Η Ανγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν συναντήθηκαν την περασμένη Τρίτη στο επιβλητικό κάστρο του Μέζεμπεργκ, κοντά στο Βερολίνο. Η συνάντηση αυτή ήταν το επιστέγασμα των συνομιλιών μεταξύ της γερμανικής και γαλλικής κυβέρνησης εδώ και μήνες, ώστε ο γαλλογερμανικός άξονας να προσέλθει με ενιαίες θέσεις στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής (28-29 Ιουνίου), με έμφαση κυρίως στις μεταρρυθμίσεις επί της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης. Το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης μοιάζει σήμερα, πέντε ημέρες αργότερα, πολύ μακρινό. Εχει ήδη σαρωθεί από τη «λαίλαπα» του Προσφυγικού που δεν λέει να κοπάσει και εξακολουθεί να διχάζει, πολυεπίπεδα, την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) τρία χρόνια μετά το αρχικό ξέσπασμά της, το 2015.
Πιεζόμενη σφόδρα στο εσωτερικό του κυβερνητικού της συνασπισμού από τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) και τον ηγέτη τους, τον υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ, να προχωρήσει στην επιβολή συνοριακών ελέγχων στα νότια σύνορα της Γερμανίας, ώστε να αποτρέπεται η είσοδος μεταναστών που φθάνουν στην ΕΕ μέσω άλλων κρατών-μελών, η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ ζήτησε από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ να συγκαλέσει σήμερα, επίσης στις Βρυξέλλες, μίνι Σύνοδο Κορυφής για το Προσφυγικό. Σε αυτή αναμένεται να συμμετάσχουν οι Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα, Μάλτα, Ισπανία, Βουλγαρία, Αυστρία, Βέλγιο και Ολλανδία. Ο σκοπός της καγκελαρίου είναι να μπορέσει να διαμορφώσει διμερείς συμφωνίες με την Ελλάδα και την Ιταλία, ώστε να μπορούν να επιστρέφονται στις δύο χώρες οι πρόσφυγες που έχουν λάβει εκεί άσυλο.

«Μητέρα των Συνόδων»

Η ατμόσφαιρα εν όψει της Συνόδου Κορυφής, η οποία έχει μια τόσο βαριά και ευρεία ατζέντα που η ιστοσελίδα Politico τη χαρακτήρισε ως τη «μητέρα όλων των Συνόδων», έχει δηλητηριαστεί. Με την αναθεώρηση του Συστήματος του Δουβλίνου προς μια δικαιότερη κατανομή των προσφύγων σε όλα τα κράτη-μέλη να καρκινοβατεί, παρά τις αλλεπάλληλες απόπειρες της βουλγαρικής προεδρίας του Συμβουλίου να βρει συμβιβαστική λύση μεταξύ «μετριοπαθών» και «σκληρών», οι διαχωριστικές γραμμές βαθαίνουν ξανά αντί να απαλύνονται, χωρίς μάλιστα να είναι απόλυτα σαφές ποιοι είναι οι «μετριοπαθείς» και ποιοι οι «σκληροί». Παράλληλα, μοιάζει να έχει αναδειχθεί μια διάσταση μεταξύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Κομισιόν. Αυτή η διάσταση αντικατοπτρίζεται στο προσχέδιο των Συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής και του Σχεδίου Δήλωσης όσων βρεθούν σήμερα στις Βρυξέλλες.
Στο Προσχέδιο Συμπερασμάτων που κυκλοφόρησε προς τις πρωτεύουσες των χωρών-μελών της ΕΕ πριν από λίγες ημέρες, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ περιλαμβάνεται η αμφιλεγόμενη πρόταση να δημιουργηθούν «περιφερειακές πλατφόρμες αποβίβασης», δηλαδή ουσιαστικά περιφερειακά hotspots στα οποία θα συγκεντρώνονται όσοι εισέρχονται σε ευρωπαϊκό έδαφος. Σε αυτά τα κέντρα θα ξεκαθαρίζεται αν κάποιος είναι οικονομικός μετανάστης ή πρόσφυγας που έχει ανάγκη από διεθνή προστασία. Στην πρώτη περίπτωση θα προωθείται η επιστροφή του στη χώρα προέλευσης. Στη δεύτερη θα λαμβάνει άσυλο. Ο εμπνευστής της ιδέας αυτής δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν που είτε αρέσει σε κάποιους είτε μοιάζει να είναι ο νικητής στο μέτωπο του Προσφυγικού –έστω στα σημεία. Ηδη, όπως δημοσίως παραδέχθηκε ο επίτροπος Μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος την περασμένη Πέμπτη, συζητούνται ως πιθανές χώρες εγκατάστασης τέτοιων πλατφορμών η Τυνησία, η Αλγερία, η Αίγυπτος, η Λιβύη, το Μαρόκο, ο Νίγηρας (στην Αφρική) και η Αλβανία (ίσως και άλλες χώρες μη μέλη της ΕΕ) στην Ευρώπη, αλλά αυτά δεν πρόκειται να ξεκαθαρίσουν πριν ολοκληρωθεί η Σύνοδος. Αλλωστε, καμία από τις αφρικανικές χώρες δεν έχει συμφωνήσει σε οτιδήποτε.

Οι προθέσεις της Ρώμης

Την ίδια στιγμή, η επιθυμία της κυρίας Μέρκελ να ελέγξει την ανταρσία του κ. Ζεεχόφερ ορίζει και το περίγραμμα της σημερινής μίνι Συνόδου. Η Κομισιόν και ο νέος γενικός διευθυντής της Μάρτιν Σελμάιερ προετοίμασαν ένα Σχέδιο Δήλωσης που δίνει έμφαση στην αποτροπή των επονομαζόμενων «δευτερογενών μετακινήσεων», ώστε να μην μπορεί κάποιος που έλαβε π.χ. άσυλο στην Ελλάδα να περάσει στη Γερμανία, αλλά και στην προστασία των εξωτερικών συνόρων μέσω της ενίσχυσης του ανθρώπινου και υλικοτεχνικού δυναμικού της Ευρωπαϊκής Συνοριακής και Ακτοφυλακής. Ωστόσο, η νέα ιταλική κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζιουζέπε Κόντε δεν προτίθεται να συναινέσει σε λύσεις που δεν θα καλύπτουν τις επιδιώξεις για ελάφρυνση του βάρους που έχει επωμιστεί η Ρώμη ως κράτος πρώτης υποδοχής μεταναστών.
Πράγματι, η ανάδειξη της νέας ιταλικής κυβέρνησης έχει περιπλέξει έτι περαιτέρω την εξίσωση του Προσφυγικού. Η ανάληψη του υπουργείου Εσωτερικών από τον ηγέτη της Λέγκας Ματέο Σαλβίνι έχει οδηγήσει σε μια σκλήρυνση της ιταλικής θέσης, με τη Ρώμη να απαιτεί δικαιότερη κατανομή των βαρών (π.χ. ποσοστώσεις στην κατανομή προσφύγων στα κράτη-μέλη) και να μη διστάζει να εκβιάσει είτε μη δεχόμενη να υποδεχθεί πρόσφυγες είτε απειλώντας να μποϊκοτάρει τη σημερινή μίνι Σύνοδο. Στο εκρηκτικό «πολιτικό μείγμα» πρέπει να προστεθεί, πέραν των κ.κ. Ζεεχόφερ και Ορμπαν (αλλά και των υπολοίπων του Βίσεγκραντ), ο καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς (η χώρα του αναλαμβάνει την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου το επόμενο εξάμηνο), καθώς όλοι τους είναι υπέρ της σκληρής γραμμής στο Προσφυγικό.

Μεταρρυθμίσεις και ESM

Η γαλλογερμανική συζήτηση περί των μεταρρυθμίσεων στην ευρωζώνη παραμένει μάλλον αναιμική. Οσοι θέλουν να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο έδωσαν έμφαση στην αναφορά περί ενός «προϋπολογισμού της ευρωζώνης», ο οποίος θα μπορούσε να αρχίσει να λειτουργεί το 2021. Τα κονδύλια μπορούν να προέρχονται από τους εθνικούς προϋπολογισμούς, από έναν φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, αλλά και ευρωπαϊκά χρήματα. Δεν είναι όμως καθόλου σαφές πόσο μεγάλος θα είναι ο προϋπολογισμός αυτός, καθώς οι απόψεις Μέρκελ και Μακρόν αποκλίνουν στο σημείο αυτό.
Το έτερο ενδιαφέρον σημείο αφορά το μέλλον του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Οπως προκύπτει από το κείμενο της «Διακήρυξης του Μέζεμπεργκ», κάθε αλλαγή στην εντολή του ESM θα περιλαμβάνει αλλαγές στη διακυβερνητική συνθήκη ίδρυσής του, άρα ομοφωνία. Φαίνεται ότι ο κ. Μακρόν δέχθηκε αρκετές από τις γερμανικές «κόκκινες γραμμές», όπως π.χ. ότι η αιρεσιμότητα (conditionality) θα παραμένει ισχυρή ή ότι η χορήγηση βοήθειας σε ένα κράτος-μέλος της ευρωζώνης θα προϋποθέτει ανάλυση βιωσιμότητας χρέους. Παράλληλα, στο γαλλογερμανικό κείμενο υπάρχουν και αναφορές που βρίσκονται πλησίον των ιδεών του Βερολίνου να αναλάβει ο ESM ρόλο στην επίβλεψη των δημοσιονομικών επιδόσεων, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζονται με ακρίβεια οι ρόλοι μεταξύ του ESM και της Επιτροπής. Αναφορικά δε με τη χρήση του ESM ως «στηρίγματος» (backstop) στη δημιουργία ενός Ενιαίου Ταμείου Εκκαθάρισης Τραπεζών (SRF), το Βερολίνο επιμένει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθεί υπ’ όψιν ο ρυθμός μείωσης των «κόκκινων» δανείων.

Οι θέσεις της Αθήνας και τα… ανταλλάγματα

Στην Αθήνα, η επανάκαμψη της προσφυγικής κρίσης στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας ήταν κάτι που δεν επιθυμούσαν στην παρούσα χρονική στιγμή. Η επιτευχθείσα συμφωνία για το Μακεδονικό και η αναμενόμενη απόφαση του Eurogroup για τη μεταμνημονιακή εποπτεία και την ελάφρυνση του χρέους ήταν τα δύο σημεία στα οποία ήθελε να εστιάσει η κυβέρνηση, αλλά λογάριαζε χωρίς την ενδογερμανική εμπλοκή και τα σχέδια για περιφερειακά hotspots «διαλογής» μεταξύ οικονομικών μεταναστών και προσφύγων.

Με δεδομένο ότι η Ανγκελα Μέρκελ θα επιδιώξει να διασφαλίσει κάποιου είδους διμερείς συμφωνίες επαναπατρισμού προσφύγων με την Ελλάδα και την Ιταλία, προκειμένου να αποκρούσει την ενδοκυβερνητική κριτική από το CSU, το ζήτημα είναι τι είδους ανταλλάγματα θα μπορούσε να διασφαλίσει για την ελληνική πλευρά ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η πολιτική της Αθήνας επρόκειτο να κινηθεί σε τρεις άξονες που θα ήθελε να καταγραφούν στη Δήλωση της σημερινής συνάντησης και λίγες ημέρες αργότερα στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ. Πρώτον, η κυβέρνηση θέλει μια «δικαιότερη» αναθεώρηση του Συστήματος του Δουβλίνου που θα οδηγεί σε ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και θα επιτρέπει την ελάφρυνση του βάρους με την κατανομή προσφύγων σε άλλα κράτη-μέλη, έστω εθελοντικά. Δεύτερον, επιθυμεί ενίσχυση σε υλικοτεχνική υποδομή αλλά και σε προσωπικό ώστε να μπορέσουν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες χορήγησης ασύλου, αν και την ίδια στιγμή υπάρχουν αντιδράσεις σε ορισμένες χώρες για τις σοβαρές καθυστερήσεις των ελληνικών υπηρεσιών. Τρίτον, η Αθήνα δεν αποκλείει να συμπράξει με όσα κράτη θέλουν μια δυναμικότερη πολιτική στο μέτωπο των επιστροφών παράνομων μεταναστών στις χώρες καταγωγής τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ