Το «μήνυμα» του Μεγάρου Μαξίμου προς τους βουλευτές που ήθελαν να φέρουν τον Αλ. Τσίπρα στη Βουλή προκειμένου να τους ενημερώσει για τη διαπραγμάτευση ήταν σαφές: ο Πρωθυπουργός είναι αυτός που θα επιλέξει πότε θα συγκαλέσει την ΚΟ του κόμματος. Κάποιοι θεώρησαν ότι ήταν μια επίδειξη ισχύος, άλλοι μια προσπάθεια υποβάθμισης των συλλογικών οργάνων. Ομως, σε κάθε περίπτωση, προκάλεσε αρνητικές εντυπώσεις στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι θα κληθούν να υπερψηφίσουν μεταξύ των άλλων την ενεχυρίαση του Υπερταμείου Αποκρατικοποιήσεων, δηλαδή της δημόσιας περιουσίας, στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), τις αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, την αυστηροποίηση του νόμου Κατσέλη – Σταθάκη, καθώς και να εγκρίνουν την προβλεπόμενη δημοσιονομική απόδοση που θα υπάρξει από την προνομοθετημένη μείωση των συντάξεων (από το 2019) και τη μείωση του αφορολογήτου (από το 2020).
Οι «γκρίνιες» και οι «μουρμούρες» μεταξύ των βουλευτών έχουν να κάνουν με την κοινωνική πίεση που δέχονται και την αγωνία για την «επόμενη μέρα» μετά την έξοδο από το Μνημόνιο. Και όλα αυτά με φόντο τον ανασχηματισμό που αρκετοί θεωρούν δεδομένο και τοποθετούν χρονικά μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο και βεβαίως τις πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις του 2019.
«Σε αντίθεση με τα όσα αναπαράγονται στον Τύπο, δεν θα συνεδριάσει η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ» άφηναν να διαρρεύσει πηγές του Μεγάρου Μαξίμου κλείνοντας κάθε σχετική συζήτηση, παρά το γεγονός ότι ακόμη και από το προεδρείο της ΚΟ άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο μετά την κατάθεση του πολυνομοσχεδίου στη Βουλή (προχθές Παρασκευή) να ακολουθηθούν «οι εσωτερικές διαδικασίες για περαιτέρω επεξεργασία και συζήτηση στο εσωτερικό της ΚΟ».

Η ενημέρωση-«μασάζ»

Είχε προηγηθεί (την περασμένη Τρίτη) η ενημέρωση-«μασάζ» από τον υπουργό Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτο, τον αναπληρωτή του Γ. Χουλιαράκη και άλλους υπουργούς προς τους βουλευτές στη συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής Παρακολούθησης και Ελέγχου του Κυβερνητικού Εργου. «Περίμενα να σας βρω με μπουρνούζια και παντόφλες για να σας κάνω… μασάζ, αλλά βλέπω ότι είστε ντυμένοι κανονικά» είπε ο κ. Τσακαλώτος στους αγωνιούντες βουλευτές για να χαλαρώσει την ατμόσφαιρα. Ομως ο Ν. Φίλης δεν άφησε περιθώρια, καθώς έθεσε εξ αρχής το ζήτημα της σύγκλησης της ΚΟ και της προσέλευσης του Πρωθυπουργού, ώστε να ενημερωθούν οι βουλευτές και κυρίως να τεθεί διά στόματος Τσίπρα το πολιτικό πλαίσιο για τα μείζονα ζητήματα που τους απασχολούν και έχουν να κάνουν με τα προαπαιτούμενα, το θέμα του χρέους και κυρίως τα διορθωτικά μέτρα για την περικοπή των συντάξεων και τη μείωση του αφορολογήτου.
Απαντήσεις έλαβαν σε ορισμένα θέματα, ωστόσο ούτε διαβεβαιώσεις απέσπασαν από τον κ. Τσακαλώτο ούτε οι ανησυχίες τους περιορίστηκαν. Ο ίδιος άλλωστε ξέκοψε κάθε συζήτηση τώρα περί των ψηφισμένων μέτρων, όπως η περικοπή των συντάξεων. «Ημουν περιεκτικός και συνοπτικός. Τους είπα ότι δεν είναι της ώρας αυτά να τα συζητήσουμε» έλεγε αργότερα στους δημοσιογράφους μετά τη συνεδρίαση. Και αν φάνηκε να τους πείθει για το ότι ο ΕΝΦΙΑ θα παραμείνει για τη συντριπτική πλειοψηφία (το 67%) των ιδιοκτητών αμετάβλητος (για το 18% θα είναι μειωμένος και για το 15% αυξημένος), ωστόσο για τα «hot» θέματα δεν τους καθησύχασε. Για το θέμα της διευθέτησης του χρέους οι βουλευτές έφυγαν με την εικόνα ενός μηχανισμού ελάφρυνσης με αιρεσιμότητες και για επιμήκυνση μέχρι 10 χρόνια που θα αφορά μόνον τα δάνεια του δεύτερου Μνημονίου (120 δισ. ευρώ) και όχι του τρίτου (86 δισ. ευρώ). Η ροή της επιστροφής των κερδών των ευρωπαϊκών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα υπολογίζεται σε 1 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ ερωτηθείς ο κ. Τσακαλώτος αν θα υπάρξει συμψηφισμός με αγορές οπλικών συστημάτων από τη Γαλλία δεν υπήρξε απάντηση.
Πάντως ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τους διαβεβαίωσε ότι το 100% του υπερπλεονάσματος θα δοθεί το 2019 για φοροελαφρύνσεις, ενώ το 2020 θα καταμεριστεί ως εξής: το 75% σε φοροελαφρύνσεις και το 25% σε κοινωνικές παροχές. Οσον αφορά το 2021 θα κατανεμηθεί κατά 50%. Επίσης, τους ανακοινώθηκε η καθιέρωση
στεγαστικού επιδόματος αλλά και ότι στη συμφωνία δεν θα υπάρχει δέσμευση για τον κατώτατο μισθό.

Το χάσμα

Η μη σύγκληση της ΚΟ, παρά την ενημέρωση, θεωρήθηκε από πολλούς ως επιβεβαίωση του «χάσματος» ανάμεσα σε κυβέρνηση και κόμμα, ενώ ορισμένοι θέτουν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους ευθέως ζήτημα δημοκρατικής λειτουργίας. «Οι συνθήκες που διαμορφώνονται πλέον στην πορεία εξόδου από το Μνημόνιο δεν αφήνουν το περιθώριο ώστε να μην εισακούονται οι βουλευτές» σχολίαζε ένας εκ των 36 υπογραφόντων, επισημαίνοντας ότι «το Μέγαρο Μαξίμου πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να κυβερνά με την επίκληση του εκβιασμού των δανειστών». «Το κόμμα πρέπει να λειτουργήσει δημοκρατικά, κάτι όμως που φαίνεται ότι δεν το επιθυμούν όλοι» σημείωνε ο ίδιος βουλευτής, προσθέτοντας ότι η υποβάθμιση των συλλογικών οργάνων και λειτουργιών αδικεί την ΚΟ και έχει οδηγήσει σε μια εικόνα ομάδων και αντι-ομάδων, με ψιθυριστές και αγωνιούντες, δυσφορούντες και παραγκωνισμένους.

Ο Μπαλτάς, η κυβερνητική ευθύνη και η «μεταμφίεση»

Ο πρώην υπουργός Αρ. Μπαλτάς ήταν μεταξύ των 36 βουλευτών που υπέγραφαν το αίτημα για σύγκληση της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ. Μια συζήτηση που συνέπεσε με την παρουσίαση του νέου βιβλίου του υπό τον τίτλο «Ονόματα του Κομμουνισμού» στο Μέγαρο Μουσικής, παρουσία κυβερνητικών και κομματικών στελεχών. Μεταξύ αυτών και πρώην μαθητές του, όπως ο Αλ. Τσίπρας, ο Δ. Τζανακόπουλος, ο Αλ. Χαρίτσης κ.ά. Ο κ. Μπαλτάς, ως καθηγητής Φιλοσοφίας των Επιστημών στο ΕΜΠ και ως θεωρητικός του χώρου, ήταν εκείνος που τους εισήγαγε στο «σύμπαν» της φιλοσοφίας και του «δομικού μαρξισμού», ενώ στήριξε τη γενιά αυτή στις εσωκομματικές διεργασίες, τροφοδοτώντας τους θεωρητικά και πολιτικά με τη γνώση και την εμπειρία του.

Με λίγα λόγια, αρκετά από τα σημερινά κυβερνητικά στελέχη είναι κατά μια έννοια «πνευματικά τέκνα» του. Για αυτό και ο κ. Τζανακόπουλος δεν έκρυψε την αμηχανία του, καθώς κλήθηκε να προλογίσει το βιβλίο του «δασκάλου» του. «Τι σχέση μπορεί να έχει ένας εκπρόσωπος του κράτους, της ανώτατης μάλιστα ιεραρχικής του βαθμίδας, με τον κομμουνισμό;» διερωτήθηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια, χωρίς ωστόσο να διστάσει να αναφερθεί στη «σταθερότητα της κομμουνιστικής προοπτικής», που αναδεικνύεται στο βιβλίο και η οποία «δεν είναι ένα τελικό σημείο, αλλά ένας ορίζοντας διά της πράξης και του λόγου».
«Ο Μπαλτάς θέλει να προχωρήσει “μεταμφιεσμένος”» είπε περιγράφοντας την προσέγγιση του συγγραφέα, παρακινώντας τον να σχολιάσει αργότερα κάτι που συζητήθηκε: «Υπό μια έννοια η “μεταμφίεση”, με την ευρύτερη έννοια, το συμβάν ότι βρεθήκαμε στην κυβέρνηση και συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στην κυβέρνηση, συνδέονται κατά κάποιον τρόπο, διότι συνδέονται με την έννοια της ευθύνης. Κανείς από εμάς δεν ξεκινούσε – ήταν όνειρο άπιαστο – να γίνει υπουργός ή πρωθυπουργός. Μετείχαμε στο κίνημα κατά διάφορες μορφές. Το συμβάν μάς έφερε εδώ και αν δεν κρατήσουμε τη “μεταμφίεση” ότι είμαστε εντός και εκτός των κυβερνητικών πρωτοκόλλων, μάλλον θα την έχουμε πατήσει» σημείωσε με νόημα ο κ. Μπαλτάς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ