ΙΡΜΠΙΛ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ.


Καθώς το γιγάντιο άγαλμα του Σαντάμ Χουσεΐν γκρεμιζόταν στην «πλατεία του παραδείσου» στη Βαγδάτη, τα νέα έφθαναν στον ιρακινό βορρά από δύο «κανάλια». Το ένα «κανάλι», το ιρακινό, δεν περιείχε τίποτε καινούργιο, με αποτέλεσμα μονάδες και παραστρατιωτικοί σχηματισμοί να αμύνονται για κάποιες ώρες ακόμη. Το άλλο, το «κουρδικό», εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία ότι, σε αντίθεση με το υπόλοιπο Ιράκ, η δορυφορική τηλεόραση είναι ελεύθερη στο Κουρδιστάν, με αποτέλεσμα κουρδικοί σχηματισμοί να κινηθούν σχετικά γρήγορα προς το Κιρκούκ και τη Μοσούλη. Εξω από το Κιρκούκ μια ολόκληρη κουρδική περιοχή, η Ραχιμάουα, «ξεσηκώθηκε» ενώ στο όρος Μαγλούμπ, έξω από τη Μοσούλη, οι Ιρακινοί παραδίδονταν κατά δεκάδες σε μια κουρδική πολιτοφυλακή που έμοιαζε «μεθυσμένη» από την ευκολία της γρήγορης προέλασης.


Οι Κούρδοι γνωρίζουν ότι δεν είναι σε θέση να διατηρήσουν χωρίς τη θέληση και τη βοήθεια των Αμερικανών τα κέρδη τους γύρω και πιθανόν μέσα στις δύο μεγάλες πόλεις του Βορρά. Και ύστερα από δέκα χρόνια διαβίωσης στο «αυτόνομο Κουρδιστάν», σε αντίθεση με τους Αλβανούς ή τους Τσετσένους, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ανεξάρτητο κράτος δεν αποτελεί πανάκεια για τα πάντα: «Θέλω να πάω στη Βαγδάτη να γίνω εκδότης εκεί» λέει ο Χουσεΐν Σιντζάρι, που θεωρεί μεγάλη πολιτιστική απώλεια κατ’ αρχήν το γεγονός ότι το Κουρδιστάν τα προηγούμενα δέκα χρόνια είχε αποκοπεί εξαιτίας της ζώνης «απαγόρευσης πτήσεων» από το υπόλοιπο Ιράκ. Σαν τον Σιντζάρι σκέφτονται πολλοί. Ο Χουσιάρ Ζεμπάρι, ο στενότερος σύμβουλος του Μασούτ Μπαρζανί σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, κατάγεται από μια μεγάλη «φυλή» της Μοσούλης, τους Ζεμπάρι. Οι Ζεμπάρι της Μοσούλης θεωρούνται από τους υπόλοιπους Κούρδους «τζας» (γαϊδούρια), δηλαδή άνθρωποι που εξαγοράστηκαν ή συνεργάστηκαν με το καθεστώς της Βαγδάτης. Αλλά και ο Ζεμπάρι, ένας κοσμοπολίτης με ανοιχτό μυαλό, ορθολογική ανάλυση, δεν βλέπει την ώρα να γυρίσει στη Μοσούλη, κάτι που συχνά γίνεται δεκτό με καχυποψία από τους άλλους κούρδους ηγέτες. Ο ανομολόγητος φόβος τους είναι ότι με την αποκαθήλωση του σανταμικού καθεστώτος θα αρχίσει η αντιπαράθεση ανάμεσα σε εκείνους που βλέπουν το «μέλλον» των Κούρδων σε ένα «ομοσπονδιακό Ιράκ», όπως ο Ζεμπάρι και ο ίδιος ο Μπαρζανί, και άλλους που δεν έχουν εκδηλωθεί ακόμη και θα επιμένουν στη λύση του κουρδικού κράτους.


Οι ρίζες του κουρδικού εθνικισμού βρίσκονται στην ιστορία των φυλών της περιοχής και των ειδικών θρησκευτικών και οικογενειακών χαρακτηριστικών τους. Οι Μπαρζανί δεν ήταν μια οικογένεια αλλά συνένωση των Μοσουρί, Σερβανί, Ναρουάι, Νταλαμάρι και Ζεμπάρι. Οι οικογένειες που διέθεταν αρκετά «τουφέκια» ακολουθούσαν τις σχολές Ναχσαμπάντι και Γκουιλάντι του Ισλάμ, οι οποίες «έθεταν» το κουρδικό στοιχείο πάνω από το ισλαμικό. Αυτή η τάση είχε τη ρίζα της στο γεγονός ότι οι Κούρδοι, όπως και οι Αιγύπτιοι, όπως και άλλοι λαοί της περιοχής, εξισλαμίστηκαν με τη βία και θέλησαν στο δικό τους Ισλάμ να «ενσωματώσουν» στοιχεία της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής και φυλετικής τους ταυτότητας που να τους διαχωρίζουν από τους Αραβες. Η εθνική αφύπνιση των Κούρδων άργησε σε σχέση με άλλους λαούς της περιοχής και αυτή η καθυστέρηση εκφράστηκε με τη σταθερή ύστερη απόρριψη του σημερινού (χθεσινού) μπααθικού Ιράκ.


«Το Ιράκ είναι μια χώρα που κυβερνάται επί δεκαετίες με προσωρινά συντάγματα, δεν έχουμε Habeas Corpus, δεν έχουμε καμία από τις εγγυήσεις που ισχύουν για τους πολίτες των χωρών της Δύσης» λέει ο υπουργός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην κυβέρνηση Μπαρζανί, Μοχάμεντ Εχσάν.


«Ο δικός μας εθνικισμός είναι πια ένας χορτάτος εθνικισμός, δεν είναι στην παιδική του ηλικία, ζήσαμε τα «συν» και τα «πλην» του «αυτόνομου Κουρδιστάν»» λέει στο «Βήμα» ο Φερχάτ Πιρμπάλ, ο μεγαλύτερος ζων συγγραφέας του Κουρδιστάν, «και είμαστε έτοιμοι να συνυπάρξουμε σε μια ιρακινή ομοσπονδία». Αλλά ο μέσος Κούρδος απέχει πολύ από το να σκέπτεται όπως ο Πιρμπάλ. Θέλει δική του σημαία, κράτος και εκπροσώπηση στα Ηνωμένα Εθνη. Αλλά όπως και ο Εχσάν έτσι και ο Πιρμπάλ διακρίνει ότι στα χρόνια της κουρδικής αυτονομίας αναπτύχθηκε ένα είδος νέας ταυτότητας στην περιοχή, εκείνη του «Κουρντιστάνι», του κατοίκου του Κουρδιστάν ανεξάρτητα από τη φυλετική ή άλλη προέλευση του πολίτη αυτής της περιοχής. «Αυτός ο Κουρντιστάνι θέλει να γίνει πολίτης του Ιράκ» λέει ο Εχσάν με έμφαση, παρά το γεγονός ότι ανήκει σε μια γενιά που δεν γνώρισε το Ιράκ: Το 1991, σε ηλικία 18 ετών, «οδήγησε» τους συμπατριώτες του από το Ζάχο (σ.σ.: την τελευταία πόλη προς την Τουρκία) στην τουρκική εξορία και στη συνέχεια έφυγε για σπουδές στο Λονδίνο, από όπου επανήλθε στο Αρμπίλ το 2000.


Αυτή η «νοσταλγία» του Νότου εκφράζεται συχνά και με διχασμένο τρόπο: Ετσι οι Κούρδοι «μισούν» τα κανάλια Αλ Τζαζίρα και Αμπου Ντάμπι TV, καθώς τα θεωρούν «φερέφωνα» του αραβικού καθεστώτος της Βαγδάτης – το κόμμα Μπάαθ είχε το επίθετο «αραβικό» στον τίτλο του – από την άλλη ωστόσο όλοι οι κάτοικοι αυτής της περιοχής, που είναι μιάμιση φορά το μέγεθος της Ελλάδας και κατοικείται από 4 εκατομμύρια ανθρώπους, αγόρασαν τα «πιάτα» και τα τοποθέτησαν στις στέγες των φτωχικών τους σπιτιών για να παρακολουθούν τα προγράμματα αυτών των καναλιών που τόσο μισούν αλλά είναι τόσο πολύ καλύτερα από την κουρδική τηλεόραση Κουρντσάτ. Στο πρόγραμμά της μπορεί κανείς να ακούει επί πολλές ώρες πατριωτικά τραγούδια και να «καταναλώνει» φωτογραφίες και διαγγέλματα των δύο μεγάλων «πατριαρχών» της περιοχής, του Μασούτ Μπαρζανί και του Τζαλάλ Ταλαμπανί. Και οι δύο κατά καιρούς έχουν συνεργαστεί με το προηγούμενο μπααθικό καθεστώς της Βαγδάτης, με το Ιράν, με τη Συρία και με την Τουρκία. Οταν οι Τούρκοι για πρώτη φορά, δύο μήνες πριν από την έναρξη του πολέμου, προειδοποίησαν τους Αμερικανούς ότι τα εθνικά τους συμφέροντα θα τους επέβαλλαν μια μεγαλύτερη στρατιωτική παρουσία στο Βόρειο Ιράκ, η «Πατριωτική Ενωση του Κουρδιστάν» διαβεβαίωσε ότι δεν θα είχε προβλήματα με την τουρκική στρατιωτική παρουσία στο Βόρειο Ιράκ καθώς αυτή ήταν βέβαιο ότι θα εκδηλωνόταν στο τμήμα της περιοχής που ελέγχουν οι Μπαρζανί. Μόνο όταν ο κ. Μπαρζανί προειδοποίησε τον κ. Ταλαμπανί ότι αυτή η «ανοχή» σε μια τουρκική εισβολή θα «άνοιγε την όρεξη» και του άλλου μεγάλου γείτονα, του Ιράν, για αντίστοιχη «κατάληψη» περιοχής που ελέγχεται από τους πολιτοφύλακες του κ. Ταλαμπανί, τα δύο μεγάλα κουρδικά πολιτικά «μορφώματα» συμφώνησαν στη «γραμμή» της απόρριψης της επέκτασης της τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή.


«Οι άνδρες μας θα μας ακούσουν;»


Για να αποτραπούν οι δυσάρεστες εκπλήξεις, οι Αμερικανοί συμφώνησαν με τους Κούρδους και τους Τούρκους να δημιουργήσουν μια επιτροπή που θα συνέρχεται στη Σιλόπη και θα εξετάζει ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια του Βόρειου Ιράκ. Για τις ανάγκες της επιτροπής αυτής ο αμερικανός πρέσβης Χαλιλζάντ επρόκειτο να μεταβεί αυτή την εβδομάδα στην περιοχή αλλά μετά τις γρήγορες επιτυχίες του αμερικανικού στρατού στον Νότο ακύρωσε το ταξίδι του: «Οι Αμερικανοί» εξηγεί ένας σύμβουλος του Τζαλάλ Ταλαμπανί που θέλει να παραμένει ανώνυμος «θεωρούν τώρα ότι όλα τα προβλήματά τους στον Βορρά λύθηκαν επειδή θα καταλάβουν με τις δυνάμεις του Νότου το Κιρκούκ και τη Μοσούλη. Θα τους αφήσουμε, αλλά οι άνδρες μας θα μας ακούσουν;» αναρωτιέται ο ίδιος άνθρωπος.