Υποσμηναγός Μανώλης Καμπαναράκης, ετών 24. Πτητική εμπειρία σχεδόν ασήμαντη, μόλις 120 ώρες πτήσης στο ενεργητικό του. Μη σας παρασύρει το επίθετο. Ο υποσμηναγός δεν κατάγεται από την Κρήτη αλλά από την Κρεμαστή Ρόδου, όπου σκοπεύει να πάει σήμερα να ανάψει ένα κεράκι στην εκεί εκκλησία της Παναγίας για τη διάσωσή του. Το αεροσκάφος του ένα Μιράζ F-1 έπιασε φωτιά κοντά στο νησάκι Ψαθούρα, την ώρα όπου επιχειρούσε να αναχαιτίσει ένα F-16, σε μια από τις καθημερινές ασκήσεις εμπλοκής που κάνουν στο Αιγαίο οι χειριστές της Πολεμικής Αεροπορίας. Την ώρα εκείνη πετούσε στα 15.000 πόδια με ταχύτητα 420 μίλια την ώρα και εγκατέλειψε το αεροσκάφος, χρησιμοποιώντας με επιτυχία το αλεξίπτωτό του.


«Με φυλακτά, με προσευχές και με κεράκια, δεν σώζεις τη ζωή σου στα 15.000 πόδια και με φωτιά στον κινητήρα. Τη σώζεις, μόνο αν είσαι καλά εκπαιδευμένος και ψύχραιμος» έλεγε στους χειριστές του ελικοπτέρου που τον περισυνέλεξαν λίγα μόλις λεπτά μετά την πτώση του με το αλεξίπτωτο στη θάλασσα. Οι χειριστές του ελικοπτέρου ήταν αυτοί που του είπαν να ανάψει ένα κεράκι στην Παναγία, γιατί και αυτοί, όπως και ο αρχηγός της Αεροπορίας αντιπτέραρχος κ. Λυνζτεράκος εντυπωσιάστηκαν από την ψυχραιμία του, από την πιστή εκτέλεση των οδηγιών για εγκατάλειψη αεροσκάφους και κυρίως επειδή κατάφερε να συντονίσει ο ίδιος την επιχείρηση διάσωσής του. Το μόνο λάθος που έκανε είναι ότι άργησε να εγκαταλείψει το Μιράζ, το οποίο είχε περίπου την ίδια ηλικία με αυτόν. Το εγκατέλειψε μόνο όταν τα πηδάλια του δεν υπάκουαν, τα φωτάκια στο εσωτερικό του άναψαν όλα «σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο» και το γέρικο Μιράζ άρχισε να κατευθύνεται σαν βολίδα προς τη θάλασσα: «Επρεπε να τιμωρηθείς γι’ αυτό. Σου είπα να εγκαταλείψεις πιο γρήγορα το αεροπλάνο» του έκανε «παρατήρηση» ο αρχηγός ΓΕΑ όταν τον επισκέφθηκε στο ΓΝΑ.


«Το κόκπιτ είναι γλυκό, πολύ γλυκό, δεν το εγκαταλείπεις εύκολα. Και εσείς έχετε δοκιμάσει αυτή τη γλύκα» απάντησε στον αρχηγό του ο νεαρός υποσμηναγός. Αυτή ακριβώς η «γλυκύτητα του κόκπιτ» στοίχισε όμως τη ζωή σε πολλούς πιλότους οι οποίοι, αν και μπορούσαν να σωθούν εγκαταλείποντας έγκαιρα το αεροσκάφος τους, κάτι παράξενο τους τράβηξε και δεν το έκαναν.


«Γαμώτο, άναψε το λαμπάκι, πήρα φωτιά, γιατί γαμώτο;». Ηταν η στιγμή όπου η άσκηση αναχαίτισης ολοκληρωνόταν και ο υποσμηναγός πήρε εντολή να επιστρέψει στη βάση του στη Σούδα. Το φωτάκι το πρόσεξε αμέσως ότι άναψε, αλλά ο ίδιος αμφέβαλε για την αξιοπιστία της ένδειξης. Μπορεί να ήταν και βραχυκύκλωμα ­ συμβαίνει αυτό σε αυτά τα γερασμένα αεροσκάφη ­ σκέφτηκε στην αρχή. Δυστυχώς όμως δεν ήταν βραχυκύκλωμα, η ένδειξη για ανάφλεξη του κινητήρα ήταν πραγματική.


­ Ο κινητήρας έπιασε φωτιά. Ειδοποίησε αμέσως από τον ασύρματο τον αρχηγό του σμήνους, αντισμήναρχο Αρ. Κορέα, ο οποίος πετούσε με ένα άλλο Μιράζ δίπλα του.


Ο αντισμήναρχος αμέσως τον πλησίασε, του είπε να πάρει πορεία προς το αεροδρόμιο και άρχισε να του επαναλαμβάνει συνεχώς τις οδηγίες, τι να κάνει σε αυτή τη δύσκολη περίπτωση: «Ελάττωση στοιχείων και ο διακόπτης μεταφοράς καυσίμων off» του έλεγε, ενώ την ίδια ώρα προσπαθούσε να τον πλησιάσει ακόμη περισσότερο. «Ρε εσύ καίγεσαι!» του είπε, όταν είδε τις φλόγες να καλύπτουν τον κινητήρα του νεαρού πιλότου.


­ Eject, Eject, Eject. Εδωσε αμέσως εντολή στον υποσμηναγό. «Ακουσες; Τώρα Eject». Οι διαταγές σε αυτές τις περιπτώσεις δίνονται στα αγγλικά, γιατί είναι πιο σύντομες από ό,τι στα ελληνικά.


Δύο χειρολαβές έχει στο κόκπιτ ο χειριστής των μαχητικών, οι οποίες οδηγούν στην εκτίναξη του καθίσματός του από το αεροσκάφος, ακόμη και αν αυτό έχει μηδενική ταχύτητα. Η πρώτη βρίσκεται επάνω από το κεφάλι του και η δεύτερη ανάμεσα στα πόδια του. Με την ταχύτητα όμως και τα «G» που αναπτύσσονται με τέτοια επιτάχυνση για να κουνήσεις ακόμη και το χέρι σου πρέπει να καταβάλεις μεγάλη δύναμη. Ετσι προτίμησε τη χειρολαβή που βρισκόταν ανάμεσα στα πόδια του.


«Να, λοιπόν που συμβαίνει σε μένα, μόλις συμπλήρωσα 120 ώρες πτήσης. Γαμώτο, πρέπει να εγκαταλείψω, είπα, και τράβηξα με δύναμη τη χειρολαβή, την ώρα που τα φωτάκια στο κόκπτικ άναψαν όλα σαν να ήταν Χριστούγεννα. Ετοίμασα τον εαυτό μου. Δεν φοβήθηκα, κόλλησα πίσω το σώμα μου στο κάθισμα, όπως λένε οι κανονισμοί, για να μην τραυματιστώ με την εκτίναξη στη σπονδυλική στήλη. Η χειρολαβή λειτούργησε. Αμέσως ένιωσα μια τρομακτική ώθηση προς τα επάνω, ενώ ταυτόχρονα είδα τα δύο μικρά σφυριά που θρυμμάτιζαν την καλύπτρα. Εκτοξεύτηκα έξω με δύναμη. Περίπου 11 G. Τα άντεξα. Ευτυχώς δεν έχασα τις αισθήσεις μου. Ενιωθα τον παγωμένο αέρα να με γαργαλάει στο πρόσωπό στα σημεία που δεν τα κάλυπτε το κράνος. Είδα το αεροσκάφος μου να πέφτει. Το παρακολουθούσα συνεχώς ώσπου βυθίστηκε στη θάλασσα. Ενιωσα απαίσια. Προσπάθησα να οργανωθώ. Δεν ένιωθα κανέναν πόνο αλλά δεν ήξερα κιόλας αν είχα τραυματιστεί. Ολα έγιναν γρήγορα. Κούνησα πόδια και χέρια. Ευτυχώς δεν έπαθα τίποτε. Το κάθισμα με εγκατέλειψε και άνοιξε αυτομάτως το αλεξίπτωτο. Νέα ώθηση προς τα επάνω. Ακόμη πονάνε τα μπράτσα μου από το τράβηγμα του αλεξίπτωτου. Εκείνη την ώρα διαπίστωσα σε ποιο ύψος βρισκόμουν. Γνώριζα ότι δεν αποχωρίζομαι το κάθισμα αν δεν φτάσω τα 14.500 πόδια. Κοίταξα γύρω μου. Τα αεροσκάφη που μετείχαν στην άσκηση δεν είχαν φύγει, πετούσαν από επάνω μου, με παρακολουθούσαν προστατευτικά. Μεγάλη υπόθεση αυτή για την ψυχολογία μου. Από μακριά είδα το ένα πόδι της Χαλκιδικής και το νησάκι Ψαθούρα. Εκανα εννέα λεπτά να πέσω στη θάλασσα. Είχε κύμα. Απαλλάχθηκα αμέσως από το αλεξίπτωτο για να μη με παρασύρει και με πνίξει και άνοιξα αμέσως τη λαστιχένια βάρκα. Πέταξα το κράνος στη θάλασσα και πήρα τον ασύρματο της βάρκας. Προσπάθησα να επικοινωνήσω με τα συνεργεία διάσωσης. Τα ελικόπτερα έμαθα ότι είχαν ήδη απογειωθεί για να με σώσουν. Μίλησα με τον πιλότο του ελικοπτέρου και του είπα πού ακριβώς βρίσκομαι και ότι είμαι καλά. Δεν έριξα φωτοβολίδα. Εκανα οικονομία γιατί δεν ήξερα πόση ώρα χρειαζόταν για να με περισυλλέξουν. Είδα σε λίγο το ελικόπτερο, εγκατέλειψα τη βάρκα, έριξα μια καπνογόνο για να δείξω στον πιλότο την κατεύθυνση του αέρα και με σήκωσαν επάνω. Σώθηκα».


Ολα αυτά έγιναν μέσα σε λίγα λεπτά. Συγκεκριμένα, μέσα σε τρία λεπτά και 15 δευτερόλεπτα, που αποτελεί νέο ρεκόρ ΝΑΤΟ!