Ο εχθρός βρυχήθηκε κάπως, αναμασώντας απειλές στρατιωτικής ισχύος. Οι «Σύμμαχοι» πίεσαν, ως συνήθως, εν ονόματι της «σταθερότητας», την οποία υποτίθεται εγγυάται με αποσταθεροποιητικές εν τούτοις πράξεις του ο εχθρός. Και οι ημέτεροι, μετά από τετράχρονες υπερήφανες δηλώσεις περί δόγματος, θωράκισης και ετοιμότητας «για όλα», τα παρέδωσαν όλα. Χρειάσθηκαν κάποιον κόπο για τη συσκευασία της οπισθοχώρησης. Ενας τους δήλωσε ότι αναλαμβάνει για λογαριασμό όλων το πολιτικό κόστος, βέβαιος ων ότι λόγω ηλικίας δεν θα κληθεί να το πληρώσει. Αλλά και αν το πλήρωνε κάποιος, τι θα ωφελούνταν το δύστυχο έθνος; Ατυχώς στον πόλεμο, με την ευρεία έννοιά του, δεν υπάρχει δυνατότητα να κάνεις λάθος δύο φορές, «ουκ έστιν δις αμαρτάνειν» (Λάμαχος παρά Στοβαίω νδ, 45).


Τα προαπαιτούμενα της επιβίωσης μιας χώρας είναι α) η εθνική ικανότητα (υπόθεση ένοπλης υποδομής και λοιπής ανταγωνιστικότητας), β) η εθνική αποφασιστικότητα (υπόθεση ισχυρής βούλησης σε επίπεδο ηγεσίας) και η εθνική αυτοπεποίθηση (ψυχολογία του λαού την οποία εμπνέει η ηγεσία που διαθέτει αυτοπεποίθηση η ίδια).


Οι Τούρκοι οι οποίοι μελετούν και εφαρμόζουν τον Θουκυδίδη απέναντί μας, ενώ εμείς ούτε τον μελετούμε, ούτε φυσικά ενστικτωδώς τον εφαρμόζουμε απέναντί τους, γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει η θουκυδίδεια αρχή: «Καθήκον μας είναι να τους προλάβουμε στις ενέργειές τους και να σκεφθούμε πρώτοι εμείς πώς να τους βλάψουμε, παρά βλαπτόμενοι από αυτούς να σκεπτόμαστε την ανταπόδοση». «Ημέτερον δε γ’ αυ έργον προτερήσαι (…) και προεπιβουλεύειν αυτούς μάλλον ή αντεπιβουλεύειν» (Θουκυδίδης, Ι, 33). Η δική μας βέβαια αντίληψη είναι ολότελα ξένη, οπωσδήποτε προς το «προεπιβουλεύειν» αλλά και προς το «αντεπιβουλεύειν». Γιατί εμείς αλήθεια ούτε την ανταπόδοση της προηγούμενης βλάβης σκεπτόμαστε. Για εκείνην αναμένουμε τιμωρό το κακόμοιρο διεθνές δίκαιο, οψέποτε και αν στους μέλλοντες αιώνες σταθεί στα πόδια του!


Η ιστορία των πυραύλων ανέδειξε τις δραματικές αδυναμίες της εθνικής μας πολιτικής: Απουσία μιας συγκροτημένης και στέρεης στρατηγικής. Ατομικοί αυτοσχεδιασμοί εκ των πραγμάτων πρόχειροι. Ελλειψη οργάνων παραγωγής πολιτικής, ελέγχου δεδομένων, συναγωγής εγκύρων πληροφοριών, επεξεργασίας στοιχείων. Αποτέλεσμα εις πρώτην κρίση: υπερεκχειλίζον θαλάσσωμα και πλεονάζων πανικός. Τα επακόλουθα γνωστά. Δηλαδή στην Αθήνα και στη Λευκωσία, βοηθούντος του «συμμαχικού» ψιθύρου και των ιθαγενών αναμεταδοτών του, οι απειλές της Αγκυρας εξελήφθησαν ως τετελεσμένες ενέργειες. Αλλά μια σοβαρή χώρα διαθέτει υπηρεσίες, διπλωματικές, αντικατασκοπίας και άλλες, ικανές να γνωρίζουν τι συμβαίνει στο στρατόπεδο του εχθρού. Ο χρυσούς κανών είναι «κάλλιστα στρατηγείν τους μάλιστα γιγνώσκοντας τα των πολεμίων» (Χαβρίας παρά Στοβαίω νδ, 53).


Εχω την αθωότητα να πιστεύω ότι οι διαχειριζόμενοι την κρίση των πυραύλων δεν γνώριζαν, βεβαίως εξ υπαιτιότητάς τους, όσα δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση της μοιραίας απόφασής τους για ματαίωση της εγκατάστασης στην Κύπρο δημοσίευσε «Το Βήμα» (3.1.99, Α. Παπαχελάς: «CIA: τι θα έκανε η Αγκυρα αν…»).


Είναι γνωστό ότι το επιχείρημα που κυρίως βάραινε στη ματαίωση ήταν ότι η Τουρκία θα προχωρούσε σε στρατιωτική δράση με στόχο την καταστροφή των πυραύλων και πιθανόν τον Γ’ Αττίλα. Τώρα έρχονται οι ταυτόσημες εκτιμήσεις CIA και Στέιτ Ντιπάρτμεντ βασισμένες σε «ανώτατους τούρκους αξιωματικούς, αλλά και σημαίνοντες πολιτικούς», σύμφωνα με τις οποίες «οι τούρκοι επιτελείς δεν θα έφθαναν στον βομβαρδισμό της Πάφου» αλλά θα επιχειρούσαν «με τη μέθοδο των συστηματικών προκλήσεων και τσαμπουκάδων να επηρεάσουν τον τουρισμό και το επενδυτικό κλίμα στην Κύπρο και στην Ελλάδα».


Αν οι αποφασίσαντες δεν τα εγνώριζαν αυτά, πλαισιώνονται από ανίκανες υπηρεσίες. Αν πάλι τα εγνώριζαν, τότε προέβησαν σε επιπόλαιες εκτιμήσεις. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση σε χείριστη απόφαση. Δεύτερη ερμηνεία δεν χωρεί.


Να προσθέσουμε ότι οι αμερικανικές εκτιμήσεις καταγράφουν τη στάση της Αγκυρας για οικονομικά ζημιογόνες ενέργειες με δεδομένη την «ειωθυΐαν» ελλαδική συμπεριφορά. Αν όμως η Τουρκία λάβαινε εξ Αθηνών πειστικό μήνυμα ανταπόδοσης, είναι σίγουρο ότι δεν θα αποτολμούσε τελικά όσα σχεδίασε.


Αλλά αυτή η κατ’ εξακολούθηση αδάπανη και αναίμακτη ευθυβολία των ρητορικών απειλών της Αγκυρας που νικά χωρίς πόλεμο, ενώ δεν φρονηματίζει εμάς, αρχίζει να ανησυχεί τους Αμερικανούς. Οι τελευταίοι νιώθουν ανασφαλείς μπροστά στις μακροπρόθεσμες γεωπολιτικές συμπεριφορές του χαϊδεμένου παιδιού τους, λόγω της ούτω πώς «κεκτημένης αλαζονείας» του. Στερνή τους γνώση να την είχαν πρώτα!


Αλλά επίσης κατέρρευσε από μόνος του ο ισχυρισμός ότι οι ΗΠΑ αποκρούουν τους ρωσικούς πυραύλους γιατί θα εμπλακούν στο αμερικανονατοϊκό ηλεκτρονικό σύστημα. Τώρα όμως οι ΗΠΑ εμφανίζονται να προτείνουν τη λύση της Κρήτης, μέσω της οποίας κατά μείζονα λόγο θα συμβεί με τη λογική αυτή το απευκταίο. Αρα και το δεύτερο βαρύ επιχείρημα αποδεικνύεται παραμύθι.


Απορεί ωστόσο κανείς πού βρίσκουν το κουράγιο ακόμη και θριαμβολογούν οι αρχιτέκτονες της ματαίωσης της αμυντικής θωράκισης της Μεγαλονήσου. Διαβάζουμε αναξιόχρεα ρητορικά σχήματα, ότι τάχα τώρα (sic!) από ‘δώ και πέρα θα αναβαθμίσουμε ποιοτικά την άμυνα της Κύπρου και με… δυνατότερα όπλα, και άλλα ηχηρά παρόμοια, όπως: θα διεθνοποιήσουμε το (ήδη υποθέτουμε διεθνοποιημένο) Κυπριακό και θα υποχρεώσουμε (πώς;) να εφαρμοσθούν οι δύο τελευταίες αποφάσεις των ΗΕ (οι οποίες βέβαια είναι οι χειρότερες από κτίσεως Κυπριακού) και θα πιέσουμε να αποσυρθούν τα αμερικανικά όπλα από την Κύπρο κ.π.ά.


Ολα αυτά, αντί μιας επιβεβλημένης αυτοκριτικής για τα τραγικά και πελώρια λάθη μας, αποδεικνύουν πόσο μακριά στεκόμαστε από την αλήθεια και των συμβάντων και των μελλόντων να επισυμβούν.


Βαυκαλιζόμαστε 25 χρόνια στις ψευδαισθήσεις μιας από μηχανής λύσεως, η οποία θα έρθει όπως ο από μηχανής θεός της αρχαίας τραγωδίας. Και ως την απόφασή μας να πάμε τους πυραύλους δεν είχαμε αμφισβητήσει (εμείς και οπωσδήποτε κανείς άλλος) έμπρακτα το κατοχικό καθεστώς. Αποφασίσαμε για πρώτη φορά τότε και κάναμε πίσω με τρόπο οδυνηρό. Οι ιθύνοντες της υποχώρησης, από τη στιγμή που την αισθάνονται ως «τεχνικό» ζήτημα, δεν μπορούν να διδαχθούν από τη θλίψη που υπό προϋποθέσεις θα ήταν ένας καλός παράγων αυτεπίγνωσης.


Αν η πολιτική δεν ήταν, όπως σατιρίστηκε, το μοναδικό επάγγελμα για το οποίο δεν χρειάζεται εκπαίδευση ­ και διά βίου εκπαίδευση ­, άτοπα που προδίδουν παταγώδη άγνοια των κανόνων του πολιτικού παιγνίου δεν θα είχαν συμβεί, όπως π.χ. η αυτοαποκάλυψη ότι να διαπραγματευθούμε θέλουμε, όχι να θωρακισθούμε με πυραύλους. «Θου Κύριε φυλακήν τω στόματί» των. Για το μέλλον πια…


Στην κρίση των πυραύλων ο μεγάλος νικητής υπήρξε, δυστυχώς, η Τουρκία. Ακόπως, ανωδύνως και αδαπάνως. Νίκησε διότι εμείς και μόνον «επί τη ιδέα» της θέας του εχθρού υποκύψαμε. Αμερικανικός και ευρωπαϊκός Τύπος δεν έκρυψε τις τελευταίες ημέρες την περιφρόνησή του για μας και τον θαυμασμό ­ μαζί και ορισμένες βέβαια ανησυχίες του ­ για το αχαλινώτως κλιμακούμενο θράσος της Αγκυρας που ακολουθεί με θεαματική επιτυχία, στην έκφραση του Νόαμ Τσόμσκι, τα αμερικανικά μαθήματα «τακτικής του τσαμπουκά». Οι εφ’ όλης τής κατά Ελληνισμού ύλης προχθεσινές δηλώσεις Τζεμ και οι προγραμματικές τού επαναπρωθυπουργοποιηθέντος «Αττίλα» είναι δείγμα των αμέσων διαθέσεων των εκβιαστών απέναντι σε μια εκδήλως αναποφάσιστη Ελλάδα που λειτουργεί τό γε νυν ως όμηρος του μονοδρόμου της ΟΝΕ. (Πρβλ. σχετικώς: «New York Times», «Τα Νέα», «Καθημερινή», 9.1.99).


Και τα μεν «γενόμενα ουκ απογίγνονται» βεβαίως, αλλά τα νυν και τα μέλλοντα τι θα γίνουν;


Πρώτον: Αυτογνωσία, γνώση και επίγνωση του τι συνέβη πράγματι με την απόφαση ματαίωσης. Ποιες συνέπειες έχει στους Κυπρίους, στους Ελλαδίτες, στην ψυχολογική και στη διαπραγματευτική θέση του Ελληνισμού και σε σχέση με τις από ‘δώ και πέρα κινήσεις του εχθρού.


Δεύτερον: Επίμονη αναζήτηση και «κατασκευή» διεξόδων. Συνειδητή επανεκτίμηση ότι η μοιραία κίνηση δεν ήταν στρατηγική αλλά τακτική, ακριβώς όπως ένας Ελευθέριος Βενιζέλος διαπραγματευόταν στη Λωζάννη ως εμπόλεμος και όχι ως ηττημένος.


Τρίτον: Πρόσκτηση από κυβερνώντες και κυβερνωμένους μνήμης και ιστορίας Ελληνισμού και Τουρκισμού, τέτοιας που είχαν αυτοί που ελευθέρωσαν το Γένος. Πήγε στα 1823 στον Γέρο του Μοριά ο άγγλος ναύαρχος Χάμιλτον και του υπέδειξε να ζητήσουν οι Ελληνες συμβιβασμό και να μεσιτεύσει η Αγγλία. Και η τρομερή απάντηση του Κολοκοτρώνη: «Εμείς καπετάν Αμιλτον ποτέ συμβιβασμόν δεν εκάμαμεν με τους Τούρκους. (…) Ο βασιλεύς μας (Παλαιολόγος) εσκοτώθη, καμίαν συνθήκη δεν έκαμε. (…) Αυτό δεν γίνεται ποτέ. Ελευθερία ή θάνατος».


Γι’ αυτό ελευθερωθήκαμε…


Ο κ. Στυλιανός Παπαθεμελής είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός.