Ενα ξαφνικό δυνατό κούνημα, μια βοή και αμέσως μετά θόρυβος από γυαλιά που σπάζουν, τούβλα και ξύλα που πέφτουν και σωριάζονται με πάταγο, καθώς και κραυγές απελπισίας, φωνές που καλούν σε βοήθεια… Αν και μπορεί να ακούγεται σαν σκηνή από περιπέτεια, αυτή είναι η κατάσταση την οποία έζησαν πολλοί Αθηναίοι το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου 1999.


Οι φυσικές καταστροφές, όπως σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαϊές, εκτός από τις απώλειες σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό, έχουν και σημαντικές ψυχολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο και ιδιαίτερα στα παιδιά, από τη νηπιακή ως και την εφηβική ηλικία. Τα άμεσα θύματα του σεισμού, ανάμεσα στους επιζώντες, είναι πρώτα απ’ όλα τα παιδιά αυτά που εγκλωβίστηκαν κάτω από τα συντρίμμια, για να ανασυρθούν πολύ αργότερα από σωστικά συνεργεία επαγγελματιών ή εθελοντών.


Αυτά τα παιδιά έζησαν μια συγκλονιστική, ανατριχιαστική εμπειρία, μια κατάσταση που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί με λέξεις και που έχει εφιαλτικές διαστάσεις. Μαζί με την ανακούφιση που φέρνει η συνειδητοποίηση ότι είναι κάποιος ζωντανός, έρχεται και το τρομακτικό σοκ, η ανάμνηση της εφιαλτικής εμπειρίας, ο φόβος και τα έντονα συναισθήματα που παραλύουν το παιδί.


Μια άλλη ομάδα θυμάτων είναι αυτή που περιλαμβάνει παιδιά τα οποία ναι μεν επέζησαν, αλλά έχασαν συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα. Ο αβάστακτος πόνος της απώλειας, η θλίψη, η ­ άλλοτε βουβή και άλλοτε ειπωμένη, αλλά πάντα σπαρακτική ­ ερώτηση «γιατί η δική μου μάνα/πατέρας;» είναι τα πρώτα συναισθήματα που παρατηρούνται.


Τα παιδιά που είχαν μόνο υλικές καταστροφές στην οικογένειά τους αποτελούν μια άλλη κατηγορία θυμάτων του Εγκέλαδου. Και γι’ αυτά τα παιδιά, καθώς στέκονται και αντικρίζουν τα συντρίμμια του σπιτιού τους, είναι φοβερό το σοκ της συνειδητοποίησης ότι έχασαν το σπίτι τους, την περιουσία τους, τα πράγματα που έχουν γι’ αυτά αξία, όπως τα παιχνίδια τους.


Τέλος, μια κατηγορία περιλαμβάνει τα παιδιά αυτά που ναι μεν δεν έχασαν δικούς τους ανθρώπους, αλλά παρ’ όλα αυτά ταράχτηκαν από την εμπειρία του σεισμού, την καθαυτή δόνηση, όπως και από τον πανικό που έζησαν και είδαν γύρω τους. Με μία λέξη, τι κοινό έχουν μεταξύ τους όλα αυτά τα παιδιά; Μια τραυματική εμπειρία, με τα παρεπόμενα ψυχολογικά συμπτώματα. Το σύνολο των συγκεκριμένων ψυχολογικών δυσκολιών που παρατηρούνται μετά από διάφορες συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις ονομάζεται μετατραυματικό στρες. Το μετατραυματικό στρες εμφανίζεται στους τομείς του συναισθήματος, του σώματος, της διανόησης και της συμπεριφοράς.



Τόσο οι ενήλικοι όσο και τα παιδιά επηρεάζονται ψυχολογικά από έναν καταστρεπτικό σεισμό σαν αυτόν που έπληξε πριν από λίγες ημέρες την Αθήνα, αλλά στα παιδιά τα σημάδια του ψυχικού τραύματος είναι πιο εμφανή. Γονείς και δάσκαλοι θα πρέπει να είναι ενήμεροι σχετικά, ώστε να μπορούν να αναγνωρίσουν τα σημάδια του μετατραυματικού στρες και να βοηθήσουν το παιδί. Τα πρώτα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες μπορεί να παρουσιαστούν αμέσως μετά το τραυματικό γεγονός ή ακόμη και μήνες έπειτα από αυτό. Οπως είναι φυσικό, τα παιδιά που είχαν την πιο έντονη τραυματική εμπειρία θα είναι και αυτά που θα έχουν τα πιο πολλά και έντονα ψυχολογικά συμπτώματα. Παρ’ όλο που τα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες είναι παρόμοια για όλες τις προαναφερθείσες ομάδες παιδιών, δεν παύουν να είναι πιο έντονα και μεγαλύτερης διάρκειας γι’ αυτά τα παιδιά που ανασύρθηκαν από τα ερείπια ή έχασαν τους δικούς τους.


* Οι επαναλαμβανόμενες αναμνήσεις


Ομάδες επιστημόνων ανά τον κόσμο έχουν μελετήσει τις αντιδράσεις παιδιών μετά από περιπτώσεις μεγάλων καταστρεπτικών σεισμών, όπως αυτός στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ πριν από λίγα χρόνια ή αυτών στην Αρμενία και στη Ρωσία. Πολλά επιστημονικά άρθρα υπογραμμίζουν την ύπαρξη τεσσάρων βασικών χαρακτηριστικών στις περιπτώσεις του παιδικού ψυχολογικού τραύματος.


1) Το παιδί έχει έντονες και επαναλαμβανόμενες αναμνήσεις από τον σεισμό, που συχνά εμφανίζονται σαν κινηματογραφικές σκηνές.


2) Εμφανίζει στερεοτυπική και επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά ή συγκεκριμένες πράξεις.


3) Εχει φόβους που σχετίζονται με την τραυματική εμπειρία.


4) Εχει αλλάξει η στάση του απέναντι στους δικούς του ανθρώπους, απέναντι στη ζωή, στο σχολείο και στο μέλλον.


Στον συναισθηματικό τομέα του παιδιού κυριαρχούν πολλά έντονα συναισθήματα, τα οποία συχνά είναι δύσκολο να εκφράσει με λόγια. Το παιδί έχει την έντονη αίσθηση ότι ξαναζεί το τραυματικό γεγονός, δηλαδή τον σεισμό, και μαζί με αυτό όλα τα αρνητικά συναισθήματα των πρώτων στιγμών ξαναέρχονται στην επιφάνεια με την ίδια ένταση. Εντονο άγχος και αισθήματα πανικού είναι συνηθισμένα. Εκνευρισμός, θυμός, κλάμα, μελαγχολία και χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι άλλα συμπτώματα που εκδηλώνονται έντονα και φανερώνουν την ταραχή του παιδιού ανεξάρτητα από την ηλικία του. Στα προηγούμενα αρνητικά συναισθήματα θα πρέπει να προστεθεί και η ενοχή (που συχνά τη νιώθουν τα μεγαλύτερα παιδιά, σχολικής ηλικίας), η οποία σχετίζεται με τον σεισμό (π.χ., το παιδί νιώθει ένοχο που σώθηκε, ενώ οι γονείς, τα αδέρφια του ή άλλοι συγγενείς και φίλοι σκοτώθηκαν). Είναι φανερό ότι η γκάμα των πιθανών συναισθημάτων είναι μεγάλη. Τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν το παιδί είναι αρνητικά και συχνά το βασανίζουν και επηρεάζουν τη ζωή του σε διάφορους τομείς.


Στον διανοητικό τομέα το παιδί εμφανίζει επαναλαμβανόμενες έντονες αναμνήσεις, δυσκολία συγκέντρωσης και προσοχής, ανησυχίες και φόβους. Ακόμη, ξεχνάει εύκολα σε σχέση με πριν, έχει δυσκολία να συγκεντρωθεί στο μάθημα και να προσέξει στην τάξη. Τα προβλήματα στον διανοητικό τομέα επηρεάζουν την απόδοση του παιδιού στο σχολείο και μπορεί να διαρκέσουν αρκετούς μήνες μετά τον σεισμό.


Η συμπεριφορά των μικρών παιδιών μετά από έναν ισχυρό σεισμό χαρακτηρίζεται από υπερβολικό φόβο για το σκοτάδι, ακόμη και αν ο σεισμός έγινε ημέρα (το σκοτάδι αποτελεί βασική πηγή φόβου στις μικρές ηλικίες). Συχνά όμως συναντούμε και παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας που μετά από έναν δυνατό και καταστρεπτικό σεισμό αρχίζουν να φοβούνται το σκοτάδι και να μη θέλουν να κοιμηθούν μόνα τους. Ανεξάρτητα από ηλικία, τα παιδιά έχουν επαναλαμβανόμενους εφιάλτες, επιθετικότητα, κοινωνική απομόνωση, αγκίστρωση στους γονείς και δυσκολία να τους αποχωριστούν, άγχος και αποφυγή καταστάσεων που θυμίζουν τον σεισμό.


* Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα


Η εκδήλωση αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να είναι διαφορετική ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, αλλά η πηγή τους δεν παύει να είναι η ίδια. Για παράδειγμα, ένα τρίχρονο παιδάκι μπορεί να εκδηλώσει την επιθετικότητά του δαγκώνοντας άλλα παιδάκια στον παιδικό σταθμό, ενώ ένα μεγαλύτερο παιδί μπορεί να επιδοθεί σε μορφές λεκτικής επιθετικότητας. Τα συμπτώματα εντείνονται όταν το παιδί βρίσκεται σε περιβάλλον με θόρυβο και με σεισμικές δονήσεις, όπως π.χ. σε μια σχολική αίθουσα δίπλα σε ανεγειρόμενη οικοδομή.


Διεθνείς ομάδες επιστημόνων διαπιστώνουν ότι η γενικότερη ψυχολογική ταραχή του παιδιού μετά από έναν σεισμό εκδηλώνεται και με ψυχοσωματικά συμπτώματα, εμφανή στον σωματικό τομέα. Η εκδήλωση ταχυκαρδίας, ζαλάδας, τάσης για λιποθυμία, τρεμούλας, διάρροιας, πονοκεφάλων, αϋπνίας και ναυτίας είναι συνήθης. Γενικότερα το παιδί που έχει βιώσει έναν δυνατό και καταστρεπτικό σεισμό παρουσιάζει πληθώρα δυσκολιών, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από το περιβάλλον του ως ένα αρνητικό φαινόμενο, μια κακή συμπεριφορά και πείσμα, ή και ως αλλαγή προσωπικότητας. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα παραπάνω ευρήματα δεν αφορούν μια μικρή ομάδα παιδιών και δεν προέρχονται από μία μόνο χώρα. Τα προαναφερθέντα συμπτώματα χαρακτηρίζουν παιδιά που επέζησαν σεισμών σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.


* Η υποστήριξη των ειδικών


Κατ’ αρχήν θα πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως ότι η ψυχολογική αντιμετώπιση του μετατραυματικού στρες στα παιδιά διαφέρει ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίστασης. Ετσι, τα παιδιά που υπέστησαν τις βαρύτερες ψυχολογικές ζημιές (τα οποία έχουν να επιδείξουν τα περισσότερα και μεγαλύτερης έντασης συμπτώματα) θα είναι αυτά τα οποία θα χρειαστούν την υποστήριξη ψυχολόγων και ψυχιάτρων. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται εντατική ψυχοθεραπεία για να μειώσει το στρες, να απαλύνει τον πόνο και να βοηθήσει το παιδί να συνέλθει ψυχολογικά. Ενας γενικός κανόνας για να καταλάβει το περιβάλλον του παιδιού αν αυτό χρειάζεται βοήθεια από ειδικούς για να ξεπεράσει το σοκ είναι να εκτιμηθεί το μέγεθος του ψυχολογικού σοκ (αν ανασύρθηκε από ερείπια ή παρέμεινε κάπου εγκλωβισμένο, αν έχασε τους γονείς του, αν καταστράφηκε το σπίτι του). Αν η εμπειρία του παιδιού εμπίπτει σε κάποια από αυτές τις κατηγορίες, καλό θα ήταν να δει το παιδί κάποιος ειδικός. Θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ ότι αν το παιδί έζησε κάποια από τις παραπάνω καταστάσεις αλλά δεν παρουσιάζει άλλα συμπτώματα, αυτό εξακολουθεί να είναι σοβαρό και να απαιτεί ψυχολογική υποστήριξη, καθώς μπορεί να περνάει μια περίοδο «ψυχολογικού παγώματος», το οποίο σημαίνει ότι η ένταση του σοκ ήταν τέτοια που δεν επέτρεψε καν την άμεση εκδήλωση συμπτωμάτων (τα οποία θα ακολουθήσουν). Επίσης, αν το παιδί παρουσιάζει πολλά ή μεγάλης έντασης συμπτώματα του μετατραυματικού στρες (είτε έζησε μια πολύ αρνητική κατάσταση με μεγάλες καταστροφές είτε όχι), θα πρέπει να προσφερθεί ειδική ψυχολογική υποστήριξη.


Ο φόβος είναι κοινή εμπειρία και όχι ντροπή



Οι προτάσεις αντιμετώπισης του μετατραυματικού στρες που ακολουθούν είναι βασισμένες στη διεθνή βιβλιογραφία. Οι προτάσεις αυτές μπορούν να υιοθετηθούν και να εφαρμοστούν τόσο από ειδικούς (ψυχολόγους και ψυχιάτρους) όσο και από άλλους που έχουν γνώση των βασικών αρχών της παιδαγωγικής και της παιδικής ψυχολογίας (δασκάλους). Οι αντιδράσεις των παιδιών σε τραυματικά γεγονότα χαρακτηρίζονται, όπως γράφτηκε και παραπάνω, από επανάληψη των πράξεών τους, επαναλαμβανόμενο θέμα στο παιχνίδι, και επανάληψη κάποιας στερεότυπης φράσης ή λέξης. Ενώ η επανάληψη είναι αρχικά ένα σύμπτωμα αρνητικό και ανεπιθύμητο, με την κατάλληλη μεταχείριση από γονείς, δασκάλους και ειδικούς στον τομέα της ψυχικής υγιεινής μπορεί να χρησιμοποιηθεί προς όφελος του παιδιού.


Αυτή η επανάληψη ενός θέματος δίνει στο παιδί την ευκαιρία να ξαναζωντανέψει το γεγονός ή να ξαναζήσει την τραυματική εμπειρία. Το επαναλαμβανόμενο θέμα στο παιχνίδι, καθώς και οι συζητήσεις που επικεντρώνονται στον σεισμό αποτελούν μια προσπάθεια από την πλευρά του παιδιού να αποφορτιστεί συναισθηματικά και να ελέγξει τόσο τα δικά του συναισθήματα όσο και την εμπειρία του από τα συναισθήματα που αντιλήφθηκε ότι ένιωσαν οι ενήλικοι στο περιβάλλον του. Με την επανάληψη ενός θέματος στο παιχνίδι ή στη συζήτηση το παιδί βρίσκει έναν τρόπο έκφρασης και ανακτά ένα αίσθημα σιγουριάς.


* Οι γονείς και οι δάσκαλοι


Γονείς και δάσκαλοι θα πρέπει να ενθαρρύνουν μια τέτοια προσέγγιση, πόσο μάλλον αφού έρευνες στον διεθνή χώρο έχουν δείξει ότι η ενεργητική αντιμετώπιση των τραυματικών γεγονότων ­ παρά η παθητική αποδοχή ή η άρνηση της σημασίας τους ­ είναι ο καλύτερος τρόπος για τη θεραπεία του μετατραυματικού στρες.


Η παρουσία ενός ψυχολόγου που θα κατευθύνει τησυζήτηση μιας ομάδας παιδιών θεραπευτικά είναι η ιδανική περίπτωση. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, με το άνοιγμα των σχολείων καλό θα ήταν να αφιερώσουν οι δάσκαλοι χρόνο σε μια συζήτηση για τον σεισμό και τις εμπειρίες των παιδιών.


Εδώ είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι σκοπός της συζήτησης είναι να δοθεί στα παιδιά μια ευκαιρία να αποφορτιστούν συναισθηματικά, επομένως δεν χρειάζεται κριτική ή διόρθωση των λεγομένων τους. Επίσης η ζωγραφική μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο έκφρασης έντονων συναισθηματικών καταστάσεων όχι μόνο για τα μικρότερα παιδιά αλλά και για μαθητές ως και τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου. Καθώς τα παιδιά ζωγραφίζουν, η δασκάλα μπορεί να τους πει για το πώς η ζωή βρίσκει σιγά σιγά τον κανονικό της ρυθμό και για το ότι γίνονται ενέργειες για την αποκατάσταση των προβλημάτων που προέκυψαν μετά τον σεισμό.


* Η σωστή πληροφόρηση


Τα παιδιά θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να μιλήσουν ελεύθερα για τους φόβους τους σχετικά με τον σεισμό, ώστε να καταλάβουν ότι ο φόβος είναι μια κοινή εμπειρία και δεν είναι ντροπή. Προσεγγίσεις του τύπου «εσείς είστε μεγάλα παιδιά, δεν πρέπει να φοβάστε» θα πρέπει να αποφεύγονται, καθώς δεν είναι εποικοδομητικές και δεν συνεισφέρουν στην κατανόηση των έντονων συναισθημάτων. Συζητήσεις σχετικά με τις εσφαλμένες αντιλήψεις των παιδιών για τους σεισμούς είναι πολύ χρήσιμες, καθ’ ότι συχνά τα παιδιά μπορεί να μην έχουν σωστή πληροφόρηση, μπορεί να έχουν καταλάβει κάτι λάθος ή να έχουν δώσει υπερβολικές διαστάσεις σε μία μόνο πληροφορία.


Η επιστημονική εξήγηση των σεισμών, στο επίπεδο κατανόησης της κάθε ηλικίας, είναι ένας καλός τρόπος προσέγγισης του θέματος. Για να βοηθήσουμε τα παιδιά να ξεπεράσουν τον σεισμό και να τον θεωρήσουν μια άσχημη εμπειρία που ανήκει στο παρελθόν, μπορούμε να τα ενθαρρύνουμε να ζωγραφίσουν εικόνες που δείχνουν τη ζωή ή τον τόπο τους να μπαίνει σε έναν κανονικό ρυθμό μετά την καταστροφή. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να περάσουμε ένα μήνυμα αισιοδοξίας για το μέλλον.


Τέλος, τα παιδιά μπορούν να διδαχτούν τρόπους για να επιζήσουν καταστροφών και να κάνουν κάποια πρακτική εξάσκηση. Τα προβλήματα στον διανοητικό τομέα, όπως η δυσκολία συγκέντρωσης και προσοχής, οι ανησυχίες και οι φόβοι, επηρεάζουν τη μάθηση και την απόδοση. Επομένως δάσκαλοι και καθηγητές πρέπει να προσέξουν αυτά τα σημάδια και να δείξουν κατανόηση. Με ενθάρρυνση, καθοδήγηση και ένα πρόγραμμα σαν αυτό που περιγράφηκε παραπάνω, τα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες θα εξασθενήσουν και στη συνέχεια θα υποχωρήσουν.