Ενα νέο κεφάλαιο στις έρευνες για την τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» άνοιξε με την προσέλευση του Δημήτρη Κουφοντίνα στο κτίριο της ΓΑΔΑ το μεσημέρι της περασμένης Πέμπτης. Ο υπ’ αριθμόν ένα καταζητούμενος εμφανίστηκε σχετικά ψύχραιμος τις πρώτες ώρες που βρέθηκε στη ΓΑΔΑ, όπου συνομίλησε για αρκετές ώρες με τους εισαγγελείς κκ. Διώτη και Καρούτσο καθώς και με αξιωματικούς της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας. Μία από τις πρώτες φράσεις του, που έδωσε και το στίγμα της στάσης που θα ακολουθούσε, ήταν «ουαί υμίν, Φαρισαίοι». Ερωτηθείς «τι ακριβώς εννοεί;» απάντησε πως «δεν είναι υποκριτικό πως εγώ βρίσκομαι εδώ και όλοι οι υπεύθυνοι του ναυαγίου του «Σάμινα» είναι ελεύθεροι;».


Η συζήτηση που ακολούθησε είχε γενικό πολιτικό χαρακτήρα. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Δ. Κουφοντίνας, σε αντίθεση με όλους τους άλλους συγκατηγορουμένους του, δεν βρέθηκε ποτέ τετ-α-τετ με τον αρμόδιο εισαγγελέα κ. Διώτη και τη συζήτηση κατηύθυνε ο συνάδελφός του κ. Καρούτσος, ο οποίος και έθεσε ερωτήματα για σχέσεις της «17 Νοέμβρη» με κόμματα ή πολιτικούς σχηματισμούς, τους λόγους που οδήγησαν στην αποτυχία της επιχείρησης της Ριανκούρ καθώς και τη δολοφονία του βουλευτή Παύλου Μπακογιάννη. Η συζήτηση αυτή δεν έβγαλε τίποτε καινούργιο εκτός από την ομολογία του Δ. Κουφοντίνα ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονταν ομόφωνα» και πως ο ίδιος συνέγραφε σημαντικά τμήματα πρόσφατων προκηρύξεων.


* Το μυστήριο για τα όπλα και τα λεφτά


Οι αστυνομικοί της ΔΑΕΒ ενδιαφέρονταν κυρίως για τον οπλισμό που πρόλαβε και πήρε μαζί του από τη γιάφκα της οδού Δαμάρεως. Ο Δ. Κουφοντίνας αρχικά αρνήθηκε να μιλήσει, κατόπιν δήλωσε ότι «δεν θα πω τίποτα γιατί δεν πρόκειται να ενοχοποιήσω κανέναν», αργότερα ισχυρίστηκε ότι «τα όπλα είναι θαμμένα» και στο τέλος τόνισε «ότι αυτά θα τα πω στον ανακριτή». Σε κάποιο σημείο οι αστυνομικοί τον προειδοποίησαν ότι «και στα χέρια κάποιων παιδιών να πέσουν, θα τους βρούμε αμέσως και το ξέρεις». Εκείνος απάντησε πως «οι τρομοκρατικές οργανώσεις που θα δράσουν σε δέκα χρόνια δεν θα έχουν καμία σχέση με όσα ­ λίγα ­ κάναμε εμείς». Ενα άλλο ζήτημα που απασχολούσε τις αρχές ήταν τι έγιναν τα περίπου 40 εκατομμύρια που υποτίθεται ότι πήρε μαζί του ο Δ. Κουφοντίνας από το σπίτι της οδού Δαμάρεως. Οι αρχές εμφανίζονται διατεθειμένες να αγνοήσουν το ζήτημα, κατανοώντας ενδεχομένως την απόκρυψή τους σε ασφαλές σημείο για να χρησιμοποιηθούν από την οικογένειά του αργότερα. Ο Δ. Κουφοντίνας έδειξε άλλωστε την αδυναμία που έχει στον Εκτορα, τον γιο της κυρίας Αγγελικής Σωτηροπούλου. Οι αστυνομικοί αρνούνται να αποκαλύψουν κατά πόσον γνωρίζουν ποιος και πού τον έκρυβε. Το βέβαιο είναι πως ο ίδιος αρνήθηκε να μιλήσει καν γι’ αυτό το θέμα ενώ οι αρχές πιστεύουν ότι «δεν υπήρχε κανένα ιδιαιτέρως μεγάλο δίκτυο υποστήριξης. Οι απαντήσεις και στο ερώτημα αυτό είναι απλές και δεν θα εκπλήξουν κανέναν».


Η ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης προβληματιζόταν έντονα στις αρχές της εβδομάδας για το αν θα μπορέσει να εντοπίσει τον Δ. Κουφοντίνα ενώ υπηρεσιακοί παράγοντες επέμεναν πως «αν μείνει έξω 1-2 χρόνια μπορεί να ξαναστήσει μόνος του μια νέα οργάνωση». Ο κ. Χρυσοχοΐδης συζητούσε με τον Πρωθυπουργό το ενδεχόμενο επικήρυξης του Δ. Κουφοντίνα, με το ποσό των περίπου 600.000 ευρώ. Ο κ. Σημίτης είχε αμφιβολίες για το αν έπρεπε να προχωρήσουν σε αυτή την ενέργεια και η πίεση κλιμακώθηκε στα ηγετικά στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. για να αυξήσουν την πίεση στο περιβάλλον της Αγγελικής Σωτηροπούλου και του Δ. Κουφοντίνα. Ηδη πάντως την Τρίτη η εκτίμηση ήταν ότι βρισκόταν στην Αττική, όπου και είχαν επιστρέψει οι ειδικές μονάδες της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίες είχαν αποσταλεί σε διάφορες περιοχές της χώρας προκειμένου να εξετάσουν πληροφορίες για τις κινήσεις του υπ’ αριθμόν ένα καταζητούμενου. Οι αρχές πιστεύουν ότι η παρακολούθηση της κυρίας Σωτηροπούλου έφερε τελικά το ποθητό αποτέλεσμα, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως διεκόπη λίγες ώρες μετά την προσέλευση του συντρόφου της στο κτίριο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ανθρωποι που γνωρίζουν πώς σκέπτεται ο Δ. Κουφοντίνας εκτιμούν ότι η σεναριολογία για «αρχηγική εμφάνιση» ή «ηγετική κόντρα» Κουφοντίνα – Γιωτόπουλου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. «Ο Δημήτρης είναι ένας άνθρωπος χαμηλού προφίλ, δεν τον ενδιαφέρει η ηγεσία της οργάνωσης ή κάποιου χώρου» έλεγαν και πρόσθεταν: «Αυτό που τον απασχολούσε ήταν να περάσει ένα μήνυμα στους κρατούμενους συντρόφους του αλλά και σε ένα χώρο που τον στήριζε και ο οποίος απειλείται τώρα άμεσα». Ο ίδιος φέρεται να δήλωσε πως «αν ήθελα δεν θα με έπιαναν ποτέ» και εξήγησε: «Ηθελα να παραδοθώ για να εξηγήσω τι και γιατί έκανα». Παράλληλα έδινε και το μήνυμα σε ανθρώπους παραπλήσιων απόψεων πως «εγώ δεν μιλάω, μη μιλάτε και εσείς».


Η ικανοποίηση του Σάββα Ξηρού ήταν εξάλλου εμφανής όταν ενημερώθηκε το πρωί της Παρασκευής για το περιεχόμενο της δήλωσης που έκανε ο Δ. Κουφοντίνας, μέσω της δικηγόρου κυρίας Ιωάννας Κούρτοβικ. Ο Σ. Ξηρός είχε ειδοποιήσει τους οικείους του, όταν ακόμη βρισκόταν στον Ευαγγελισμό, πως ήθελε να αλλάξει στάση και να πει τα πράγματα όπως έγιναν. Η παράδοση και δήλωση Κουφοντίνα τού έδωσε αυτή την ευκαιρία, γεγονός που συζήτησε με τους αδελφούς του στον Κορυδαλλό. Ο Σ. Ξηρός δήλωσε μάλιστα σε άνθρωπο του περιβάλλοντός του ότι «θα με έχουν άλλες δύο φορές στα χέρια τους στον Ευαγγελισμό», υπονοώντας πως του χορηγήθηκαν φάρμακα στο παρελθόν τα οποία επηρέασαν τα όσα κατέθεσε. Το σημείο αυτό αναμένεται να καταστεί κορυφαίο σημείο της στάσης των αδελφών Ξηρού σε συνδυασμό με την επιχειρηματολογία γύρω από τις συνθήκες κράτησης στον Κορυδαλλό.


* Η μοναξιά του «Λουκά»


Το περιβάλλον των αδελφών Ξηρού επιμένει πως «δεν έχει γίνει συμφωνία του Σάββα με τον εισαγγελέα κ. Διώτη ούτε και με την Αστυνομία». Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι προσανατολίζονται στην υιοθέτηση της υπερασπιστικής γραμμής Κουφοντίνα, γεγονός που θα σηματοδοτηθεί από την πρόσληψη συνηγόρων που θα επικεντρωθούν στην «ιδεολογική και πολιτική πλατφόρμα» της οργάνωσης και όχι σε αποκλειστικά νομική επιχειρηματολογία με επίκεντρο τα ελαφρυντικά της συνεργασίας και μεταμέλειας. Η γραμμή Κουφοντίνα εκτιμάται ότι θα βασισθεί στην αρχή «μιλάω για όλα όσα έκανα, αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη αλλά δεν αναφέρω ονόματα άλλων ή οργανώσεις». Είναι ενδιαφέρον πως, σε συνομιλία που είχε στη ΓΑΔΑ γύρω από τα ενδεχόμενα οφέλη που παρέχει ο αντιτρομοκρατικός νόμος σε ανθρώπους που συνεργάζονται με τις αρχές, ο Δ. Κουφοντίνας δήλωσε: «Μα αυτά θα τα αποφασίσουν οι δικαστές και ο εισαγγελέας που θα καθήσουν στην έδρα όταν δικαστώ».


Εκτίμηση των αρχών είναι πως η παράδοση Κουφοντίνα σχετίζεται με τον φόβο κατάρρευσης ενός πολιτικού χώρου, ο οποίος είχε δράσει στο πλαίσιο του ΕΛΑ από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και ο οποίος λειτουργούσε ως δίκτυο υποστήριξης στη «17 Νοέμβρη». Ενδεικτικό της «απελπισίας» του χώρου αυτού είναι το γεγονός πως άνθρωποι που σχετίζονταν με τον υπ’ αριθμόν ένα καταζητούμενο της ΕΛ.ΑΣ. είχαν έλθει σε επαφή με «παππούδες» που είχαν σχέση με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο από την εποχή της δικτατορίας.


«Αν σπάσει ένας, θα μπούμε όλοι στο στόχαστρο»


Η ανησυχία που επικρατεί τώρα στον χώρο της αντιεξουσιαστικής Αριστεράς πηγάζει από την εκτίμηση πως «αν αρχίσουν οι συλλήψεις ανθρώπων, που θεωρούνται ύποπτοι για συμμετοχή στον ΕΛΑ ή άλλες μικρότερες οργανώσεις, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα φαινόμενο ντόμινο». «Αν σπάσει ένας ή δύο από τον ΕΛΑ και αρχίσουν να μιλάνε, τότε θα μπει στο στόχαστρο ένας ολόκληρος χώρος, ακόμη και άτομα που δεν συμμετείχαν επιχειρησιακά σε τρομοκρατικές οργανώσεις αλλά μπορούν τώρα να κατηγορηθούν από τις αρχές για υπόθαλψη στελεχών τους» τόνιζε άνθρωπος που κινείται και ξέρει καλά τον χώρο των Εξαρχείων. Η ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης γνωρίζει αυτές τις ανησυχίες και ευαισθησίες και ο κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έχει ανοίξει προσωπικό κανάλι επικοινωνίας με ανθρώπους τού εν λόγω χώρου με την απλή εξήγηση πως «δεν έχουμε στο στόχαστρο το Εξάρχεια, ούτε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο. Οποιος δεν έχει ανάμειξη σε τρομοκρατικές ενέργειες δεν έχει τίποτε να φοβάται».


Οι διωκτικές αρχές έχουν πάλι τη δική τους εξήγηση για το τι συνέβη και φτάσαμε στην παράδοση Κουφοντίνα. «Πριν από 2-3 χρόνια θα ήταν καμάρι κάποιων να τον κρύβουν, τώρα αυτός ο χώρος ηττήθηκε πολιτικά, κατάλαβε πως δεν τον παίρνει άλλο να κάνει αυτή τη δουλειά» τόνιζε αξιωματούχος ο οποίος πρόσθετε: «Ο Κουφοντίνας έπιασε και εκείνος το μήνυμα πως αυτοί που ήταν πίσω του και γύρω του όλα αυτά τα χρόνια δεν άντεχαν άλλο την πίεση». Εκτίμηση των αρχών είναι πως θα υπάρξει προσπάθεια δημιουργίας κινήματος συμπαράστασης στους κρατουμένους, οργάνωση διαδηλώσεων και συγκέντρωση χρημάτων για την πληρωμή συνηγόρων. Κατά την άποψή τους η κλιμάκωση των δραστηριοτήτων του κινήματος αυτού δεν θα καθυστερήσει ως την έναρξη των δικών για την υπόθεση της «17 Νοέμβρη» αλλά θα αρχίσει άμεσα με στόχο να καθυστερήσει, και ει δυνατόν να ματαιωθεί, η εξάρθρωση του ΕΛΑ και των άλλων μικρότερων οργανώσεων. Η κυβέρνηση απαντά πως «αυτό αποκλείεται». Ειδικότερα σχολιάζει πως «χωρίς τις έρευνες για τον ΕΛΑ και τις υπόλοιπες οργανώσεις, δεν θα έχουμε ποτέ την πλήρη εικόνα και το περίγραμμα μέσα στο οποίο κινήθηκε η 17Ν και η τρομοκρατία στην Ελλάδα», ενώ συμπληρώνει πως «υπάρχει και ένα ηθικό ζήτημα. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ξεσκεπαστούν, έστω και αν τα εγκλήματά τους έχουν παραγραφεί και δεν θα φτάσουν ποτέ στην ακροαματική διαδικασία. Η αλήθεια πρέπει να γίνει γνωστή και θα έχει καθαρτική λειτουργία για τη χώρα».