Υπάρχουν τρία είδη διαθηκών τα οποία απέναντι στον νόμο έχουν και τα τρία την ίδια ισχύ. Εν τούτοις υπάρχουν μεταξύ τους ιδιαιτερότητες τις οποίες είναι χρήσιμο να γνωρίζει κανείς. Οι διαθήκες αυτές είναι: η ιδιόγραφη διαθήκη, η δημόσια διαθήκη και η μυστική διαθήκη.


Η ιδιόγραφη διαθήκη είναι η πιο απλή μορφή διαθήκης. Γράφεται από το χέρι του διαθέτη και υπογράφεται από τον ίδιο. Η διαθήκη αυτή μπορεί να φυλαχθεί οπουδήποτε ή να κατατεθεί προς φύλαξη σε συμβολαιογράφο.


Η δημόσια διαθήκη συντάσσεται με δήλωση του διαθέτη σε συμβολαιογράφο με την παρουσία τριών μαρτύρων ή συντάσσεται ενώπιον δύο συμβολαιογράφων με την παρουσία ενός μάρτυρα. Και στις δύο περιπτώσεις οι μάρτυρες αυτοί δεν επιτρέπεται να είναι συγγενείς του διαθέτη σε ευθεία γραμμή ή εξ αγχιστείας μέχρι τρίτου βαθμού συγγενείας. Ως μάρτυρες, π.χ., δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εγγονός, θείος ή θεία του διαθέτη. Επίσης ως μάρτυρες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανήλικοι ή αλλοδαποί. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στα πρόσωπα που θα εκτελέσουν τις διατάξεις της διαθήκης, διότι τα πρόσωπα αυτά απαγορεύεται ρητώς εκ του νόμου να χρησιμοποιηθούν ως μάρτυρες.


Η μυστική διαθήκη μπορεί να συνταχθεί από τον διαθέτη με δύο τρόπους. Ο πρώτος τρόπος είναι να γραφεί ιδιοχείρως από τον ίδιο τον διαθέτη και να υπογραφεί από αυτόν ή να έχει γραφεί από κάποιον άλλον και βεβαίως να την έχει υπογράψει ο διαθέτης. Και στις δύο περιπτώσεις η μυστική διαθήκη κατατίθεται από τον διαθέτη σε συμβολαιογράφο παρουσία τριών μαρτύρων. Αν δεν υπάρχουν τρεις μάρτυρες, η μυστική διαθήκη μπορεί να κατατεθεί με την παρουσία δύο συμβολαιογράφων και ενός μάρτυρος. Οι μάρτυρες και σε αυτή την περίπτωση υπόκεινται στους περιορισμούς που αναφέρονται και για την κατάθεση της δημόσιας διαθήκης.


Σε έκτακτες περιπτώσεις μπορεί να συνταχθεί διαθήκη και μέσα σε πλοίο ενώπιον δύο μαρτύρων, αρκεί αυτό να μη βρίσκεται σε ελληνικό λιμάνι. Για τους λόγους που συνιστούν ακυρότητα της διαθήκης και το τι πρέπει να προσέχουν οι διαθέτες κατά τη σύνταξή της νομικοί σημειώνουν: «Είναι άκυρη η διάταξη της διαθήκης που αφορά αόριστο πρόσωπο και δεν κάνει συγκεκριμένη αναφορά. Ακυρη είναι επίσης αν αποδειχθεί ότι συντάχθηκε κατόπιν απειλής ή απάτης. Ακυρη επίσης χαρακτηρίζεται η διαθήκη που ορίζει, π.χ., κληρονόμο τον σύζυγο ή τη σύζυγο, αλλά μετά τη σύνταξη της διαθήκης ακολούθησε διαζύγιο.


Αλλος σοβαρός λόγος ακυρότητας είναι όταν οι διατάξεις της διαθήκης προσβάλλουν τη νόμιμη μοίρα συγγενούς κληρονόμου, δηλαδή αυτούς οι οποίοι εκ του νόμου θα κληρονομούσαν και χωρίς να υπάρχει διαθήκη. Οι «ακατάληπτες αιρέσεις» θεωρούνται ως μη γεγραμμένες. Λέγοντας δε ακατάληπτες αιρέσεις εννοούμε περιοριστικούς όρους που έχει βάλει ο διαθέτης οι οποίοι αντιβαίνουν την κοινή λογική. Αν, π.χ., αναφέρει ο διαθέτης ότι κληρονόμος του είναι ο ανιψιός του τάδε, αρκεί αυτός να έχει ζήσει στην Αφρική επί δύο χρόνια. Επίσης ως μη γεγραμμένη θεωρείται η αίρεση της αγαμίας, όπου ο διαθέτης απαιτεί ο κληρονόμος του να είναι ύπανδρος.


Ιδιαίτερη προσοχή απαιτούνται στις προσθήκες στο περιθώριο της διαθήκης. Προσθήκες χωρίς την υπογραφή του διαθέτη δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν. Επίσης ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στο καθαρό γράψιμο της διαθήκης. Ξυσίματα και διαγραφές μπορεί να επιφέρουν την ακύρωση της διαθήκης. Αυτό είναι κάτι που αποσαφηνίζει το δικαστήριο όταν δημοσιεύει την ιδιόγραφη διαθήκη για να την κηρύξει κυρία». Σύμφωνα με τον νόμο, όποιος έχει στα χέρια του ιδιόγραφη διαθήκη είναι υποχρεωμένος μόλις πληροφορηθεί τον θάνατο του διαθέτη να φροντίσει για τη δημοσίευσή της στο Πρωτοδικείο της τελευταίας κατοικίας του διαθέτη. Στην περίπτωση που βρεθούν δύο ή περισσότερες διαθήκες, η τελευταία χρονολογικά καταργεί την ύπαρξη των προηγουμένων.


Η κήρυξη της ιδιόγραφης διαθήκης ως κυρίας γίνεται με την πιστοποίηση ενός ή περισσοτέρων μαρτύρων, οι οποίοι πιστοποιούν ότι πράγματι αυτή είναι η γραφή του διαθέτη και η υπογραφή του.


Αυτό σημαίνει ότι ως τα πέντε χρόνια, αν αμφισβητηθεί το κύρος της διαθήκης, ο κληρονόμος που καθορίζεται από αυτήν οφείλει να αποδείξει τη γνησιότητά της.


Προτιμότερη είναι η ιδιόχειρη διαθήκη που κατατίθεται ως μυστική, σύμφωνα με τις απόψεις του αντιπροέδρου του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Αθηνών κ. Ν. Στασινόπουλου, ο οποίος επισημαίνει: «Η ιδιόχειρη διαθήκη που έχει κατατεθεί ως μυστική είναι προτιμότερη, διότι αφενός μεν δεν χρειάζεται να κηρυχθεί κυρία μετά τον θάνατο του διαθέτη, πράγμα που έχει και οικονομικές επιπτώσεις στους κληρονόμους, αφετέρου δε έχει τις λιγότερες πιθανότητες να προσβληθεί για τη μη τήρηση τυπικών προϋποθέσεων».