Για μένα, τα χειρότερα νέα της χρονιάς είναι η πρόσφατη άρνηση του αμερικανικού Κογκρέσου να επικυρώσει τη διεθνή συμφωνία για την κατάπαυση των πυρηνικών δοκιμών. Και το πιο ελπιδοφόρο νέο είναι η επίσης πρόσφατη απονομή του βραβείου Νομπέλ Ειρήνης στη διεθνή, εθελοντική οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Βέβαια στη χώρα μας αυτό το πολύ σημαντικό γεγονός έχασε την αξία του από τη στιγμή που μαθεύτηκε πως η διεθνής οργάνωση αποφάσισε να αποπέμψει το ελληνικό τμήμα.


Ως γνωστόν, η διαμάχη δημιουργήθηκε επειδή ο Μιλόσεβιτς δεν επέτρεψε στην οργάνωση στο σύνολό της να προσφέρει τις υπηρεσίες της στο Κόσοβο και στη Σερβία ­ κάνοντας μια εξαίρεση για το ελληνικό τμήμα. Δεν θα ασχοληθώ εδώ με το ποιος έχει δίκιο στην ατυχή αυτή ιστορία (για μένα, το πιο κατατοπιστικό και λιγότερο ιδεολογικά φορτισμένο άρθρο στο θέμα είναι αυτό του Ριχάρδου Σωμερίτη στο «Βήμα» της 25.10.1999). Το μόνο που θέλω να τονίσω είναι πως οι διάφορες κατηγορίες στα ελληνικά ΜΜΕ που παρουσιάζουν τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και την επιτροπή που τους βράβευσε σαν όργανα του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών δείχνουν λιγότερο το ποιόν αυτών των οργανώσεων και περισσότερο τον άκρως παρανοϊκό χαρακτήρα του ελληνικού εθνικισμού ­ ενός εθνικισμού ο οποίος βλέπει παντού «δακτύλους» και συνωμοσίες εναντίον ενός περιούσιου λαού που έχει πάντα δίκιο και που, επί μονίμου βάσεως, εξαπατάται από τους ισχυρούς της υφηλίου (πάνω στον παρανοϊκό χαρακτήρα του ελληνικού εθνικισμού βλ. άρθρο μου στο «Βήμα της Κυριακής», 13.6.1999).


Μετά από αυτή την απαραίτητη παρένθεση ας δούμε τώρα γιατί η απονομή του βραβείου Νομπέλ στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα αποτελεί, σε παγκόσμιο επίπεδο, μια πολύ σημαντική εξέλιξη.


Πράγματι αυτή η εξέλιξη δείχνει πως η ραγδαία ανάδυση ενός «παγκόσμιου χωριού» έχει και τις καλές πλευρές της. Οι άνθρωποι έρχονται πιο κοντά ο ένας στον άλλον όχι μόνο στον οικονομικό χώρο της αγοράς και του καταναλωτισμού, όχι μόνο στον πολιτικό χώρο του γεωστρατηγικού ανταγωνισμού, αλλά και στον κοινωνικό χώρο της αλληλεγγύης και του ανθρωπισμού. Βλέπουμε σταδιακά τη συγκρότηση μιας παγκόσμιας κοινής γνώμης που επικροτεί και υποστηρίζει ενεργά μια οργάνωση, τα μέλη της οποίας, αψηφώντας τους κινδύνους του πολέμου και ξεπερνώντας τους διάφορους εθνικιστικούς και θρησκευτικούς φονταμενταλισμούς, δίνουν γενναιόδωρα τη βοήθειά τους σε όποιον την έχει ανάγκη ­ ανεξαρτήτως χρώματος, εθνικότητας και θρησκείας.


Η εκπληκτική ανάπτυξη αυτού του είδους των εθελοντικών οργανώσεων την τελευταία δεκαετία και η αναγνώρισή τους από την πεφωτισμένη παγκόσμια κοινή γνώμη δείχνουν ότι γίνεται όλο και περισσότερο κοινή συνείδηση πως στο υπό διαμόρφωση παγκόσμιο χωριό δεν είναι πια δυνατόν να αγνοούμε τη δυστυχία και την πείνα του άλλου ­ όσο γεωγραφικά απομακρυσμένος κι αν είναι αυτός ο «άλλος». Μέσω της ηλεκτρονικής επανάστασης, ο «άλλος» (με τον οποίο ασχολείται αποκλειστικά η ηθική φιλοσοφία του Λεβινάς) είναι πλέον κυριολεκτικά απέναντί μας, μας κοιτάζει κατάματα, μας χτυπάει την πόρτα. Γίνεται επίσης κοινή συνείδηση ότι για την επίλυση μιας σειράς προβλημάτων (από την παγκόσμια πείνα ως τη βάρβαρη καταστροφή του περιβάλλοντος) δεν μπορούμε να βασιστούμε ούτε στους μηχανισμούς της παγκόσμιας αγοράς ούτε στις διάφορες πολιτικές των κρατών-εθνών. Αντίθετα, με τη θεωρία του «αόρατου χεριού» του Ανταμ Σμιθ, στον παγκόσμιο οικονομικό χώρο η ραγδαία απελευθέρωση των αγορών, επειδή δεν συνοδεύεται από τις κατάλληλες ρυθμίσεις, έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο: από τη μια πλευρά, έχει οδηγήσει στην εκπληκτική αύξηση της παραγωγικότητας και του υλικού πλούτου· από την άλλη, αυτός ο πλούτος κατανέμεται κατά τρόπο που οδηγεί στη μαζική εξαθλίωση μιας μεγάλης μερίδας της ανθρωπότητας και στην καταστροφή του περιβάλλοντος.


Οσο για τις κρατικές στρατηγικές, όπως φαίνεται ξεκάθαρα από την πρόσφατη απόφαση του αμερικανικού Κογκρέσου στην οποία θα αναφερθώ πιο κάτω, αυτές βασίζονται ακόμη στην απαρχαιωμένη λογική της real politik και της raison d’ etat. Σε λογικές δηλαδή που βάζουν συστηματικά τους στενά εθνικιστικούς στόχους και οράματα πάνω από τα καθολικά, κοινά συμφέροντα της ανθρωπότητας.


Μέσα σ’ αυτό το θλιβερό παγκόσμιο πλαίσιο, προβάλλουν δειλά αλλά σταθερά μια σειρά παγκόσμιας εμβέλειας εθελοντικές οργανώσεις, όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, η Greenpeace, η Διεθνής Αμνηστία (Νομπέλ Ειρήνης το 1977) κ.ά., που προσπαθούν να ξεπεράσουν τη Σκύλλα του τυφλού/πρωτόγονου εθνικισμού και τη Χάρυβδη του νεοφιλελεύθερου στρουθοκαμηλισμού. Προσπαθούν να χαράξουν έναν νέο δρόμο για την επίλυση των βασικών προβλημάτων που αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει το παγκόσμιο χωριό. Αυτός ο δρόμος έχει να κάνει με την ανάπτυξη ενός «ενδιάμεσου χώρου» μεταξύ κράτους και αγοράς, ενός χώρου που στο τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο περιλαμβάνει οργανώσεις μη λειτουργούσες με βάση το κέρδος ούτε με βάση την κρατικοκομματική λογική του σοβινισμού και της εθνικιστικής μισαλλοδοξίας.


Αυτές οι οργανώσεις πρέπει να υποστηριχθούν όχι μόνο από τους απλούς πολίτες του παγκόσμιου χωριού, αλλά και από καλής θελήσεως πολιτικούς και επιχειρηματίες. Δηλαδή από πολιτικούς και επιχειρηματίες που αντιλαμβάνονται την ανάγκη περιορισμού της κερδοσκοπικής ή εξουσιαστικής λογικής πάνω στην οποία λειτουργούν. Την ανάγκη δηλαδή παραχώρησης ενός μεγάλου μέρους των εξουσιών/πόρων που ελέγχουν σε οργανισμούς που λειτουργούν με βάση τη λογική του εθελοντισμού, δηλαδή τη λογική της κοινωνίας των πολιτών.


Περνώ τώρα στα άσχημα νέα ­ νέα τα οποία δεν προβλήθηκαν αρκετά στον χώρο των ΜΜΕ. Στις 14 Οκτωβρίου η αμερικανική Γερουσία αρνήθηκε να επικυρώσει (με 51 ψήφους κατά και 48 υπέρ) τη διεθνή συμφωνία για την απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών. Και αυτό παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις του προέδρου Κλίντον ότι η αμερικανική υπεροπλία και η «πρόοδος» στον χώρο των ατομικών όπλων μπορούν να συνεχισθούν χωρίς τη διεξαγωγή πυρηνικών δοκιμών. (Οι τελευταίες μπορούν να αντικατασταθούν από πειράματα στον «εικονικό» χώρο των κομπιούτερ.)


Αυτό σημαίνει ότι όχι μόνο χώρες όπως η Ινδία και το Πακιστάν, αλλά και μια σειρά άλλες χώρες που έχουν τη δυνατότητα και την πολιτική βούληση να αναπτύξουν ατομικά όπλα (Ιράν, Ιράκ, Αίγυπτος, Ισραήλ κ.ά.) θα ξαναμπούν στη λογική της κούρσας των ατομικών εξοπλισμών. Και αυτό βέβαια ισχύει ακόμη πιο πολύ για μεγάλες δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία, που τώρα πια ενδέχεται να ξαναρχίσουν υπόγειες πυρηνικές δοκιμές. Και αυτές οι τρομακτικές εξελίξεις εμφανίζονται ξανά σε μια περίοδο όπου μια σειρά «ατυχήματα» σε εργοστάσια ατομικής ενέργειας (στη Ν. Κορέα, στην Ιαπωνία, στη Ρωσία κ.α.) δείχνουν ότι η ανθρωπότητα κινδυνεύει από την πιθανότητα πολλαπλασιασμού συμβάντων τύπου Τσερνόμπιλ.


Πώς μπορεί να εξηγήσει κανείς αυτή την άκρως ανεύθυνη συμπεριφορά του Κογκρέσου; Πώς είναι δυνατόν 51 γερουσιαστές, άνθρωποι με πολιτική πείρα, σχετική ευφυΐα και μόρφωση, να δημιουργούν εμπόδια στην ολική κατάπαυση των πυρηνικών δοκιμών ­ σε μια περίοδο μάλιστα όπου οι ΗΠΑ δεν έχουν να αντιμετωπίσουν κανέναν σοβαρό αντίπαλο στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα;


Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι πίσω από τους 51 γερουσιαστές υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα που ενδιαφέρονται λιγότερο για την ειρήνη του κόσμου και περισσότερο για τη συσσώρευση κερδών. Αυτού του είδους η μαρξίζουσα εξήγηση δεν ικανοποιεί ­ αν όχι για κανέναν άλλο λόγο, γιατί η ιδέα ότι ολόκληρη η αμυντική και εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βρίσκεται στα χέρια ενός μικρού αριθμού καπιταλιστών είναι χονδροειδώς αναγωγιστική και παραπλανητική.


Μια πιο ικανοποιητική εξήγηση έχει να κάνει λιγότερο με τα σατανικά σχέδια του πολυεθνικού/αμερικανικού κεφαλαίου και περισσότερο με έναν θανατηφόρο συνδυασμό κομματισμού και σοβινιστικού υπερπατριωτισμού. Οι 51 ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές, με την αρνητική ψήφο τους, έδωσαν ένα γερό χτύπημα στον κύριο πολιτικό τους αντίπαλο ­ τον δημοκράτη πρόεδρο. Συγχρόνως, σαν καλοί και αγέρωχοι πατριώτες, έδωσαν το μήνυμα πως η εθνική κυριαρχία των ΗΠΑ δεν είναι δυνατόν να περιορισθεί από διεθνείς συμφωνίες, όπως αυτή της ολικής κατάπαυσης πυρηνικών δοκιμών.


Δυστυχώς σε τέτοιου είδους παρανοϊκές και συγχρόνως κρετινιστικές συμπεριφορές οδηγεί, στην ύστερη νεωτερικότητα, ο σοβινιστικός υπερπατριωτισμός, το δόγμα της απόλυτης εθνικής κυριαρχίας και ο εθνικιστικός μεσσιανισμός.


Ας ελπίσουμε ότι στο κατώφλι του 21ου αιώνα το παγκόσμιο χωριό θα βασίζεται λιγότερο στη νοοτροπία των ρεπουμπλικανών γερουσιαστών και περισσότερο σ’ αυτή των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ­ λιγότερο δηλαδή στον ανεγκέφαλο εθνικιστικό επαρχιωτισμό και περισσότερο σε έναν κοσμοπολίτικο ανθρωπισμό.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.