Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, παρά τους πιθανούς μετασχηματισμούς τους και τη μεταβατική περίοδο που βιώνουν, πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν και να λειτουργούν καθώς πέρα από τις θετικές μικροοικονομικές και μακροοικονομικές επιδράσεις τους αποτελούν οργανωμένες αγορές, αποτελεσματικά εποπτευόμενες, όπου κατ’ εξοχήν προφυλάσσονται τα συμφέροντα των επενδυτών. Οι ανταγωνιστικές προκλήσεις όμως ωθούν τα χρηματιστήρια σε μια απάντηση, που συνδέεται με την ανάληψη στρατηγικής ανάπτυξης από αυτά, η οποία θα τους διασφαλίσει την απαιτούμενη ρευστότητα για να τα προτιμούν τελικά οι επενδυτές. Η απάντηση λοιπόν στα πιο πάνω για τα χρηματιστήρια της ΕΕ φαίνεται να είναι η αναπτυξιακή τους κίνηση προς τα εμπρός καθώς και η κίνηση προς συνεργασίες-συμμαχίες μεταξύ τους, έτσι ώστε να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα, τη ρευστότητα και την ανάπτυξή τους. Οι ενδείξεις είναι ότι η διαπραγμάτευση των υποκειμένων προϊόντων της δευτερογενούς αγοράς θα γίνεται σε όλο το εύρος της ΕΕ, ενώ η δομή της αγοράς φαίνεται να αναπτύσσεται γύρω από μια κεντρική ευρωαγορά κορυφαίων (blue chip) μετοχών που διαπραγματεύονται σε όλο το εύρος της αγοράς, με μια δεύτερη αγορά που θα προκύψει από τη συνεργασία μεταξύ εθνικών χρηματιστηρίων που πιθανόν να οδηγήσει σε μια πανευρωπαϊκή αγορά για μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις. Για τα παράγωγα προϊόντα και ιδιαίτερα για τα ΣΜΕ και τα δικαιώματα, σε ό,τι αφορά τα επιτοκιακά παράγωγα, σύντομα αναμένεται να επικρατήσουν τα ενιαία προϊόντα με βάση το ευρώ. Σχετικά με τα μετοχικά παράγωγα, οι πανευρωπαϊκοί δείκτες εγκαθιδρύονται ως υποκείμενα, και έτσι μεταφέρουν τουλάχιστον μέρος της ζήτησης και σε άλλα, πέρα από το εθνικό, χρηματιστήρια, όπως άλλωστε δημιουργούν νέα ζήτηση ενώ γενικά μειώνεται η εθνική διαφοροποίηση.


Τα χρηματιστήρια στην ενιαία πλέον ευρωπαϊκή αγορά φαίνεται να οδηγούνται στην ένταξή τους σε συμμαχίες. Αυτή είναι μια επιλογή που πρέπει να αποφασίσουν, αφού πρωτίστως αποφύγουν τον κίνδυνο μη εισόδου τους σε μια συμμαχία. Η επίτευξη όμως μιας συνεργασίας-συμμαχίας δεν είναι μάλλον μια εύκολη υπόθεση, πέρα από το θέμα της επιλογής της συγκεκριμένης συμμαχίας, κυρίως γιατί πρέπει να είναι μια επωφελής, να προσθέτει αξία, κίνηση για την κάθε εθνική χρηματιστηριακή αγορά. Τα οφέλη της συνδέονται με την ανταγωνιστικότητα και τα ως τώρα επιτεύγματα της εθνικής χρηματιστηριακής αγοράς που θα προσδιορίσουν τη διαπραγματευτική της δύναμη στη διάρκεια των συζητήσεων, ενώ πριν την έναρξη των τελευταίων χρειάζεται αρκετή εργασία υπόβαθρου για να προσδιοριστεί το επιθυμητό σχήμα, αλλά και τα αναμενόμενα οφέλη και το κόστος/ζημίες. Επίσης είναι χρήσιμο να προσδιορίζονται, να καθίστανται γνωστές, οι αναγκαίες προσαρμογές σε όλη την εθνική χρηματιστηριακή αγορά και οι ενέργειες στο επίπεδο της επιτροπής κεφαλαιαγοράς του κάθε χρηματιστηρίου, των χρηματιστηριακών εταιρειών και γενικά όλων των συντελεστών της αγοράς.


Με τη σειρά της η ικανή διαπραγματευτική δύναμη συνδυάζεται, πρώτον, με έγκαιρες κινήσεις σε εθνικό επίπεδο, με την αποτελεσματική λειτουργία της κάθε εθνικής αγοράς, σε θεσμικό πλαίσιο, οργάνωση, συναλλαγές και εκκαθάριση, με τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και την ανάπτυξη δικτύων πρόσβασης μελών στο Χρηματιστήριο από κάθε μέρος του κόσμου, και με την προώθηση, διεθνώς, της τοπικής χρηματιστηριακής αγοράς ώστε να υπάρχει επαρκής ρευστότητα και επαρκές μέγεθος σε αυτή. Επίσης συνδυάζεται με πλήρως οργανωμένες, σε στελέχωση και συστήματα, χρηματιστηριακές εταιρείες-μέλη, ικανές να εξυπηρετούν και να παρέχουν πλήρεις υπηρεσίες στην υποκείμενη αγορά και στην αγορά των παραγώγων, ώστε να διακρατούν τους τελικούς επενδυτές στην αγορά τους. Οι εταιρείες αυτές όσο εντείνεται ο ανταγωνισμός δεν φαίνεται να έχουν εναλλακτική λύση για τη βιώσιμη λειτουργία τους παρά την αναπτυξιακή τους κίνηση προς τα εμπρός. Δεύτερον, η κάθε εθνική χρηματιστηριακή αγορά είναι χρήσιμο να εξασφαλίσει έγκαιρα συνεργασίες με άλλα χρηματιστήρια και αγορές στο δικό της περιφερειακό επίπεδο, ώστε να καταστεί ισχυρότερη στις αναπόφευκτες συμμαχίες μέσα στην ΕΕ.


* Απόσπασμα από πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη του συγγραφέα.