέρας του Σπύρος, που απέκτησε τέσσερα παιδιά (τρία αγόρια και ένα κορίτσι), ζούσε την οικογένειά του εκτελώντας μεταφορές με το φορτηγό του. Οικογένεια φτωχή. Ο Σπύρος Αλφαντάκης ήταν οπαδός του Π. Γαρουφαλιά (ο οποίος πολιτευόταν στην Πρέβεζα), όταν αυτός ήταν στην Ενωση Κέντρου, και – απ’ ό,τι λένε παλαιοί Πρεβεζάνοι – όχι από τους πιο ήσυχους. Ο γιος του Γιώργος φαίνεται ότι κληρονόμησε τον «δυναμισμό» του. Το 1955, φοιτητής στη Νομική Σχολή Αθηνών, βρήκε πρόσφορο πεδίο για να τον εκδηλώσει. Εντάχθηκε στον σκληρό δεξιό πυρήνα της σχολής του. Στο βιβλίο του «Το κίνημα της ελληνικής νεολαίας», ο ΕΚΟΦίτης Λάκης Ιωαννίδης κατέγραψε το 1973 τους στενότερους συνεργάτες του στην ΕΚΟΦ και στην EPEN. Εκεί υπάρχει φωτογραφία του κ. Αλφαντάκη με τη λεζάντα «Ιδρυτικόν μέλος της ΕΚΟΦ. Συνδικαλιστής της Νομικής Αθηνών. Πρόεδρος νεολαίας EPEN». H Εθνική Κοινωνική Οργάνωση Φοιτητών (ΕΚΟΦ) ήταν ο «δούρειος ίππος» της EPE στο φοιτητικό συνδικαλιστικό κίνημα.


Αν και η δράση της είχε ξεκινήσει νωρίτερα, επισήμως ιδρύθηκε το 1960. H βία, η νοθεία στις φοιτητικές εκλογές, ο χαφιεδισμός ήταν στην ημερήσια διάταξη. Τα μέλη της είχαν πολλά προνόμια, εύνοια από τους (υπερσυντηρητικούς) καθηγητές, γενναίες επιχορηγήσεις από την κυβέρνηση κ.ά. Στα ιδρυτικά μέλη της οργάνωσης, όπως εμφανίζονται στο καταστατικό της, δεν περιλαμβάνεται το όνομα του κ. Αλφαντάκη και ο ίδιος αρνείται ότι ανήκε στην ΕΚΟΦ. Το βέβαιο είναι ότι έγραψε σειρά άρθρων στην «Ηχώ των Σπουδαστών», έντυπο που απηχούσε τις απόψεις της ΕΚΟΦ και τυπωνόταν στο στρατιωτικό τυπογραφείο. Ηταν πρόεδρος του συλλόγου φοιτητών της Νομικής «H Θέμις» και της νεολαίας της EPE. Την ίδια εποχή (είναι δύο χρόνια μικρότερος) φοιτούσε στη Νομική Αθηνών και ο Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, τα βήματα του οποίου και του κ. Αλφαντάκη διασταυρώθηκαν χρόνια μετά, στην υπόθεση Ειρηναίου – Βαβύλη.


H δικηγορική καριέρα του κ. Αλφαντάκη ξεκίνησε στο πλευρό της ΕΚΟΦ. Ηταν συνήγορος της οργάνωσης σε δίκες κατά φοιτητών και δημοκρατικών διοικήσεων συλλόγων. Το όνομά του όμως έγινε γνωστό στη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ, το 1967, μία υπόθεση που αποδείχθηκε σκευωρία με στόχο να χτυπηθούν η δημοκρατική παράταξη και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Υπερασπιζόταν «μεταμελημένους» αξιωματικούς, οι οποίοι κατηγορούσαν συναδέλφους τους ως συνωμότες.


Στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων επέστρεψε ως συνήγορος του δικτάτορα Δημήτρη Ιωαννίδη και άλλων από τους πρωταιτίους της 21ης Απριλίου, καθώς και ως συνήγορος των βασανιστών του EAT-ΕΣΑ. Οι εφημερίδες της εποχής τον αποκαλούν «δικηγόρο των χουντικών», «συνήγορο του «αόρατου δικτάτορα» Ιωαννίδη», «γνωστό δικηγόρο της χούντας», αλλά αυτός δεν δείχνει να ενοχλείται. Στα δικαστήρια είναι σκληρός, εριστικός σε σημείο να δέχεται διαρκώς παρατηρήσεις από το εκάστοτε προεδρείο. Απειλεί μάρτυρες και θέτει σε αμφιβολία την ηθική τους. Οταν αντιδρούν, τους υποβάλλει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση. Κάποιοι από αυτούς τον αποκαλούν «Λασπαντάκη» και «Αλχουντάκη».


Τον Μάρτιο του 1975 κάθεται ο ίδιος στο εδώλιο του κατηγορουμένου για περιύβριση αρχής, εξαιτίας της επιστολής που έστειλε στις εφημερίδες όταν εκδηλώθηκε η λεγόμενη «συνωμοσία της πιτζάμας», το τελευταίο σκίρτημα ιωαννιδικών αξιωματικών, χαρακτηρίζοντας σκευωρία όσα αποδίδονταν στους 37 αξιωματικούς και τη δίωξή τους «ολίσθημα των εμπνευστών της». Στη δίκη ο αξιωματικός Αρ. Παλαΐνης, δεξί χέρι του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου, κατέθεσε: «Ο κατηγορούμενος δεν είναι τυχαίος δικηγόρος. Εχει συνδεθεί με πολλούς αξιωματικούς. Οταν έγινε το στρατιωτικό καθεστώς της 25ης Νοεμβρίου 1973, ο πρόεδρος κ. Γκιζίκης (σ.σ.: ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης ήταν πρόεδρος της ιωαννιδικής δικτατορίας) τον προόριζε για αντιπρόεδρο πολιτικής κυβερνήσεως που θα πολιτικοποιούσε το καθεστώς». Στους μάρτυρες υπεράσπισης περιλαμβανόταν και ο δικηγόρος Κοφίτσας, ο οποίος μέχρι σήμερα είναι μόνιμος συνεργάτης του κ. Αλφαντάκη. H περιπέτειά του δεν τον συνέτισε. Τον Σεπτέμβριο του 1975, στη δίκη των βασανιστών του EAT-ΕΣΑ, υιοθετεί μια προκλητική υπερασπιστική γραμμή και όταν ο πρόεδρος τον απειλεί με αφαίρεση του λόγου δηλώνει κυνικά: «Είμαι υποχρεωμένος να υπερασπιστώ τους πελάτες μου» και καλεί το δικαστήριο να μην τους καταδικάσει και δώσει χαρά στους εχθρούς του έθνους!


Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 ήταν υποψήφιος της Εθνικής Δημοκρατικής Ενώσεως (ΕΔΕ) του Π. Γαρουφαλιά. H ταύτισή του με τη χούντα όμως, του στέρησε τη δυνατότητα πολιτικής καριέρας, αντιθέτως με άλλους συντρόφους του των φοιτητικών χρόνων, οι οποίοι όμως κράτησαν αποστάσεις από το καθεστώς της 21ης Απριλίου, όπως οι κκ. Μιλτ. Εβερτ, Αγγ. Μπρατάκος, Χρ. Φύσσας. Ο κ. Αλφαντάκης αναγκάστηκε να στραφεί αποκλειστικά στη δικηγορία (ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών δεν προχώρησε σε διαγραφή των μελών του που είχαν συνεργαστεί με τη χούντα), με έμφαση στις ναυτιλιακές υποθέσεις. Παράλληλα προσπαθεί να παραδώσει το παρελθόν του στη λήθη. Κάθε φορά που δημοσιεύεται κάτι για το παρελθόν του, μηνύει τις εφημερίδες (μεταξύ των οποίων και «Το Βήμα»). «Εκείνη την εποχή το είχε γούστο του και καμάρι του να ανήκει στον ακροδεξιό βραχίονα. Τώρα θέλει να αλλάξει την ιστορία» λέει ένας από τους παλαιούς αντιπάλους του στα αμφιθέατρα.


Παντρεύτηκε δύο φορές με κόρες καλών οικογενειών (Χαΐτογλου, Αλαζράκη), απέκτησε τρεις γιους, μένει στο Παλαιό Ψυχικό, οδηγεί μια Πόρσε Καρέρα και διατηρεί πολυπληθές δικηγορικό γραφείο στη Σκουφά. Με τους συνεργάτες του είναι πολύ γαλαντόμος και ενδιαφέρεται μόνο για την επιστημονική τους κατάρτιση και όχι για την ιδεολογία τους.


Λέγεται ότι το μόνο που ελέγχει είναι η ψήφος τους στις εκλογές του Δικηγορικού Συλλόγου. Οι παραπομπές του στο Πειθαρχικό του Δικηγορικού Συλλόγου αυξάνονταν κάθε χρόνο (π.χ. από το 2001 έχουν υποβληθεί 13 αναφορές σε βάρος του), αλλά έχει καταδικαστεί, λόγω παραγραφής των υποθέσεων, μόνο μία φορά.


Τελευταία το όνομα του κ. Γ. Αλφαντάκη ακούγεται στις παρυφές της έρευνας για το παραδικαστικό κύκλωμα. H υπόθεση Κονδυλιού δεν είναι απλή ιστορία. Εγκριτοι νομικοί επιμένουν ότι η νόμιμη παροχή νομικών συμβουλών σταματά στο σημείο που η γνωμοδότηση του κ. Σπύρου Αλφαντάκη, γιου και συνεργάτη του, προχωράει σε εξηγήσεις σχετικές με την εξαφάνιση ιχνών λογαριασμών από έμβασμα σε έμβασμα μέσω off shore εταιρειών. Σε πιο αυστηρά δικαιικά συστήματα η παραδοχή των δικηγόρων ότι προσέγγισαν δύο δικηγορικά γραφεία στο Λιχτενστάιν, ένα στις Παρθένους Νήσους και ένα στα Νησιά Κουκ («για τον σκοπό που γνωρίζετε») θα μπορούσε να θεωρηθεί προπαρασκευαστική πράξη σε αδίκημα. Στις αποκαλύψεις του Τύπου ο κ. Αλφαντάκης απαντά προς το παρόν με αγωγές.


Οι ναυταπάτες στον Πειραιά και τα τηλεπαράθυρα


Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο κ. Αλφαντάκης ενεπλάκη στο σκάνδαλο των μεγάλων ναυταπατών στον Πειραιά. Κατηγορήθηκε, μαζί με άλλους δικηγόρους, ότι υφάρπαζε πλοία που είχαν κατασχεθεί xρησιμοποιώντας πλαστά έγγραφα. Οταν η υπόθεση έφθασε στη Δικαιοσύνη, ο κ. Αλφαντάκης με συνεχείς επιθέσεις κατά των δικαστών, με υποβολή αιτήσεων εξαιρέσεων και άλλες νομικές διαδικασίες οδήγησε την υπόθεση σε παραγραφή. Το 1998 διώχθηκε ποινικά μαζί με άλλα ηχηρά ονόματα της δικηγορίας, ύστερα από καταγγελία κρατουμένου ότι του απέσπασε 3 εκατ. δραχμές πείθοντάς τον ότι ξέρει δικαστές και θα επιτύχει την αποφυλάκισή του. Δεν είναι η μόνη φορά που το όνομά του θα συνδεθεί με παρόμοιες καταγγελίες. Με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης έπιασε θέση στα τηλεοπτικά παράθυρα. Οι υποθέσεις που χειριζόταν, άλλωστε, κινούσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης (Αργ. Σαλιαρέλης, T. Βοσκόπουλος, K. Αγγελόπουλος, υπόθεση Βαβύλη).