Ακόμη και θεωρίες περί συνωμοσίας επεστράτευσαν οι στενοί συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου κ. Χριστόδουλου στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν όσα διαδραματίστηκαν τον τελευταίο καιρό στη διοίκηση της Εκκλησίας. Ωστόσο η εκκλησιαστική ιστορία δείχνει ότι σχεδόν κάθε δέκα χρόνια η Εκκλησία της Ελλάδος αντιμετωπίζει μία τουλάχιστον κρίση. Και αξίζει να σημειωθεί ότι καθοριστικός στις περισσότερες των περιπτώσεων ήταν ο ρόλος της κυβέρνησης. Ωστόσο το εντυπωσιακό που συναντά κανείς στην ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι ο ρόλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και η σύγκρουσή του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για τη μεγαλύτερη ίσως εκκλησιαστική κρίση που σημειώθηκε τα τελευταία 40 χρόνια.


Τον Ιανουάριο του 1962 η «πέτρα του σκανδάλου» για την Εκκλησία ήταν και πάλι ένας Μητροπολίτης Αττικής. Πρόκειται για τον Ιάκωβο Βαβανάτσο, διακεκριμένο Αρχιερέα με μεγάλη μόρφωση και τιμημένο με τον Μεγαλόσταυρο του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου, ο οποίος εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Στις 11 Ιανουαρίου, λίγες ώρες πριν από την κηδεία του Αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου, οι εφημερίδες των Αθηνών κατακλύζονται με προκηρύξεις οι οποίες «φωτογράφιζαν» τον Ιάκωβο Βαβανάτσο, τον οποίο κατηγόρησαν για «σεξουαλικά ανορθόδοξα ήθη». Υπάρχει, τονιζόταν στις προκηρύξεις, «ο κίνδυνος να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος Αρχιερεύς (εκ Βορρά ή Νότου), όστις δυστυχώς, έχει ευρύτατα δυσφημηθή ως πρόσωπον στερούμενον ανδρικής αξιοπρεπείαςΟι έντιμοι Ιεράρχαι ας αισθανθούν τας τρομεράς ευθύνας των. Ας θυμηθούν τίνος είναι στρατιώται. Ας δώσουν την μάχην. Παρά το πλευρόν των ίσταται «το μικρόν ποίμνιον του Ιησού», ο μαρτυρικός και ευσεβής λαός και αποστέλλει τούτο το σήμα του κινδύνου: S.Ο.S. Προβάλλει σαφές το αίτημά του. Ζητεί Αρχιεπίσκοπον ΑΝΔΡΑ».


* H εκλογή


Ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής ζητεί την καθυστέρηση της εκλογής νέου Αρχιεπισκόπου καθώς προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Τα Ανάκτορα καλούν σε ακρόαση τον τότε υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων Γρηγόριο Κασιμάτη. Στις 13 Ιανουαρίου η Ιεραρχία συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών. Το κτίριο πολιορκείται από χιλιάδες πιστούς-μέλη εκκλησιαστικών οργανώσεων, με την Αστυνομία να προσπαθεί να επιβάλει την τάξη. Ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος Νικολάου ζητεί αναβολή. Το αίτημα απορρίπτεται από τον υπουργό Παιδείας. Τελικά Αρχιεπίσκοπος εκλέγεται ο Ιάκωβος Βαβανάτσος με ψήφους 33 έναντι 20 του Φιλίππων Χρυσοστόμου και 4 του Μαντινείας Γερμανού, ενώ στην πρώτη ψηφοφορία 4 ψήφους παίρνει και ο τότε Πρωθιερέας των Ανακτόρων και αργότερα Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης.


Ενδεικτικό του κλίματος διχασμού που υπήρχε στην Ιεραρχία αποτελεί το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του μηνύματος του νέου Αρχιεπισκόπου συμμετείχαν 32 Αρχιερείς και απείχαν 25. H ιαχή «ανάξιος» των πιστών συνοδεύει τον νέο Αρχιεπίσκοπο σε κάθε του βήμα. Σχεδόν ταυτόχρονα κατατίθενται τρεις μηνύσεις εναντίον του, η μία εκ των οποίων είναι του Αρχιμανδρίτη Δαμασκηνού Γεωργακόπουλου.


* H αντεπίθεση


Οι υποστηρικτές του Ιάκωβου περνούν στην αντεπίθεση και κατηγορούν τον Αρχιμανδρίτη για «ΕΛΑΣίτικη δράση» και κλοπή ιερών σκευών. Ταυτόχρονα επιτίθενται στην πανίσχυρη τότε οργάνωση θεολόγων «H Ζωή», την οποία χαρακτηρίζουν «αξιοθρήνητη και πολυθρύλητη».


Στο ζήτημα παρεμβαίνει και η αντιπολίτευση, η οποία εξαπολύει σφοδρή επίθεση κατά της κυβέρνησης. Με επερώτηση που κατέθεσαν στη Βουλή οι τότε βουλευτές της Ενωσης Κέντρου Αλαμανής, Μητσοτάκης και Λούλης κατηγορούν τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Παιδείας ότι «ηνέχθησαν, αλλά και υπεβοήθησαν την δημιουργηθείσαν εις τους κόλπους της Εκκλησίας της Ελλάδος απαράδεκτον κατάστασιν… H εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξε να ξεσπάση το μέγα σκάνδαλον, ηυνοήθη εκ πράξεων και παραλείψεων της Κυβερνήσεως…».


* Οι πιέσεις


Οι πιέσεις που ασκούνται στον Αρχιεπίσκοπο είναι έντονες αλλά αυτός αρνείται να παραιτηθεί. Μάλιστα λίγες ώρες μετά την ενθρόνισή του ο Ιάκωβος Βαβανάτσος προκαλεί τριβές στις σχέσεις των Ανακτόρων με την κυβέρνηση. Ο υπουργός Παιδείας δεν παρευρίσκεται στην τελετή ενθρόνισης, σε αντίθεση με τον Αυλάρχη Λεβίδη ο οποίος εκπροσωπεί τη βασιλική οικογένεια. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό K. Καραμανλή και του δηλώνει τη δυσφορία του βασιλικού ζεύγους. Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, «η κυβέρνησις με την αποχήν της από την τελετή ενθρονίσεως, άφηνε να διαφανή ότι αυτή μεν ήτο ξένη και ανεύθυνος προς τα συντελεσθέντα, υπεύθυνος δε ήτο ο Βασιλεύς! Παρετηρήθη επίσης ότι δεν είναι νοητόν ο μεν Βασιλεύς, εκπληρών εντίμως τα συνταγματικά του καθήκοντα, να μετέχη αυτοπροσώπως εις την τελετήν της «διαβεβαιώσεως» που έγινε εις τα Ανάκτορα, η δε Κυβέρνησις να απουσιάζη από την τελετήν της ενθρονίσεως».


H βασιλική οικογένεια προσπαθεί να στηρίξει τον Βαβανάτσο, όμως στις 22 Ιανουαρίου κυβερνητικοί παράγοντες δηλώνουν ότι υπάρχει πρόθεση ακύρωσης των εκλογών. Στους ναούς γίνονται επεισόδια με τους πιστούς να διαμαρτύρονται. Στις 24 Ιανουαρίου η κυβέρνηση συζητεί νομοσχέδιο για την ακύρωση της εκλογής Βαβανάτσου και αποστέλλει ένα σαφές μήνυμα στους Ιεράρχες: «Στην εκλογή των Μητροπολιτών και του Αρχιεπισκόπου θα συμμετέχουν και οι πιστοί».


Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση που εξέδωσε και με την οποία η κυβέρνηση δήλωνε ότι «εφαρμόζουσα με απόλυτον αμεροληψίαν τον ισχύοντα Νόμον, απέφυγεν οιανδήποτε ανάμιξιν εις την εκλογήν του Αρχιεπισκόπου και εις τας μετ’ αυτήν εξελίξεις. Ευρεθείσα, δε, ενώπιον του σάλου, ο οποίος επηκολούθησε την εκλογήν ανέμεινε μέχρι σήμερον διά να αντιμετωπίση η Εκκλησία εξ ιδίας πρωτοβουλίας το θέμα. Τούτου όμως μη γενομένου, η Κυβέρνησις, διαπιστώνουσα την υφιστάμενην εις το χριστεπώνυμον πλήρωμα διχοστομίαν περί το πρόσωπον του Αρχιεπισκόπου και εις το χριστεπώνυμον πλήρωμα διχοστομίαν περί το πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου και αισθανόμενη την υποχρέωσιν να συμβάλη εις την αποκατάστασιν της γαλήνης εις την λαϊκήν συνείδησιν, προτίθεται να καταθέση αμέσως εις την Βουλήν Νομοσχέδιον, διά του οποίου, αφ’ ενός μεν θα καθορίζεται διά το μέλλον ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα εκλέγεται μεταξύ των εν ενεργεία Μητροπολιτών υπό Μικτού Σώματος εκ Κληρικών και Λαϊκών, αφ’ ετέρου δε, θα είναι δυνατή η κήρυξις εις χηρείαν του Θρόνου εν περιπτώσει διχοστομίας περί το πρόσωπον του Προκαθημένου της Εκκλησίας».


* H παραίτηση


Οι πιστοί ζητούν την παραίτηση του Βαβανάτσου και στις 25 Ιανουαρίου στο Συνοδικό Μέγαρο ο Μητροπολίτης Μαντινείας Γερμανός λέει στον Αρχιεπίσκοπο «Ιάκωβε παραιτήσου, έχεις απολέσει την έξωθεν καλήν μαρτυρίαν, δεν ακούς, δεν βλέπεις τον λαόν που φωνάζει στο προαύλιον και έχει κλείσει τους δρόμους; Θα ξεχυθούν και θα μας ξεσχίσουν. Παραιτήσου τώρα».


Το παρασκήνιο είναι έντονο και ο υπουργός Παιδείας αναμένει την παραίτηση του Αρχιεπισκόπου. Τελικά το απόγευμα διαβάζεται από έναν υπάλληλο της Αρχιεπισκοπής το κείμενο της παραίτησης του Ιάκωβου. Οπως δήλωνε ο Αρχιεπίσκοπος, «δεινή και καταθλιπτική κυβερνητική πιέσει, θυσιάζω και σφαγιάζω εμαυτόν και ρίπτομαι ως ο Ιωνάς εις την θάλασσαν, χάριν της κανονικής διοικήσεως και της ζωής της Εκκλησίας. Και είμαι βέβαιος ότι η ιστορία θα εκτιμήση την υπέρ της Εκκλησίας αυτοθυσίαν μου και ολοκληρωτικήν προσφοράν μου, με την διάπυρον ευχήν όπως η Πολιτεία μη τολμήση να επέμβη στα εσωτερικά της Εκκλησίας».


Ο Ιάκωβος Βαβανάτσος, ο Αρχιεπίσκοπος των 12 ημερών, όπως έχει μείνει στην Ιστορία, αποκαταστάθηκε με τον τίτλο του «Μακαριωτάτου Προέδρου της Αττικής, πρώην Αρχιεπισκόπου Αθηνών» το 1966 και ενώ υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση των αποστατών ήταν ο Στ. Αλαμανής, ο ένας δηλαδή από τους τρεις βουλευτές που είχαν καταθέσει επερώτηση κατά των ενεργειών της κυβέρνησης Καραμανλή.


Το χρονικό των σκανδάλων


Μετά τη φοβερή κρίση που πέρασε η Εκκλησία το 1962, υπήρξαν και άλλες περιπτώσεις που η χώρα συγκλονίστηκε από καταγγελίες για σκάνδαλα σε Μητροπόλεις. Και αξίζει να σημειωθεί ότι σε τρεις από τις έξι περιπτώσεις καταγγελιών με πρωταγωνιστές Μητροπολίτες «πέτρα του σκανδάλου» είναι ο Αρχιμανδρίτης κ. Ιάκωβος Γιοσάκης.


* Το 1964 ομάδα πολιτών της Δράμας καταγγέλλει τον Μητροπολίτη Φίλιππο Τσορβά ότι έχει σχέσεις με τη νεαρή Μαρία. Ο Μητροπολίτης παραπέμπεται στο πρωτοβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο για Μητροπολίτες με την κατηγορία του σκανδαλισμού των πιστών. Οι κάτοικοι της περιοχής διχάζονται. Στο πλευρό του Μητροπολίτη τάσσονται με τις υπογραφές τους 16.000 πιστοί, όλοι οι δήμαρχοι της περιοχής και οι βουλευτές. Μάλιστα σε υπόμνημά τους στην Ιεραρχία αναφέρουν και τα εξής: «Είναι επιβεβλημένον να σημειωθεί ότι ο πόλεμος κατά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου ήρχισεν αφ’ ης ημέρας εξεδιώχθη εκ Δράμας διά της Αστυνομικής Αρχής ο Ιερομόναχος Γερμανός, ο αχάριστος και αγνώμων εκείνος άνθρωπος προς τον οποίον πλουσιωτάτη παρεσχέθη η προστασία και στοργή εκ μέρους του Σεβασμιωτάτου καθ’ όλο το χρονικόν διάστημα της παραμονής του εν Δράμα. Και οι ολιγάριθμοι οπαδοί του, ήτοι ελάχισται γυναίκες, αποσπασθείσαι από τινος χρόνου από της οργανώσεως της «Ζωής» διότι λόγω του περιέργου χαρακτήρος των ουδείς εις την οργάνωσιν εκείνην είχεν ησυχίαν, εκινήθησαν κατά τρόπον σατανικόν, ή μάλλον αντιχριστιανικόν και επιχείρησαν να σαλεύσουν τα θεμέλια μιας οικογενείας. Διότι δεν συγκινήθηκαν από την προστασίαν του Σεβασμιωτάτου προς μίαν ορφανήν πατρός και μητρός κόρην την οποίαν μετά την παρασχεθείσαν προστασίαν παρέδωκε ως σύντροφον εις την ζωήν του εις νέον ιερωθέντα μετά ταύτα».


Οι εφημερίδες των Αθηνών δημοσιεύουν αναλυτικά ρεπορτάζ σύμφωνα με τα οποία, όταν ο Μητροπολίτης χοροστατούσε στον γάμο της νεαράς Μαρίας, ξέσπασε σε δάκρυα και λιποθύμησε μέσα στο ιερό από τη συγκίνηση.


Ο Φίλιππος Τσορβάς προσφεύγει στην Ιερά Σύνοδο διότι στον φάκελο που σχηματίζεται εναντίον του δεν κατηγορείται για συγκεκριμένο αδίκημα αλλά μόνο για σκανδαλισμό των πιστών, χωρίς όμως στο κατηγορητήριο να αναφέρεται ποιο ήταν το σκάνδαλο.


H Σύνοδος δεν του απαντά και ο Μητροπολίτης τιμωρείται με απομάκρυνση από τον Αρχιερατικό Θρόνο τόσο από το πρωτοβάθμιο όσο και από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόεδρος του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ήταν ο τότε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα, το 1967, εξαναγκάστηκε σε παραίτηση μετά το απριλιανό πραξικόπημα και με κατηγορίες για παραπτώματα ηθικής φύσεως. Μάλιστα την παραίτησή του πήρε ο Πατίλης, «β’ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης» της χούντας, ο οποίος πήγε στο γραφείο του και του ζήτησε εκβιαστικά να παραιτηθεί.


Ο εκπεσών Μητροπολίτης Δράμας Φίλιππος προσπάθησε το 1965 να προσφύγει, όπως ορίζει η Πατριαρχική Πράξη του 1928, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ωστόσο η Ιερά Σύνοδος δεν του το επέτρεψε.


Ανάλογη προσπάθεια κατέβαλε και το 1977 επί Αρχιεπισκοπίας Σεραφείμ, όμως και πάλι δεν έγινε αποδεκτή.


* Το 1979 η Ελλάδα συγκλονίζεται από την υπόθεση του Μητροπολίτη Πρεβέζης Στυλιανού Κορνάρου. Από τα ισχυρά μέλη της Ιεραρχίας, ο Στυλιανός Κορνάρος, ένας κληρικός με έντονη δραστηριότητα, ως στρατιωτικός ιερέας στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως της Μακρονήσου στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, κατηγορείται για σχέσεις με γυναίκα ιερέως της περιοχής του. Μάλιστα στις εφημερίδες δημοσιεύονται φωτογραφίες του Μητροπολίτη με γυναίκα σε ερωτική στάση «ιππαστί». Βασικός κατήγορος ο ιερέας σύζυγος της γυναίκας. Επί ημέρες οι εφημερίδες δημοσιεύουν αναλυτικά ρεπορτάζ για την υπόθεση μαζί με σκανδαλιστικούς διαλόγους.


H υπόθεση φθάνει να γίνει ακόμη και θεατρικό έργο και κινηματογραφική ταινία. Ο Μητροπολίτης Πρεβέζης υποχρεώνεται σε παραίτηση. Στη διάρκεια της εκκλησιαστικής ανάκρισης ο βασικός κατήγορος ιερέας δηλώνει ότι δεν μπορεί να προσκομίσει το «αρνητικό» της φωτογραφίας και ύστερα από αυτό ο Στυλιανός Κορνάρος απαλλάσσεται. Δεν του δίδεται όμως η δυνατότητα να επιστρέψει στη Μητρόπολη. Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε ένα μικρό διαμέρισμα της οδού Κεφαλληνίας στην Κυψέλη μαζί με τη μητέρα του και την αδελφή. Απεβίωσε τον Δεκέμβριο του 1999 και κηδεύθηκε στην Τήνο.


* Τέσσερα χρόνια μετά, το 1983, ξεσπά το σκάνδαλο με τις καταγγελίες για τεμαχισμό του σκηνώματος του Αγίου Γερασίμου στην Κεφαλλονιά. Φορείς του νησιού κατηγορούν τον Μητροπολίτη Προκόπιο Μενούτη ότι απέκοψε τμήμα του χεριού του Αγίου και το προσέφερε σε εφοπλιστικές οικογένειες. Ο Μητροπολίτης αρνείται να παρατεθεί, παρά τις πιέσεις τού τότε Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και της Ιεράς Συνόδου. Τελικά το θέμα λύνεται με παρέμβαση της κυβέρνησης και συγκεκριμένα του τότε υπουργού Παιδείας κ. Απ. Κακλαμάνη. Ο υπουργός συντάσσει μια νομοθετική διάταξη με την οποία η Σύνοδος μπορεί να θέσει σε εξάμηνη αργία Αρχιερέα ο οποίος σκανδαλίζει τους πιστούς. Με τη «δαμόκλειο σπάθη» να επικρέμαται στο κεφάλι του, ο Μητροπολίτης παραιτείται. Ο νόμος αυτός συντάχθηκε τότε και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά πριν από λίγες ημέρες στην περίπτωση του Μητροπολίτη Αττικής κ. Παντελεήμονος.


* Το 1988 στη Λήμνο ο λαός ξεσηκώνεται κατά του τότε Μητροπολίτη Λήμνου Παντελεήμονα Μερτύρη. Οι πιστοί ζητούν την απομάκρυνση του πρωτοσύγκελου του Αρχιμανδρίτη κ. Ιάκωβου Γιοσάκη. Το ζήτημα κλείνει με παρέμβαση του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ. Ο Ιεράρχης παραιτείται. Ο Αρχιμανδρίτης τον γηροκομεί και τον κληρονομεί.


* Το 1996 ξεσπά το σκάνδαλο τον Κυθήρων με πρωταγωνιστή και τότε τον Αρχιμανδρίτη κ. Ιάκωβο Γιοσάκη με φοβερές καταγγελίες για σεξουαλικά σκάνδαλα σε μοναστήρι και αρχαιοκαπηλία. H Σύνοδος υποχρεώνει σε παραίτηση τον Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Ιάκωβο Κορώζη, ο οποίος ζει ως και σήμερα στο εκκλησιαστικό γηροκομείο της Χαλκίδας.


Σήμερα η Ελλάδα συγκλονίζεται από τον Μητροπολίτη Αττικής κ. Παντελεήμονα Μπεζενίτη, ο οποίος είναι τρίτος κατά σειρά Ιεράρχης που οδηγείται σε παραίτηση και στην επαρχία του ιερουργούσε ο Αρχιμανδρίτης κ. Ιάκωβος Γιοσάκης.