Η MI6 θεωρεί τον Ολεγκ Γκορντιέφσκι έναν από τους μεγαλύτερους θριάμβους της. Η CIA θεωρεί ότι ο ρώσος διπλός πράκτορας της KGB, που οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν στρατολογήσει στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο με τις απόρρητες πληροφορίες που διοχέτευε στο Λονδίνο σε τέτοιον βαθμό που τα δύο κύρια αντίπαλα μπλοκ δεν ενεπλάκησαν – εν πολλοίς χάρη σε αυτόν – σε ένοπλη σύρραξη και δη πυρηνική. Οι δύο πλευρές άλλωστε διέθεταν κολοσσιαία οπλοστάσια πυρηνικών όπλων ώστε να διασφαλιστεί η βέβαιη και ολοκληρωτική καταστροφή του αντιπάλου.
Ο πράκτορας με το κωδικό όνομα Nocton δεν συνέβαλε μόνο στην αποφυγή ενός πυρηνικού Αρμαγεδδώνα στη δεκαετία του 1980. Πρωτίστως παρείχε στη Δύση μια μοναδική εικόνα της σκέψης του Κρεμλίνου στη διάρκεια κρίσιμων περιόδων, όπως περιγράφεται στις σελίδες του βιογραφικού βιβλίου «Ο κατάσκοπος και ο προδότης» του βρετανού ιστορικού Μπεν Μακιντάιρ. Τόσο ο τότε αμερικανός πρόεδρος Ρίγκαν όσο και η Μάργκαρετ Θάτσερ γνώριζαν για τον όγκο των πληροφοριών που παρείχε ο ρώσος κατάσκοπος. Δεν γνώριζαν ωστόσο την πραγματική του ταυτότητα. Ακόμη και η νεαρή δεύτερη σύζυγός του δεν γνώριζε τη διπλή ζωή του.

Πολιτικός σεισμός

Η συγγραφή του βιβλίου βασίστηκε σε διαβαθμισμένα έγγραφα και συνεντεύξεις του συγγραφέα με αξιωματικούς της MI6 που γνώριζαν από πρώτο χέρι γεγονότα που σήμερα προκαλούν πολιτικό σεισμό στη Μεγάλη Βρετανία. Μεταξύ άλλων, αποκαλύπτεται ότι ο Μάικλ Φουτ, ηγέτης των Εργατικών στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο άνθρωπος δηλαδή που έφτασε πολύ κοντά να γίνει πρωθυπουργός και να έχει άμεση επαφή με το Στέμμα, είχε υπάρξει στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 σοβιετικός πράκτορας επιρροής. Αποστολή του ήταν να προωθεί σοβιετικές ιδέες, να τις αναπαράγει σε άρθρα και ομιλίες.
Ο Ολεγκ Γκορντιέφσκι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 εργαζόταν ως απλός πράκτορας της KGB στην Κοπεγχάγη και ο δυτικός τρόπος ζωής και του ταίριαζε και του άρεσε. Ηταν όμως η Ανοιξη της Πράγας που έμελλε να αποδομήσει την κοσμοθεωρία του και εν τέλει να αλλάξει την πορεία της ζωής του. Τη νύχτα της 20ής Αυγούστου του 1968 η εισβολή 500.000 στρατιωτών που ανήκαν στους στρατούς πέντε χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας για να καταπνίξουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της ηγεσίας του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ καταγράφηκε στη συνείδησή του ως μια βάρβαρη επίθεση εναντίον αθώων ανθρώπων, η οποία τον συγκλόνισε. Ο Γκορντιέφσκι αποφάσισε να πολεμήσει το κομμουνιστικό σύστημα από μέσα.
Οπως αναφέρει ο συγγραφέας, την ημέρα εκείνη o Γκορντιέφσκι κάλεσε από το λόμπι της πρεσβείας τη σύζυγό του Γελένα που βρισκόταν στο σπίτι: «Το έκαναν! Δεν ξέρω τι να κάνω!» της έλεγε αναφερόμενος στην εισβολή και γνωρίζοντας ότι το τηλέφωνο παρακολουθείται. Στην πραγματικότητα, περίμενε κάποιος από τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες να τον προσεγγίσει. Μάταια.
Η διπλή ζωή του θα ξεκινούσε μερικά χρόνια αργότερα. Ενας νεαρός πράκτορας της ΜΙ6 στην Κοπεγχάγη είχε δει το όνομά του καθώς ξεφύλλιζε ένα αρχείο. Ο λόγος ήταν πως ένας τσεχοσλοβάκος κατάσκοπος, ο Στάντα Κάπλαν, είχε αυτομολήσει στον Καναδά και καθώς ο πράκτορας έψαχνε τον αντικαταστάτη του, έπεσε στο όνομα του Γκορντιέφσκι. Διαπίστωνε ότι με τον Κάπλαν είχαν φοιτήσει την ίδια εποχή στην ακαδημία της KGB και μάλιστα έμοιαζαν σε πολλά. Εμοιαζε να είναι μια καλή επιλογή. Το 1972 ο Γκορντιέφσκι επέστρεψε στη Δανία και οι Βρετανοί τον προσέγγισαν. Δεν άργησαν να συνειδητοποιήσουν ότι είχαν αποκτήσει έναν άσο στο μανίκι τους.
Για τα επόμενα έντεκα χρόνια ο Γκορντιέφσκι θα διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στα ψυχροπολεμικά δρώμενα μπαίνοντας σύμφωνα με τον Μπεν Μακιντάιρ «στο πάνθεον των τοπ μυστικών πρακτόρων», λόγω – εν μέρει – των πληροφοριών που θα παρείχε τον Νοέμβριο του 1983 στους Δυτικούς στη διάρκεια των νατοϊκών ασκήσεων με την ονομασία Able Archer, οι οποίες σχεδιάστηκαν για να προσομοιώσουν μια πυρηνική επίθεση σε στόχους του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Εξαιτίας εκείνου του περίεργου κλίματος (μόλις δύο μήνες νωρίτερα σοβιετικά πολεμικά αεροσκάφη είχαν καταρρίψει επιβατικό των Κορεατικών Αερογραμμών που είχε εισέλθει στον εθνικό εναέριο χώρο, σκοτώνοντας 269 επιβάτες) η σοβιετική απάντηση δεν είχε προηγούμενο. Βομβαρδιστικά με πυρηνικές κεφαλές και σοβιετικά στρατεύματα τέθηκαν σε ασυνήθιστα επίπεδα συναγερμού σε Τσεχοσλοβακία και Ανατολική Γερμανία και πυρηνικά υποβρύχια έλαβαν θέσεις μάχης κάτω από την Αρκτική.
Επρόκειτο για την πιο επικίνδυνη εποχή μετά την κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962 και η σοβιετική ηγεσία θεωρούσε σχεδόν βέβαιο ότι η Ουάσιγκτον ετοιμαζόταν για ένα πυρηνικό χτύπημα εναντίον της Μόσχας. Οι δυτικοί ηγέτες αγνοούσαν τον πραγματικό βαθμό της σοβιετικής παράνοιας και του φόβου των Ρώσων για επικείμενο χτύπημα της Δύσης. Ηταν η κυβέρνηση της Θάτσερ που προειδοποιούσε με τη μορφή του κατεπείγοντος την κυβέρνηση Ρίγκαν για την απειλή. Οι πληροφορίες της έρχονταν απευθείας από τον διπλό πράκτορα της KGB, που πληροφορούσε ταυτόχρονα τους Ανατολικούς ότι η Δύση δεν σχεδιάζει χτύπημα. Το ΝΑΤΟ ολοκλήρωσε τα γυμνάσια χωρίς να συμβεί το παραμικρό.

Ο Μάικλ Φουτ, οι εκλογές και η Θάτσερ

Στο βιβλίο του Μακιντάιρ υποστηρίζεται ότι ένας συνάδελφος του Γκορντιέφσκι από τη σοβιετική υπηρεσία πληροφοριών του είχε μιλήσει για τη στρατολόγηση του Μάικλ Φουτ, ηγέτη των Εργατικών στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 από την KGB. Ο Γκορντιέφσκι έδωσε την πληροφορία στους αξιωματικούς της MI6 που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Φουτ με την κωδική ονομασία «Boot Agent» δεν ήταν σοβιετικός κατάσκοπος, ούτε ενσυνείδητος πράκτορας αλλά είχε χρησιμοποιηθεί για λόγους παραπληροφόρησης από τη Μόσχα λαμβάνοντας σε αντάλλαγμα το ποσό των 37.000 στερλινών σε σημερινά χρήματα.
Μάλιστα, όπως αποκαλύπτεται, εν όψει των γενικών εκλογών ο Φουτ ήταν διατεθειμένος να προειδοποιήσει τη βασίλισσα, η οποία επί πολλές δεκαετίες είχε εβδομαδιαίες συναντήσεις με τους πρωθυπουργούς της. Ταυτόχρονα οι αξιωματούχοι της ΜΙ6 συζητούσαν τις συνταγματικές επιπτώσεις σε περίπτωση που ο Φουτ κέρδιζε τις εκλογές. Το βιβλίο αποκαλύπτει επίσης ότι ο σερ Ρόμπερτ Αρμστρονγκ, επιτελάρχης στην κυβέρνηση Θάτσερ, είχε ενημερωθεί από τις μυστικές υπηρεσίες για τον Φουτ. Ωστόσο, όπως αναφέρεται, οι πληροφορίες ήταν τόσο εμπρηστικές που αποφάσισε να μην ενημερώσει τη συντηρητική πρωθυπουργό.