Η Ελλάδα έχει σήμερα πολλά νέα χρηματιστηριακά προϊόντα και μακροχρόνιους τίτλους προκειμένου να ικανοποιήσει όλες τις ανάγκες των επενδυτών. Εντοκα γραμμάτια, ομόλογα με κυμαινόμενο ή σταθερό επιτόκιο και πολλά άλλα. Πρόσφατα εκδώσαμε ομόλογα 15ετούς διάρκειας και το επόμενο έτος εξετάζουμε τη δυνατότητα έκδοσης ομολόγων 20ετούς διάρκειας, για να καλύψουμε έτσι όλες τις διάρκειες τίτλων.


Προκειμένου να επιμηκύνουμε τον επενδυτικό ορίζοντα των εγχώριων επενδυτών, αρχίσαμε να εκδίδουμε τα αφορολόγητα Αποταμιευτικά Ομόλογα, ως επικερδή υποκατάστατα των Εντόκων Γραμματίων, στα οποία είχαν εθισθεί, λόγω της υψηλής κερδοφορίας που τους εξασφάλιζε το διαρκές δανειακό άγχος του Ελληνικού Δημοσίου.


Ενας ξεχωριστός τίτλος του Ελληνικού Δημοσίου που εκδόθηκε για μία μόνο φορά το 1998 είναι τα «Προμέτοχα», τα οποία διατέθηκαν σε εγχώριους και διεθνείς επενδυτές. Οι τίτλοι αυτοί προσφέρουν στον κάτοχό τους τη δυνατότητα είτε να λαμβάνει αφορολόγητες αποδόσεις είτε να τους ανταλλάξει με προνομιακούς όρους με μετοχές δημοσίων επιχειρήσεων που μπαίνουν στο Χρηματιστήριο. Η διάθεση των προμετόχων έγινε σε 12.000 μικροεπενδυτές και δεκάδες θεσμικούς επενδυτές και με αυτό τον τρόπο διευρύναμε σημαντικά τη μετοχική βάση της ελληνικής οικονομίας. Ισχυροποιούνται επίσης με αυτή τη διαδικασία οι δεσμοί ευρύτερων στρωμάτων με την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη.


Παράλληλα με τον εμπλουτισμό των προϊόντων, έχουμε επίσης εισαγάγει αρκετές θεσμικές αλλαγές, με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας στην αγορά των τίτλων. Οι κυριότερες είναι οι εξής:


­ Η καθιέρωση των δημοπρασιών ως αποκλειστικής μεθόδου τιμολόγησης νέων τίτλων. Με τον τρόπο αυτό οι τιμές και τα επιτόκια των κρατικών τίτλων απεικονίζουν πάντα την κατάσταση της αγοράς.


­ Η καθιέρωση του θεσμού των Βασικών Διαπραγματευτών ενίσχυσε τη λειτουργία της πρωτογενούς και δευτερογενούς αγοράς ομολόγων. Σε αυτούς συμμετέχουν όλες οι κατηγορίες εμπορικών τραπεζών (τέσσερις κρατικές, δύο ιδιωτικές και τρεις ξένες).


­ Καθιερώθηκε η ηλεκτρονική δευτερογενής αγορά, που εγγυάται ταχύτητα, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα.


­ Εχουν αρθεί τα εμπόδια για την ανάπτυξη της αγοράς ρέπος και έχει καταργηθεί ο φόρος 15% στις συναλλαγές ρέπος ανάμεσα στις τράπεζες και στους πελάτες τους (ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές).


Σύμφωνα με τις εκθέσεις όλων των έγκυρων διεθνών οργανισμών και τις μελέτες των μεγάλων ξένων τραπεζών, η Ελλάδα αποτελεί τη στιγμή αυτή το «ασφαλές στοίχημα σύγκλισης στην ΟΝΕ». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, όταν πιστοποιηθεί και τυπικά η επιτυχής κατάληξη, τα επιτόκια δανεισμού του Δημοσίου θα πλησιάσουν και σχεδόν θα συμπέσουν με τα αντίστοιχα κοινοτικά επιτόκια. Δηλαδή θα είναι δύο ως τέσσερις μονάδες χαμηλότερα από τα σημερινά, ανάλογα με τη διάρκεια του κάθε τίτλου. Οσοι λοιπόν βρεθούν να κατέχουν τότε πολυετή Ομόλογα Σταθερού Επιτοκίου αγορασμένα με τα σημερινά επίπεδα επιτοκίων, θα πραγματοποιήσουν μεγάλα κέρδη κεφαλαίου. Την προοπτική αυτή την έχουν πλήρως συνειδητοποιήσει οι τράπεζες και οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές και γι’ αυτό αποτελούν τους καλύτερους πελάτες του Ελληνικού Δημοσίου στις δημοπρασίες ομολόγων. Σε αυτή την ευκαιρία πρέπει να συμμετάσχουν με συστηματικό τρόπο και οι έλληνες θεσμικοί επενδυτές, τα Αμοιβαία Κεφάλαια, οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι χιλιάδες μικροεπενδυτές.


Προς τον σκοπό αυτό επιβάλλεται η σταδιακή, αλλά πάντως έγκαιρη, υποκατάσταση των βραχυχρόνιων τοποθετήσεων με μακροχρόνιους τίτλους σταθερών αποδόσεων. Σήμερα στην Ελλάδα η κερδοφορία των βραχυχρόνιων τίτλων εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερη από τους μακροχρόνιους. Τεχνικά αυτό είναι γνωστό ως το φαινόμενο ότι η ελληνική καμπύλη αποδόσεων εμφανίζει καθοδική πορεία μόνη αυτή στην ΕΕ. Σε όλες τις άλλες χώρες η καμπύλη είναι ανοδική, πράγμα που σημαίνει ότι τα βραχυχρόνια επιτόκια είναι χαμηλότερα από τα μακροχρόνια.


Η πορεία θα αντιστραφεί μετά την ένταξή μας στο ευρώ και η καμπύλη αποδόσεων θα αποκτήσει και στην Ελλάδα τη φυσιολογική ανοδική μορφή ανάλογα με τη διάρκεια του τίτλου. Οι βραχυχρόνιοι τίτλοι θα έχουν τότε χαμηλές αποδόσεις και οι μακροχρόνιοι υψηλότερες. Αρα οι επενδυτές, για να κλειδώσουν τις προοπτικές αυξημένων μακροχρόνιων κερδών, θα πρέπει από τώρα να αναπροσαρμόσουν τη χρονική δομή του χαρτοφυλακίου τους πριν από την αναστροφή της καμπύλης. Τα Αμοιβαία Κεφάλαια και οι ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει λοιπόν να προχωρήσουν σύντομα στην αναδιάρθρωση του χαρτοφυλακίου τους με μακροχρόνιες διάρκειες.


Η αναπροσαρμογή αυτή θα έχει ιδιαίτερα θετικές συνέπειες για τις ασφαλιστικές εταιρείες, διότι μεταξύ άλλων αυτό θα επιτρέψει και τη βέλτιστη χρονική αντιστοίχιση μεταξύ των μακροχρόνιων υποχρεώσεων του παθητικού, όπως προβλέπονται στα συμβόλαια πελατών (π.χ. ασφάλειες ζωής), και στη διάρκεια των τίτλων του ενεργητικού τους. Αποτέλεσμα αυτής της συμμετρικής χρονικής αντιστοίχισης υποχρεώσεων – απαιτήσεων θα είναι η περαιτέρω ανάπτυξη και ενδυνάμωση της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, γιατί θα έχει εξαλειφθεί ο λεγόμενος «επιτοκιακός κίνδυνος» των αποδόσεων του ενεργητικού.


Ο κ. Νίκος Μ. Χριστοδουλάκης είναι υφυπουργός Οικονομικών.