Απόγευμα της 26ης Μαΐου 1999 στην αίθουσα του ανώτατου βρετανικού κακουργιοδικείου του Ολντ Μπέιλι. Ο αξιότιμος πρόεδρος του βρετανικού δικαστηρίου κ. Ντέιβιντ Μπάγκετ κοίταξε με αυστηρό ύφος προς την πλευρά των υποδίκων. Δίχως να χρονοτριβήσει άρχισε να διαβάζει την ετυμηγορία του. Δεχόταν χωρίς καμία επιφύλαξη την εισήγηση του εισαγγελέα στην υπηρεσία του στέμματος κ. Τζον Μπέβαν. Διέταξε την παύση της δίωξης των τεσσάρων Ελλήνων που αντιμετώπιζαν την κατηγορία ότι διακινούσαν όπλα αξίας 3 εκατομμυρίων στερλινών από τη Σερβία με προορισμό τον Ιρλανδικό Απελευθερωτικό Στρατό. Η αλλόκοτη αιτιολογία αυτής της απόφασης ήταν ότι με την αρχική διερεύνηση της υπόθεσης ασχολήθηκαν δύο αστυνομικοί οι οποίοι ενεπλάκησαν σε υπόθεση διαφθοράς (πώληση ναρκωτικών). Και επιπλέον ότι τα πρώτα στάδια της επιχείρησης χρηματοδότησε βρετανική εφημερίδα προκειμένου να έχει την αποκλειστικότητα του θέματος! Γι’ αυτούς τους λόγους οι 14.000 σελίδες της δικογραφίας «εξαϋλώθηκαν» σε μία στιγμή και το βαρύ μη αναστρέψιμο κατηγορητήριο είχε αποσυρθεί για φαινομενικά τυπικούς λόγους. Το δικαστήριο έβαζε τελεία σε μια υπόθεση που είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη της Γηραιάς Αλβιώνος και είχε προκαλέσει πριν από ένα χρόνο την κινητοποίηση των διωκτικών αρχών τεσσάρων ευρωπαϊκών χωρών. Ισως έτσι έπρεπε να γίνει με βάση το τυπικό βρετανικό δίκαιο. Ισως όμως αυτή η μυστηριώδης ιστορία είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της και εκπλήρωσε τις άγνωστες ως τώρα σκοπιμότητές της. Διότι πλέον ο πόλεμος στη Σερβία τελείωνε, διότι ο IRA προχώρησε στη συμφωνία Good Friday Agreenment για τη διακοπή των αυτονομιστικών ενεργειών, διότι το φορτίο των όπλων δεν είχε πλέον κανένα λόγο ύπαρξης. Διότι πιθανόν πίσω από αυτή τη δίωξη ­ προ ενός έτους ­ των εμπόρων όπλων ίσως να υπήρξε μια μεθόδευση μυστικών υπηρεσιών αλλά και εκπροσώπων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιδιώξεων που κατέληξαν στον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου. Και όχι μόνο. Και ίσως η περαιτέρω δικαστική διερεύνηση της περιώνυμης επιχείρησης Galaxy των βρετανικών αρχών ήταν μη σύννομη, άχρηστη και ίσως επικίνδυνη…





«
Το Βήμα» παρουσιάζει ένα θρίλερ με απίστευτη πλοκή που εκτυλίχθηκε την τελευταία διετία σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες, με έλληνες πρωταγωνιστές, με την εμπλοκή μυστικών υπηρεσιών, εμπόρων όπλων, πιστωτικών ιδρυμάτων αλλά και πιθανόν κυβερνήσεων δύο ηπείρων. Οι σκηνές του θρίλερ που περιλαμβάνουν την πολύμηνη μεταμόρφωση βρετανών αστυνομικών σε εμπόρους όπλων, την παγίδευση των υπόπτων με τη βοήθεια μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών, την εντυπωσιακή επέμβαση της γερμανικής και ιταλικής αστυνομίας, την κράτηση των κατηγορουμένων σε φυλακές υψίστης ασφαλείας υπό συνθήκες εξοντωτικές, τη μεταφορά τους με μυθιστορηματικό τρόπο από τη μια χώρα στην άλλη. Μια υπόθεση που παρουσιάστηκε ως εκκωφαντική επιτυχία των αστυνομικών αρχών της Βρετανίας και της Γερμανίας με στόχο την εξάρθρωση διεθνούς κυκλώματος λαθρεμπορίου όπλων. Η εξέλιξη της όμως, η κατάρρευσή της και οι άγνωστες λεπτομέρειες που αναδεικνύονται από τη δημοσιογραφική έρευνα φαίνεται να δημιουργούν σειρά ερωτημάτων πιθανόν ως προς την πολιτική και διπλωματική διάστασή της…


Το χρονικό σημείο εκκίνησης της επιχείρησης Galaxy των βρετανικών αστυνομικών υπηρεσιών τοποθετείται τον Σεπτέμβριο του 1997. Τότε δύο ελληνοκυπριακής καταγωγής Βρετανοί, ο Μιχ. Ιερωνυμίδης ­ ένας εκ των κατηγορουμένων που αθωώθηκαν στο δικαστήριο του Ολντ Μπέιλι ­ και ο πληροφοριοδότης των βρετανικών αρχών του οποίου ουδέποτε δημοσιοποιήθηκε το όνομα (σ.σ.: είναι στη διάθεση του «Βήματος») αναζήτησαν στην Ελλάδα ανθρώπους οι οποίοι μπορούσαν να τους προμηθεύσουν μεγάλη ποσότητα όπλων. Η παραγγελία περιελάμβανε την προμήθεια αυτόματων όπλων, περιστρόφων, αντιαρματικών ρουκετών, πλαστικών εκρηκτικών αλλά και ναρκών βάρους περίπου 50 τόνων, συνολικής αξίας 3 εκατομμυρίων στερλινών, δηλαδή περίπου 1,5 δισ. δραχμών.


* Ο προορισμός του εμπορεύματος


Προορισμός των όπλων, σύμφωνα με τις αρχικές διαβεβαιώσεις τις οποίες δίνουν οι «αναζητητές» του φορτίου, είναι χώρα της Αφρικής στην οποία διεξάγεται εμφύλιος πόλεμος. Το όνομά της δεν αναφέρεται επισήμως, ατύπως οι ενδιαφερόμενοι όμως ενημερώνονται ότι πιθανόν πρόκειται για τη Σιέρα Λεόνε στη Δυτική Αφρική, όπου διεξάγεται εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον νομίμως εκλεγμένο πρόεδρο Κάμπα και στους στρατιωτικούς που είχαν καταλάβει την εξουσία. Η εκχώρηση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης των ορυχείων διαμαντιών σε καναδική εταιρεία αλλά και άλλες εσωτερικές διαμάχες έχουν επιφέρει κατάσταση πλήρους αναρχίας σε αυτή την αφρικανική χώρα. Σημειώνεται ότι τον ίδιο μήνα όπου αρχίζει η αναζήτηση των όπλων έχει επιβληθεί εμπάργκο από τον ΟΗΕ πώλησης οπλισμού στη Σιέρα Λεόνε που κοινοποιείται τον Οκτώβριο του 1997.


Αρχικοί διαμεσολαβητές για την προμήθεια των όπλων των δύο Ελληνοκυπρίων φέρονται δύο Ελληνες των οποίων τα ονόματα ουδέποτε ως σήμερα έχουν δημοσιοποιήσει οι βρετανικές και οι γερμανικές αρχές οι οποίες επελήφθησαν της υπόθεσης. Σύμφωνα με απόλυτα εξακριβωμένες πληροφορίες ο ένας εξ αυτών ήταν πρώην βουλευτής ο οποίος είχε διατελέσει ανώτερο στέλεχος βιομηχανίας που σχετίζεται με οπλικά συστήματα. Η πρώτη κρούση γίνεται λοιπόν ­ στις 17 Οκτωβρίου 1997 ­ στον 41χρονο Φώτη Πλατανίδη ο οποίος φέρεται ιδιοκτήτης των εταιρειών Akropolis Trade SA με έδρα το Βελιγράδι και φέρεται να έχει σκοπό την «προώθηση των πολιτιστικών και εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας» και παλαιότερα την Afrodita LTD Import με έδρα το Πλόβντιν της Βουλγαρίας. Ο Φώτης Πλατανίδης σε απόρρητη έκθεση του 1996 υπηρεσιών της Ασφάλειας φέρεται να συμμετείχε σε ευρύ κύκλωμα παράνομης διακίνησης όπλων ­ μέσω της εταιρείας Afrodita LTD Import ­ από τη Βουλγαρία στη χώρα μας με τη συνεργασία ενός ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου και με παραλήπτες σεσημασμένους κακοποιούς στην Κρήτη. Ο Πλατανίδης όμως τη διετία 1996-1997 φέρεται να είχε αποκτήσει άριστες προσβάσεις στη Γιουγκοσλαβία και να ασχολείται με πάσης φύσεως εμπορικές δραστηριότητες. Ο Πλατανίδης σε συνεννόηση με τους Βρετανούς ελληνοκυπριακής καταγωγής «παραγγέλλοντες» απευθύνεται για την προμήθεια αυτή στον 41χρονο Μιχάλη Καρακώστα ο οποίος φέρεται αντιπρόσωπος της βιομηχανίας όπλων Zastava ­ πέρα από τη γνωστή μάρκα αυτοκινήτων, η ίδια φίρμα κατασκευάζει και ελαφρύ ή μεσαίο οπλισμό ­ της Σερβίας στο εργοστάσιο που βομβάρδισε το ΝΑΤΟ. Παράλληλα είναι από τις αρχές της δεκαετίας άμισθος πρόξενος της Σιέρα Λεόνε στη χώρα μας. Οι Καρακώστας και Πλατανίδης φέρονται τον Ιούνιο του 1995 να μεσολαβούν για την πώληση στην Ελλάδα ενός ειδικού συστήματος ιπτάμενης κατόπτευσης.


* Η πρώτη συνάντηση


Η πρώτη συνάντηση των υποψήφιων αγοραστών πραγματοποιείται στις 27 Οκτωβρίου σε κεντρικό ξενοδοχείο του Λονδίνου με την παρουσία και άλλων βρετανών «μεσαζόντων» οι οποίοι φέρεται να εκπροσωπούν μια γερμανική εταιρεία που μεσολαβεί ανάμεσα στο αφρικανικό κράτος και στους πωλητές των όπλων. Τότε αναφέρεται ότι η προμήθεια των όπλων θα πραγματοποιηθεί ­ εν ονόματι της κυβέρνησης του Τσαντ ­ προκειμένου να υπάρχουν τα χαρτιά που θα νομιμοποιούν την αγοραπωλησία, ενώ αργότερα αναφέρεται ότι η σχετική διαπραγμάτευση θα γίνει «επισήμως» για προμήθεια όπλων στην Γκάμπια. Δεν καταλήγουν όμως σε συμφωνία, διότι οι Πλατανίδης και Καρακώστας διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχουν τα εχέγγυα για την ομαλή διεκπεραίωση της συναλλαγής.


Σε αυτή τη φάση λοιπόν, όπου οι δύο έμποροι όπλων αμφισβητούν την εγκυρότητα της παραγγελίας, προχωρούν σε μια καθοριστική κίνηση: επικοινωνούν με τον εξόριστο πρόεδρο της Σιέρα Λεόνε, Κάμπα, ο οποίος επιβεβαιώνει ατύπως ότι υπήρχε πράγματι παραγγελία μέσω των συγκεκριμένων μεσαζόντων για την προμήθεια όπλων στους αντάρτες προκειμένου να ανατραπεί το στρατιωτικό καθεστώς. Δηλαδή διαβεβαίωσε ότι συνεργαζόταν με τους συγκεκριμένους βρετανούς διαμεσολαβητές για την αγορά όπλων!


Με βάση αυτό το δεδομένο και τη μερική άρση των επιφυλάξεων, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται. Και έτσι ορίζεται νέα συνάντηση στη Φραγκφούρτη τον Μάρτιο του 1998. Παρόντες σε αυτή ο Ιερωνυμίδης, ο Πλατανίδης, ο Καρακώστας και ο 49χρονος Πέτρος Δάσκας επιχειρηματίας από την Ιταλία, συγγενής και φερόμενος ως συνεργάτης του Πλατανίδη.


Εκεί λοιπόν οι βρετανοί εκπρόσωποι της εταιρείας που υποτίθεται ότι έχει τις συνεννοήσεις με τους αντάρτες της Σιέρα Λεόνε ζητούν από τον Καρακώστα να προωθήσει τη διαδικασία παράδοσης του φορτίου των όπλων. Ο Καρακώστας όμως ­ επειδή δεν παρέχονται τα απαραίτητα διευκρινιστικά έγγραφα για την παραγγέλλουσα χώρα και επειδή δεν υπάρχει καμία εγγύηση για την αποπληρωμή του φορτίου από τη Σερβία ­ αρνείται. Τότε οι «μεσάζοντες» προχωρούν στη μεγάλη επιδεικτική κίνηση για να τον πείσουν! Του ζητούν να τους ακολουθήσει και τον οδηγούν στο κατάστημα της Dresner Bank στη Φραγκφούρτη. Εκεί οι Βρετανοί ­ όπως αποδείχθηκε αργότερα στελέχη των μυστικών υπηρεσιών ­ άνοιξαν μια θυρίδα όπου υπήρχαν 1,5 εκατ. μάρκα, δηλαδή περίπου 250 εκατ. δρχ. και του παρέδωσαν το κλειδί. Παράλληλα παρουσιάστηκαν παραστατικά της Dresner Bank όπου φέρεται να έχει κατατεθεί περίπου 1,5 δισ. για την αποπληρωμή του φορτίου. Οπως όμως διαπιστώθηκε αργότερα από την έρευνα των συνηγόρων των κατηγορουμένων, τα χρήματα αυτά προέρχονταν από την Τράπεζα της Αγγλίας η οποία «χρηματοδότησε» την παγίδευση των εμπόρων! Σύμφωνα μάλιστα με έγγραφα που περιέχονται στη δικογραφία, για τη μεθόδευση αυτή δεν υπήρχε εντολή από απλές αστυνομικές υπηρεσίες ­ αυτές θα ήταν αδύνατον να εξασφαλίσουν μια τέτοιου είδους χρηματοδότηση ­ αλλά από άλλες κρατικές υπηρεσίες της Βρετανίας έπειτα από εντολή κυβερνητικών παραγόντων!..


Πιθανόν το ενδιαφέρον γι’ αυτή την υπόθεση να μην περιοριζόταν στα στενά αστυνομικά πλαίσια…


Οι δύο έλληνες έμποροι φαίνεται να κάμπτονται από τις «αποδείξεις» που εμφανίζουν οι μεσάζοντες και προχωρούν στην παραγγελία. Και έτσι 50 τόνοι όπλων φορτώνονται στο φορτηγό πλοίο Dimitrios το οποίο αναχωρεί από λιμάνι της Σερβίας. Οι τρεις έλληνες διαπραγματευτές Πλατανίδης, Δάσκας, Καρακώστας και ο Ελληνοκύπριος Ιερωνυμίδης ετοιμάζονται να αναχωρήσουν από τη Φραγκφούρτη και εκεί αρχίζει αιφνιδιαστικά η επιχείρηση σύλληψής τους!


* Ψυχολογικά βασανιστήρια


«Μας επιτέθηκαν ξαφνικά δεκάδες πάνοπλοι γερμανοί αστυνομικοί μέσα στην κεντρική αίθουσα του αεροδρομίου. Μας έριξαν κάτω, μας πατούσαν στο κεφάλι, μας φόρεσαν κουκούλα. Αμέσως μετά μας μετέφεραν σε ένα τοπικό αστυνομικό τμήμα και ύστερα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Βάιτερνσταντ στο Ντάρμσταντ. Υποστήκαμε δεκάδες ψυχολογικά βασανιστήρια σε κατάσταση πλήρους απομόνωσης. Μου ανέφεραν ότι πάσχω από καρκίνο και έχω ελάχιστες ημέρες ζωής» σημειώνει ο κ Μ. Καρακώστας που επέστρεψε μετά την αθωωτική απόφαση από τη Βρετανία και νοσηλεύεται σε ιδιωτική κλινική.


Στις 26 Αυγούστου 1998 οι τέσσερις μεταφέρονται στη Βρετανία με πτήση των Βρετανικών Αερογραμμών. Η κατηγορία που αντιμετωπίζουν ­ από τις 22 Μαρτίου 1998 ­ είναι αυτή της προμήθειας εκρηκτικών υλών και όπλων από τη Σερβία με παραλήπτες τον IRA! Ετσι εμφανίζεται σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στη Βρετανία και σε όλη την Ευρώπη με αντίστοιχα δημοσιεύματα για «τις παρασκηνιακές μεθοδεύσεις της Σερβίας που προωθεί όπλα στους τρομοκράτες του IRA».


Η κατηγορία στηρίζεται στη μία και μοναδική συζήτησή τους στο Λονδίνο. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται και όλα τα απομαγνητοφωνημένα κείμενα από τηλεφωνικές παρακολουθήσεις αλλά και από την παγίδευση με μικροπομπούς όλων των χώρων όπου διέμεναν στο ξενοδοχείο της Φραγκφούρτης. Οπως διαπίστωσαν οι έλληνες έμποροι τα περισσότερα μέλη του προσωπικού του ξενοδοχείου όπου διέμεναν ήταν βρετανοί αστυνομικοί…


Ο υπουργός και το σκάνδαλο


ΗχρονικΗ συγκυρία της σύλληψης των εμπόρων που επισημαίνονται και από τη νομική εκπροσώπησή τους με άλλα περιστατικά είναι εντυπωσιακή. Η υπόθεση είχε μάλλον και άλλες διαστάσεις… Στις 24 Μαρτίου 1998 ­ δύο ημέρες μετά τη σύλληψη της Φραγκφούρτης ­ προωθείται για ψήφιση το εμπάργκο κατά της Σερβίας με πλαίσιο τις «αποκαλύψεις» για «την ενίσχυση της χώρας αυτής στους τρομοκράτες του IRA». Τις ίδιες ημέρες υπάρχουν έντονες πιέσεις στο πολιτικό σκέλος Sinn Fein του IRA να προχωρήσει στην υπογραφή συνθηκολόγησης με την Αγγλία. Τελικά η συμφωνία Good Friday Agreenment υπογράφεται στις 10 Απριλίου 1998, συνεκτιμωμένης και της πίεσης από την «υπόθεση της Φραγκφούρτης». Διπλό «όφελος» συνεπώς…


Πώς τελικά εξηγείται μια ανεξήγητη φαινομενικά υπόθεση; Πώς η βρετανική αστυνομία προχώρησε στην παγίδευση των ελλήνων εμπόρων με την «ψευδή» παραγγελία των όπλων, ενώ η κυβέρνηση της Σιέρα Λεόνε διαβεβαίωνε ότι πράγματι έχει δώσει ­ μέσω των συγκεκριμένων ανθρώπων ­ παραγγελία για το ίδιο φορτίο; Πώς δηλαδή υπάρχει το «τρυκ» της παραγγελίας από αστυνομικούς αλλά ταυτόχρονα η παραγγελία να φέρεται ότι είναι… πραγματική! Η απάντηση φαίνεται να έρχεται οκτώ μήνες μετά…


Στις 10 Φεβρουαρίου 1999 αποκαλύπτεται από βρετανικές εφημερίδες ένα μεγάλο σκάνδαλο με πρωταγωνιστή τον υπουργό Εξωτερικών κ. Ρόμπιν Κουκ. Παρουσιάστηκε σειρά στοιχείων ότι γνώριζε και πιθανόν είχε μεσολαβήσει για την τροφοδότηση από τις βρετανικές υπηρεσίες με τέσσερα φορτία όπλα των ανταρτών του προέδρου Τέγια Κάμπα της Σιερα Λεόνε! Μάλιστα οι συνεννοήσεις πραγματοποιούνταν μέσω του βρετανικού προξενείου στη γειτονική Γουιάνα και της πρεσβείας στη Φραγκφούρτη. Της ίδιας πρεσβείας που πρωταγωνίστησε στη μεθόδευση των βρετανικών υπηρεσιών για τη σύλληψη των τεσσάρων Ελλήνων! Σημειώνεται ότι ο πρόεδρος της Σιέρα Λεόνε προχώρησε στην ανατροπή του στρατιωτικού καθεστώτος στις αρχές Μαρτίου 1998.


Καταγράφεται λοιπόν η εξής πιθανολόγηση μέσα στους δαιδάλους των μυστικών υπηρεσιών: ότι το πέμπτο φορτίο ήταν αυτό που «χειρίζονταν» οι έλληνες έμποροι! Και πλέον ήταν άχρηστο… για τον αποστολέα και τον παραλήπτη του στην Αφρική. Πολλαπλώς όμως ωφέλιμο πιθανόν για τη συνθηκολόγηση με τον IRA και τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου που ερχόταν. Και η αθώωση στο βρετανικό δικαστήριο, για τυπικούς λόγους, η φυσιολογική εξέλιξη μιας υπόθεσης που έπρεπε να κλείσει. Διότι δεν είχε ίσως πλέον κανένα νόημα…