Η ιστορία της εμπλοκής παράνομων μηχανισμών με τους πρωταγωνιστές των οργανώσεων 17Ν και ΕΛΑ αρχίζει στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια το 1943. Ο Κουριέλ, ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Αιγύπτου, προμηθεύει με πλαστά πιστοποιητικά τους έλληνες αξιωματικούς και ναύτες που ετοιμάζονται να ξεσηκωθούν στο Βασιλικό Ναυτικό. Η σύνδεση του εβραίου κομμουνιστή φίλου του τροτσκιστή Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο) με την «ελληνική πίστα» παραμένει στενή όταν μετά τον πόλεμο εγκαθίσταται στη Γαλλία.


Εκεί δημιουργείται το «Κουριέλ Απαράτ», ένας μηχανισμός που εξέδιδε πλαστά διαβατήρια, εξασφάλιζε τη μεταφορά χρημάτων και όπλων για τους «πολιτικά κολασμένους» και έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη λογιστική υποστήριξη του FLN, του απελευθερωτικού κινήματος της Αλγερίας. Το «Κουριέλ Απαράτ» ωστόσο διαβρώνεται σχετικά γρήγορα από άνδρες των γαλλικών υπηρεσιών.


Στο Παρίσι έχει εγκατασταθεί από το 1936 ως και το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (με εξαίρεση το διάστημα που πήγε στην Ισπανία) και ο Δημήτρης Γιωτόπουλος, ηγέτης των Αρχειομαρξιστών (μιας από τις τάσεις του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος εκείνης της εποχής) οι οποίοι είχαν και το προσωνύμιο «φαλτσέτες», επειδή είχαν πολλά μέλη προερχόμενα από το επάγγελμα των τσαγκαράδων. Ο Δημήτρης Γιωτόπουλος ήταν και ο καθοδηγητής του Μιχάλη Ράπτη, στα πρώτα του βήματα στο τροτσκιστικό κίνημα


* Ο θάνατος του Φελτρινέλι


Στο τέλος της δεκαετίας του ’60 ο ιταλός εκδότης Τζιαν Τζάκομο Φελτρινέλι σκοτώνεται στο Μιλάνο σε μια επιχείρηση σαμποτάζ σε πυλώνες υψηλής τάσης, ο «Ερυθρός Στρατός» στη Γερμανία και οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» στην Ιταλία παίρνουν τον δρόμο της ένοπλης πάλης και πλησιάζουν ιδεολογικά τον γκεβαρισμό και τα κινήματα του αντάρτικου πόλης της Λατινικής Αμερικής και έρχονται σε επαφή με την «Τρικοντινεντάλε» (Κίνημα Τριών Ηπείρων για την παγκόσμια απελευθέρωση). Την ίδια εποχή μια μικρή ομάδα Ελλήνων ταξιδεύει στην Καραϊβική για να συζητήσει την εκπαίδευση στον ανταρτοπόλεμο μερικών στελεχών των αντιδικτατορικών κινημάτων.


Στην ομάδα, όπως αναφέρει ο Μιχάλης Ράπτης στα απομνημονεύματά του, συμμετέχουν ο Γιάννης Γαλανόπουλος και ο σκηνοθέτης Νίκος Παπατάκης. Οι Κουβανοί τούς αντιμετωπίζουν με επιφυλάξεις και όταν μερικούς μήνες αργότερα φθάνει η πρώτη ομάδα των Ελλήνων για την πέντε εβδομάδων εκπαίδευση βρίσκεται αντιμέτωπη μόνο με θεωρητικά μαθήματα ανταρτοπολέμου.


Στην ομάδα παίρνουν μέρος ο Αλέκος Γιωτόπουλος (υιός του Δημήτρη) και ο ιδρυτής του ΕΛΑ Χρήστος Κασσίμης. Την ομάδα συμπληρώνουν επτά ακόμη άνδρες και μία γυναίκα. Ανήκουν σε διαφορετικές οργανώσεις, μόλις δύο από αυτούς ανήκουν στην «29 Μάη» που έχει ιδρυθεί το 1967. Ουδείς ανήκει στο ΚΚΕ, ένας λόγος που προκαλεί πρόσθετες υποψίες από τους μηχανισμούς ασφαλείας του κουβανικού καθεστώτος.


Οι ελληνικές αρχές τα τελευταία πέντε χρόνια επιχειρούν επανειλημμένα, επίσημα και ανεπίσημα, να πάρουν τη λίστα των ανθρώπων που είχαν εκπαιδευθεί το 1968 στην Κούβα, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Εκεί όμως που απέτυχαν οι Ελληνες τα καταφέρνουν οι βρετανικές υπηρεσίες: σε σύντομο διάστημα έρχονται σε επαφή με αρκετούς από εκείνους που είχαν πάρει μέρος στο ταξίδι αλλά δεν κατορθώνουν να «αποσπάσουν» κάποια πληροφορία που να είναι χρήσιμη.


Ενας από τους λόγους της επιφυλακτικής αντιμετώπισης των κουβανικών αρχών έναντι των ελλήνων υποψηφίων «γκεριλέρος» είναι και το γεγονός ότι κάποιοι από τους ταξιδιώτες έχουν ταξιδιωτικά έγγραφα του «Κουριέλ Απαράτ» και τις συστάσεις του Μιχάλη Ράπτη, που ο μηχανισμός ασφαλείας του κουβανικού καθεστώτος αντιμετωπίζει με μεγάλες επιφυλάξεις.


Με βάση την πείρα του «Κουριέλ Απαράτ» ο Μιχάλης Ράπτης οργανώνει μηχανισμό έκδοσης διαβατηρίων για τις ανάγκες του αντιστασιακού αγώνα, έναν μηχανισμό που εξυπηρετεί όχι μόνο διάφορες οργανώσεις αλλά και πολλά στελέχη του πολιτικού κόσμου: ένα διαβατήριο για τον πρώην πρωθυπουργό κ. Γ. Ράλλη δεν θα χρησιμοποιηθεί ποτέ, ένα άλλο θα δοθεί στον κ. Αχιλλέα Καραμανλή.


* Διακίνηση όπλων


Είναι φυσικό οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς να έχουν την πρωτοβουλία στη διακίνηση όπλων και προσώπων με μια σειρά μηχανισμούς και ανθρώπους που διέθεταν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.


Μετά το ταξίδι στην Κούβα ο Μιχάλης Ράπτης έρχεται σε επαφή με μια σειρά προσωπικότητες του συντηρητικού πολιτικού κόσμου για την ανάπτυξη «αντάρτικου» στην Ελλάδα, ειδικότερα στην Κρήτη. Τα σχέδια αυτά δεν θα υλοποιηθούν επειδή οι οργανώσεις έχουν υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές τους και δεν έχουν τη δυνατότητα να τα υποστηρίξουν λογιστικά.


Την ίδια περίοδο η οργάνωση «29 Μάη» επιχειρεί να στρατολογήσει νέα μέλη στη Βόρεια Ελλάδα.


Ενας από τους ανθρώπους που πλησιάζουν είναι ο ηθοποιός Ι.Κ., ο οποίος μόλις έχει απολυθεί από το ΚΘΒΕ. Ο Ι.Κ. μεταβαίνει στο Παρίσι για να μάθει από… πρώτο χέρι τη φιλοσοφία της οργάνωσης που μοιάζει να έχει γκεβαρικό πολιτικό προσανατολισμό. Οργανώνεται μια συνάντηση στην οποία συναντά τον ηγέτη της οργάνωσης, έναν 24χρονο φοιτητή Οικονομικών που σήμερα γνωρίζουμε ότι είναι ο Αλέκος Γιωτόπουλος. «Ειπώθηκαν ρομαντικά πράγματα, τρελά και ως ένα σημείο ύποπτα» λέει σήμερα ο Ι.Κ.


Ο Γιωτόπουλος μιλάει για σαμποτάζ σε εγκαταστάσεις κοινής ωφελείας και για απόβαση ανταρτών α λα «Γκράνμα» στις ακτές της Κούβας. Σπαταλούσε τον περισσότερο χρόνο του για το λεγόμενο «στρατιωτικό τμήμα» της οργάνωσης, συζητούσε για διάφορες τεχνικές πλευρές του «ένοπλου αγώνα» δίνοντας ιδιαίτερη βάση στη λεγομένη «ένοπλη προπαγάνδα», δηλαδή τον σχεδιασμό και την εκτέλεση πράξεων ατομικής τρομοκρατίας προκειμένου να «εκλαϊκευτούν» και να έχουν «πλατιά απήχηση στις μάζες» οι θέσεις της οργάνωσης.


Η απόπειρα της «29 Μάη» να στρατολογήσει νέα μέλη στην Ελλάδα καταλήγει σε φιάσκο. Ενα μέλος της οργάνωσης θυμάται ότι ο Γιωτόπουλος και η παρέα του στρατολογούσαν «τις φίλες τους», ότι «ήταν εντελώς ανίκανοι να χειριστούν την τεχνική του ένοπλου αγώνα» παρά το γεγονός ότι φλυαρούσαν διαρκώς για τα πλεονεκτήματά του. Το αργότερο το 1970 η οργάνωση «29 Μάη» διαλύεται προτού καν αρχίσει την επαναστατική της δραστηριότητα. Κάποια μέλη της προσχωρούν στη ΛΕΑ (Λαϊκή Επαναστατική Αντίσταση), άλλα ιδρύουν το ΕΚΚΕ (Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας), τη μαζικότερη από τις οργανώσεις της άκρας Αριστεράς τη δεκαετία του ’70, και άλλοι παίρνουν προσωπικές διαδρομές προσχωρώντας σε άλλες οργανώσεις. Ολοι επιμένουν στη δυνατότητα της ένοπλης πάλης για την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος αλλά και την εγκατάσταση της λαϊκής εξουσίας.


Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, μετά τον «μαύρο Σεπτέμβρη», την εκδίωξη των Παλαιστινίων από την Ιορδανία και την εγκατάστασή τους στην κοιλάδα Μπεκάα, αρκετοί Ελληνες περνούν από την κοιλάδα αυτή για να εκπαιδευθούν στα εκρηκτικά από παλαιστινιακές οργανώσεις. Σε αυτά τα νέα εκπαιδευτικά ταξίδια παίρνουν μέρος και αγωνιστές της Δημοκρατικής Αμυνας και του ΠΑΚ.


Επανειλημμένα ελληνικές κυβερνήσεις και υπηρεσίες πληροφοριών ζητούν στοιχεία από τους Παλαιστινίους για το ποιοι Ελληνες εκπαιδεύθηκαν στην Μπεκάα, αλλά οι Παλαιστίνιοι ουδέποτε έδωσαν τα στοιχεία αυτά. Για αρκετά χρόνια η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία πιστεύει ότι οι ειδικοί στα εκρηκτικά του ΕΛΑ έχουν εκπαιδευθεί την εποχή εκείνη. Παρ’ όλα αυτά, τα στοιχεία για την εκπαίδευση των Ελλήνων στην κοιλάδα Μπεκάα δεν παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στις έρευνες των ελληνικών υπηρεσιών καθώς τα ταξίδια στην Κούβα συνδέονται με τον ένοπλο αγώνα για την «ανατροπή του καπιταλισμού» και όχι μόνο για την ανατροπή της δικτατορίας.


ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ Η «29 Μάη» στο Εκτακτο Στρατοδικείο


Οι εξορμήσεις της «29 Μάη» το 1968 για να στρατολογηθούν νέα μέλη καταλήγουν σε μια δίκη στο Εκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης με βάση τον νόμο 509 για τη «βιαία ανατροπή του πολιτεύματος». Η δίκη γίνεται το 1971 και στηρίζεται σε μαρτυρία κάποιου από τους ανθρώπους που είχαν επιχειρήσει να στρατολογήσουν μέλη του ιδρυτικού πυρήνα της οργάνωσης. Αποτυπώνει μια οργάνωση που δεν είναι σε θέση να τηρήσει στοιχειώδεις συνωμοτικούς κανόνες, μια «παιδική χαρά», όπως λέει μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» ένας από εκείνους που ταξίδεψαν με τον Γιωτόπουλο στο νησί της Καραϊβικής. Ο Γιωτόπουλος καταδικάζεται ερήμην σε πέντε χρόνια φυλάκισης με το όνομα Γιατρόπουλος, είτε επειδή έχει δανειστεί το όνομα συμφοιτητή του στο Παρίσι είτε επειδή ο καταδότης έχει αποτυπώσει λάθος το όνομα του Γιωτόπουλου εξ ακοής.