ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ.


Τις τελευταίες ημέρες ο ήλιος εδώ στην Κύπρο έχει μια παράξενη συνήθεια. Εμφανίζεται το πρωί, το μεσημέρι κρύβεται – αρχίζει μια δυνατή βροχή – και το απόγευμα λίγο προτού βραδιάσει φανερώνεται πάλι. H ερμηνεία που μου έδωσε μια παρέα Τουρκοκυπρίων είναι ότι και ο ήλιος δεν μπορεί να αποφασίσει τι είναι καλό για το νησί. Τους συνάντησα απόγευμα όταν άφηναν τις δουλειές τους στον Νότο και με τα πόδια περνούσαν στα Κατεχόμενα. Και οι τρεις τους – εργάτες στην οικοδομή – θα ψήφιζαν «ναι». Ηταν ακόμη αποφασισμένοι να στηρίξουν και την προσπάθεια του Σάκη στην Κωνσταντινούπολη – Ισταμπούλ μού είπαν αλλά δεν έκρινα σκόπιμο να τους διορθώσω. Στην αρχή δεν κατάλαβα. Το όνομα Σάκης, στην κυπριακή του εκδοχή, με τουρκοκυπριακή μάλιστα προφορά, δεν μου έλεγε τίποτα. Μόνο όταν ο ένας άρχισε να κουνιέται μπροστά στα έκπληκτα μάτια των αστυφυλάκων της «νεκρής ζώνης», μόνο τότε κατάλαβα ότι μιλούσαν για τον Ρουβά. Οι νεαροί ήταν με το μέρος του και αν τους καλούσαν στη Γιουροβίζιον θα τον ψήφιζαν. Οπως δεν έκαναν πίσω όταν οι γηραιότεροι τους συνέστησαν να μην ανοίγονται στις παρέες τους υπέρ του «ναι», γιατί οι «Γκρίζοι Λύκοι» καιροφυλακτούν παντού. Το «λιοντάρι», ο Ντενκτάς – τι μανία και αυτή των γειτόνων μας με το ζωικό βασίλειο -, ο Ντενκτάς λοιπόν ήταν αποφασισμένος να υπερασπισθεί το «κράτος» του και τις τελευταίες ώρες τρομοκρατούσε με κάθε τρόπο τους Τουρκοκυπρίους. «Ο παμπόνηρος Ελληνας θέλει να μας στείλει πάλι πίσω στους θυλάκους» διαλαλούσαν οι γηραιοί συναγωνιστές του Ντενκτάς. Μαζί τους οι «Λύκοι», οι νεο-έποικοι και οι στρατιώτες, προσπαθούσαν να δυναμώσουν το «όχι» στα Κατεχόμενα.


Τους τούρκους στρατιώτες, που βγαίνουν βόλτα με πολιτικά στους δρόμους της Λευκωσίας, εύκολα τους καταλαβαίνεις. Μπουλούκια, μπουλούκια, κάνουν ουρές έξω από τα ATM των τουρκικών τραπεζών για να εισπράξουν τον μισθό τους. Στις συγκεντρώσεις τού «ναι» όμως στα Κατεχόμενα ήταν όλοι οι γείτονες που θα θέλαμε να είχαμε. Χαμογελαστά πρόσωπα, νεανικά κυρίως, γυναίκες και παιδιά, κυπριακές και ευρωπαϊκές σημαίες, πού και πού μικρές ελληνικές κρατημένες μαζί με τουρκικές. Σαν να σου λένε «μπορούμε να ζήσουμε μαζί», γι’ αυτό ψηφίζουμε «ναι». Το «όχι» ήταν μόνο για αυτούς που αισθάνονται υπάλληλοι του Ντενκτάς, στρατιώτες σε έναν πόλεμο που κάποια στιγμή θα συνεχιστεί.


* Ηθελε την Καρπασία


Στον Νότο όμως τα πράγματα είναι πιο μπερδεμένα. «Ο διάβολος που ξέρω είναι καλύτερος από τον διάβολο που δεν ξέρω» μου είπε κοφτά ο ταξιτζής που με «επέστρεφε» στις ελεύθερες περιοχές. Ηταν με το «όχι», αλλά δεν ήταν με τους ηγέτες τού «όχι». Στα 15 λεπτά της κούρσας τους ισοπέδωσε όλους. Ηθελε την Καρπασία – από εκεί ήταν – και θύμωσε που δεν την απαιτήσαμε. Ηθελε εγγυήσεις και περισσότερο χρόνο και δεν κατάλαβε γιατί δεν του έδωσαν. Αφέθηκε έτσι στον πατριώτη πρόεδρό του. Ο Τάσσος Παπαδόπουλος είναι ένας πειστικός άνθρωπος. Πάντα ήταν. Κάθε που σηκώνει τα μάτια του βλέπει απέναντί του τον Μακάριο. Αλλωστε το γραφείο του ήταν κάποτε του Αρχιεπισκόπου. Πολιτικές φωτογραφίες δεν υπάρχουν πουθενά γύρω. Μόνο μία τη στιγμή που υπογράφει την Ενωση της Κύπρου με την Ευρώπη, στη στοά του Αττάλου. Ολες οι άλλες φωτογραφίες είναι οικογενειακές. Ο πατέρας και ο παππούς Παπαδόπουλος. Δίπλα τους και μια μικρή χαλκογραφία με ένα παιδάκι που διαμαρτύρεται για τους αγνοουμένους. «Δεν θέλω να με καταριούνται» μου είχε πει στην πρώτη του συνέντευξη, ως Πρόεδρος της Κύπρου, που δημοσιεύθηκε τέτοιες ημέρες πέρυσι στο «Βήμα».


Ο άνθρωπος που κάποτε αγωνιζόταν να ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα δεν πιστεύει ότι υπάρχουν Κύπριοι. «Μόνο Ελληνες και Τούρκοι υπάρχουν» υποστηρίζει. Τα ίδια μου λέει και ο νεαρός που με «ξεναγεί» στο κυπριακό Internet. «Οι φυλακισμένοι συγγενείς του Βορρά» δεν τον ενδιαφέρουν. Εκείνο που ξέρει είναι ότι για πρώτη φορά οι Ελληνοκύπριοι ζουν 30 συνεχή χρόνια ανάπτυξης χωρίς συγκρούσεις. «Γιατί να το αλλάξουμε τώρα που μπαίνουμε στην Ευρώπη;» με ρωτά «αθώα». Και προτού προλάβω να απαντήσω προσθέτει και τον «καλό του λόγο» για τους «Βόρειους»: «Δεν λέω, να τους βοηθήσουμε, να τους δώσουμε δουλειές, αλλά δεν είναι σαν και εμάς». «Αν είχε βγει πρόεδρος ο Κληρίδης, τώρα δεν θα συζητούσαμε» ακούστηκε η φωνή από μια κυρία που «κατά λάθος» άκουγε την κουβέντα με τον νεαρό.


* «Αν τολμούσαν και άλλοι»


Τα «αν» των υπερασπιστών του Σχεδίου λύσης είναι κάτι συνηθισμένο τις τελευταίες ώρες εδώ στην Κύπρο. Εκεί που συζητάς, σου ψιθυρίζουν: «Αν ήταν στη Λουκέρνη ο Σημίτης», «Αν τολμούσε ο Χριστόφιας», «Αν συνέχιζε στο υπουργείο ο Γιώργος», «Αν τολμούσαν και άλλοι σαν τον Αναστασιάδη»… Και όσο δυνάμωνε το «όχι» τόσο πλήθαιναν τα «αν» των υπερασπιστών τού «ναι». Και μαζί και οι εξηγήσεις για την ήττα τους. Εκατό ώρες – τον τελευταίο μήνα – έδειξε η τηλεόραση τους υποστηρικτές τού «όχι». Εξήντα έξι ώρες τους υποστηρικτές τού «ναι». Και το απόκομμα του «Πολίτη» με τα στοιχεία της AGB – ναι υπάρχει και κυπριακή AGB! – σε πρώτη ζήτηση. «Είχαν μαζί τους και τους παπάδες». Λες και θα άλλαζε τίποτα αν ο μητροπολίτης δεν «υποσχόταν» την κόλαση σε αυτούς που θα ψήφιζαν το «ναι». «Αν ξαναπάς στο Προεδρικό, να τους ρωτήσεις και για τον υπουργό τους που έχει διαφημιστική εταιρεία και τους κάνει όλη αυτή την καμπάνια των εκατοντάδων εκατομμυρίων λιρών» μου συνέστησε το πρωί του Σαββάτου – αποκαμωμένος – ένας «ενδοτικός». Λίγες ώρες πριν είχα ακούσει το αντίστοιχο ερώτημα των «απορριπτικών»: «Πού βρίσκουν τα εκατομμύρια για την καμπάνια τους αυτοί του «ναι»;» με ρωτούσαν «εμπιστευτικά». Και πρόσθεταν μικρές λεπτομέρειες – πληροφορίες δήθεν – για τους ξένους που έχουν έρθει με τσουβάλια δολάρια και ευρώ. Στον Τάσσο Παπαδόπουλο δεν αρέσει να μιλά ψιθυριστά. Και δεν φοβάται να υπερασπιστεί τις δικές του αλήθειες. Το βράδυ της Πέμπτης ήταν ο ίδιος που τηλεφώνησε στο κρατικό PIK για να λύσει μια «παρεξήγηση» για τα λεγόμενά του. «Μαχητής» στα χρόνια της ΕΟΚΑ, έδρασε το πλευρό του «Ακρίτα» Πολύκαρπου Γιωρκάτζη τα χρόνια που βάθυνε ο διχασμός Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Και όταν δολοφονήθηκε ο Γιωρκάτζης, ο Παπαδόπουλος ανέλαβε την ανατροφή των δύο παιδιών του, παντρεύτηκε τη χήρα του Φωτεινή Λεβέντη και απέκτησε μαζί της άλλα δύο παιδιά.


* Αγωνία για τη συνέχεια


Μπαίνοντας στο γραφείο του – λίγο πριν από τη διακαναλική συνέντευξη – είδα τις φωτογραφίες με τα παιδιά και τα εγγόνια παραμερισμένες σε μια γωνία. Το βαρύ προεδρικό γραφείο είχε μεταφερθεί έτσι που οι μισοκαμένες ιστορικές πόρτες να χωρούν στο τηλεοπτικό πλάνο και να θυμίζουν το πραξικόπημα του ’74. Με αυτή τη σκέψη – τη σκέψη στην Ιστορία – κινήθηκε ο Παπαδόπουλος τους τελευταίους μήνες. Ισως τελικά να ήταν και ο μόνος που είχε σχέδιο. Βεβαίως όλα αυτά τελείωσαν με το δημοψήφισμα. Τώρα όλοι οι φίλοι του αγωνιούν για τη συνέχεια. Οσο ανεβαίνεις έχει και περισσότερη μοναξιά. Κάποιοι – λίγοι μάλλον – άνθρωποί του θα ήθελαν αιφνίδιες εκλογές μαζί με τις ευρωεκλογές. «Για να γίνει πρόεδρος χωρίς δεκανίκια». Κάτι που δεν θα άρεσε καθόλου στο ΑΚΕΛ.


Οι «συγγενείς του Βορρά»


Κάποιοι άλλοι τού εισηγούνται ανασχηματισμό και «διεύρυνση». Υπάρχουν άλλωστε και τα «ορφανά του Αναστασιάδη» που τάχθηκαν με το «όχι» και πρέπει να «δικαιωθούν». Αλλά πώς να συνυπάρξουν στην ίδια κυβέρνηση οι «αριστεροί τού όχι» με τους «εθνικιστές και σοβινιστές του όχι»; Το πιο λογικό είναι ο πρόεδρος να συνεχίσει να μοιράζεται την εξουσία του με τον Χριστόφια. Να βρουν μια λύση να προτείνουν στη διεθνή κοινότητα προτού τα πράγματα αγριέψουν για τα καλά. Και «οι φυλακισμένοι συγγενείς του Βορρά» να γευτούν και αυτοί λίγη ευρωπαϊκή ευημερία. Αλλωστε ο Χριστόφιας χθες, μόλις ψήφισε, απευθύνθηκε στους Τουρκοκυπρίους και τους υποσχέθηκε ότι θα αγωνισθεί για την «κοινή πατρίδα». Ισως και να ήταν μια απάντηση στο σαββατιάτικο μαχητικό πρωτοσέλιδο που παρότρυνε τους Ελληνοκυπρίους να υπερασπισθούν τη γη που τους γέννησε και τα εννέα χιλιάδες χρόνια ιστορίας τους. «Να αποφύγουμε τα οποιαδήποτε έκτροπα» ήταν η σαββατιάτικη προτροπή του προέδρου Παπαδόπουλου.


Στα δικηγορικά του χρόνια ο πρόεδρος Τάσσος – έτσι τον λένε οι «σύντροφοι», του ΑΚΕΛ – είχε στο γραφείο του τούρκο συνεταίρο και πελάτες Τουρκοκυπρίους. Οταν μάλιστα έγινε το τσιμεντοποιείο «Βασιλικού» είχε προτείνει στον Μακάριο να δοθεί στους Τουρκοκυπρίους το 20%. Ετσι τους θέλει. Μικρούς μετόχους στην ευημερία των Ελλήνων.


* Το αίνιγμα του Νότου


Κανείς βέβαια δεν ξέρει τι θα θελήσουν πια οι Τουρκοκύπριοι. Πώς θα τα βγάλουν πέρα με τον Ντενκτάς; Πώς θα ερμηνεύσουν την άρνηση των Ελληνοκυπρίων; Την επόμενη φορά ίσως θα είναι αυτοί που θα αρνηθούν το «ταξίδι». Αλλωστε όλα αυτά τα χρόνια ό,τι δέχεται ο ένας το αρνείται ο άλλος. Είναι σχεδόν μια «παβλοφική» αντίδραση. «Αφού χαίρεται ο Τούρκος, εγώ πρέπει να λυπηθώ». H αρνητική απάντηση του «Νότου» είναι ήδη για πολλούς στον κόσμο ένα αίνιγμα. Οι Ελληνοκύπριοι δεν θέλησαν αυτή την άνοιξη να αφήσουν τη «φωλιά» τους. Ετσι δεν θα μάθουμε ποτέ – τουλάχιστον όχι ακόμη – αν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι μπορούσαν να «πετάξουν» δίπλα δίπλα.