Ο κλάδος των FinTech αποτελεί έναν από τους πιο ταχέως αναπτυσσόμενους ψηφιακούς κλάδους διεθνώς, με τις συνολικές επενδύσεις σε αυτές τις νέες επιχειρήσεις να εκτιμάται ότι ξεπέρασαν τα $120 δισ. τα τελευταία τρία χρόνια. Αφορά εταιρείες παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών αποκλειστικά μέσω καινοτόμων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Οι βασικές υπηρεσίες που παρέχουν οι FinTech καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, όπως πληρωμές (π.χ. ηλεκτρονικές πληρωμές και mobile wallets), υπηρεσίες διαχείρισης επενδύσεων, υπηρεσίες δανειοδότησης κυρίως μέσω εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης (π.χ. P2P lending) και υπηρεσίες αυτοματοποιημένου ελέγχου των χρηματοοικονομικών συναλλαγών και επικοινωνίας με τους πελάτες (π.χ. robo-advisors).
Η σημασία που αποδίδεται στις εταιρείες FinTech για την Ευρώπη διαφαίνεται από το σχέδιο δράσης που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο του 2018 για τη διευκόλυνση παροχής FinTech υπηρεσιών στην ΕΕ. Παράλληλα αρκετές ευρωπαϊκές χώρες δημιουργούν ένα ευνοϊκό πλαίσιο προσέλκυσης και ανάπτυξης καινοτόμων FinTech στην προσπάθειά τους να αξιοποιηθεί πλήρως το όραμα της ανοικτής τραπεζικής (μέσω της οδηγίας PSD2) που επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τραπεζών και την ανάπτυξη ανοικτών διεπαφών επικοινωνίας (APIs) με τα τραπεζικά πληροφοριακά συστήματα.
Στην Ελλάδα ο κλάδος των FinTech βρίσκεται στα αρχικά στάδια διαμόρφωσης, με την πλειονότητα των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο τοπικό οικοσύστημα να επικεντρώνεται κυρίως σε υπηρεσίες πληρωμών. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την εμβρυακή ανάπτυξη του κλάδου σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες σχετίζονται με το μικρό μέγεθος της αγοράς, το προβληματικό επιχειρηματικό και χρηματοοικονομικό περιβάλλον, το συντηρητικό κανονιστικό πλαίσιο και την έλλειψη κουλτούρας ανάπτυξης της καινοτομίας από τη δημόσια διοίκηση. Παρ’ όλα τα προβλήματα, αρωγός στην ανάπτυξη του κλάδου αποτελούν οι αυξητικές τάσεις που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια σε τομείς όπως η διείσδυση της ηλεκτρονικής τραπεζικής και των ηλεκτρονικών πληρωμών καταδεικνύοντας ότι οι υπηρεσίες FinTech έχουν μια κρίσιμη μάζα από early adopters, καθώς και το αυξημένο ενδιαφέρον που αποδίδουν οι τράπεζες στις FinTech υπηρεσίες μέσω διάφορων πρωτοβουλιών (π.χ. προγράμματα incubation/acceleration) υποστηρίζοντας την ανάπτυξη καινοτόμων FinTech επιχειρηματικών μοντέλων.
Ο αναδυόμενος αυτός κλάδος μπορεί να συνεισφέρει ποικιλοτρόπως στην εθνική οικονομία υποστηρίζοντας τεχνολογικούς παρόχους, διευκολύνοντας τον μετασχηματισμό του τραπεζικού τομέα με νέες ολοκληρωμένες πελατοκεντρικές υπηρεσίες και εισάγοντας παράπλευρες θετικές συνέργειες στην ανταγωνιστικότητα της χώρας, καθώς και τη νέα εξωστρεφή επιχειρηματικότητα και την απασχόληση. Οι θετικές μακροοικονομικά επιδράσεις ενός πλήρως ανεπτυγμένου κλάδου FinTech συνοψίζονται στα εξής: (α) ενίσχυση της εθνικής οικονομίας από την ανάπτυξη ενός νέου ψηφιακού κλάδου (μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ από 0,6% έως 1,8% σε περίπτωση που η χώρα εξελιχθεί σε έναν FinTech περιφερειακό πόλο καινοτομίας στη ΝΑ Ευρώπη) και προσέλκυση ξένων επενδύσεων που μπορούν να ξεπεράσουν το €1 δισ., (β) μείωση της σκιώδους οικονομίας μέσω της αυξημένης χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και της αντίστοιχης αύξησης των φορολογικών εσόδων σε ένα εύρος €1-2 δισ., (γ) βελτίωση της χρηματοδότησης των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων δημιουργώντας έναν εναλλακτικό μηχανισμό μέσω P2P πλατφορμών δανεισμού που δυνητικά μπορεί να καλύψει έως και €1,5 δισ. του χρηματοδοτικού κενού και (δ) ενίσχυση της απασχόλησης με 5.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας από τη δραστηριοποίηση καινοτόμων startups και την προσέλκυση τμημάτων έρευνας και ανάπτυξης FinTech του εξωτερικού στην Ελλάδα.
Η ανάπτυξη του κλάδου των FinTech εξαρτάται από τη δημιουργία ενός ευρύτερου ευνοϊκού περιβάλλοντος στο οποίο μπορούν να δραστηριοποιηθούν καινοτόμες ψηφιακές επιχειρήσεις από την Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και να διευκολύνει την αξιοποίηση του εξειδικευμένου ανθρώπινου κεφαλαίου που είναι διαθέσιμο στη χώρα μας. Οι πιο εξειδικευμένες στρατηγικές ανάπτυξης του κλάδου αφορούν τέσσερις άξονες:
1. Δημιουργία μιας στρατηγικής ψηφιακής χρηματοοικονομικής καινοτομίας για τη βελτίωση του διαλόγου μεταξύ των εμπλεκομένων στον κλάδο και την παροχή αποτελεσματικότερης υποστήριξης από τις αρμόδιες ρυθμιστικές και διοικητικές αρχές για την ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών.
2. Τόνωση της προσφοράς FinTech υπηρεσιών μέσω της θέσπισης ενός sandbox περιβάλλοντος (όπως σε αρκετές άλλες χώρες) που παρέχει ελαστικούς ρυθμιστικούς περιορισμούς σε καινοτόμες FinTech για να δοκιμάσουν και να βελτιώσουν νέα προϊόντα με μεγαλύτερη ασφάλεια και ευελιξία σε σχέση με τις κανονικές συνθήκες της αγοράς, και παράλληλα ενός κοινού μηχανισμού υποστήριξης καινοτόμων FinTech (Innovation Hub) κατά τη διαδικασία αδειοδότησης και ψηφιακού μετασχηματισμού
3. Τόνωση της ζήτησης FinTech υπηρεσιών μέσω ενός φιλικού τεχνολογικού περιβάλλοντος βασισμένου σε ανοικτά πρότυπα που διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ FinTech, τραπεζών και εθνικών συστημάτων πληρωμών, αλλά και περαιτέρω μέτρων ενθάρρυνσης της καθολικής χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών και ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
4. Ενίσχυση της ανάπτυξης ψηφιακών χρηματοοικονομικών δεξιοτήτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και για εργαζομένους στους κλάδους πληροφορικής και χρηματοοικονομικών.
Ο κ. Γεώργιος Δουκίδης είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο κ. Πάνος Κουρουθανάσης αναπληρωτής καθηγητής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.