Ο θάνατος του Κώστα Παπαδόπουλου στις φυλακές θύμισε ότι οι χουντικοί δεν υπόκεινται μόνο στον νόμο της βιολογικής φθοράς αλλά και της πολιτικής εξαφάνισης. Είκοσι πέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της χούντας η δικτατορία βρίσκεται στο απόλυτο πολιτικό περιθώριο. Αν σήμερα ένα νέο παιδί ρωτούσε να του δείξουν «έναν χουντικό», είναι αμφίβολο αν θα έβρισκε λίγες δεκάδες άτομα που να αυτοαναγνωρίζονται με αυτό τον χαρακτηρισμό.


Αν το ίδιο παιδί ζητούσε να του υποδείξουν «έναν αντιστασιακό», θα βρισκόταν στα όρια του θαύματος των άρτων του Ιησού: όσο σπάνιο ήταν το είδος την περίοδο ’67-’74 τόσο αναπτύχθηκε ραγδαία με τη μεταπολίτευση, ώστε ο σημερινός νέος να απορεί πώς άραγε διατηρήθηκε ένα καθεστώς επί επτά χρόνια, την ώρα που δεκάδες χιλιάδες αγωνιστές έδιναν καθημερινά σκληρό αγώνα για την ανατροπή του.



Η αλήθεια για την αντίσταση την περίοδο ’67-’74 στην Ελλάδα είναι ακόμη ιστορικά ατεκμηρίωτη. Είναι βέβαιο ότι η χούντα δεν βρήκε ποτέ τη λαϊκή υποστήριξη ή έστω την κοινωνική ανοχή. Το καθεστώς σε όλη τη διάρκεια της επταετίας ήταν πολιτικά και ηθικά απομονωμένο από τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού. Τα διαρκή ανέκδοτα και η «πλάκα» που περιέβαλλαν τους δικτάτορες ήταν η καθημερινή ένδειξη της απόστασης του λαού από τους επιβήτορες της εξουσίας. Οι κηδείες του Γεωργίου Παπανδρέου και του Γιώργου Σεφέρη το 1968 και το 1971 έδειξαν επίσης ότι υπήρχε η «φωτιά κάτω από τη στάχτη», η διαρκής σπίθα μιας ενεργότερης λαϊκής αντίδρασης, της οποίας τελική έκφραση υπήρξε το Πολυτεχνείο το 1973. Αλλά αλήθεια επίσης είναι ότι ως την ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος το 1971-72, αν εξαιρέσει κανείς τις χιλιάδες των αριστερών που βρίσκονταν σε διαρκή δίωξη από το 1936, η ενεργή αντίσταση κατά της χούντας ήταν υπόθεση λίγων εκατοντάδων και ελάχιστων χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίοι άνοιξαν νέους λογαριασμούς με το καθεστώς.


Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι ότι αυτές οι λίγες χιλιάδες άνθρωποι δύσκολα βολεύτηκαν μεταπολιτευτικά στα κόμματα. Οι περισσότεροι των αντιστασιακών δεν μπόρεσαν να συμβιβαστούν είτε με τις κομματικές γραφειοκρατίες είτε με τον αρχηγικό χαρακτήρα των κομμάτων. Ο κορυφαίος των αντιστασιακών, ο Αλέκος Παναγούλης, ήταν ήδη το 1976, ολίγον προ του θανάτου του, εκτός του κεντρικού κομματικού σκηνικού. Στα κύματα των διαγραφών στο ΠαΣοΚ το 1975 εκκαθαρίστηκε ένα μεγάλο τμήμα των αντιστασιακών της περιόδου ’67-’74, περιλαμβανομένων των Σάκη Καράγιωργα, Αμαλίας Φλέμινγκ και Μελίνας Μερκούρη.


Πολίτες με έντονη και ουσιαστική αντιστασιακή δράση, όπως ο παιδίατρος κ. Στέφανος Παντελάκης ή ο χημικός κ. Τ. Παναγιωτόπουλος, ούτε καν τους έλκυσε η πολιτική. Αλλά και ο έντιμος σύντροφός τους κ. Τάσος Μήνης που ενεπλάκη στην πολιτική περιπέτεια δεν μπόρεσε να προσφέρει αναλόγως, καθώς άλλες ήταν οι απαιτήσεις της πολιτικής σκηνής από τις αρχές που οδήγησαν τη δράση του. Ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής των Ιωαννίνων κ. Ερατοσθένης Καψωμένος «έπαιξε το κεφάλι του» επανειλημμένα τοποθετώντας βόμβες ­ και όχι κροτίδες ­ σε δύσκολους στόχους. Οχι απλώς δεν θέλησε να εξαργυρώσει πολιτικά τη δράση του αλλά είναι αμφίβολο αν μιλάει καν γι’ αυτήν, καθώς μάλλον απωθείται από τους τόσους αντιστασιακούς που συνωθούνται στις τιμητικές εξέδρες των αξιωμάτων. Και δεν είναι μόνος σε αυτή την αξιοπρεπή σιωπή. Θα μπορούσε άραγε ποτέ να υπάρξει κόμμα που να χωρέσει το μέγεθος της ψυχής μιας Πόπης Βουτσινά, της «μικρής Αντιγόνης» του ΕΑΤ ΕΣΑ, δίπλα στο κελί του Δ. Μαρωνίτη;


Στη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991, πέραν των προβεβλημένων στελεχών όπως η κυρία Μ. Δαμανάκη, αποχώρησε ένα μεγάλο τμήμα των αγωνιστών, όπως ο κ. Μ. Ανδρουλάκης, ο κ. Δ. Καραγκουλές, ο κ. Δ. Γκαστής, ο κ. Γ. Σταματάκης, οι οποίοι είχαν στήσει τους παράνομους μηχανισμούς της ΚΝΕ και της Αντι-ΕΦΕΕ στη διάρκεια της χούντας. Στη Νέα Δημοκρατία στελέχη του αντιδικτατορικού αγώνα, όπως ο κ. Μάκης Καλλίγερος, προτίμησαν την έντιμη ιδιώτευση, καθώς δεν αναγνώρισαν στη λειτουργία των κομμάτων την ισχύ των αρχών που τους οδήγησαν στη δράση, στις φυλακές και στις εξορίες.


* Τα κόμματα του κοινοβουλίου


Παρά τη δυσχερή σχέση των αντιστασιακών με τους κομματικούς μηχανισμούς της μεταπολίτευσης, η συμμετοχή στην αντίσταση του ’67-’74 εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα «διαβατήρια» του σημερινού πολιτικού προσωπικού των περισοτέρων κομμάτων. Η έρευνα δείχνει ότι στα πέντε κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου οι επικεφαλής των τριών έχουν ως συστατικό στοιχείο της πολιτικής τους ταυτότητας την αγωνιστική τους δράση κατά της χούντας. Ο κ. Κ. Σημίτης αγωνίστηκε πρώτα με τη Δημοκρατική Αμυνα και κατόπιν με το ΠΑΚ. Ο κ. Ν. Κωνσταντόπουλος αγωνίστηκε και φυλακίστηκε ως στέλεχος της Δημοκρατικής Αμυνας. Η κυρία Αλέκα Παπαρήγα συνελήφθη και κρατήθηκε για τη δράση της υπέρ του ΚΚΕ. Ο κ. Κ. Καραμανλής δεν μπορούσε να έχει δράση λόγω ηλικίας, ενώ ο κ. Δ. Τσοβόλας με μεγάλη αξιοπρέπεια δεν δήλωσε ποτέ «αντιστασιακός», όπως πολλοί άλλοι πολιτικοί οι οποίοι, μηδέποτε πράξαντες οτιδήποτε, εμφανίζονται σήμερα στα βιογραφικά τους ως ήρωες του αντιδικτατορικού αγώνα.


* Το μερίδιο της Αριστεράς


Από τα κόμματα της σημερινής Βουλής το ΚΚΕ δείχνει να έχει την πιο μεγάλη αναλογία και σχέση στελεχών που έδρασαν κατά της χούντας. Ακόμη περισσότερο: στην ηγεσία του ΚΚΕ τη γενιά της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου την έχει διαδεχθεί σήμερα η γενιά του αγώνα κατά την περίοδο ’67-’74. Από τα 74 μέλη της σημερινής Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ τα 45 έχουν στο βιογραφικό τους συμμετοχή στον αντιδικτατορικό αγώνα. Στα εννέα μέλη του Πολιτικού Γραφείου τα έξι ­ η κυρία Α. Παπαρήγα, ο κ. Σπ. Χαλβατζής, ο κ. Θ. Τζιαντζής, ο κ. Δ. Γόντικας, ο κ. Δ. Ζάχαρης και ο κ. Δ. Κουτσούμπας ­ διαμορφώθηκαν πολιτικά κυρίως στον αντιδικτατορικό αγώνα στο εσωτερικό, όπως και ο κ. Ο. Κολοζώφ στο εξωτερικό. Από τα υπόλοιπα μέλη ο μεν κ. Κ. Παρασκευάς ήταν τότε μόλις 16 χρόνων, ενώ δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί η ένταξη του κ. Σ. Στριφτάρη εκείνη την περίοδο.


Το ίδιο αναλογικά πλούσιος σε αντιστασιακή συμμετοχή εμφανίζεται και ο Συνασπισμός, παρ’ όλο που ιδιαιτερότητα αυτού του χώρου είναι η διασπορά εκτός κομματικών οργάνων των πολυάριθμων στελεχών του χώρου που μετείχαν στον αντιδικτατορικό αγώνα. Το ΔΗΚΚΙ από τη μεριά του αναφέρει ότι στα 100 μέλη των κεντρικών οργάνων του τα επτά ­ οι κκ. Γ. Δημαράς, Τ. Ιντζές, Γ. Ρόκος, Μ. Μπακόπουλος, Σ. Κουτσουβέλης, Π. Μαντάς και Β. Γεωργιάδης ­ είχαν αντιστασιακή δράση.


Κατά πόδας ­ αν και με απόσταση ­ ακολουθεί το ΚΚΕ το ΠαΣοΚ. Στα 13 μέλη (μαζί με τον πρόεδρο και τον Γραμματέα) του Εκτελεστικού Γραφείου εμφανίζονται με αντιστασιακή δράση τα 10. Δεν δηλώνουν αντιστασιακοί ο κ. Γ. Παπανδρέου (που όμως έζησε και ακολούθησε τις ταλαιπωρίες της οικογένειας), ο κ. Ευ. Βενιζέλος, που όταν έγινε η δικτατορία ήταν 10 χρόνων, και η κυρία Τόνια Αντωνίου, που μάλλον ήταν βρέφος. Ο κ. Α. Παπαδόπουλος, παρ’ όλο που έχει συλληφθεί και κρατηθεί, δεν αναφέρει στο βιογραφικό του την αντιδικτατορική δράση του, ενώ διαφοροποιημένος είναι ο βαθμός συμμετοχής ­ και δράσης ­ των υπολοίπων. Ο μεν κ. Κ. Λαλιώτης ήταν μέλος της Συντονιστικής του Πολυτεχνείου και κατά τη διάρκεια της κράτησής του στην ΕΣΑ βασανίστηκε απάνθρωπα και διασώθηκε με τη μεταφορά του στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Οι κκ. Κ. Σκανδαλίδης και Χρ. Παπουτσής αναφέρονται ως μετασχόντες είτε στους εθνικοτοπικούς συλλόγους είτε στις ΦΕΑ (Φοιτητικές Επιτροπές Αγώνα). Ο κ. Θ. Πάγκαλος, ο κ. Α. Τσοχατζόπουλος, η κυρία Βάσω Παπανδρέου, ο κ. Α. Κακλαμάνης και ο κ. Γ. Μωραΐτης έχουν τη δική τους συμμετοχή, για άλλους ιδιαίτερα σύνθετη και περίπλοκη, όπως του κ. Πάγκαλου, ο οποίος για ένα διάστημα είναι μέλος του ΚΚΕ και μετέχει στην Ολομέλεια της διάσπασης του 1968, για άλλους μονομερή, όπως η σχέση του κ. Τσοχατζόπουλου με το ΠΑΚ, για τους υπόλοιπους με τα δικά τους χαρακτηριστικά.


Στην Κεντρική Επιτροπή του ΠαΣοΚ 40 από τα 180 μέλη έχουν δηλώσει στο πολιτικό βιογραφικό τους αντιστασιακή δράση, ενώ αντίστοιχη δράση διεκδικούν τουλάχιστον 15 από τους βουλευτές που δεν είναι και μέλη της Κεντρικής Επιτροπής. Σε πολλές περιπτώσεις το ΠαΣοΚ πράγματι στεγάζει κορυφαία στελέχη του αντιδικτατορικού αγώνα. Ο κ. Γ. Χαραλαμπόπουλος, ο κ. Λ. Βερυβάκης, ο κ. Α. Λιβάνης, ο κ. Γ. Ανωμερίτης, ο κ. Α. Πεπονής, ο κ. Χρ. Ροκόφυλλος, ο κ. Ν. Φαρμάκης ανήκουν στην κλασική κατηγορία των αγωνισθέντων και διωχθέντων της περιόδου ’67-’74.


Αντιθέτως στη Νέα Δημοκρατία οι αναλογίες συρρικνώνονται. Στα κορυφαία στελέχη της Εκτελεστικής Επιτροπής παρατηρείται και η μεγαλύτερη συχνότητα αντιστασιακής δράσης. Οι κκ. Γ. Ράλλης, Κ. Μητσοτάκης, Μ. Εβερτ, Ι. Βαρβιτσιώτης καθώς και ο πρώην πρωθυπουργός κ. Τζ. Τζαννετάκης συγκρούσθηκαν και διώχθηκαν από τη χούντα. Στη χορεία των αντιστασιακών υπάγονται και οι κκ. Α. Παπαδόγγονας και Ι. Κεφαλογιάννης καθώς και ο κ. Χ. Καρατζάς. Στα παράδοξα της πολιτικής συγκαταλέγεται η περίπτωση του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας κ. Π. Δελημήτσου, ο οποίος ήταν μεν αντιστασιακός αλλά ως μέλος του Πατριωτικού Μετώπου της Αριστεράς (έκρυβε μάλιστα για ένα διάστημα τον Μίκη Θεοδωράκη).


Μπορεί η Ελλάδα να μην αντιστάθηκε σύσσωμη ενεργά κατά της χούντας. Αλλά, όπως δείχνει η δημοσιογραφική έρευνα, στο ερώτημα «τι έκανες στον πόλεμο, μπαμπά», στα περισσότερα κόμματα υπάρχει η απάντηση: «Ημουν στην Αντίσταση».