Αν και κάθε κατηγορούμενος αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση, τέσσερις μήνες μετά την έναρξη της δίκης της 17N οι κατηγορούμενοι έχουν διαχωριστεί σε τρεις βασικές ομάδες: εκείνοι που αρνούνται οποιαδήποτε σχέση τους με την οργάνωση έχοντας αναθεωρήσει το σύνολο των προανακριτικών τους ομολογιών και καταθέσεων προς την ανακρίτρια και τον κ. Ζερβομπεάκο («Θεσπρωτοί», Δ. Γεωργιάδης) ή από την αρχή αρνούνται τα πάντα (A. Γιωτόπουλος, Γ. Σερίφης), εκείνοι που αποδέχονται τη συμμετοχή τους στην οργάνωση (Δ. Κουφοντίνας, Σ. Ξηρός, B. Τζωρτζάτος) και όσοι τηρούν σταθερή στάση από την αρχή αποδεχόμενοι τις ευθύνες τους και επιδιώκοντας να κοιτάξουν «αυτοκιριτικά» στο παρελθόν της οργάνωσης (Π. Τσελέντης, Σ. Κονδύλης). H θέση της τελευταίας ομάδας αποτελεί «μήλον της Εριδος» μεταξύ των άλλων κατηγορουμένων καθώς φοβούνται ότι όσοι έχουν αποφασίσει για δικούς τους λόγους να συνεργαστούν με τις αρχές ίσως επιβαρύνουν τους ίδιους όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην οργάνωση. Ο Σωτήρης Κονδύλης ήδη αμφισβήτησε μια φορά και δημοσίως το δικαίωμα του Δημήτρη Κουφοντίνα να μιλάει για όλους τους κατηγορουμένους. Ο Δ. Κουφοντίνας – που είναι μια από τις λίγες αυθεντικές φωνές της 17N, σε αντίθεση με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ο οποίος μιλάει εξ ονόματός της χωρίς να έχει υπάρξει… μέλος της όπως υποστηρίζει – διευκρίνισε σε όσους θέλουν να «κοιτάξουν πίσω» ότι είναι ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν.


O Τσελέντης μεταξύ Γιωτόπουλου και Κουφοντίνα


Ενα χρόνο μετά την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη» οι φερόμενοι ως μέλη της τηρούν διαφορετική στάση έναντι των κατηγοριών που τους αποδίδονται. Ανθρωπος-«κλειδί» είναι ο 42χρονος Πάτροκλος Τσελέντης, ο οποίος με τη στάση του «δίνει μάθημα» σε διώκτες και πρώην συντρόφους του. Ο Τσελέντης, για τη στάση του οποίου έχουν διαφωνήσει ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος και ο Δημήτρης Κουφοντίνας, έχει αποφασίσει να τηρήσει μια «στάση αυτοκριτικής» απέναντι στην ιστορία της οργάνωσης και στην τελική φάση της δίκης που αρχίζει με τις απολογίες των μαρτύρων υπεράσπισης του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου την επόμενη εβδομάδα. Οι μάρτυρες υπεράσπισης του κατηγορούμενου Πάτροκλου Τσελέντη εξετάζονται με τη μεγαλύτερη ταχύτητα σε σχέση με τους άλλους μάρτυρες υπεράσπισης άλλων κατηγορουμένων. Οι τελευταίοι αρέσκονται σε πολύωρες ιδεολογικές τοποθετήσεις για την ιδεολογική αξία των ληστειών και τις «συνθήκες» που γέννησαν τη «17 Νοέμβρη». Οι μάρτυρες του Πάτροκλου Τσελέντη είναι οι μόνοι που μιλούν τόσο καθαρά για τη δική του ατομική ευθύνη μέσα σε αυτές τις συνθήκες. «Αψογος», «άνθρωπος που βοηθάει τους συνανθρώπους του», «σοβαρός», «υπεύθυνος», «ειλικρινής», «συνεπής» είναι μερικά από τα επίθετα που ακούγονται γι’ αυτόν, καθώς εκείνος σχεδόν ακίνητος μοιάζει στιγμές στιγμές να βουλιάζει στην καρέκλα του και να κοιτάζει το πάτωμα του δικαστηρίου. Και ενώ ο ίδιος δείχνει απόλυτα συγκεντρωμένος σε όσα έλεγαν οι μάρτυρες, ορισμένοι άλλοι κατηγορούμενοι, όπως ο κ. Γιωτόπουλος, παρακολουθούν με αρκετά μεγάλη προσοχή τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισής του.


Σε αντίθεση με τον Δημήτρη Κουφοντίνα, με τον οποίο απ’ ό,τι φαίνεται έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα μέλη της οργάνωσης, ο Πάτροκλος Τσελέντης «απογαλακτίστηκε», όπως είπε την Πέμπτη ο πρόεδρος του δικαστηρίου κ. Μαργαρίτης, πιο γρήγορα από αυτήν. H σύζυγός του Αλεξάνδρα Τσελέντη, υπάλληλος της Πολιτικής Αεροπορίας, περιέγραψε με πολλή σαφήνεια τη διαφορετική ζωή που ακολούθησε ο σύζυγός της μετά το 1989, οπότε σε αντίθεση με άλλα μέλη της 17N αποφάσισε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Το ζευγάρι ζούσε τότε στη Σάμο, όπου η κυρία Τσελέντη υπηρετούσε στο τοπικό αεροδρόμιο. Αργότερα ο κ. Τσελέντης, που προέρχεται από το Φισκάρδο της Κεφαλλονιάς, άρχισε να δουλεύει στη θάλασσα. Ενας συνονόματός του καπετάνιος, ο κ. Μηνάς Τσελέντης, κατέθεσε ότι το 1997 είχε βουτήξει στο νησάκι Σκορπιός για να σώσει έναν επιβάτη που είχε πέσει από τη σκάλα ενός πλοίου.


Ο κ. Τσελέντης επιβάρυνε με τη θέλησή του τη θέση του περιγράφοντας αναλυτικά τα πέντε χρόνια που έμεινε στην οργάνωση ως το 1988, απαντώντας και σε πράγματα που δεν ρωτήθηκε. Ετσι είπε ότι πυροβόλησε προς το αυτοκίνητο του εκδότη Νίκου Μομφερράτου το 1985, όταν πίστεψε ότι ο οδηγός του Μομφερράτου Παναγιώτης Ρουσσέτης, που μόλις είχε δεχθεί σφαίρες από άλλους συντρόφους του και έγειρε προς τη θέση του συνοδηγού, θα έβγαζε από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου κάποιο πιστόλι. H αυτοκριτική του Τσελέντη δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους άλλους κατηγορουμένους, ιδιαίτερα από όσους – όπως ο κ. Γιωτόπουλος – επιμένουν στη γραμμή «δεν είδα, δεν άκουσα». Κάποιοι από τους κατηγορουμένους αυτής τη ομάδας επιχείρησαν να περάσουν στον κ. Τσελέντη το μήνυμα ότι θα «μιλήσουν» για πράγματα στα οποία δεν είχε συμμετοχή, όπως η δολοφονία του αστυνόμου Χρίστου Μάτη στην Εθνική Τράπεζα των Πετραλώνων, απειλές που δεν φαίνεται να πτοούν τον 42χρονο. Ορισμένα παλαιότερα μέλη της οργάνωσης, όπως οι Αλέξανδρος Γιωτόπουλος και Χριστόδουλος Ξηρός, επιχείρησαν ακόμη να τον χαρακτηρίσουν «ρουφιάνο», εξαιτίας της διάθεσής του να αποτιμήσει «αυτοκριτικά» την περίοδο της συμμετοχής του στη 17N. Ο Τσελέντης δεν επιβάρυνε κάποιον από τους συντρόφους του κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και της προανάκρισής του ως το σημείο που οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής που τον ανέκριναν του έδειξαν την κατάθεση του Χριστόδουλου Ξηρού. Ως εκείνη τη στιγμή ο Τσελέντης εφάρμοζε τη σχετική διάταξη του καταστατικού της οργάνωσης, σύμφωνα με την οποία θα έπρεπε να παραμείνει δύο – τρία 24ωρα σιωπηλός. H ύπαρξη του καταστατικού που βρέθηκε στο διαμέρισμα του Τσελέντη αμφισβητήθηκε από τον Δημήτρη Κουφοντίνα.


Ο Κουφοντίνας πάντως, που είναι μαζί με τον Τσελέντη ένας από τους κατηγορουμένους που συμβάλλει να ακούγεται «αυθεντικά» η φωνή όσων ήταν στην οργάνωση – στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται ακόμη ο Σωτήρης Κονδύλης, ο Βασίλης Τζωρτζάτος, οι αδελφοί Ξηρού -, κατέστησε σαφές στον Τσελέντη ότι μπορεί να «πει ό,τι θέλει» κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. H στάση αυτή του Δημήτρη Κουφοντίνα σε αντίθεση με εκείνη του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου εξηγείται πολλαπλά: Ο Κουφοντίνας και ο Τσελέντης είχαν ως ένα σημείο μια κοινή πορεία στην οργάνωση. Ο Τσελέντης όμως αποχώρησε αρκετά νωρίς από τη «17 Νοέμβρη» και είχε αυτά τα χρόνια σε αντίθεση με άλλους τη δυνατότητα να «κοιτάξει πίσω» και να καθορίσει τη «δική του θέση».


Ο Τσελέντης δεν καθορίζει τη θέση του μέσα στη δίκη από το τι κάνει η έδρα, οι πρώην σύντροφοί του, τους οποίους δεν επιβάρυνε στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ‘η του τι ζητάει η υπεράσπιση, αλλά από μια βαθύτερη ανάγκη να αντικρίσει ο ίδιος τον εαυτό του. Οι μάρτυρες που κατέθεσαν για αυτόν την Πέμπτη επανέλαβαν ότι θεωρούν πως έχει «μετανιώσει». Ακόμη και η σύζυγός του θα περιμένει αυτή τη δημόσια τοποθέτησή του για να της απαντηθούν κρίσιμα ερωτήματα που έχουν σχέση με την προηγούμενη ζωή του 42χρονου ναυτικού. H ίδια διαβεβαίωσε τον πρόεδρο του δικαστηρίου κ. Μαργαρίτη ότι δεν έχει καταφέρει να μιλήσει με τον άνδρα της μετά τη σύλληψή του, στο τέλος Ιουλίου του 2002. Οι συνθήκες επικοινωνίας των κατηγορουμένων στον Κορυδαλλό καθιστούν μια τέτοια συζήτηση, με το διαχωριστικό τζάμι να χωρίζει το ανδρόγυνο, αδύνατη.


Τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά


Στη διάρκεια της κατάθεσής της στο δικαστήριο πριν από τρεις ημέρες, η κυρία Αλεξάνδρα Τσελέντη χαρακτήρισε τον 42χρονο Πάτροκλο «τρυφερό σύζυγο». Την ίδια ακριβώς ορολογία είχε επιλέξει η Χίδερ Σόντερς για τον δικό της σύζυγο – τον είχε χαρακτηρίσει «τρυφερό σύζυγο και καλό πατέρα» -, αλλά τότε κάποιοι από τους κατηγορουμένους και ορισμένοι εκ των συνηγόρων υπεράσπισης είχαν παρατηρήσει ότι το ζήτημα δεν ήταν τα προσωπικά χαρακτηριστικά του κ. Σόντερς ως συζύγου, πατέρα ή φίλου αλλά ο «αντικειμενικός ρόλος του» στο «σύστημα». Οι καταθέσεις για τον Πάτροκλο Τσελέντη – αλλά και για όλους τους άλλους – δείχνουν ότι τώρα οι κατηγορούμενοι ζητούν να αναγνωριστούν σε αυτούς ανθρώπινα χαρακτηριστικά που οι ίδιοι δεν αναγνώριζαν στα θύματά τους. Ο κ. Τσελέντης είναι ο μόνος από τους κατηγορουμένους για συμμετοχή σε δολοφονικές επιθέσεις που φαίνεται να αντιλαμβάνεται την αντίφαση αυτή ζητώντας επιείκεια και σχετικότητα στην κρίση ενώ δεν την είχε δείξει ο ίδιος. Από εκεί και πέρα θα μπορούσε να αρχίσει μια πραγματική αποτίμηση της 27χρονης δράσης της «17 Νοέμβρη».