Τα φετινά αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (TEI – AEI) απέδειξαν την ορθότητα της αποφάσεως της Υπουργού Παιδείας, σύμφωνα με την οποία από το επόμενο έτος θεσπίζεται βαθμολογικό όριο για την εισαγωγή. Και πόσο άδικο είχαν εκείνοι, εκπαιδευτικοί και μη, που είχαν εναντιωθεί. Ομως το ειδικό αυτό θέμα αποτελεί ένα από τα πολλά προβλήματα των πανελλαδικών εξετάσεων.


H βασική αδυναμία του συστήματος έγκειται στο γεγονός ότι οι εξετάσεις αυτές συνδέονται άμεσα με το λύκειο. Ετσι στις τρεις τάξεις του λυκείου το βάρος των μαθητών πέφτει στα εξεταζόμενα μαθήματα, ενώ τα υπόλοιπα αγνοούνται παντελώς. Και φοβάμαι ότι από τη φετινή σχολική χρονιά το πρόβλημα θα οξυνθεί περισσότερο, αφού τα εξεταζόμενα μαθήματα θα περιοριστούν στα 6, από τα 9 που είναι σήμερα. Το λύκειο σήμερα έχει χάσει τον εκπαιδευτικό του προορισμό και έχει μετατραπεί σε έναν προθάλαμο για την εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Και αυτός άλλωστε είναι ο κύριος λόγος που η παραπαιδεία ανθεί.


Επιτακτική κατά συνέπεια προβάλλει η ανάγκη να αποδεσμευθεί το λύκειο από τις εισαγωγικές εξετάσεις. Ομως σε κάθε περίπτωση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη -σε κάποιο ποσοστό -οι επιδόσεις του υποψηφίου και στις τρεις τάξεις του λυκείου.


H σημερινή αδυναμία των εισαγωγικών εξετάσεων «κοσμείται» και από άλλες αδυναμίες εξίσου -ενδεχομένως -σημαντικές.


-Δεν εξασφαλίζουν την επιλογή των καλύτερων φοιτητών, αλλά εκείνων που διακρίνονται στην «τεχνική» απομνημόνευση.


ΑΑκόμη, η δυνατότητα που έχουν οι υποψήφιοι για μεγάλη επιλογή στα αντικείμενα των σπουδών τους καταλήγει πολλές φορές στο να εισάγονται σε σχολές άσχετες με τα ενδιαφέροντά τους και τις προτιμήσεις τους. Ετσι όμως τα νέα παιδιά καλούνται να «συμβιβαστούν» με τον δρόμο που θα ακολουθήσουν για την επαγγελματική τους αποκατάσταση, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.


Το θέμα αυτό δεν ανέκυψε τελευταία. Συζητείται εδώ και πολλά χρόνια. Το επανέφερε όμως στην επικαιρότητα η Υπουργός Παιδείας M. Γιαννάκου με την πρόσφατη συνέντευξη στο «Βήμα».


Ως πρώην Υπουργός Παιδείας αισθάνομαι την υποχρέωση να καταθέσω τις απόψεις μου.


Ειλικρινά πιστεύω ότι η λύση του προβλήματος βρίσκεται στην ανάθεση στα Πανεπιστήμια του τρόπου επιλογής εκείνων που θα εισαχθούν σ’ αυτά. Με άλλα λόγια, τα Πανεπιστήμια θα καθορίζουν τον αριθμό των εισακτέων σε κάθε τμήμα, καθώς και τις απαιτούμενες γνώσεις και, τέλος, τα ίδια τα Πανεπιστήμια θα διεξάγουν τις εισαγωγικές εξετάσεις. Το Υπουργείο Παιδείας θα έχει την υποχρέωση να καθορίσει ότι θα απαιτούνται οι ίδιες γνώσεις από τα ομοειδή τμήματα των Πανεπιστημίων. Θα πρέπει ακόμη να προβλεφθεί ότι τα ομοειδή τμήματα των διαφόρων Πανεπιστημίων (π.χ. οι ιατρικές σχολές των πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Πατρών, Αλεξανδρούπολης, Ηρακλείου και Λάρισας) θα διενεργούν από κοινού τις εισαγωγικές εξετάσεις ώστε ο υποψήφιος να έχει περισσότερες ευκαιρίες. Ενα άλλο θέμα το οποίο θα πρέπει να επιλύσει το Υπουργείο είναι ο χρόνος διεξαγωγής των εξετάσεων. Εάν δηλαδή θα γίνονται αμέσως μετά την αποφοίτηση από το λύκειο ή τον Σεπτέμβριο, όπως άλλωστε συνέβαινε στο παρελθόν. Προσωπικά πιστεύω ότι για να δοθεί περισσότερος χρόνος για την προετοιμασία των υποψηφίων πρέπει να προκριθεί ο Σεπτέμβριος.


Αλλωστε η συνταγματική επιταγή (άρθρο 16, παρ. 5) ορίζει ότι τα πανεπιστημιακά ιδρύματα είναι πλήρως αυτοδιοικούμενα. Είναι όμως δυνατόν να υπάρξει πλήρης αυτοδιοίκηση όταν το κράτος παρεμβαίνει για να ορίσει τον αριθμό των φοιτητών αλλά και εκείνων που θα κριθούν ικανοί να παρακολουθήσουν τον αντίστοιχο επιστημονικό κλάδο; Αλλά και περαιτέρω οι ρυθμίσεις αυτές θα συμβάλουν ουσιαστικά στη σωστή αξιολόγηση των Πανεπιστημίων, την οποία ορθώς θέλει να εφαρμόσει η Υπουργός Παιδείας. Τέλος, πιστεύω ότι τα μέτρα αυτά θα συρρικνώσουν ουσιαστικά την παραπαιδεία, την έκταση της οποίας σκοπίμως παραγνωρίζουμε.


Δεν γνωρίζω τις απόψεις της κυρίας υπουργού σε όλες αυτές τις προτάσεις. Γνωρίζω όμως την πλήρη αντίθεσή της για τη διενέργεια των εξετάσεων από τα ίδια τα ιδρύματα. Γιατί όπως η ίδια δήλωσε, «υπάρχουν ορισμένα φαινόμενα που δεν εγγυώνται το αδιάβλητο». H άποψη δεν με πείθει. Διότι μεμονωμένα φαινόμενα δεν είναι νοητό να εμποδίζουν υγιείς ρυθμίσεις και ακόμη διότι καθήκον του υπουργείου είναι, σε συνεργασία με τους φορείς, να βρουν τους τρόπους εκείνους ώστε να διασφαλισθεί το αδιάβλητο. Αλλωστε μπορεί να υπάρξει ένα στάδιο προσαρμογής στη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων για την εισαγωγή των φοιτητών στα AEI και TEI.


Το θέμα είναι μεγάλο. Και γι’ αυτό πρέπει να ακουσθούν όλες οι απόψεις. Εκείνο πάντως που προέχει είναι ότι όποια και να είναι η λύση που τελικά θα επιλεγεί να μην υπάρξει ένας ακόμη αιφνιδιασμός για τα παιδιά μας. Αρκετά ως τώρα τα έχουμε μεταβάλει σε πειραματόζωα.


Ο κ. Ιωάννης M. Βαρβιτσιώτης είναι ευρωβουλευτής και πρώην υπουργός Παιδείας.