Πολλή συζήτηση, αρκετές διαπραγματεύσεις και την ενδιαφέρουσα ειδικότητα των street workers (που πολλοί δεν την είχαν συσχετίσει με τα πανεπιστήμια, αλλά τώρα τη συσχέτισαν) ως μέθοδο αντιμετώπισης της παρουσίας τοξικομανών στα ΑΕΙ πρότεινε τις προηγούμενες ημέρες το περίφημο πόρισμα του καθηγητή Νίκου Παρασκευόπουλου για την αντιμετώπιση της βίας στα ΑΕΙ.
Το πόρισμα που παρουσίασε το υπουργείο Παιδείας παραδέχεται τελικά την ύπαρξη προβλημάτων βίας ή διακίνησης ναρκωτικών ουσιών μέσα στα πανεπιστήμια της χώρας, μεταθέτει όμως την ευθύνη επίλυσής τους από την πολιτεία στην πανεπιστημιακή κοινότητα, υποδεικνύοντάς της μάλιστα και τη μέθοδο να το κάνει.
Συγκεκριμένα, προτείνει φωτισμό των σκοτεινών σημείων των πανεπιστημιακών κάμπους «κατά τρόπο που δεν μπορεί να καταστραφεί», «ψυχοκοινωνική στήριξη» των φοιτητών στα θέματα ναρκωτικών, «παραχώρηση χώρων σε κοινωνικούς χώρους», ενώ για τη βίαιη παρακώλυση της λειτουργίας οργάνων ΑΕΙ, τις φθορές περιουσίας, την ψυχολογική βία και τον εκφοβισμό καθηγητών προτείνει την εκπαίδευση των πρυτάνεων σε τακτικές διαπραγμάτευσης…

Ουτοπία η εξαφάνιση της παραβατικότητας

Ο πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Αχιλλέας Ζαπράνης, ο οποίος ολοκλήρωσε πρόσφατα μια έρευνα για τη βία στα ΑΕΙ και έχει βρει αρκετές φορές το γραφείο του διαλυμένο και… βαμμένο από ομάδες νεαρών (φοιτητών και άλλων), δηλώνει στο «Βήμα» ότι «το υπουργείο Παιδείας, αντί να νομοθετήσει όπως θα όφειλε για να βοηθήσει την ακαδημαϊκή κοινότητα, περιμένει να λύσουμε εμείς το πρόβλημα, ενώ μας έχει στερήσει και τον τρόπο να αμυνθούμε. Ας αφήσουμε λοιπόν όποιον θέλει να βρει «χώρους» μέσα στα ΑΕΙ για να κάνει πάρτι ή καταλήψεις. Αναρωτιέμαι όμως, αν συμβεί κάτι, ποιος θα είναι μετά υπεύθυνος;».
Το πιο ενδιαφέρον των παραπάνω είναι ότι στην επιτροπή Παρασκευόπουλου συμμετείχαν και υπέγραψαν το πόρισμά της εκπρόσωποι της Συνόδου Πρυτάνεων των ΑΕΙ αλλά και εκπρόσωποι των ΤΕΙ, οι οποίοι και εξέφρασαν (τουλάχιστον δημόσια) κάποια διαμαρτυρία για το περιεχόμενό του.
Πέραν όμως του σχολιασμού που προκάλεσαν οι προτάσεις περί της αντιμετώπισης της βίας στα ΑΕΙ, το πόρισμα της επιτροπής Παρασκευόπουλου καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που δημιουργεί ανησυχία και προβληματισμό: «Ουτοπικό στόχο» κρίνει για τη βία στα ΑΕΙ την «πλήρη εξαφάνιση οποιασδήποτε παραβατικής συμπεριφοράς στο ακαδημαϊκό περιβάλλον».
Χαρακτηριστικό των παραπάνω είναι ότι «Το Βήμα» αναζήτησε και βρήκε τους φοιτητές του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που ξεκίνησαν πριν από δύο χρόνια την κίνηση κατά των κρουσμάτων βίας και εμπορίου ναρκωτικών μέσα στα ΑΕΙ και συγκέντρωσαν εκατοντάδες υπογραφές, αλλά κανείς τους δεν θέλησε να εκφράσει τις απόψεις του επώνυμα, καθώς δήλωσαν ότι φοβούνται τα «αντίποινα».
«Νομίζω ότι το πόρισμα αυτό κάνει μια καλή καταγραφή των προβλημάτων μέσα στα πανεπιστήμια, αλλά εκτός από τις συναινετικές λύσεις που προτείνει υπάρχουν και οι ουσιαστικές» λέει στο «Βήμα» ο αντιπρύτανης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Θεοδωρος Λαόπουλος. «Δεν μπορεί για συμβολικούς λόγους να θεωρούμε ότι πράγματα που δεν γίνονται στην υπόλοιπη κοινωνία πρέπει να γίνονται στο πανεπιστήμιο. Να μην έχουμε υποκαταστήματα τραπεζών ή άλλα που μπορεί να προκαλούν ενώ στο πανεπιστημιακό κάμπους κινούνται 30.000 φοιτητές. Δηλαδή η πρόταση είναι να αφήσουμε τις παράνομες δραστηριότητες και να μην τις κυνηγάμε και να φροντίζουμε και να μη δίνουμε αφορμές» αναφέρει ο κ. Λαόπουλος.
Στο ΑΠΘ ωστόσο, όπου το πρόβλημα της εμφάνισης τοξικομανών είχε χτυπήσει «κόκκινο» το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ακολουθήθηκε από τη διοίκησή του ένα μοντέλο με επιτυχία. Επί ενάμιση χρόνο υπήρξε συντονισμός με τον ΟΚΑΝΑ (Οργανισμός Καταπολέμησης Ναρκωτικών) για τη δημιουργία συμβουλευτικού σταθμού στο Ιδρυμα, ενώ παράλληλα αυξήθηκε η φρούρηση του πανεπιστημιακού χώρου και δόθηκε από το πρυτανικό του συμβούλιο διαρκής άδεια στην Αστυνομία να μπαίνει στους χώρους του πανεπιστημίου για την αντιμετώπιση ζητημάτων που έχουν να κάνουν με τη διακίνηση ναρκωτικών. Μέθοδος συνδυαστική και αποδείχτηκε απόλυτα επιτυχημένη.
«Πάντως, όσες φορές δεν είχαμε την ενεργό συμμετοχή της Αστυνομίας δεν πετυχαίναμε τίποτα» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Λαόπουλος.

«Ναι» στις θετικές προτάσεις – «Οχι» στην παραβατικότητα

«Υπάρχουν προτάσεις στο πόρισμα της επιτροπής Παρασκευόπουλου που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και σε μεγάλο βαθμό μάς βρίσκουν σύμφωνους, όπως οι περισσότερες των προτάσεων για την αντιμετώπιση του προβλήματος της διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών» λέει ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Οδυσσέας Ζώρας. «Το αυτό ισχύει και για την αυτονόητη, άλλωστε, πρόταση για αυτεπάγγελτη παρέμβαση της δημόσιας δύναμης σε περίπτωση τέλεσης σοβαρών εγκλημάτων. Ωστόσο στην περίπτωση πλημμελημάτων, η επιτροπή (με βάση τη σχετική εισήγηση του καθηγητή Παρασκευόπουλου) προτείνει να διατυπωθούν κριτήρια για τις σχετικές αποφάσεις του ειδικά προβλεπόμενου οργάνου αναφορικά με τη χορήγηση της άδειας επέμβασης, αφενός χωρίς να επιχειρεί καν να προσδιορίσει ποια μπορεί να είναι αυτά τα κριτήρια, αφετέρου περιοριζόμενη στην αναλυτική υπόμνηση της αρχής της αναλογικότητας. Η Δημοκρατία, η οποία άλλωστε εγγυάται και περιφρουρεί την ελευθερία της έκφρασης, λειτουργεί εντός ενός πλαισίου κανόνων. Δεν διαφωνούμε λοιπόν με τη σημασία που αποδίδει η επιτροπή Παρασκευόπουλου στην ενίσχυση του διαλόγου εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας, άλλωστε το Πανεπιστήμιο Κρήτης έχει μεγάλη παράδοση σε αυτόν. Ωστόσο το γεγονός ότι η επιτροπή αυτή συχνά εξαντλεί τις προτάσεις της στην ενίσχυση του διαλόγου, στην ενημέρωση της διοίκησης των ΑΕΙ για ζητήματα διαχείρισης κρίσεων και διαπραγμάτευσης, αλλά και στην Κατάρτιση Κώδικα Δεοντολογίας για τους φοιτητές (χωρίς ωστόσο καμία υπόμνηση ποινών για την όποια παραβίασή του), φοβάμαι ότι καταδεικνύει ότι το πόρισμα Παρασκευόπουλου δεν μπορεί να αποκριθεί στην έκταση των προβλημάτων που δημιουργούν τα “εγκλήματα κυρίως χαμηλής ποινικής απαξίας”, που όντως εμποδίζουν την ακαδημαϊκή λειτουργία των ΑΕΙ» τονίζει.
«Σε αναλυτική επιστολή που έστειλε η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης στον καθηγητή Παρασκευόπουλο (στις 20 Φεβρουαρίου 2018), συμμετέχοντας στον σχετικό διάλογο και εκθέτοντας τόσο τα σχετικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το Πανεπιστήμιο Κρήτης όσο και τα μέτρα που έχει λάβει, καθιστούσε σαφές μεταξύ άλλων ότι τόσο η ίδια όσο και τα συλλογικά όργανα του Πανεπιστημίου μας “θεωρούν ότι οι πράξεις βίας εκφοβισμού και βανδαλισμού δεν έχουν θέση σε μια ευνομούμενη δημοκρατία και είναι απολύτως καταδικαστέες για λόγους, νομικούς, πολιτικούς και ακαδημαϊκούς”, τονίζοντας ότι “έχει διαμηνύσει προς όλους ότι οι εκδηλώσεις βίας δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές”. Εμμένουμε σε αυτές τις αρχές μας, που μας επιβάλλουν την προσέγγιση της μηδενικής ανοχής σε κάθε μορφή βίας και παρεμπόδισης της ακαδημαϊκής λειτουργίας των ΑΕΙ, καθώς θεωρούμε τη βία και την παραβατικότητα ευθεία απειλή για την ελευθερία του διαλόγου και της έκφρασης» καταλήγει.
Ωστόσο ο πρώην πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης κ. Βασίλης Διγαλάκης δηλώνει ότι «το πόρισμα που διαβάσαμε για τη βία στα ΑΕΙ αποδέχεται πλήρως την έννοια του πανεπιστημίου-γκέτο. Οτι δηλαδή τα πανεπιστήμια είναι διαφορετικοί χώροι στους οποίους δεν πρέπει να πειράζουμε την παραβατικότητα».