ΟΙ ΣΒΑΣΤΙΚΕΣ στα ιταλικά γήπεδα έγιναν πιο πολλές από τα ταμπούρλα. Οι μαύροι ποδοσφαιριστές στην Αγγλία διαμαρτύρονται ότι, όπου και αν πάνε, περνάνε δραματικές στιγμές από τους οπαδούς αλλά και τους αντιπάλους τους μέσα στο γήπεδο! Οι αρχές, ανήσυχες, ψάχνουν μια λύση και απειλούν να κλείσουν τα γήπεδα αν δεν σταματήσουν τα ρατσιστικά φαινόμενα. Ο (αθλητικός) κόσμος βρέθηκε τις τελευταίες εβδομάδες μπροστά σε κάτι που νόμιζε ότι είχε θάψει βαθιά μέσα του πριν από δεκαετίες. Προφανώς έκανε λάθος…


Ως φυσιολογικό υποσύνολο της κοινωνίας, ο χώρος του αθλητισμού επηρεαζόταν και αυτός από το ρατσιστικό κλίμα της εποχής. Στις αρχές του αιώνα η διάσημη αφαίρεση των ολυμπιακών μεταλλίων του αμερικανού υπεραθλητή Τζιμ Θορπ είχε να κάνει λιγότερο με το ότι είχε πάρει αμοιβή σε κάποια στιγμή της ζωής του και περισσότερο με το ότι ήταν βέρος Ινδιάνος. Ως το 1947 ούτε ένας μαύρος δεν είχε παίξει στο αμερικανικό πρωτάθλημα μπέιζμπολ και υπήρχαν τα πρωταθλήματα για τους μαύρους, τα περίφημα «negro leagues» ­ τον αποκλεισμό έσπασε ο Τζάκι Ρόμπινσον, που πήγε εκείνη τη χρονιά στους Μπρούκλιν Ντότζερς. Ακόμη και η διάσημη φωτογραφία των νικητών των 400 μ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού το 1968, οι οποίοι σήκωσαν τα χέρια τους κάνοντας το σήμα των επονομαζομένων «Μαύρων Πανθήρων», απεικόνιζε την εξτρεμιστική ατμόσφαιρα της εποχής στα θέματα ρατσισμού. Λίγες ημέρες όμως πριν από το 2000, με τα σπορ να είναι πια υποθέσεις δισεκατομμυρίων, τους πρωταγωνιστές τους να μετρούν μεροκάματα εκατομμυρίων, με τους πιο πλούσιους αθλητές να είναι μαύροι (Τάιγκερ Γουντς, Μάικλ Τζόρνταν κ.ά.) και με τα εισιτήρια πανάκριβα, θα πίστευε κανείς ότι τέτοια φαινόμενα θα έχουν ατονήσει. Πάλι λάθος…



Την περασμένη Δευτέρα η ιταλίδα υπουργός Αθλητισμού κυρία Τζιοβάνα Μελάντρι συναντήθηκε με τους εκπροσώπους της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, της λίγκας και της Ιταλικής Ολυμπιακής Επιτροπής με σκοπό να συζητηθεί ένα κοινό πλάνο δράσης με χρονικό ορίζοντα δύο το πολύ μηνών για να περιοριστούν τα φαινόμενα ρατσισμού και ναζισμού στα γήπεδα του υπέρλαμπρου Καμπιονάτο. Τον τελευταίο καιρό αυτή η λάμψη του πιο ακριβού πρωταθλήματος του κόσμου έγινε απόκοσμη.


Πριν από δύο εβδομάδες στο κλασικό ντέρμπι της ιταλικής πρωτεύουσας ανάμεσα στη Ρόμα και στη Λάτσιο οι αστυνομικές αρχές της Ρώμης κατέσχεσαν 69 λάβαρα με σβάστικες και συνθήματα κατά παικτών. Παρά τους αφορισμούς του προέδρου της Λάτσιο κ. Σέρτζιο Κρανιότι, ο οποίος σχολιάζοντας στην αρχή του πρωταθλήματος τις πολλές σβάστικες είχε πει ότι «θα πρέπει αυτά τα παιδιά να σοβαρευτούν, το γήπεδό μας είναι για φιλάθλους», τα νεοναζιστικά σύμβολα εξαπλώνονταν και πέραν της «Curba Nord», του βορείου πετάλου του σταδίου «Ολύμπικο» της Ρώμης, η οποία είναι αναγνωρισμένο πεδίο δράσης ακροδεξιών. Επιπλέον άρχισαν και στα υπόλοιπα στάδια οι αποδοκιμασίες προς τους μαύρους ποδοσφαιριστές.


* Βόμβες και αποδοκιμασίες


Δεν ήταν η πρώτη φορά ­ και παλαιότερα οι τοίχοι της Ρώμης είχαν γεμίσει με το σύνθημα «Φύγε μαύρε, Εβραίε» και «Βίντερ, ράους», τα οποία αφορούσαν τον Μολούκο Ααρον Βίντερ της Λάτσιο, τον οποίο οι οπαδοί της είχαν εσφαλμένα θεωρήσει και Εβραίο εξαιτίας του ονόματός του. Παλαιότερα η Ουντινέζε είχε μάταια προσπαθήσει να αγοράσει δύο εβραίους ποδοσφαιριστές, αλλά δεν την άφησαν οι οπαδοί της. Εφέτος όμως τα πράγματα οξύνθηκαν και το ποδόσφαιρο ως σύστημα είναι πια πολύ «πολιτικά ορθό» για να θεωρήσει τέτοια φαινόμενα απλώς γραφικά.



Το ντέρμπι της Ρώμης πριν από δύο Κυριακές και τα πάθη που φέρνει μια τέτοια αναμέτρηση συμπολιτών αποδείχθηκαν η αρχή του φαινομένου του ντόμινο. Ακολούθησαν δύο βομβιστικές επιθέσεις στο κέντρο της Ρώμης, μία στο Μουσείο της Απελευθέρωσης, στο κτίριο που την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε στεγάσει τα γραφεία της Γκεστάπο, και μία έξω από έναν κινηματογράφο στον οποίο προβαλλόταν ένα ντοκυμαντέρ για τις διώξεις που υπέστησαν οι Εβραίοι από τον ναζισμό. Η ανησυχία των αρχών ­ ύστερα και από τις υποψίες της Αστυνομίας ότι οι δράστες συνδέονται με τους οργανωμένους οπαδούς ­ επιβεβαιώθηκε στο βραδινό παιχνίδι της περασμένης Κυριακής ανάμεσα στη Λάτσιο και στη Γιουβέντους. Η ιταλική ομοσπονδία είχε ήδη αποφασίσει να ζητήσει από τις γηπεδούχους ομάδες να αποστείλουν μέσω των μεγαφώνων τους αντιρατσιστικά μηνύματα προς το κοινό. Στα άλλα παιχνίδια της αγωνιστικής, που είχαν γίνει απόγευμα, τα μηνύματα είχαν συνοδευτεί είτε από τεχνικά προβλήματα είτε από τις σφοδρότατες αποδοκιμασίες των οπαδών!


Στο «Ολύμπικο» το δύσκολο έργο ανέλαβαν οι παίκτες. Κατ’ αρχάς βγήκαν στο γήπεδο φορώντας λευκές φανέλες στις οποίες αναγραφόταν το σύνθημα «ΟΧΙ αντισημιτισμός, βία, ρατσισμός». Επειτα πήραν το μικρόφωνο οι αρχηγοί των ομάδων. Ο Αλεσάντρο Νέστα της Λάτσιο και ο Αντόνιο Κόντε της Γιουβέντους είπαν περίπου ό,τι ανέφερε η μπλούζα τους. Ακολούθησε νεκρική σιγή. Και όταν λίγες στιγμές αργότερα μπήκε στο γήπεδο ο μαύρος μέσος της Γιουβέντους Εντγκαρ Ντάβιντς, 70.000 άτομα άρχισαν να τον αποδοκιμάζουν! Στο τέλος του αγώνα ακροδεξιοί οπαδοί της Λάτσιο έφραξαν την έξοδο της Αίθουσας Τύπου φωνάζοντας ότι «είμαστε σκληροί και υπερήφανοι».


Ακολούθησαν ανακοινώσεις των ομάδων οι οποίες διεπίστωσαν το αυτονόητο: ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα. Η υπουργός Αθλητισμού κυρία Μελάντρι απείλησε ότι, αν μετά τους δύο μήνες κατά τους οποίους θα εφαρμοστούν τα όποια αντιρατσιστικά και αντισημιτικά προγράμματα δεν υπάρξει βελτίωση της κατάστασης, «τότε ο κόσμος του αθλητισμού θα παίξει με κλειστές τις πόρτες»! Το αν αυτό είναι εφικτό δεν είναι το ζητούμενο. Το θέμα είναι ότι πλέον οι αθλητικές αρχές σε μια προηγμένη χώρα αναγνωρίζουν ως βασικό πρόβλημα τον ρατσισμό και τον αντισημιτισμό.


Συμβαίνουν και εις τα καλύτερα των πρωταθλημάτων



Η Ιταλία δεν είναι η μοναδική χώρα που αντιμετωπίζει τέτοια φαινόμενα, απλώς ίσως τα αντιμετωπίζει πολύ εντονότερα επειδή τα πολιτικά πνεύματα και η αντιπαλότητα μεταξύ ακροδεξιών και κομμουνιστών είναι πολύ πιο οξυμένα. Παλαιότερα στη Γερμανία ο βραζιλιάνος πρώην άσος (τρόπος του λέγειν) του Παναθηναϊκού Χούλιο Σέζαρ είχε δημιουργήσει σάλο αποκαλύπτοντας ότι δεν τον είχαν αφήσει να μπει σε ντισκοτέκ του Ντόρντμουντ λέγοντάς του «μαύρε, φύγε».


Στην Αγγλία η ποδοσφαιρική ομοσπονδία λανσάρισε εφέτος την εκστρατεία «Διώξτε τον ρατσισμό έξω από τα γήπεδα». Ακόμη όμως στην Εθνική ομάδα δύσκολα παίζει μαύρος ­ ο παραγκωνισμός του Αντι Κόουλ και η εύνοια προς τον Αλαν Σίρερ έχουν και παραμέτρους χρώματος. Πρόσφατα ο Τζον Μπαρνς, νυν προπονητής της Σέλτικ και παλαιός άσος της Λίβερπουλ, αποκάλυψε στην αυτοβιογραφία του ότι στα πρώτα του παιχνίδια στους «κόκκινους» οι οπαδοί τού πετούσαν μπανάνες. Την περασμένη Κυριακή ο μαύρος μεσοαμυντικός της Αρσεναλ Πατρίκ Βιεϊρά δικαιολόγησε τις πολλές κίτρινες κάρτες που παίρνει (38, ζωή να ‘χει) με τη ρατσιστική αντιμετώπιση από τους αντιπάλους του και τους οπαδούς. «Είμαι αντικείμενο ρατσιστικής κακοποίησης» δήλωσε. «Τη δέχομαι συνέχεια και με κάθε τρόπο. Δεν είμαι ο μόνος που το παθαίνω. Ολοι οι μαύροι αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα στις δουλειές τους. Ηλίθιοι υπάρχουν παντού». Στις αρχές του Σεπτεμβρίου, ύστερα από ένα παιχνίδι με τη Γουέστ Χαμ, ο αμυντικός Νιλ Ράντοκ είχε πει μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες ότι «ήμουν αρκετά κοντά για να μυρίσω τη βρώμα από το στόμα του Βιεϊρά». Η αγγλική ομοσπονδία δεν τον τιμώρησε. Οι οπαδοί ίσως να ήθελαν να τιμωρήσουν τον Βιεϊρά.


Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν τόσα ρατσιστικά φαινόμενα στα γήπεδα. Ισως γιατί δεν υπάρχουν και πολλοί που να πηγαίνουν στο γήπεδο…