«Πολύ καλός καλλιτέχνης, αλλά μένω μόνο στην τέχνη του, με όλες τις απόψεις του διαφωνώ». Μια φράση που τα τελευταία χρόνια έχει ακουστεί πολύ και σε πολλές περιπτώσεις όχι αδίκως. Μιλήσαμε πολύ για πράγματα που είτε αγνοούσαμε είτε θεωρήσαμε το θυμικό ως επαρκή απόδειξη δίκιου. Αλλά όχι μόνο οι καλλιτέχνες. Ολοι σχεδόν είχαν έτοιμη μία άποψη για όλα. Και στην πόλωση της κρίσης επιχειρήθηκε να αφαιρεθεί ο λόγος από όσους εξέφραζαν διαφορετική άποψη. Από τη μία μεριά, να απαξιωθεί συλλήβδην η τέχνη και οι εκφραστές της να υποβιβαστούν στον ρόλο του διασκεδαστή. Από την άλλη, να «χτυπηθεί» με τραγούδια ο ορθολογισμός, ο οποίος ταυτίστηκε εν μιά νυκτί με τη συντήρηση και την αντίδραση.
Θα συμφωνήσουμε όλοι πως η ιδιότητα του καλλιτέχνη δεν ταυτίζεται απαραίτητα με εκείνη του πνευματικού ανθρώπου. Οπως και του πολιτικού με τον ευπατρίδη και τον ανιδιοτελή ή του επιστήμονα με τον αλάθητο ορθό λόγο.
Στη ζωή, η πραγματικότητα έχει το μισό δίκιο τουλάχιστον. Για το άλλο μισό θα μιλήσουμε σε κάποιο άλλο κείμενο…
Μην απαξιώνουμε τον επιστημονικό λόγο, ακόμη και τα οικονομικά μοντέλα –αν και αυτά δεν είναι καθαρή επιστήμη αλλά εμπεριέχουν μπόλικη ιδεολογία –ας διατείνονται για το αντίθετο –και υποκειμενικές κλίμακες και κώδικες περί ηθικής και δικαιοσύνης.
Από την άλλη, μην υποτιμάς εκείνον που μπορεί να σε συγκινήσει. Εκείνον που μπορεί να κάνει την καρδιά σου να χτυπάει διαφορετικά. Γιατί αν το καταφέρνει σημαίνει πως έχει βρει κουμπιά σου που ούτε ο ίδιος δεν είχες ανακαλύψει, σκέψεις για τον κόσμο –ακόμη και πολιτικές –που δεν θέλεις να παραδεχτείς πως υπάρχουν μέσα σου αλλά δεν τολμάνε να μιλήσουν λίγο πιο δυνατά.
Ο μανιχαϊστικός τρόπος ερμηνείας του κόσμου που θέλει τη λογική μόνο να είναι ικανή να παράξει πολιτική και τη συγκίνηση τη θεωρεί ως ένα παραγέμισμα του ελεύθερου χρόνου και ένα ξεμπούκωμα από το ζόρισμα των καθημερινών υποχρεώσεων, είναι αρκετά προβληματικός για ένα σωρό λόγους αλλά κυρίως για έναν.
Η λογική δεν φύεται στη φύση, ούτε είναι γραμμένη σε πλάκες του Μωυσή. Δημιουργείται, καλλιεργείται, κατευθύνεται και αποκτά μια επίφαση μοναδικότητας. Είναι εμπεδωμένη ιδεολογία.
Φυσικά ένα κι ένα κάνουν δύο. Δεν θα μαλώσουμε γι’ αυτό. Οτιδήποτε άλλο υποστηρίξουμε είναι στη σφαίρα μιας γοητευτικής ποιητικής άσκησης.
Ομως ο ρόλος της τέχνης και της συγκίνησης –με την έννοια της κινητοποίησης προς τα κάπου –δεν είναι να αμφισβητήσει το δύο στην προηγούμενη πράξη, αλλά να μας βοηθήσει να ανοίξουμε προσωπικούς και μοναδικούς δρόμους για να φτάσουμε εκεί που έφτασαν άλλοι πριν από εμάς. Ακόμη και η γνώση τού «ένα κι ένα κάνουν δύο» δεν παπαγαλίζεται, κατακτιέται. Φτάσε εκεί με τον δικό σου τρόπο.
Εν κατακλείδι, εκείνο που θέλω να πω είναι πως πραγματικά είναι πολύ κρίμα για όλους μας να μας έχουν δοθεί τόσο πολλές και διαφορετικές αισθήσεις για να εξηγήσουμε ένα μικρό μέρος της μαγείας και της πολυπλοκότητας και να κάνουμε υποφερτό το αδιανόητο της ζωής κι εμείς συνειδητά να επιλέγουμε ορισμένα από αυτά, πετώντας τα υπόλοιπα.
Ο κ. Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ