«Κύμα έκστασης» από τη Συρία



Από το Χαλέπι της Συρίας, εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ακούγοντας την παραδοσιακή μουσική της πατρίδας του, ο Ζιαντ Ραζάμπ μετοίκησε στην Ελλάδα. Μετά τα πρώτα χρόνια που τα πέρασε στην Αθήνα βρέθηκε το 1988 στη Θεσσαλονίκη. Σολίστας ο ίδιος στο μουσικό όργανο ούτι, σχημάτισε από την πρώτη στιγμή το δικό του συγκρότημα και άρχισε δειλά δειλά να παρουσιάζει τη δουλειά του στις τοπικές μουσικές σκηνές της Θεσσαλονίκης. Παράλληλα δεν του έλειψαν οι συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως είναι ο Σωκράτης Μάλαμας, η Μελίνα Κανά, ο Λουδοβίκος των Ανωγείων, ο Ρος Ντέιλι κ.ά. Στη συνέχεια ακολούθησαν η συνεργασία του με τον θεσσαλονικιό δημιουργό Γιώργο Καζαντζή στο άλμπουμ του τελευταίου «Σορόκος» ­ μια δισκογραφική εργασία με έθνικ αναζητήσεις ­ και η συμμετοχή του στη διεθνή συλλογή «Cafe del Mar Vol. 6». Επίσης ο Ζιαντ Ραζάμπ διδάσκει ούτι σε μουσικά σεμινάρια που διοργανώνει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.


Τις προσεχείς ημέρες κυκλοφορεί τον πρώτο του προσωπικό δίσκο με τίτλο «Μάουζετ τάραπ». Στη συριακή γλώσσα μεταφράζεται ως «Κύμα έκστασης», αν και ο ίδιος θέλει να αποφύγει τη μετάφραση του τίτλου. «Η λέξη έκσταση στις μέρες μας έχει ταυτιστεί με μια συγκεκριμένη έννοια που με κάνει να αποφεύγω την παραπάνω λέξη και να μην τη χρησιμοποιώ. Παρ’ όλα αυτά αυτή είναι η πιστή μετάφραση».


Σε αυτόν τον ψηφιακό δίσκο ο Ζιαντ Ραζάμπ, όπως σημειώνει ο ίδιος, συνδυάζει «την παραδοσιακή αραβική μουσική με την αντίστοιχη ελληνική. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει ξεκάθαρη σχέση ανάμεσα στις δύο μουσικές αλλά όταν, για παράδειγμα, ένας Σύρος ακούσει την ηπειρώτικη μουσική και τα τραγούδια και θελήσει να ασχοληθεί λίγο περισσότερο θα ανακαλύψει κάποια κοινά στοιχεία. Πάντως στο σύνολό της η ελληνική παραδοσιακή μουσική και ενδιαφέρον παρουσιάζει και μου αρέσει πολύ. Εχει τα δικά της μοναδικά χαρακτηριστικά. Οπως επίσης μοναδικά χαρακτηριστικά έχει και η αραβική μουσική. Ισως επειδή εκτός από την κατάθεση της ψυχής των ανθρώπων της κουβαλά και επιρροές από την τουρκική μουσική παράδοση και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου».


Ο Ζιαντ Ραζάμπ, όπως ο ίδιος λέει, από τα πρώτα χρόνια της ζωής του άκουσε τη μουσική μέσα στο σπίτι του. «Η μητέρα μου και σχεδόν όλοι οι συγγενείς μας έπαιζαν μουσικά όργανα και κυρίως ούτι. Στη συνέχεια ήμουν μαθητής του μεγάλου σύρου δασκάλου της μουσικής Μπακάντ Ντουρμάς αλλά οι δραστηριότητές μου δεν σταμάτησαν εκεί. Συμμετείχα ενεργά στην ορχήστρα με την επωνυμία «Sabab El Arube» της οποίας βασικό αντικείμενο μελέτης και ερμηνείας ήταν η κλασική αραβική μουσική. Μέσω αυτής της συνεργασίας μου εμφανίστηκα σε πολλά φεστιβάλ τόσο της Συρίας όσο και του εξωτερικού». Μιλώντας για την πατρίδα του, ο σύρος μουσικός θυμάται ότι οι συμπατριώτες του γνώρισαν την ελληνική μουσική στη δεκαετία του ’70 μέσω του Ντέμη Ρούσσου. «Είχε δώσει μια συναυλία στο Χαλέπι και απ’ όσο μπορώ να γνωρίζω είχε μεγάλη επιτυχία. Αν και αργότερα κατάλαβα ότι η συγκεκριμένη μουσική δεν αντικατοπτρίζει στο σύνολό της την ελληνική».


Κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του άλμπουμ «Μάουζερ τάραπ» ο σύρος μουσικός συνεργάστηκε με τους συμπατριώτες του Λουά Τεναρί (βιολί), Μοχάμετ Σίχαν (κανονάκι και νέι), τον Αιγύπτιο Μοχάμετ Αράφα (κρουστά), την Τουθ Χιλ (κρουστά), τον Χρήστο Τσαπράζη (κοντραμπάσο), τον Βαγγέλη Μαστίγιο (κλασική κιθάρα) και τον Σταύρο Παζαρέντση (κλαρίνο). Κυρίαρχο όργανο σε όλα τα μουσικά θέματα είναι το ούτι του ίδιου του συνθέτη. «Ως συνθέτης με ενδιαφέρει περισσότερο η μουσική και λιγότερο το τραγούδι, χωρίς να σημαίνει ότι αδιαφορώ για την ερμηνεία. Αλλωστε πιστεύω ότι και η φωνή είναι ένα κατά συνθήκη μουσικό όργανο. Γι’ αυτό στο CD επέλεξα να ερμηνεύσω δύο τραγούδια. Το ένα από αυτά δεν είναι ουσιαστικά τραγούδι, αλλά ένα φωνητικό ιδίωμα της πατρίδας μου το οποίο συνοδεύει τα τραγούδια. Το δεύτερο είναι ένα τυπικό ερωτικό αραβικό τραγούδι, το οποίο ερμηνεύω στα συριακά». Εκτός όμως από αυτά τα δύο τραγούδια ο Ζιαντ Ραζάμπ περιλαμβάνει στον δίσκο του και δύο τραγούδια στα ελληνικά. «Η Μόρφω Τσαϊρέλη ερμηνεύει δύο κομμάτια σε ελληνικό στίχο της Λίλυς Βαρίνου και του Κώστα Τηλαβερίδη» καταλήγει ο σύρος συνθέτης.


Παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στην Ελλάδα, εν τούτοις δεν ξεχνά την πατρίδα του. «Πολύ συχνά πηγαίνω στο Χαλέπι, όπου μαζί με τους φίλους μου παίζουμε ούτι και τραγουδάμε. Η Συρία έχει την ίδια αγάπη για τη μουσική με την Ελλάδα. Εχουμε και εμείς πανηγύρια και αντίστοιχες εκδηλώσεις όπου ο απλός κόσμος ακούει μουσική, τραγουδά και χορεύει».