Την Παρασκευή 7 Μαΐου 1999, στις 23.15, βόμβα πυροδοτήθηκε έξω από την ολλανδική πρεσβεία, «ως αντίποινα στους νατοϊκούς βομβαρδισμούς». Την ευθύνη της επίθεσης ανέλαβε η 17Ν με την προκήρυξη στις 8.6.2000 για τη δολοφονία Σόντερς. 114. Ρουκέτα κατά οικίας του γερμανού πρέσβη


Την Κυριακή 16 Μαΐου 1999, στις 22.55, εκτοξεύθηκε μια ρουκέτα κατά της οικίας του γερμανού πρέσβη Καρλ Χάινς Κούνα στο Χαλάνδρι (Εθνικής Αντιστάσεως 52). Η ρουκέτα καρφώθηκε στη στέγη του διώροφου σπιτιού. Η 17Ν αφήνει για πρώτη φορά ίχνη. Μια καφέ τραγιάσκα και 10 κηλίδες αίματος (στο μπροστινό μέρος του κλεμμένου αυτοκινήτου και στο πίσω κάθισμα). Σταγονίδια αίματος εντοπίστηκαν και σε απόσταση τριών μέτρων από το σημείο εκτόξευσης της ρουκέτας. Η πυροδότηση έγινε με αυτοπρόσωπη παρουσία μελών της οργάνωσης. Η επίθεση έγινε από τον προαύλιο χώρο τής απέναντι πολυκατοικίας της οδού Εθνικής Αντιστάσεως 63. Το κλεμμένο αυτοκίνητο μάρκας Toyota Corolla (μοντέλο 1979), χρώματος λευκού (λευκό Toyota Corolla μοντέλο 1976 είχε χρησιμοποιηθεί από την οργάνωση και στις 5 Μαΐου στο τριπλό χτύπημα με ρουκέτες στον Πειραιά), βρέθηκε στη 1 το μεσημέρι της επόμενης μέρας στη διασταύρωση των οδών Ηρώων Πολυτεχνείου και Μεσογείου στο Χαλάνδρι, σε απόσταση μόλις ενός χιλιομέτρου από την κατοικία του γερμανού πρέσβη. Το αυτοκίνητο είχε κλαπεί την ίδια μέρα του χτυπήματος χωρίς να αλλαχτούν οι πινακίδες.


Η Αστυνομία εκτιμούσε ότι δύο ήταν οι τραυματισμένοι τρομοκράτες και ότι «οι κηλίδες στο πεζοδρόμιο και στο αυτοκίνητο είναι το σημαντικότερο εύρημα ύστερα από 24 χρόνια». Εκτιμούσαν ότι ανάμεσα στους δράστες ήταν ο «γέρος με την τραγιάσκα της 17Ν, ο οποίος ανήκει στα ιδρυτικά μέλη της οργάνωσης (ο υπ’ αριθμόν ένα εκτελεστής) και διακρίνεται για την εκτελεστική του δεινότητα και τις χαμαιλεοντικές μεταμφιέσεις του και είχε εμφανιστεί τουλάχιστον άλλες τρεις φορές στο παρελθόν». Επίσης, η Αστυνομία διέρρεε ότι «έχει εντοπιστεί η κλινική στην οποία μεταφέρθηκε ο τραυματισμένος τρομοκράτης προκειμένου να του παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες μετά τον τραυματισμό του». Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία «έφθασε στην κλινική αξιοποιώντας τόσο τις πληροφορίες που της παρασχέθηκαν από το ιατρικό προσωπικό όσο και τη διασταύρωση των ονομάτων των ατόμων που εισήχθησαν στα νοσηλευτικά ιδρύματα την ημέρα της επίθεσης, καθώς επίσης και την επομένη, με τις διευθύνσεις που δηλώθηκαν ως τόποι κατοικίας» σχολίαζαν τα τότε ρεπορτάζ. Τι έλεγε η 17Ν


Στην προκήρυξη για τη δολοφονία του Σόντερς (δημοσιεύτηκε στις 9.6.2000), η 17Ν ανέλαβε αναδρομικά την ευθύνη για την επίθεση και υποστήριξε ότι η Αστυνομία δεν διαθέτει DNA μέλους της, διακωμωδώντας ταυτόχρονα την ανικανότητά της. Συγκεκριμένα, η 17Ν εξηγούσε τι έπρεπε να κάνουν οι αστυνομικοί αν είχαν στα χέρια τους αίμα από τραυματισμό μέλους της: «Εχουν, λένε, το DNA ενός μέλους της 17Ν αλλά δεν μπορούν να το εκμεταλλευτούν άμεσα ελέγχοντας 10 εκατομμύρια Ελληνες. Φαίνεται ότι οι Αμερικάνοι περνάνε τον κόσμο για ηλίθιο. Από τη μια ισχυρίζονται ότι κατέχουν ολιγομελή λίστα μελών κι από την άλλη μιλάνε για όλο τον πληθυσμό. Αν όμως κάποια μυστική υπηρεσία, στοιχειωδώς σοβαρή, κατείχε ένα τέτοιο στοιχείο όπως το DNA θα λειτουργούσε τελείως διαφορετικά. Θα προσπαθούσε με κάποιο απλό αλλά καλυμμένο τρόπο (π.χ. παίρνοντας τη νύχτα από το αυτοκίνητο του υπόπτου τρίχες που αφήνουν όλοι από τα μαλλιά τους, για να μη μιλήσουμε για πιο εξελιγμένες μεθόδους) να εξακριβώσουν σε ποιον ανήκε το DNA, αφού ο αριθμός των υπόπτων είναι περιορισμένος. Και τότε θα ‘χαν κάνει το μεγάλο, αποφασιστικό βήμα. Γιατί θα ‘ταν απολύτως σίγουροι ότι ο ύποπτος είναι και μέλος. Θα συγκέντρωναν σ’ αυτόν όλες τους τις δυνάμεις, ρίχνοντας τους καλύτερους πράκτορες και τα τελειότερα μέσα, στήνοντας μια επιστημονική παρακολούθηση από μη κινητά σημεία και θα έφταναν και σε άλλα μέλη και σε σημαντικό χτύπημά μας!». Τι έλεγαν οι εφημερίδες


«Ακουμπάνε το DNA της 17Ν», «Κηλίδες αίματος και στο κλεμμένο ΙΧ» έγραφαν οι εφημερίδες της 18.5.1999. Σήμερα


Η Αστυνομία διαθέτει την ομολογία του Βασίλη Ξηρού, ο οποίος στην προανακριτική του κατάθεση ομολόγησε ότι συμμετείχε στις παραπάνω εγκληματικές πράξεις. Από την κατάθεσή του προκύπτει ότι συμμετείχαν και οι Δημήτρης Κουφοντίνας και Σάββας Ξηρός: «Οταν πηγαίναμε προς το σπίτι του γερμανού πρέσβη, δεν θυμάμαι σε ποια περιοχή, οδηγούσε ο «Λουκάς», εγώ καθόμουν πίσω και ο Σάββας στη θέση του συνοδηγού. Οταν φθάσαμε κοντά στο σπίτι βγήκαμε και οι τρεις έξω από το αυτοκίνητο. Τότε ο Σάββας πήρε μέσα από το σακίδιο, που το είχε στο πίσω κάθισμα, μια πλαστική σωλήνα που είχε μέσα έτοιμη μια ρουκέτα, την έπιασε στα δυο του χέρια από τη δεξιά πλευρά και ο ίδιος πάτησε το μπουτόν πυροδότησης. Εκείνη τη στιγμή έσκασε η σωλήνα και ο Σάββας χτύπησε στο δεξί του χέρι και λίγο στο πρόσωπο. Ο Σάββας φορούσε μια τραγιάσκα η οποία του έφυγε από το κεφάλι και έπεσε στο έδαφος. Αμέσως μαζέψαμε ό,τι προλάβαμε, ο «Λουκάς» μπήκε στη θέση του οδηγού και εγώ με τον Σάββα καθήσαμε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Συγκεκριμένα ο Σάββας κάθησε πίσω από τη θέση του οδηγού και εγώ πίσω από αυτή του συνοδηγού. Με χαρτοπετσέτες προσπαθούσα να σταματήσω το αίμα που έτρεχε από τα δάχτυλα του δεξιού χεριού του αδελφού μου. Εκεί ο Σάββας, αφού έφτιαξε το χέρι του με τις χαρτοπετσέτες, είπε στον «Λουκά» ότι είναι εντάξει και φύγαμε».


Η συμμετοχή του Σάββα Ξηρού, διαρρέει η Αστυνομία, βεβαιώνεται και από την ανάλυση του DNA. «Οι εργαστηριακές εξετάσεις DNA απέδειξαν ότι το γενετικό αποτύπωμα του αίματος που συλλέχθηκε από τον χώρο της έκρηξης στον Πειραιά στις 29.6.2002 ταυτίζεται με το γενετικό αποτύπωμα των κηλίδων αίματος που βρέθηκαν στο Χαλάνδρι, στον χώρο όπου εκτοξεύτηκε η ρουκέτα κατά της οικίας του γερμανού πρέσβη στις 16.5.1999» (δήλωση Λευτέρη Οικονόμου, 10.7.2002). Θεωρείται βέβαιο ότι πρόκειται για το αίμα του Σάββα Ξηρού, αλλά επίσημα η ΕΛ.ΑΣ. δεν το ανακοινώνει καθώς «για καθαρά νομικούς και τυπικούς λόγους δεν έχει ληφθεί αίμα από τον τραυματισμένο 40χρονο και έτσι η σύγκριση έγινε από το αίμα που βρέθηκε στην έκρηξη του Πειραιά». Η Αστυνομία έχει στα χέρια της και την τραγιάσκα. 115. Δολοφονία Στίβεν Σόντερς


Την Πέμπτη 8 Ιουνίου 2000, στις 07.45 το πρωί, δολοφονείται ο βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος Στίβεν Σόντερς στη λεωφόρο Κηφισιάς, στο ύψος της Φιλοθέης. Δύο άτομα πλησίασαν πάνω σε δίκυκλο τύπου βέσπα και αφού προσέγγισαν το σταματημένο σε φανάρι αυτοκίνητο (στο ύψος του Νοσοκομείου Υγεία) πυροβόλησαν με ένα 45άρι πιστόλι. Οι σφαίρες διέλυσαν το τζάμι του συνοδηγού και έπληξαν τον διπλωμάτη στο στήθος και στην κοιλιά. Τι έλεγε η Αστυνομία


Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Μ. Χρυσοχοΐδης έκανε μια αναδρομή στα τρομοκρατικά χτυπήματα και περιέγραψε τις αλλαγές που έχουν γίνει ή θα γίνουν στις αστυνομικές υπηρεσίες. Αναφέρθηκε, επίσης, στις κατηγορίες που κατά καιρούς διατυπώνονται για την επάρκεια του νομικού πλαισίου. Παρατήρησε ότι στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχε πολύ αυστηρός νόμος, αλλά δεν είχε φέρει αποτελέσματα. Τόνισε ακόμη ότι παλαιότερα (αμέσως μετά τη δικτατορία) υπήρχε χαλάρωση στις διωκτικές αρχές και μια ουδέτερη ή και ανεκτική στάση των πολιτών απέναντι σε τρομοκρατικά χτυπήματα. «Αντιθέτως» πρόσθεσε «σήμερα οι διωκτικές αρχές είναι κατάλληλα εξοπλισμένες και η κοινή γνώμη απαιτεί να εξαλειφθεί αυτή η μάστιγα». Τέλος, ο κ. Χρυσοχοΐδης χαρακτήρισε μυθεύματα όσα κυκλοφορούν περί λίστας υπόπτων για συμμετοχή στη «17 Νοέμβρη». Τι έλεγε η 17Ν


Το βράδυ της επίθεσης η «17 Νοέμβρη» έστειλε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» προκήρυξη με την οποία εξήγησε γιατί σκότωσε τον Βρετανό. Τρεις μήνες η 17Ν είχε προσχεδιάσει το χτύπημά της κατά του Σόντερς, τον οποίον κατηγόρησε για ενεργό συμμετοχή, με την έννοια του συντονιστή, στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς της Σερβίας: «Αποφασίσαμε να τον εκτελέσουμε γιατί μ’ αυτήν του την ιδιότητα έλαβε μέρος στο σχεδιασμό των βάρβαρων αεροπορικών βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας και άρα είναι ένας από τους υπευθύνους του περυσινού ναζιστικού εγκλήματος και της δολοφονίας χιλιάδων αμάχων…». Επειδή «η αγγλική πολιτική όπως εκφράστηκε από τους Μπλερ, Κουκ και Ρόμπερτσον ξεπέρασε σε προκλητικότητα και κυνισμό ακόμα και τους Αμερικανούς». Ακολούθησαν δύο υστερόγραφα της προκήρυξης. Το ένα αφορούσε την άποψή της για το DNA που φερόταν ότι είχε η Αστυνομία. Στο δεύτερο υστερόγραφο γίνεται ευρύτατη, υπαινικτική αλλά σαφής αναφορά στον επιχειρηματία Σ. Κόκκαλη, χαρακτηρίζοντάς τον παλιό πράκτορα της Στάζι και τωρινό της CIA.


Εξι μήνες μετά, η 17Ν έστειλε και δεύτερη προκήρυξη (13.12.2000), με την οποία υποστήριξε ότι ο Σόντερς δεν ήταν τυχαίος στόχος. «Χτυπήσαμε τον Σόντερς, τον πιο σημαντικό στόχο μας στα 25 χρόνια δράσης, με όπλο G3 το οποίο είχαμε απαλλοτριώσει στην κατάληψη του Αστυνομικού Τμήματος του Βύρωνα, τον Αύγουστο του ’88. […] Ο ταξίαρχος Σόντερς ήταν το νούμερο ένα της πρεσβείας. […] Σημαντικότερος και από τον σταθμάρχη της CIA, Ουέλς, και από τον Αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο Τσάντες…». Ακόμη, η οργάνωση επισήμανε ότι ο βρετανός ταξίαρχος όχι μόνο είχε λάβει μέρος στον σχεδιασμό της πολεμικής επιχείρησης και στον βομβαρδισμό στη Γιουγκοσλαβία, αλλά στάλθηκε στην Ελλάδα λίγο πριν από τους βομβαρδισμούς προκειμένου να επιβλέψει και να συντονίσει τις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις της περιοχής που θα συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις. Η «17 Νοέμβρη», αφού τον κατηγόρησε γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, αλλά και για τις δολοφονίες εκατοντάδων αν όχι χιλιάδων γυναικόπαιδων και τον ενέπλεξε σε επιχειρήσεις στα Φόκλαντ, στην Ιρλανδία, στο Ιράκ και αλλού, καταφέρθηκε κατά των μυστικών υπηρεσιών Ελλάδας και ΗΠΑ αλλά και της Σκότλαντ Γιαρντ, οι οποίες, μπροστά στο αδιέξοδο των ερευνών, όπως σημείωσε, «επινόησαν ένα καινούργιο τροπάρι. Σύμφωνα με τη Σκότλαντ Γιαρντ, ο Σόντερς δεν είχε καμιά σχέση με όσα του αποδίδαμε για τον πόλεμο και τον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας». Ο συντάκτης της προκήρυξης της 17Ν υπογράμμιζε ότι η «ΕΟ 17Ν δεν χτυπάει αθώους πολίτες, «φουκαράδες Αγγλους τουρίστες»». Τι έλεγαν οι εφημερίδες


«Η 17Ν μίλησε και ανέλαβε την ευθύνη» τόνιζαν στο πρωτοσέλιδό τους «Τα Νέα» στις 9.6.2000, που συνέχιζαν στον υπότιτλο: «Ερωτηματικά από τη σύμπτωση με τις εκθέσεις των Αμερικανών». Την ίδια ημέρα η «Ελευθεροτυπία» είχε ως πρώτο θέμα: «Πυρ οι ΗΠΑ, δίπλα μας η Ευρώπη». Πολλά σχόλια όμως υπήρξαν και από τον ξένο Τύπο:


«Daily Telegraph»: Οι ειδικοί στην αντιτρομοκρατία εκτιμούν ότι το γεγονός πως δεν έγιναν ποτέ συλλήψεις μελών της 17Ν δείχνει ότι η οργάνωση χαίρει προστασίας. «Η αποτυχία των ελληνικών αρχών να κάνουν συλλήψεις έχει οξύνει τις αμερικανικές επικρίσεις που διατυπώνονται εναντίον της Αθήνας και τις κατηγορίες ότι μέλη της ελληνικής κυβέρνησης γνωρίζουν ορισμένους από τους τρομοκράτες».


«Independent»: Αναφέρεται στην υποψία ότι η 17Ν ίσως να έχει πανίσχυρους προστάτες «στην αριστερή πτέρυγα του ΠαΣοΚ ή σε «αποστάτες» των μυστικών υπηρεσιών».


BBC: Υποστήριξε ότι η ατιμωρησία της 17Ν οφείλεται στο ότι αυτή η οργάνωση προέκυψε από το ίδιο αντιστασιακό κίνημα από το οποίο προήλθε το σημερινό πολιτικό σύστημα της χώρας. Ετσι ίσως να υπάρχουν άνθρωποι σε υψηλά αξιώματα οι οποίοι δεν επιθυμούν τη σύλληψη των μελών της οργάνωσης.


«New York Times»: Ιδιο σχόλιο με αυτό του BBC. Παραθέτουν όμως την αντίθετη άποψη κύκλων των αμερικανικών υπηρεσιών, οι οποίοι πιστεύουν ότι όλα αυτά δεν είναι παρά ένας μύθος. «Ολα αυτά» λένε κάποιοι αμερικανοί αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών «οφείλονται απλώς στην απίστευτη ανικανότητα της Ελληνικής Αστυνομίας».


«Washington Post»: Η εφημερίδα γράφει ότι οι Βρετανοί δεν αποκλείουν η επίθεση εναντίον του Σόντερς να έγινε λόγω της άρνησης της Βρετανίας να επιστρέψει τα Ελγίνεια Μάρμαρα.


«London Times»: Εκτίμησαν ότι η 17Ν, σε αντίθεση με τη RAF στη Γερμανία και τις Ερυθρές Ταξιαρχίες στην Ιταλία, δεν αντιμετώπισε την αποφασιστική καταδίωξη του κράτους: «Στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχει η υποψία ότι η 17Ν υφίσταται ανοχή, αν όχι συνεργασία. Το γεγονός είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση αρνείται να πάρει την τρομοκρατία στα σοβαρά. Ακόμη χειρότερο είναι ότι αποδέχθηκε η ίδια τις τρομοκρατικές μεθόδους όταν προσέφερε καταφύγιο στον Αμπντουλάχ Οτσαλάν». «Η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας είναι προτεραιότητα της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Οι Ελληνες πρέπει να επιδείξουν μεγαλύτερο ζήλο και αποτελεσματικότητα. Σε τέσσερα χρόνια διοργανώνουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Καμία χώρα δεν θα παροτρύνει τους πολίτες της να τους παρακολουθήσουν, ενώ οι φανατικοί θα συνεχίζουν να σκοτώνουν με ασυλία». Σήμερα


Η Αστυνομία διαθέτει την ομολογία του Βασίλη Ξηρού, ο οποίος στην προανακριτική του κατάθεση ομολόγησε ότι συμμετείχε στις παραπάνω εγκληματικές πράξεις. Από την κατάθεσή του προκύπτει ότι συμμετείχαν και οι Δημήτρης Κουφοντίνας και Σάββας Ξηρός: «Βασικά κάποια στιγμή ο Σάββας μου είπε ότι θα έρθει ένας Εγγλέζος της Αεροπορίας, μεγάλος αξιωματούχος, ο οποίος είχε πάρει μέρος σε κάποιον βομβαρδισμό άγριο, στην Περσία νομίζω, και ότι έχει σκοτώσει χιλιάδες κόσμο ουσιαστικά. Ετσι λοιπόν κατάλαβα ότι είχε αποφασισθεί να τον σκοτώσουμε. Εγώ ήξερα ότι ο Σάββας μιλούσε με τον «Λουκά» και είχα πάντα κενό, σε όλες τις φάσεις, αν αποφάσιζαν οι δυο τους ή αποφάσιζαν άλλοι και μετέφεραν τις αποφάσεις μέσω αυτών και κυρίως του «Λουκά». Για τη δουλειά αυτή κλέψαμε ένα βαν με σκοπό να πάρουμε και ένα μηχανάκι και να το βάλουμε μέσα στο βαν. Τις κλοπές αυτές τις κάναμε εγώ, ο Σάββας και ο «Λουκάς». Αφού κλέψαμε και ένα μηχανάκι το βάλαμε μέσα στο φορτηγάκι. Φτιάξαμε τις πινακίδες για το βαν και το μηχανάκι και ήταν όλα έτοιμα. Την ημέρα της ενέργειας πήγαμε με το βαν κάπου εκεί κοντά που σκοτώθηκε ο Σόντερς, ξεφορτώσαμε το μηχανάκι και αφήσαμε επίσης το αμάξι κάπου εκεί κοντά». Στα χέρια της Αστυνομίας βρίσκεται το πιστόλι Colt, Model 1911 Α1, διαμετρήματος 45 ACP, που βρέθηκε με τον γεμιστήρα του και απαλειμμένο τον αύξοντα αριθμό της σειράς του στην μπανιέρα της γιάφκας της οδού Δαμάρεως 73, στο Παγκράτι. Το ίδιο πιστόλι είχε χρησιμοποιηθεί και στις δολοφονίες Πέτρου – Σταμούλη, Μομφεράτου – Ρουσέτη, Αλ. Αθανασιάδη και Π. Μπακογιάννη. Στη δολοφονία χρησιμοποιήθηκε και δεύτερο όπλο, ένα G3.