Η είδηση ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) με απόφασή του καταργεί τον νόμο Κατρούγκαλου για τον ΕΦΚΑ έπεσε σαν… βόμβα στο Μέγαρο Μαξίμου. Στο πρωθυπουργικό επιτελείο αιφνιδιάστηκαν και έσπευσαν παρασκηνιακά να μιλήσουν για «πολιτικό παιχνίδι του ΣτΕ».
Δεν ήταν η πρώτη φορά που το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας ακυρώνει κυβερνητικές αποφάσεις, δημιουργώντας συνθήκες κρίσης με την κυβέρνηση.
Ειδικά η εν αναμονή επίσημη έκδοση της απόφαση για τον ΕΦΚΑ (μέχρι στιγμής δεν υπάρχει το πλήρες κείμενο για να αξιολογηθεί το σκεπτικό της) αποτέλεσε αφορμή για ευρύτερες συζητήσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης, η οποία είδε να γκρεμίζεται μια κεντρική επιλογή της που θα οδηγήσει σε ριζική ανατροπή στο Ασφαλιστικό. (Αναλυτικό ρεπορτάζ στην Ανάπτυξη, σελίδα Β4.)
Είχε προηγηθεί πριν από λίγες εβδομάδες η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ που έδωσε διορία οκτώ μηνών στην κυβέρνηση να αναπροσαρμόσει μισθούς και συντάξεις για τους ενστόλους, κρίνοντας ότι οι περικοπές στο πλαίσιο των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής κατά τα προηγούμενα χρόνια ήταν αντισυνταγματικές.
Στα τέλη Μαρτίου το ΣτΕ ακύρωσε την υπουργική απόφαση του Νίκου Φίλη που έλαβε όταν ήταν υπουργός Παιδείας για το μάθημα των Θρησκευτικών. Η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Ευθύμιο Αντωνόπουλο, έδωσε ένα καίριο κτύπημα σε ένα μείζον θέμα –με ιδεολογικό πρόσημο –στον ΣΥΡΙΖΑ.

Από σαράντα κύματα

Την ίδια περίοδο νέα ενόχληση προκάλεσε στην κυβέρνηση, που δεν έκρυψε την οργή της (μέσω και του υφυπουργού Αθλητισμού Γιώργου Βασιλειάδη), η απόφαση του ΣτΕ να κρίνει αντισυνταγματικήτηνεισαγωγή των διακριθέντων αθλητών σε σχολές των ΑΕΙ και ΤΕΙ της προτίμησής τους καθ’ υπέρβαση του προβλεπόμενου αριθμού εισακτέων.
Και δεν είναι μόνο αυτές οι αποφάσεις που έχουν ενοχλήσει, καθώς ένα άλλο κεντρικό και στρατηγικής σημασίας θέμα που επλήγη από το ΣτΕ ήταν αυτό των τηλεοπτικών αδειών που έχει περάσει από σαράντα κύματα.
Ο φόβος που υπάρχει στο εσωτερικό της κυβέρνησης είναι μήπως ακυρωθεί από το ΣτΕ και ο νέος διαγωνισμός για τις άδειες. Η συζήτηση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου επί των αιτήσεων που έχουν καταθέσει τόσο οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί όσο και η Ενωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ) για τη χορήγηση των 7 τηλεοπτικών αδειών θα γίνει στις 4 Μαΐου, αν και αρχικά ήταν προγραμματισμένη για τις 2 Μαρτίου. Το αίτημα είναι να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 1/2017 προκήρυξη του διαγωνισμού για τη χορήγηση των 7 αδειών με τιμή εκκίνησης τα 35 εκατ. ευρώ για κάθε άδεια.

Προεξοφλούσε

Πολλοί θυμούνται ότι στη ΔΕΘ το 2016 ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι δεν δίνει ούτε μία πιθανότητα να ακυρώσει το ΣτΕ τον διαγωνισμό για τις άδειες, προεξοφλώντας την απόφαση της Ολομέλειας του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική.
Εκτός όμως από αυτές τις αποφάσεις, υπάρχει πονοκέφαλος στην κυβέρνηση από το λεγόμενο «πορτογαλικό σύνδρομο», δηλαδή τις αποφάσεις του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου που δικαιώνουν ομάδες εργαζομένων δημιουργώντας νέες τρύπες στον προϋπολογισμό.

Καχυποψία

Μεταξύ της κυβέρνησης και σημαντικού τμήματος της Δικαιοσύνης υπάρχει καχυποψία. Από τη μια πλευρά κυβερνητικοί παράγοντες μιλούν παρασκηνιακά για «κόμμα δικαστών» που κατά διαστήματα αυτονομείται και δημιουργεί πολιτικά θέματα και από την άλλη στελέχη της αντιπολίτευσης αναφέρονται σε «υποσυστήματα» της Δικαιοσύνης που αξιοποιούνται για πολιτικούς λόγους.
Από την κυβέρνηση ειδικά για το θέμα του ΕΦΚΑ τηρούν μέχρι στιγμής χαμηλούς τόνους (εκτός ακραίων φράσεων όπως του Παύλου Πολάκη), αλλά κινούνται στη γραμμή ότι οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν είναι αποφάσεις της μιας γραμμής.

«Οποια απόφαση πάρει το ΣτΕ θα τη μελετήσουμε, θα την επεξεργαστούμε, θα δούμε το σκεπτικό της, θα δούμε ποια σημεία πιθανά θα πρέπει να τροποποιηθούν. Ωστόσο, ο γενικός κορμός της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης δεν τίθεται σε καμία περίπτωση εν αμφιβόλω και αυτό πρέπει να γίνει σαφές από όλες τιςπλευρές»
είναι η φράση του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι από την κυβέρνηση εκπέμπεται επιχειρηματολογία στη λογική ότι μπορεί κανείς να κρίνει αν οι σταθμίσεις τις οποίες έχει κάνει το ΣτΕ ή οποιοσδήποτε άλλος δικαστής είναι εύλογες ή μη εύλογες, αν μπορούν να τεκμηριωθούν ή αν δεν μπορούν να τεκμηριωθούν.
Επί της ουσίας όμως οι σχέσεις ειδικά του ΣτΕ και της κυβέρνησης βρίσκονται και πάλι σε οριακό σημείο, ενώ ακόμη υπάρχει η σκιά από την κόντρα στα τέλη του 2017 μεταξύ του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή και του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Νικολάου Σακελλαρίου (η θητεία του λήγει τον προσεχή Ιούνιο) με αιχμή το θέμα του «πόθεν έσχες» των δικαστικών λειτουργών. Ο κ. Κοντονής χαρακτήρισε πρόβλημα τη διαρροή, για πολλοστή φορά, απόφασης του ΣτΕ που δεν έχει καθαρογραφεί και είπε ότι αυτή δεν μπορεί να έχει γίνει από κανέναν άλλον, παρά μόνο από κάποιον που μετείχε στη σύσκεψη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ