Κυκλοφορεί εντός των ημερών το Ημερολόγιο που κράτησε ο πρέσβης ε.τ. κ. Λεωνίδας Παπάγος από το 1967 ως το 1977, όταν υπηρέτησε ως αυλάρχης του Κωνσταντίνου στην Αθήνα, στη Ρώμη και κατόπιν στο Λονδίνο, στα χρόνια της χούντας και της μεταπολίτευσης. Και από τη θέση του αυτή, αμέσως και εμμέσως, παρακολούθησε τις εξελίξεις της πολιτικής ζωής στη χώρα, τις επανειλημμένες κρίσεις του Κυπριακού, την περιοδική ένταση των σχέσεων με την Τουρκία, τις αντιδράσεις των πολιτικών της εποχής στους δήθεν δημοκρατικούς σχεδιασμούς των συνταγματαρχών κτλ. Οπως λέγει ο ίδιος, «απεφάσισα την έκδοση των «Σημειώσεών» μου διότι τα τελευταία χρόνια εκυκλοφόρησαν πολλά έντυπα που αφορούν τη δεκαετία 1967-1977 και εθεώρησα ότι θα ήταν ίσως χρήσιμο να προσθέσω και εγώ τη δική μου μαρτυρία».


Και η μαρτυρία αυτή είναι όχι μόνο αξιόλογη αλλά και ενδιαφέρουσα. Ο συγγραφέας βλέπει, φυσικά, τα πάντα υπό ένα οιονεί βασιλικό πρίσμα, βλέπει τον ίδιο τον Κωνσταντίνο ως αφοσιωμένος, πιστός και στενός συνεργάτης του, ιδιαίτερα όταν υπογραμμίζει τον αντιχουντισμό του και προβάλλει τις αγωνίες του. Και στις κρίσεις του για τα πολιτικά πρόσωπα (από τον Μαύρο και τον Καραμανλή ως τον Μαρκεζίνη, τον Κανελλόπουλο, τον Ανδρέα Παπανδρέου κ.ά.) είναι αρκετά ορατή η αντίληψη που είχε το Παλάτι γενικώς για όλους. «Το Βήμα» δημοσιεύει σήμερα και θα συνεχίσει όλη την ερχόμενη εβδομάδα στο καθημερινό «Βήμα» αποσπάσματα από τις «Σημειώσεις 1967-1977», τα οποία αναφέρονται στις πρώτες ημέρες της υπηρεσίας του Λ. Παπάγου στα Ανάκτορα, που συμπίπτουν και με τις πρώτες ημέρες της χούντας ­ πριν από 32 ακριβώς χρόνια ­ καθώς και με τα του «βασιλικού πραξικοπήματος» του Δεκεμβρίου του 1967.



Ο Λεωνίδας Παπάγος υπηρετούσε, από τον Οκτώβριο του 1966, ως πρεσβευτής στο Κάιρο όταν έγινε το πραξικόπημα. Εκεί του τηλεφώνησε ο Δημήτρης Μπίτσιος, αρχηγός του πολιτικού γραφείου του Κωνσταντίνου, και του ζήτησε να επιστρέψει στην Αθήνα επειδή «ο Βασιλεύς επιθυμεί να μου αναθέσει τα καθήκοντα του αυλάρχη».


Στις 13 Σεπτεμβρίου 1967 ο Παπάγος γράφει στο ημερολόγιό του για «το μεγάλο φιάσκο των ελληνοτουρκικών διαπραγματεύσεων για την Κύπρο που έληξαν άδοξα» την προηγουμένη:


Η όλη υπόθεση άρχισε προ εβδομάδων με τυχαία συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών, Οικονόμου-Γκούρα, με τον Τούρκο ομόλογό του, Τσαγλαγιαγκίλ, στην Ελβετία.


Κατά τη συνάντηση αυτή, ο Ελληνας υπουργός αποκόμισε την εντύπωση ότι η Τουρκία θα δεχόταν τη διευθέτηση του Κυπριακού (ένωση) αν αποκτούσε μια στρατιωτική βάση στην Κύπρο, που θεωρούσε απαραίτητη για την ασφάλειά της.


Οταν ο Ελληνας υπουργός ανέφερε τα ανωτέρω στην κυβέρνηση, θεωρήθηκε ότι ήταν η κατάλληλη ευκαιρία για την τακτοποίηση της κυπριακής υπόθεσης, ώστε να εισπράξει η επανάσταση την επιτυχία της επίλυσης του Κυπριακού.


Σε συμβούλιο που έγινε στα ανάκτορα, ιδίως οι στρατιωτικοί, υπήρξαν υπεραισιόδοξοι.


«Εχομεν ισχυράν κυβέρνησιν», έλεγαν, «και οι Τούρκοι γνωρίζουν ότι όχι μόνο μπορούμε να πάρωμεν απόφασιν, αλλά και να την επιβάλωμεν στον ελληνικόν λαόν, αφού είμεθα απηλλαγμένοι των αδυναμιών που παρουσιάζουν αι κοινοβουλευτικαί κυβερνήσεις».


Η υπεραισιοδοξία αντιμετώπιζε τις τουρκικές απαιτήσεις και με καταβολή αποζημίωσης (κατά το προηγούμενο του 1878, όταν παραχωρήθηκε η Κύπρος από τους Τούρκους στην Αγγλία έναντι χρηματικής αντιπαροχής).


Με αυτές τις σκέψεις ελήφθη η πρωτοβουλία των διαπραγματεύσεων, χωρίς άλλες προσυνεννοήσεις και προπαρασκευές εκ μέρους των αρμόδιων υπηρεσιών.


Στις 9 Σεπτεμβρίου οι δύο αντιπροσωπείες συναντήθηκαν επί τουρκικού εδάφους, στην πόλη Κεσάν. Ευθύς αμέσως, έγινε αντιληπτό ότι δεν υπήρχε πεδίο συνεννόησης, διότι οι Τούρκοι αρνήθηκαν ότι ο Τσαγλαγιαγκίλ εκδήλωσε προθέσεις όπως τις αντελήφθη ο κ. Οικονόμου-Γκούρας και, στην επιμονή της αντιπροσωπείας μας, ρώτησαν αν υπάρχει σχετικό έγγραφο. Στη συνέχεια, υπέβαλαν τις δικές τους προτάσεις για συγκυριαρχία επί της Κύπρου, ομοσπονδία, διχοτόμησή της. Στο τέλος, δήλωσαν ότι δεν υπάρχει λόγος να συνεχιστούν οι συνομιλίες και ότι η τουρκική αντιπροσωπεία θα επέστρεφε στην Τουρκία.


Αυτό άφηνε έκθετη την ελληνική κυβέρνηση, που είχε ήδη δηλώσει ότι οι συναντήσεις θα ελάμβαναν χώρα επί τουρκικού και ελληνικού εδάφους και οι προσπάθειες της ελληνικής αντιπροσωπείας στράφηκαν στην επίτευξη τυπικής συνεδρίασης και σε ελληνικό έδαφος. Τελικά, οι Τούρκοι δέχθηκαν να έλθουν την επομένη, 10 Σεπτεμβρίου, στην Αλεξανδρούπολη, όπου, εκτός από τα άχρωμα ανακοινωθέντα, τίποτε δεν συζητήθηκε.


Είναι να απορεί κανείς με την επιπολαιότητά μας, και διερωτώμαι πώς καμιά υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών δεν διατύπωσε σαφείς επιφυλάξεις. Οσο γνωρίζω, πολλοί υπάλληλοι κατέκριναν αυτόν τον τρόπο ενέργειας.


Στην ελληνική αντιπροσωπεία μετείχαν ο πρωθυπουργός Κόλλιας, ο αντιπρόεδρος Σπαντιδάκης, ο υπουργός Εξωτερικών Οικονόμου-Γκούρας, ο υπουργός Προεδρίας Γ. Παπαδόπουλος, οι πρέσβεις Χριστόπουλος, Θεοδωρόπουλος, Λαγάκος και ο πρέσβης μας στην Αγκυρα Μ. Δεληβάνης ο οποίος, πέρα από κάθε υπηρεσιακή λογική, μόνον όταν έφθασε στην Ελλάδα πληροφορήθηκε τα τεκταινόμενα!


Από μέρους των Τούρκων συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Ντεμιρέλ, ο υπουργός Εξωτερικών Τσαγλαγιαγκίλ, ο γενικός γραμματέας Κουνεράλ, ο πρέσβης Τουρκμέν και ο πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα, Τουλούι.


Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου, Αθήνα


Ο Βασιλεύς κάλεσε για το πρωί τους Ασλανίδη και Λαδά.


Με ρωτούν τι στολή να φορέσουν, διότι ο Βασιλεύς επιμένει ότι εφόσον παραμένουν στην κυβέρνηση ως στρατιωτικοί, πρέπει να εμφανίζονται ενώπιόν του με στολή, σύμφωνα με τον κανονισμό. Ο Λαδάς έδειχνε μεγάλη ανησυχία κατά τη συνάντηση.


Το απόγευμα, ο Βασιλεύς δέχθηκε κατά σειρά τους Παττακό, Παπαδόπουλο και Μακαρέζο.


Είχαν φροντίσει να υπάρχει φωτογράφος στην είσοδο των ανακτόρων.


Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου, Αθήνα


Ολες οι πρωινές εφημερίδες δημοσιεύουν στην πρώτη σελίδα φωτογραφία του Σπαντιδάκη με μεγάλη στολή και από κάτω το ανακοινωθέν του Αυλαρχείου ότι έγινε δεκτός σε ακρόαση.


Ο κόσμος σχολιάζει ότι ο Σπαντιδάκης ανεβαίνει, και οι ξένοι δημοσιογράφοι τον βλέπουν, ήδη, πρόεδρο της κυβέρνησης.


Πέμπτη 2 Νοεμβρίου, Αθήνα


Ο πρωθυπουργός προτείνει για τη θέση του υπουργού Εξωτερικών τον δικηγόρο Παναγιώτη Μασουρίδη και υφυπουργό τον Βασίλη Βιτσαξή.


Ο Βασιλεύς δεν δείχνει πολύ ενθουσιασμένος. Γίνεται ανεπιτυχής κρούση προς τον Μιχαήλ Πεσμαζόγλου. Τελικά, επικρατεί εισήγηση να κρατήσει το υπουργείο Εξωτερικών ο ίδιος ο πρωθυπουργός με υφυπουργό τον πρέσβη Χριστόπουλο.


Για το υπουργείο Δημοσίων Εργων προτείνονται ο απόστρατος αντιστράτηγος Σωτήριος Καραγιώργος και ο Κων. Παπαδημητρίου, καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής Θεσσαλονίκης.


Η προτίμηση του πρωθυπουργού υπέρ του τελευταίου.


Τετάρτη 15 Νοεμβρίου, Αθήνα


Το πρωί, ο Βασιλεύς δέχθηκε σε ακρόαση τον υπουργό Προεδρίας Κυβερνήσεως, Παπαδόπουλο. Υστερα από ένα-δύο υπηρεσιακά θέματα ο Παπαδόπουλος επανέφερε μετ’ επιτάσεως το θέμα της αντιπροεδρίας του. Είπε ότι οι στρατιωτικοί υπουργοί, καθώς και ο πρωθυπουργός, είναι σύμφωνοι να γίνει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Εφερε το επιχείρημα ότι αφού γίνεται δεκτό να δοθεί το υπουργείο των Εξωτερικών στον κ. Πιπινέλλη που είναι πολιτικό πρόσωπο και προέρχεται από την ΕΡΕ, ορθό είναι, ως αντιστάθμισμα, να δοθεί σ’ αυτόν η αντιπροεδρία της κυβέρνησης.


Πέμπτη 16 Νοεμβρίου, Αθήνα


Χθες, ο Βασιλεύς έμεινε έως τις πέντε το πρωί στο Πεντάγωνο.


Είχε μεταδοθεί η είδηση ότι ο στρατηγός Γρίβας με την Εθνοφρουρά της Κύπρου άρχισε περιπολίες στην περιοχή της Κοφίνους. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ανταλλάγησαν πυρά με τους Τουρκοκύπριους και ότι υπήρξαν θύματα. Στην Τουρκία, οι ένοπλες δυνάμεις τέθηκαν σε επιφυλακή.


Στις τρεις το πρωί, με πρωτοβουλία του Βασιλέως, ο πρωθυπουργός κάλεσε στο τηλέφωνο τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και απαίτησε να αποσυρθεί η Εθνοφρουρά.


Ο Μακάριος προφασίστηκε ότι δεν έχει μέσο να επικοινωνήσει με τον Γρίβα, αλλά του υποδείχθηκε από την Αθήνα να στείλει αυτοκίνητο.


Ευτυχώς που δόθηκαν οι οδηγίες αυτές, διότι στη μία το μεσημέρι επισκέφθηκε τον Βασιλέα ο πρέσβης της Αμερικής, Talbot, και είπε ότι, κατά πληροφορίες που πήρε, η Τουρκία επρόκειτο τις πρωινές ώρες να επιδώσει τελεσίγραφο ζητώντας την εκκένωση της περιοχής. «Σώσατε την κατάσταση» είπε ο Talbot.


Στη 1.30, ήλθε στα ανάκτορα ο πρέσβης της Αγγλίας Stewart. Δεν είχε πολλά νέα, αλλά το προηγούμενο βράδυ, 15 Νοεμβρίου, είχε καλεσμένους στην πρεσβεία τους Παττακό και Παπαδόπουλο, οι οποίοι πληροφορήθηκαν εκεί την επιχείρηση στην Κύπρο. Ο Παπαδόπουλος ήταν συγκρατημένος αλλά ο Παττακός ήθελε να σπάσει τα μούτρα των Τούρκων.


Ο Talbot διαβεβαίωσε τον Βασιλέα ότι θα έχει την ανεπιφύλακτη συμπαράσταση της κυβέρνησής του και αυτού του ιδίου.


Παρασκευή 17 Νοεμβρίου, Αθήνα


Το πρωί έφθασε η πληροφορία ότι έγιναν δύο νέες περιπολίες στις περιοχές Κοφίνους και Αγίων Θεοδώρων. Αποφασίστηκε η άμεση ανάκληση του Γρίβα. Οι στρατιωτικοί δεν το ήθελαν, γιατί αυτό θα ήταν μείωση του γοήτρου μας. Ο πρωθυπουργός επέμενε, αντιτάσσοντας ότι αυτό δεν είναι στρατιωτικό αλλά πολιτικό θέμα. Ο στρατηγός Σπαντιδάκης αρνήθηκε να δώσει τη διαταγή στον Γρίβα. «Τότε θα την δώσω εγώ» είπε ο κ. Κόλλιας ­ και πράγματι την έδωσε.


Στις 2.00 μ.μ., επισκέφθηκε τον Βασιλέα πολύ συγχυσμένος ο πρέσβης Talbot για να αναγγείλει τις δύο νέες παραβάσεις στην Κύπρο.


Το βράδυ ήμουν καλεσμένος σε δείπνο στην ελβετική πρεσβεία. Στις 10.45 με ζήτησε στο τηλέφωνο ο πρέσβης Talbot. Είχε μήνυμα του προέδρου των ΗΠΑ, Johnson, για τον Βασιλέα και ήθελε να το διαβιβάσω.


Σε ένα τέταρτο ήμουν στην αμερικανική πρεσβεία. Το μήνυμα ήταν έκκληση για ειρήνη. Παρόμοιο μήνυμα απηύθυνε ο πρόεδρος Johnson και προς τον πρόεδρο της Τουρκίας, Σουνάι. Ανάλογο διάβημα έγινε και προς τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο.



Ο πρέσβης Talbot μού έδειξε ένα δημοσίευμα της κυπριακής εφημερίδας «Αγών», στο οποίο αναγράφεται ότι ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος είναι χολωμένος με την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να αποσυρθεί η Εθνοφρουρά από τις θέσεις που κατέλαβε. Το ίδιο δημοσίευμα αναφέρει ότι η επιχείρηση είχε προσχεδιαστεί, σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση, η οποία είχε αντιμετωπίσει και το ενδεχόμενο της τουρκικής επέμβασης.


Τα ανωτέρω ανακοίνωσα τηλεφωνικά στον Βασιλέα στη Σπετσοπούλα, στη μία μετά τα μεσάνυχτα. Μετά επικοινώνησα με τον πρωθυπουργό, που μου είπε ότι το απόγευμα είχε συνέλθει το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Αμύνης, για να κάνει εκτίμηση της στρατιωτικής κατάστασης. Οι Τούρκοι κινητοποιούνται. Συγκεντρώνουν στρατεύματα στην Αλεξανδρέττα και τον Εβρο. Οι τουρκικές δυνάμεις, στρατός, αεροπορία και ναυτικό, πήραν σαφώς επιθετική διάταξη. Από τα Δαρδανέλλια πέρασαν τρία αντιτορπιλικά και άλλα σκάφη. Αν πλέουν προς Κύπρο, θα είναι εκεί αύριο βράδυ.


Από τη δική μας πλευρά, διατάχθηκε κινητοποίηση από Αλεξανδρούπολη προς Εβρο. Ο πρωθυπουργός κάλεσε τον πρέσβη των ΗΠΑ και ζήτησε τη συνδρομή της κυβέρνησής του.


Ο πρέσβης μας στην Αγκυρα, Δεληβάνης, τηλεφωνικώς ανέφερε ότι η τουρκική εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε την κυβέρνηση να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των τουρκικών μειονοτήτων. Ο κ. Δεληβάνης ανέφερε επίσης ότι κλήθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών, όπου διατυπώθηκαν κατηγορίες κατά της Ελλάδας. Κατά την εκτίμηση του κ. Δεληβάνη, το περιεχόμενο των τουρκικών κατηγοριών δεν είναι επικίνδυνο.


Ρώτησα τον πρωθυπουργό τι νέα είχε από τον Γρίβα.


Απάντησε ότι επικοινώνησε τηλεφωνικώς μέσω τρίτου προσώπου. Ο στρατηγός Γρίβας τού ζήτησε να επιστρέψει την Κυριακή ή Δευτέρα. Ο πρόεδρος έδωσε τη συγκατάθεσή του, υπό τον όρο ότι η εκεί παραμονή του εγγυάται ότι δεν θα δημιουργηθούν άλλα επεισόδια.


Ολα τα ανωτέρω ανακοίνωσα αμέσως στον Βασιλέα.


Σάββατο 18 Νοεμβρίου, Αθήνα


Ετοίμασα την απάντηση του Βασιλέως στο μήνυμα του προέδρου Johnson και πήγα να τη θέσω υπόψη του πρωθυπουργού. Ο κ. Κόλλιας την ενέκρινε. Μου είπε ότι τον επισκέφθηκε ο πρέσβης της Αγγλίας Stewart, κατόπιν οδηγιών που έλαβε από τον υπουργό των Εξωτερικών κ. Brown. Τα κύρια σημεία που έθιξε ο Αγγλος πρέσβης:


α) Εξέφρασε μεγάλη ικανοποίηση για τις ταχείες ενέργειες της κυβέρνησης. β) Είπε ότι οφείλει η ελληνική κυβέρνηση να πάρει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να μην επαναληφθούν τα επεισόδια (σκοτώθηκαν τριάντα δύο Τουρκοκύπριοι, εκ των οποίων πέντε από πλαστικές βόμβες. Επίσης, σκοτώθηκαν δύο Ελληνοκύπριοι). γ) Διαμαρτυρήθηκε, έντονα, για τον αφοπλισμό τμήματος της ειρηνευτικής δύναμης, όπου υπηρετούσαν Αγγλοι αξιωματικοί, από την κυπριακή Εθνοφρουρά η οποία στελεχώνεται και διοικείται από Ελληνες αξιωματικούς. δ) Είπε ότι τα γεγονότα της Τετάρτης είναι αντίθετα με την πολιτική της Αγγλίας που αποβλέπει στην πλήρη αποκατάσταση της ειρήνης. ε) Η Μ. Βρετανία θεωρεί ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει την επιρροή της και να κρατήσει υπό έλεγχο την κατάσταση στην Κύπρο. Εν ανάγκη ας χρησιμοποιήσει και τις εκεί ελληνικές δυνάμεις. στ) Διαπίστωσε ότι η ειρήνη έχει σοβαρά διαταραχθεί. ζ) Τέλος, ρώτησε τον πρωθυπουργό αν ήταν εν γνώσει των όσων έπραξε η Εθνοφρουρά στις 14 και 15 Νοεμβρίου.


Ο κ. Κόλλιας απήντησε ότι ουδεμία γνώση είχε η ελληνική κυβέρνηση, που εμφοράται πάντα από πνεύμα συνδιαλλαγής. Απορεί όμως, συνέχισε, ότι μόνο σήμερα για πρώτη φορά τον επισκέπτεται ο πρέσβης της Μ. Βρετανίας, και διατυπώνει το παράπονο ότι δεν είχε φανεί καθόλου τις μέρες της μεγάλης κρίσης. «Και αν ακόμη εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω», είπε ο κ. Κόλλιας, «δικαιολογημένα γεννάται στον λαό η εντύπωση ότι υπάρχει συνεννόηση Αγγλίας – Τουρκίας». Επίσης, ανακοίνωσε στον πρέσβη ότι κλήθηκε ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος να διατάξει την αποχώρηση της Εθνοφρουράς από τα χωριά Κοφίνου και Αγιοι Θεόδωροι και να ανασταλούν οι περιπολίες. Διαχώρισε την ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης από την κυπριακή, όπως και τη δύναμη της Εθνοφρουράς από την ΕΛΔΥΚ. «Κάναμε το παν για να μειωθεί η ένταση και επί πλέον ανακαλέσαμε τον Γρίβα».


Ο πρέσβης Stewart, σαφώς, παραδέχθηκε ότι η ελληνική κυβέρνηση σκαιώς προκλήθηκε από την Τουρκία. «Συνεχίστε», είπε, «με σύνεση για να προλάβετε τον σπινθήρα».


Ο πρωθυπουργός τότε εξέφρασε την πικρία του, διότι η Μ. Βρετανία διαμαρτύρεται και κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση, ενώ οι κατηγορίες της θα έπρεπε να στρέφονται κατά της Τουρκίας, και αναφέρθηκε στις παραβιάσεις του εναέριου χώρου, την επιθετική διάταξη του τουρκικού στρατού στον Εβρο και την Αλεξανδρέττα, και τη διέλευση του τουρκικού στόλου από τα Δαρδανέλλια.


Σ’ αυτά, ο πρέσβης της Αγγλίας αναγκάστηκε να πει ότι έγινε διάβημα της κυβέρνησής του προς την Τουρκία αλλά δεν είναι εξουσιοδοτημένος να μας ανακοινώσει τι ελέχθη προς την τουρκική πλευρά.


«Διά να εκτονωθή η κατάστασις», μου είπε ο πρωθυπουργός, «θα γίνη την Δευτέρα η ορκωμοσία του Πιπινέλλη και θα ακολουθήση σύσκεψις».


Η ανάκληση του στρατηγού Γρίβα είναι γεγονός. Δεν είναι ανάγκη η Εθνοφρουρά της Κύπρου και οι ελληνικές δυνάμεις να έχουν τον ίδιο αρχηγό. Θα αντιμετωπιστεί, ίσως, η περίπτωση να αποσύρουμε τις ελληνικές δυνάμεις από το νησί. Επί πλέον, δόθηκαν ρητές οδηγίες στον Γρίβα να απόσχει από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για ανάφλεξη.


Εστάλησαν δύο μηνύματα στον Αρχιεπίσκοπο. Με το ένα, καθίσταται υπεύθυνος για κάθε νέα αφορμή σε ενδεχόμενα γεγονότα. Με το δεύτερο, καλείται να επαναφέρει τα τσεχοσλοβακικά όπλα στις αποθήκες.


Στις οκτώ το βράδυ επικοινώνησα με τον Βασιλέα και έθεσα υπόψη του τα γεγονότα της ημέρας. Αποφασίστηκε η απάντησή του στο μήνυμα Johnson να διαβιβαστεί μέσω της αμερικανικής πρεσβείας.


Πήγα το γράμμα στον Talbot, ο οποίος το διάβασε και μου είπε: «Α very good letter».