Ανοίγει ο δρόμος για τη νομιμοποίηση δεκάδων αυθαίρετων οικισμών με το νομοσχέδιο για τα δάση που κατήρτισε το υπουργείο Γεωργίας και έχει ήδη εισαχθεί προς συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής. Το νομοσχέδιο, που κατά μία άποψη κινείται στα όρια του Συντάγματος, επιτρέπει τον αποχαρακτηρισμό δασικών εκτάσεων, εντός των οποίων έχουν οικοδομηθεί οικισμοί, οι οποίες καταστράφηκαν ή αποψιλώθηκαν από πυρκαϊά ή άλλη αιτία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, προτού τεθεί σε ισχύ το Σύνταγμα του 1975. Η εξέλιξη αυτή θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα ανοίξει το παράθυρο για τη νομιμοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων αυθαιρέτων, καθώς παρέχει τη δυνατότητα στο ΥΠΕΧΩΔΕ για την ένταξη οικιστικών περιοχών στα σχέδια πόλεων.


Συγκεκριμένα, με το νομοσχέδιο του υπουργείου Γεωργίας που συζητήθηκε στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή και το τελικό κείμενο του οποίου παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα»:


* Οριοθετούνται ξανά από «μηδενική βάση» οι δασικές ιδιοκτησίες με την κατάρτιση δασικών χαρτών που συνδέονται μάλιστα και με το Εθνικό Κτηματολόγιο.


* Επανακαθορίζονται οι προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό δασικών εκτάσεων ως αναδασωτέων.


* Συστήνεται Κεντρικό Ταμείο Δασών που θα διαχειρίζεται τους πόρους για τα δάση.


* Συμπληρώνεται το θεσμικό πλαίσιο για τη δασοπροστασία και την αντιπυρική προστασία και επαναδιατυπώνονται οι ρυθμίσεις για τα περιαστικά δάση.


Το νομοσχέδιο, που αλλάζει άρδην το καθεστώς των δασών στην Ελλάδα, είναι σχεδόν βέβαιον ότι θα προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις, καθώς εκτιμάται ότι, πρώτον, επιχειρεί να άρει τον αναδασωτέο χαρακτήρα εκτάσεων χωρίς να έχει εκπληρωθεί ο εκ του Συντάγματος προβλεπόμενος σκοπός για τον οποίο κηρύχθηκαν αναδασωτέες και, δεύτερον, ακολουθεί την «πεπατημένη» παρέχοντας τη δικαιοδοσία για τον αποχαρακτηρισμό εκτάσεων στους υπαλλήλους του υπουργείου Γεωργίας. Ετσι εντάσσονται οικιστικές περιοχές στο σχέδιο σαν να αποτελούν καταστάσεις που δεν ανατρέπονται και αίρονται, ταυτοχρόνως, τα εμπόδια για τις εκτάσεις που είναι προς πολεοδόμηση.







Μια συνολική οριοθέτηση τόσο των δασικών όσο και των ιδιωτικών δασικών εκτάσεων που «αναγνωρίστηκαν ή θα αναγνωριστούν», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά επιχειρείται με νομοσχέδιο του υπουργείου Γεωργίας. Η διάκριση αυτή είναι απόρροια της προσπάθειας που καταβάλλεται για την αντιμετώπιση του θέματος των δασικών εκτάσεων από «μηδενική βάση».


Στο άρθρο 1 του νομοσχεδίου διακρίνονται τα δάση και οι δασικές εν γένει εκτάσεις από άποψη ιδιοκτησίας σε δημόσιες και ιδιωτικές, ενώ καθορίζονται οι εκτάσεις επί των οποίων την αρμοδιότητα προστασίας έχει το υπουργείο Γεωργίας.


Με το άρθρο 2 καθορίζονται τα δάση και οι δασικές εν γένει εκτάσεις που είναι ιδιωτικές και γίνεται αναφορά στις σχετικές διατάξεις, με βάση τις οποίες θεμελιώνονται δικαιώματα κυριότητας, νομής και κατοχής τρίτων επί των εν λόγω εκτάσεων, ώστε να αρθούν οι αμφισβητήσεις επί των δικαιολογητικών που θεμελιώνουν εμπράγματα δικαιώματα.


Με το άρθρο 3 ρυθμίζονται θέματα διαχείρισης των τεχνητών δασικών φυτειών που έχουν δημιουργηθεί ή θα δημιουργηθούν από τους κατόχους τους σε γεωργικές εκτάσεις που δεν αποβάλλουν τον γεωργικό τους χαρακτήρα. Δεν επιτρέπεται να αλλάξουν χρήση οι τεχνητές φυτείες: Πρώτον, που θα χαρακτηρισθούν προστατευτικές και για όσο χρονικό διάστημα διατηρούν τον προστατευτικό τους χαρακτήρα. Δεύτερον, έχουν επιδοτηθεί από το Δημόσιο προτού παρέλθει το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από τους όρους της επιδότησης.


Το άρθρο 4 του νομοσχεδίου καθορίζει ότι οι μεταβιβάσεις για νόμιμη αιτία που αφορούν αγροκτήματα ­ που εμφανίζονται ως αγροκτήματα στις αεροφωτογραφίες κατά το έτος 1945 ­ θεωρούνται ισχυρές έναντι του Δημοσίου, εφόσον τα δικαιολογητικά των ενδιαφερομένων ανάγονται πριν από το έτος αυτό, ανεξάρτητα από τη μορφή που αργότερα απέκτησαν. Είναι ισχυρές έναντι του Δημοσίου και οι μεταβιβάσεις για νόμιμη αιτία που αφορούν αγροκτήματα σε ευρύτερες περιοχές και αποτελούνται κατά ένα μέρος τους από αγρό και κατά το υπόλοιπο από έκταση που καλύπτεται από άγρια ποώδη ή ξυλώδη βλάστηση, οποιασδήποτε μορφής ή διάπλασης, εφόσον η δασώδης έκταση είναι ως πέντε στρέμματα και τα δικαιολογητικά των ενδιαφερομένων ανάγονται πριν από το 1945. Δεν λογίζονται δασικές οι εκτάσεις που λόγω του μικρού εμβαδού τους και της επιλεγείσης κλίμακας του δασικού χάρτη δεν δύναται να εμφανισθούν σε αυτόν.


Το άρθρο 6 του νομοσχεδίου επιχειρεί να συνδέσει τους δασικούς χάρτες με το Κτηματολόγιο. Ετσι, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «στις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση κατά τις διατάξεις του Ν. 2308/1995, όποιος επικαλείται εγγραπτέο στα κτηματολογικά διαγράμματα και πίνακες ιδιωτικό δικαίωμα σε δάση και δασικές εκτάσεις, για τις οποίες έχει καταρτισθεί και κυρωθεί δασικός χάρτης, έχει υποχρέωση να υποβάλει για το δικαίωμα αυτό δήλωση στα αρμόδια όργανα του Κτηματολογίου». Στη δήλωση καθορίζεται επακριβώς η θέση και τα όρια του δάσους ή της δασικής έκτασης που απεικονίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα.


* Οι αμφισβητούμενες περιοχές


Η παρ. 4 του άρθρου 6 του νομοσχεδίου αναφέρει ότι οποιαδήποτε αγωγή που αφορά αναγνώριση εμπράγματων δικαιωμάτων επί δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων από τα πολιτικά δικαστήρια και στρέφεται κατά του Δημοσίου καθώς επίσης και οι αγωγές του Δημοσίου κατά των αντιδίκων του για την απόδοση ομοίων εκτάσεων εισάγονται προς εκδίκαση στο Μονομελές Πρωτοδικείο της τοποθεσίας του ακινήτου και κατ’ έφεση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο τα οποία δικάζουν κατά τη διαδικασία του άρθρου 270 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. «Κάθε άλλη αγωγή που αφορά αναγνώριση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε δάση και δασικές εν γένει εκτάσεις και απευθύνεται σε άλλο δικαστήριο είναι απαράδεκτη».


Στις περιοχές όπου καταρτίστηκε και κυρώθηκε ο δασικός χάρτης αλλά δεν άρχισε η διαδικασία κατάρτισης του Εθνικού Κτηματολογίου οι εμπράγματες αξιώσεις τρίτων επί δασικών εκτάσεων εξετάζονται ύστερα από αίτησή τους από την οικεία δασική υπηρεσία. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης η περαιτέρω διεκδίκηση των δικαιωμάτων από τον ενδιαφερόμενο γίνεται από τα αρμόδια δικαστήρια. Στις περιοχές όπου δεν καταρτίστηκε ακόμη ο δασικός χάρτης οι αμφισβητήσεις για τον δασικό ή μη χαρακτήρα των εκτάσεων επιλύονται με τη διαδικασία του άρθρου 14 του Ν. 998/1979.


Για την οργάνωση και τον συντονισμό του έργου της κατάρτισης των δασικών χαρτών δημιουργείται η Διεύθυνση Δασικών Χαρτογραφήσεων. Στις Διευθύνσεις Δασών των νομών και των περιφερειών συνιστάται ειδικό τμήμα Δασικών Χαρτογραφήσεων «αρμόδιο για τις δασικές χαρτογραφήσεις και τα ιδιοκτησιακά θέματα». Η διάρθρωση, οι αρμοδιότητες και ο εξοπλισμός των υπηρεσιών αυτών καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Γεωργίας. Επιπλέον προβλέπεται ότι «όποιος από πρόθεση μετατοπίζει, αφαιρεί, καταστρέφει ή βλάπτει τα σήματα ή τα ορόσημα που τοποθετούνται από τα συνεργεία των υπηρεσιών Δασικής Χαρτογράφησης τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους».


Το άρθρο 9 του νομοσχεδίου εισάγει νέες ρυθμίσεις για τις αναδασωτέες εκτάσεις καθώς ανοίγει τον δρόμο για τη νομιμοποίηση οικιστικών περιοχών, τουριστικών εγκαταστάσεων και κοινοτικών κτημάτων. Ετσι, σύμφωνα με την παράγραφο 1, δημόσια δάση και δημόσιες δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή αποψιλώθηκαν από πυρκαϊά ή άλλη αιτία προ της ισχύος του Συντάγματος του 1975 και κρίνεται αρμοδίως ότι προήγαγαν και συνεχίζουν να προάγουν την εθνική οικονομία και εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, διατηρούν την υφιστάμενη χρήση. Τυχόν υφιστάμενες πράξεις με τις οποίες κηρύχθηκαν αναδασωτέες εκτάσεις αυτής της κατηγορίας ανακαλούνται.


Ως δημιουργηθείσες εκτάσεις που προάγουν την εθνική οικονομία ή εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον θεωρούνται όσες καταστράφηκαν ή αποψιλώθηκαν από πυρκαϊά ή άλλη αιτία προ της ισχύος του Συντάγματος του 1975 και που: Πρώτον, βρίσκονται σε γεωργική ή δενδροκομική εκμετάλλευση ή καταλαμβάνονται από συναφείς προς τη γεωργία, κτηνοτροφία και δασοπονία εγκαταστάσεις. Δεύτερον, συμπεριλαμβάνονται σε οικισμούς, συνοικισμούς και κοινότητες και αποτελούν πολεοδομικές ενότητες. Τρίτον, περιλαμβάνουν εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τουριστικές ή βιοτεχνικές ή βιομηχανικές μονάδες. Τέταρτον, καλύφθηκαν από εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν έκτοτε την εθνική άμυνα της χώρας. Πέμπτον, χρησιμοποιήθηκαν από το Δημόσιο ή τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την ανέγερση κτισμάτων που εξυπηρετούν δημόσιους δημοτικούς ή κοινοτικούς σκοπούς ή για την εκτέλεση δημόσιων, δημοτικών ή κοινοτικών έργων.


Η εξέταση για το αν συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις αυτές επαφίεται στις υπηρεσίες του υπουργείου Γεωργίας. Ειδικότερα η παρ. 3 του άρθρου 9 ορίζει τα εξής: «Η συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων εξετάζεται κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου από την υπηρεσία του άρθρου 7 παρ. 2 του παρόντος (σ.σ.: του ειδικού τμήματος Δασικών Χαρτογραφήσεων) η οποία αιτιολογεί επαρκώς τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων και εισηγείται στο αρμόδιο όργανο την έκδοση της πράξης, με την οποία διαπιστώνεται η δημιουργηθείσα κατάσταση και βεβαιώνεται η αδυναμία ανατροπής της. Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, η έκταση κηρύσσεται αναδασωτέα εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του Ν. 998/79». Για τις εκτάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις παρέχεται και η δυνατότητα ρύθμισης των εμπράγματων σχέσεων με την καταβολή ειδικού τιμήματος «ανερχόμενου στο 25% της πραγματικής αξίας της έκτασης, εκτιμώμενης από τον οικείο οικονομικό έφορο βάσει των πλησιέστερων συγκριτικών στοιχείων. Για εκτάσεις που βρίσκονται σε γεωργική ή δενδροκομική εκμετάλλευση και κατέχονται από κατά κύριο επάγγελμα γεωργούς ή κτηνοτρόφους, το ανωτέρω τίμημα καθορίζεται σε 10% της κατά τα ανωτέρω πραγματικής αξίας της εκτάσεως».


Για τα διακατεχόμενα δημόσια δάση το νομοσχέδιο προβλέπει ότι τα δικαιώματα διακατοχής που έχουν αναγνωρισθεί υπέρ τρίτων με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις ή πράξεις αρμόδιων διοικητικών οργάνων επανέρχονται στο ελληνικό Δημόσιο «για λόγους δασικής πολιτικής κατά το Σύνταγμα και τους νόμους αντί αποζημιώσεως καταβαλλομένης στους δικαιούχους». Η αποζημίωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 11 του νομοσχεδίου, «καθορίζεται αποκλειστικά με βάση τα κριτήρια της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 998/1979 χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οικιστικές ή άλλες χρήσεις ξένες προς τον κατά φύση προορισμό της δασικής έκτασης». Ως την πλήρη καταβολή της αποζημίωσης ο διακάτοχος εξακολουθεί να απολαμβάνει των δικαιωμάτων διακατοχής, ενώ άδειες κατάτμησης του υπουργείου Γεωργίας που χορηγήθηκαν επί διακατεχομένων δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων ισχύουν εφόσον δεν έχουν ανακληθεί. «Η κυριότητα των τμημάτων στα οποία κατατμήθηκαν οι ανωτέρω εκτάσεις, εφόσον περιήλθαν με νομίμως μεταγεγραμμένα συμβόλαια σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα, είναι δυνατόν να αναγνωρίζεται στους διακατόχους ή στους νομίμους διαδόχους τους, υπό τον όρο ότι θα καταβάλουν τίμημα που ορίζεται στο 25% της πραγματικής αξίας της έκτασης». Μετά την καταβολή του ανωτέρου τιμήματος οι εκτάσεις αυτές θεωρούνται ως αυτοτελείς δασικές ιδιοκτησίες, ενώ η εκτίμηση της πραγματικής τους αξίας γίνεται από επιτροπή που συγκροτείται σε κάθε νομό με απόφαση του γενικού γραμματέα της περιφέρειας.


* Οι κοινοτικές δασικές εκτάσεις


Οι παραχωρήσεις ρητινευόμενων δασών που έγιναν κατά καιρούς, εφόσον δεν ανακλήθηκαν μεταγενέστερα θεωρούνται ότι έγιναν κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας και διαχειρίζονται όπως και τα υπόλοιπα δάση. Το δικαίωμα αυτό, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του νομοσχεδίου, έχουν και οι καθολικοί διάδοχοι, οι προικολήπτες και οι ειδικοί διάδοχοι, εφόσον η μεταβίβαση των ανωτέρω δασών σε αυτούς έγινε ως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Τα παραχωρηθέντα δάση που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία και βρίσκονται εντός εθνικών δρυμών ή έχουν προστατευτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 69 του Ν.Δ. 86/1969 απαλλοτριώνονται αναγκαστικά υπέρ του Δημοσίου. Σε περίπτωση αυθαίρετης μεταβολής της χρήσης του παραχωρηθέντος δάσους, με ολική ή ουσιώδη μερική αποψίλωσή του, το παραχωρητήριο ανακαλείται με απόφαση του γενικού γραμματέα της οικείας περιφέρειας, «προς τον σκοπό της αποκατάστασης του δασικού του χαρακτήρα από τη δασική υπηρεσία».


Με το νομοσχέδιο καταβάλλεται μια προσπάθεια ρύθμισης των κοινοτικών δασικών εκτάσεων. Για παράδειγμα, με το άρθρο 14 του νομοσχεδίου ρυθμίζεται το θέμα περικοπής υπέρ του Δημοσίου της πλεονάζουσας των 15.000 στρεμμάτων έκτασης στα ως «μπαλταλίκια» γνωστά κοινοτικά δάση, τα οποία τίθενται στο ίδιο διαχειριστικό καθεστώς που ισχύει για τα υπόλοιπα δάση. Ρυθμίζεται ακόμη το ιδιοκτησιακό θέμα των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων των περιοχών των τέως Δήμων Σολυγείας, Ειδυλλίας και της Σαλαμίνας, τα οποία κατά μεν το υπουργείο Οικονομικών είναι μη δημόσια, ενώ κατά το υπουργείο Γεωργίας υπήρχαν επιφυλάξεις. Εκτός τούτου καταβάλεται προσπάθεια να ρυθμισθεί το θέμα που έχει ανακύψει με τις παραχωρήσεις δασών ή δασικών εκτάσεων σε γεωργούς, προκειμένου να συμπληρώσουν τον γεωργικό τους κλήρο ή να ανεγείρουν το σπίτι τους. Ετσι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 του νομοσχεδίου, οι παραχωρήσεις δημόσιων δασικών εκτάσεων για γεωργική και δενδροκομική καλλιέργεια από το 1924 ως την ισχύ του Ν. 998/1979 παύουν να διέπονται από τους όρους και τις προϋποθέσεις που έθεταν οι νόμοι με τους οποίους ενεργήθηκαν. Σε περίπτωση οικιστικής αξιοποίησης των γεωργικών αυτών εκτάσεων θα πρέπει να καταβληθεί τίμημα υπέρ του Ειδικού Κεφαλαίου Δασών του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας, Δασών και Αλιείας ίσο με το 25% της αξίας τους. Οι δημόσιες δασικές εκτάσεις που παραχωρήθηκαν προσωρινά πριν από την ισχύ του Ν. 998/79 και παρ’ ότι εκπληρώθηκε ο σκοπός της παραχώρησης δεν μπορεί να εκδοθεί οριστικό παραχωρητήριο, επειδή ο Ν. 998/79 δεν προβλέπει κάτι τέτοιο, παραχωρούνται οριστικά με την έκδοση οριστικού παραχωρητηρίου. Η ίδια ρύθμιση ισχύει και για τις παραχωρήσεις αγροτικών οικοπέδων σε άστεγους γεωργούς για την ανέγερση κατοικίας, εφόσον εκπληρώθηκε ο σκοπός της παραχώρησης. Αν δεν εκπληρώθηκε ο σκοπός της παραχώρησης παραχωρούνται κατά κυριότητα, εφόσον βεβαιωθεί από την αρμόδια αρχή ότι στερούνται κατοικίας. Πώς θα γίνεται η νομιμοποίηση


ΠΟΙΑ διαδικασία προβλέπεται για τη νομιμοποίηση; Οπως αναφέρεται στην παρ. 5 του άρθρου 9 του νομοσχεδίου τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στις νέες ρυθμίσεις δικαιούνται να ζητήσουν με αίτησή τους τη νομιμοποίηση των εκτάσεων που κατέχουν. Η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία Δασικών Χαρτογραφήσεων, ενώ συνοδεύεται και με τα αναγκαία δικαιολογητικά. Από τα δικαιολογητικά της αίτησης, τις σχετικές αεροφωτογραφίες και τα στοιχεία του αρχείου η υπηρεσία εξετάζει αν η συγκεκριμένη έκταση υπάγεται στις νέες ρυθμίσεις. «Αν δεν υπάγεται και έχει καταστραφεί η βλάστηση από πυρκαϊά ή άλλη αιτία, η έκταση κηρύσσεται αναδασωτέα, αν όμως υπάγεται, η Διεύθυνση Δασών με έγγραφό της, που κοινοποιείται και επιδίδεται με απόδειξη στον αιτούντα, παραπέμπει αυτόν στο οικείο δημόσιο ταμείο για την καταβολή του προβλεπόμενου ειδικού τιμήματος και μετά την καταβολή εισηγείται την έκδοσή της κατά τα ανωτέρω πράξης». Θα καταρτισθούν οριστικοί δασικοί χάρτες


ΜΙΑ ΒΑΣΙΚΗ καινοτομία που εισάγει το νομοσχέδιο, προκειμένου να ξεκαθαρίσει η κατάσταση σε αμφισβητούμενες δασικές εκτάσεις, είναι η κατάρτιση των δασικών χαρτών στο πλαίσιο της σύνταξης και του Κτηματολογίου. Ετσι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 του νομοσχεδίου, οι δασικοί χάρτες καταρτίζονται κατά νομό από τις υπηρεσίες των νομαρχιακού επιπέδου Διευθύνσεων Δασών. Τα αναγκαία στοιχεία για τον προσδιορισμό των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων λαμβάνονται προεχόντως από την παλαιότερη και την πλησιέστερη προς τον χρόνο κατάρτισης του δασικού χάρτη αεροφωτογράφηση της περιοχής και από τα βιβλία «περί δασικής διοικήσεως». Ο χάρτης μετά την κατάρτισή του αναρτάται στα οικεία δημοτικά ή κοινοτικά καταστήματα και στο οικείο δασαρχείο, ώστε να έχει πρόσβαση σε αυτόν κάθε ενδιαφερόμενος που επιθυμεί να υποβάλει τις αντιρρήσεις του. Η προθεσμία για κάτι τέτοιο ορίζεται σε 45 ημέρες. Οι αντιρρήσεις αφορούν αποκλειστικά και μόνον αμφισβήτηση του δασικού χαρακτήρα των εμφανιζομένων στον χάρτη δασικών εκτάσεων και «εξετάζονται εντός προθεσμίας δύο μηνών από τριμελή επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του γενικού γραμματέα της περιφέρειας και αποτελείται από έναν δασολόγο, ως πρόεδρο, έναν γεωπόνο και έναν τοπογράφο μηχανικό». Ανάλογα με την αποδοχή ή την απόρριψη της αντίρρησης διορθώνεται ή μη ο δασικός χάρτης. Μετά την εξέταση όλων των αντιρρήσεων και τις ανάλογες διορθώσεις ο δασικός χάρτης κηρύσσεται οριστικός και έχει πλήρη αποδεικτική ισχύ ως προς τον δασικό χαρακτήρα των περιεχομένων σε αυτόν δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων. Δυνατότητα κατάρτισης προσωρινών δασικών χαρτών παρέχεται και σε ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών. Αλλάζει και η δασοπροστασία


ΣΟΒΑΡΕΣ αλλαγές επιφέρει το νομοσχέδιο του υπουργείου Γεωργίας και στον τομέα της δασοπροστασίας και αντιπυρικής προστασίας των δασών. Ειδικότερα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του νομοσχεδίου, θα επιβάλλονται αυστηρές ποινές σε όσους προβαίνουν σε επεμβάσεις στα δάση και στις δασικές εκτάσεις χωρίς να τους έχει χορηγηθεί ανάλογη έγκριση. Σε αυτό το πλαίσιο απαγορεύεται «να ανάπτεται ή διατηρείται ή να χρησιμοποιείται φωτιά για οποιονδήποτε σκοπό στο ύπαιθρο και εντός δασών ή δασικών εκτάσεων ή πλησίον αυτών και μέχρι αποστάσεως 500 μέτρων από 15ης Μαΐου μέχρι 15ης Οκτωβρίου κάθε έτους. Κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από τους δασικούς κανονισμούς και ύστερα από άδεια της δασικής αρχής». Επιπλέον, «εφόσον εντός ή σε παρακείμενη δάσους ή δασικής έκτασης περιοχή ευρίσκονται αεροδρόμια, σταθμοί αυτοκινήτων, βιομηχανίες ή εγκαταστάσεις αποθήκευσης εύφλεκτων υλών, στρατόπεδα ή άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, έργα ή εγκαταστάσεις δημοσίων ή μη υπηρεσιών και οργανισμών κοινής ωφέλειας, οι διοικήσεις αυτών υποχρεούνται να λαμβάνουν εκτός των από τους πυροσβεστικούς κανονισμούς προβλεπομένων και κάθε μέτρο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις για την αποφυγή εκρήξεως ή μεταδόσεως πυρκαϊάς στο δάσος». Τέλος, για την καταστολή της πυρκαϊάς επιτρέπεται και η χρησιμοποίηση της μεθόδου του «αντιπυρός», ενώ καθίσταται δυνατή η χρησιμοποίηση των υπηρεσιών εθελοντικών οργανώσεων στην αντιπυρική προστασία.


Με το άρθρο 22 του νομοσχεδίου επιχειρείται να ρυθμισθούν διάφορα θέματα που αφορούν τα περιαστικά δάση. Οι ρυθμίσεις «φωτογραφίζουν» κατά κάποιον τρόπο το δάσος – πάρκο της Θεσσαλονίκης για το οποίο επιχειρείται η αύξηση της επιφάνειας του δάσους με την ενσωμάτωση των ιδιόκτητων δασωθέντων αγρών που βρίσκονται εντός της περιμέτρου του. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «η ενσωμάτωση αυτή αποσκοπεί στη δημιουργία ενιαίου δάσους πάρκου αμιγούς δημοσίου χαρακτήρα, που θα συμβάλει στην εξάλειψη φαινομένων καταπάτησης, στον περιορισμό των πυρκαϊών και στην εκτέλεση των απαραίτητων έργων για τη βελτίωση, αισθητική τελειοποίηση και αποτελεσματική διαχείριση του δάσους». Για τον λόγο αυτό οι μη δασικές εκτάσεις της δημόσιας ανταλλάξιμης περιουσίας του υπουργείου Οικονομικών στις θέσεις Γεώργεβα και Πολύζοβα (πλησίον του δάσους της Θεσσαλονίκης), εκτάσεως περίπου 926 στρεμμάτων, θα διατεθούν στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου με αποκλειστικό σκοπό την ανταλλαγή τους με ιδιόκτητες εκτάσεις στην περιοχή του δάσους. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανταλλαγή είναι η ύπαρξη τίτλων κυριότητας των εκτάσεων, οι οποίοι δεν αμφισβητούνται από το ελληνικό Δημόσιο. Από την άλλη πλευρά, προκειμένου να δοθεί λύση στις στεγαστικές ανάγκες των νομίμων κατόχων των αναδασωθέντων αγρών, κρίνεται απαραίτητο να δημιουργηθούν οικιστικές ζώνες. Ιδρύεται Ταμείο Δασών


ΜΕ ΤΟ νομοσχέδιο το υυπουργείο Γεωργίας προχωρεί στην ίδρυση Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας, Δασών και Αλιείας που εκτός των άλλων θα έχει ως αποστολή του και τη χρηματοδότηση των έργων ανάπτυξης, εκμετάλλευσης και προστασίας του δασικού πλούτου της χώρας. Το Κεντρικό Ταμείο θα διαχειρίζεται όλους τους πόρους που προέρχονται από τη διαχείριση και εκμετάλλευση των δασών, καθώς επίσης και την επιχορήγηση του κρατικού προϋπολογισμού. Οι πόροι του Κεντρικού Ταμείου, όπως ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 9 του νομοσχεδίου, είναι οι εξής: Πρώτον, ετήσια επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό ύψους 15 δισ. δραχμών και η οποία μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας. Δεύτερον, όλα τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις των δασικών νόμων και διαταγμάτων έσοδα του Δημοσίου. Τρίτον, έσοδα από δάνεια, μετοχές, τίτλους και εκποιήσεις. Πέμπτον, διεθνής βοήθεια, δωρεές, κληρονομιές, κληροδοτήματα. Οι πόροι αυτοί θα διατίθενται για: Πρώτον, τη διαχείριση και εκμετάλλευση των δημόσιων δασών. Δεύτερον, τη δημιουργία αναδασώσεων και την ανόρθωση υποβαθμισμένων δασών. Τρίτον, την αντιδιαβρωτική και αντιχειμαρρική προστασία των δασικών εδαφών. Τέταρτον, τη βελτίωση των ορεινών βοσκοτόπων. Πέμπτον, τη δημιουργία και συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου. Εκτον, τη δημιουργία περιαστικών δασών, χώρων αναψυχής και έργων εξωραϊσμού του τοπίου. Εβδομον, την προστασία και ανάδειξη των εθνικών δρυμών, των αισθητικών δασών και των μνημείων της φύσης. Ογδοον, την ίδρυση και λειτουργία εκτροφείων και καταφυγίων θηραμάτων και κυνηγετικών περιοχών. Ενατον, την αγορά ή απαλλοτρίωση εκτάσεων μέσα σε εθνικούς δρυμούς, δάση, καταφύγια και εκτροφεία θηραμάτων, αισθητικά δάση και κυνηγετικές περιοχές. Δέκατον, τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων για τη δασική χλωρίδα και την άγρια πανίδα, την καταβολή εισφορών της χώρας για τη συμμετοχή της σε διεθνείς οργανισμούς και την προμήθεια σχετικών με την εν γένει δασοπονία βιβλίων και περιοδικών. Ενδέκατον, τη διοργάνωση ημερίδων και συνεδρίων και την έκδοση εντύπων σχετικών με τη δασοπονία, το περιβάλλον και την άγρια ζωή. Δωδέκατον, την καλλιέργεια φιλοδασικού πνεύματος και τη φιλοδασική προπαγάνδα στο πλαίσιο της πρόληψης των δασικών πυρκαϊών και της διατήρησης του δασικού περιβάλλοντος.