Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Μ. Χρυσοχοΐδης είχε πολύ καιρό να συγκαλέσει σύσκεψη όλων των αρμοδίων χειριστών της υπόθεσης της τρομοκρατίας. Ακόμη και το γραφείο του είχε αλλάξει όψη: η χαλκογραφία που απεικόνιζε σκηνές της Επανάστασης του 1821 είχε αντικατασταθεί από έναν εμφανώς λιγότερο εθνικό πατριωτικό πίνακα και το μακρύ τραπέζι συσκέψεων είχε μπει δίπλα στο παράθυρο ώστε η θέα προς την Αθήνα να δίνει μια διέξοδο στη ζάλη που προκαλούν οι πολλοί καφέδες και τα ακόμη περισσότερα τσιγάρα. Στο τραπέζι κάθονταν οι συνήθεις ύποπτοι για τέτοιες συσκέψεις: ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. στρατηγός Φ. Νασιάκος, ο εισαγγελέας Ι. Διώτης, ο αρχηγός της Αντιτρομοκρατικής στρατηγός Στ. Σύρος και ο υπεύθυνος των εγκληματολογικών εργαστηρίων στρατηγός Στρ. Κυριακάκης. «Θέλω να ξέρω αν οι υπηρεσίες μας έχουν επεξεργασθεί όλα τα στοιχεία που βρίσκονται στους φακέλους υποθέσεων του ΕΛΑ» ρώτησε ο υπουργός, για να λάβει την απάντηση: «Μα αυτό είναι αυτονόητο, κύριε υπουργέ». Ο κ. Χρυσοχοΐδης έχει μάθει ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο στη γραφειοκρατία της Ελληνικής Αστυνομίας από το… αυτονόητο και γι’ αυτό άρχισε να πιέζει τους συνομιλητές του. Υστερα από μία περίπου εβδομάδα προέκυψε αβίαστα το συμπέρασμα ότι πολλά από τα στοιχεία που βρίσκονται στις αποθήκες της Αντιτρομοκρατικής στον 12ο όροφο του κτιρίου της λεωφόρου Αλεξάνδρας δεν είχαν γίνει αντικείμενο επεξεργασίας, δεν είχαν ταυτοποιηθεί αποτυπώματα που βρέθηκαν σε προκηρύξεις ή σε υπολείμματα εκρηκτικών μηχανισμών.


Η επεξεργασία προγενέστερων στοιχείων οδήγησε την αστυνομία στην ταυτοποίηση μονοψήφιου αριθμού λανθανόντων αποτυπωμάτων σε κινητά αντικείμενα που, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, ταυτίζονται σε ορισμένες περιπτώσεις με αποτυπώματα ανθρώπων οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί στο παρελθόν για σχέσεις με την τρομοκρατία. Ορισμένα από τα στοιχεία αυτά αφορούν και τη δραστηριότητα της διάδοχης οργάνωσης του ΕΛΑ, των «Επαναστατικών Πυρήνων», ιδιαίτερα την τοποθέτηση βόμβας στο ξενοδοχείο «Ιντερκοντινένταλ» το 1999 που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο της Βιργινίας Κωνσταντίνου.


Στοιχεία ακόμη έχουν προκύψει για τον φόνο του ανθυπαστυνόμου Απόστολου Βέλιου το 1994 στον Περισσό, ο οποίος σκοτώθηκε ύστερα από λάθος στελέχους του ΕΛΑ. Τα μέλη του ΕΛΑ συνήθως τοποθετούσαν βόμβες 300 γραμμαρίων με στόχο να προκαλέσουν αποκλειστικά υλικές ζημιές. Για την αστυνομία η διαλεύκανση των δύο «κατά λάθος» φόνων της τελευταίας δεκαετίας της δράσης του ΕΛΑ και των διαδόχων σχημάτων του αποτελούν ζήτημα τιμής.


Για τον υπουργό Δημόσιας Τάξης κ. Μ. Χρυσοχοΐδη η εκκαθάριση της εκκρεμότητας του ΕΛΑ αποτελεί σημαντική προτεραιότητα. Μέσα από τη μελέτη του φαινομένου της τρομοκρατίας τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι αξιωματούχοι που χειρίστηκαν τις έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «εν αρχή ην ο ΕΛΑ». Τα πρώτα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση ο ΕΛΑ διατηρούσε κοινή γιάφκα και επιχειρησιακή υποδομή με τη «17 Νοέμβρη» και ο Α. Γιωτόπουλος συμμετείχε για ένα διάστημα στον ΕΛΑ ως μέλος πυρήνα με εκπρόσωπο άλλο στέλεχος της 17Ν. Ο ΕΛΑ έχει χαρακτηρισθεί «το μεγάλο τραπέζι» στο οποίο κάθονταν όλα τα βασικά στελέχη της μεταπολιτευτικής τρομοκρατίας. Η μεγάλη διαφορά από τη 17Ν ήταν το γεγονός ότι τα μέλη του ΕΛΑ είχαν έντονη παρουσία στον μαζικό χώρο, συνδικαλιστική δράση κτλ., και ήταν πιο κοντά στην έννοια του «ένοπλου κόμματος».


Το περασμένο καλοκαίρι ο κ. Χρυσοχοΐδης πίστευε ότι βρισκόταν στο παρά πέντε της εξάρθρωσης και του ΕΛΑ. Ο κ. Χ., ο άγνωστος πληροφοριοδότης που «ξεκλείδωσε» όλο το παζλ της τρομοκρατίας στα τέλη του 2001, είχε δώσει όλο το περίγραμμα της γένεσης και δράσης του ΕΛΑ. Σε αυτόν προσετέθησαν ένας ακόμη «σιωπηλός μετανιωμένος» στην Ελλάδα και ένας μάρτυρας σε καθεστώς «προστασίας» στο εξωτερικό. «Ξέραμε για τον ΕΛΑ πολλαπλάσια από όσα ξέραμε για τη «17 Νοέμβρη» πριν από την έκρηξη της 29ης Ιουνίου» τονίζει αξιωματούχος που γνωρίζει σε βάθος την πορεία των ερευνών. Για τον ΕΛΑ είχαν επίσης δώσει πολύτιμες, λεπτομερειακές πληροφορίες οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Το πώς διεξαγόταν η διακίνηση όπλων μέσω Βελιγραδίου, η εκπαίδευση έξι μελών του ΕΛΑ στην κοιλάδα Μπεκάα ήταν μερικές μόνο από τις στοιχειοθετημένες πληροφορίες που έχουν δώσει οι Αμερικανοί.


Λίγους μήνες πριν από την έκρηξη στον Πειραιά οι αρχές απέκτησαν μία ακόμη πολύτιμη πηγή όταν μέλος του ΕΛΑ, με σοβαρή επιχειρησιακή δράση και συγγενική σχέση με κορυφαίο στέλεχός του, «έσπασε» και έδωσε ουσιώδεις πληροφορίες. Οι αρχές ήταν έτοιμες να ξεκινήσουν από τον ΕΛΑ τον περασμένο Ιούνιο και οι ομάδες παρακολούθησης είχαν στο στόχαστρό τους στον Πειραιά μέλος της οργάνωσης αυτής με ειδίκευση στα εκρηκτικά το βράδυ πριν από τη μοιραία για την ελληνική τρομοκρατία έκρηξη στα χέρια του Σ. Ξηρού.


Ο Σάββας Ξηρός έδωσε και εκείνος με τη σειρά του πολύτιμες πληροφορίες για τον ΕΛΑ και την «1η Μάη» κατά τις άτυπες συνομιλίες που είχε στον Ευαγγελισμό με τον κ. Σύρο και τον κ. Διώτη. Η ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης είχε ένα σημαντικό δίλημμα μπροστά της. Ο κ. Χρυσοχοΐδης θεωρούσε τον Αύγουστο ότι το κλίμα που επικρατούσε επέτρεπε την επιτάχυνση των ερευνών και στον φάκελο του ΕΛΑ. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, στο κλίμα του καλοκαιριού ήταν δυνατή η προσαγωγή υπόπτων για συμμετοχή στον ΕΛΑ, με την «ελπίδα» ότι κάποιοι από αυτούς θα έσπαγαν. Αξιωματούχοι της ΕΛ.ΑΣ. πάλι ήθελαν μια ανάπαυλα λόγω της φυσικής κούρασης των στελεχών της Αντιτρομοκρατικής και για να υπάρξει δεύτερος κύκλος ερευνών. Χρησιμοποιούσαν μάλιστα ως επιχείρημα την ανάγκη «έγκαιρης ολοκλήρωσης» των ερευνών για τη «17 Νοέμβρη» για να προλάβουν τις πιεστικές προθεσμίες της ανάκρισης. Σύμφωνα με έγκυρους παρατηρητές, η αναβολή της δεύτερης φάσης των ερευνών ήταν κρίσιμο λάθος. «Πρώτα απ’ όλα ο μηχανισμός της αστυνομίας είναι πολύ δύσκολο να ξαναπάρει μπρος αν κάνει «κοιλιά», και δυστυχώς αυτό ακριβώς συνέβη το φθινόπωρο» υπογράμμιζε αξιωματούχος και πρόσθετε: «Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι το φορτισμένο κλίμα του καλοκαιριού πέρασε και οι ύποπτοι για συμμετοχή στον ΕΛΑ είχαν όλο τον χρόνο να προετοιμάσουν τα λόμπι της υποστήριξής τους αλλά και τη νομική τους υπεράσπιση».


ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ «Δεν θα τη βγάλουν έτσι…»


Η καθυστέρηση των ερευνών για τον ΕΛΑ οδήγησε ορισμένα από τα στελέχη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας στην πεποίθηση ότι «το καλοκαίρι δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί» για δύο κυρίως λόγους:


– Τα στελέχη του ΕΛΑ είναι κατά κανόνα «βετεράνοι της τρομοκρατίας», με προφίλ εντελώς αντίθετο από των Ξηρών, άρα ανθεκτικά σε πιέσεις, με μεγάλη πείρα των νομικών και διαδικαστικών περιθωρίων που έχουν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.


– Στην περίπτωση του ΕΛΑ «δεν βρέθηκε σπίτι», έτσι ώστε να γίνει δυνατή η γρήγορη διάλυση των υπολειμμάτων της οργάνωσης.


Η «μητρική» οργάνωση της ελληνικής τρομοκρατίας – και αυτή είναι η τρίτη δυσκολία – έχει πάψει να δρα από τον Ιανουάριο του 1995, αλλά η απόφαση της ηγεσίας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης είναι να ξεσκεπαστούν και να αντιμετωπίσουν χωρίς καθυστέρηση τη δικαιοσύνη όσοι «παίζουν» ακόμη με τη συνέχιση της «ένοπλης δράσης». Ετσι φαίνεται λιγότερο πιθανό να οδηγηθούν σε πρώτη φάση στον ανακριτή στελέχη της οργάνωσης για τα οποία δεν υπάρχουν τεκμήρια επιχειρησιακής δραστηριότητας την τελευταία δεκαετία και έχουν μια σχέση αποστρατείας με τον «χώρο», ακόμη και αν στο παρελθόν είχαν απασχολήσει τις αρχές με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.


Ο κ. Χρυσοχοΐδης επιμένει όμως ότι «ο ΕΛΑ δεν μπορεί να τη βγάλει έτσι». Λίγο προτού αναχωρήσει για τη Βέροια, όπου πέρασε μερικές ημέρες τα Χριστούγεννα, συγκάλεσε τη σύσκεψη που κατέληξε στον προσδιορισμό απολύτως συγκεκριμένων προθεσμιών για την επόμενη φάση των ερευνών. Η σύσκεψη επανελήφθη χωρίς τον υπουργό – ο οποίος έλειπε σε ολιγοήμερες διακοπές – αλλά υπό τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. τις παραμονές των Φώτων. Ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. αμφισβητούν αν οι προθεσμίες και η επιτυχής έκβαση των ερευνών είναι εφικτές, αλλά η πολιτική εντολή είναι σαφής: «Πρέπει να τελειώνετε με τον ΕΛΑ ως το τέλος Ιανουαρίου».