Η Αθήνα επιδιώκει να «τετραγωνίσει τον κύκλο» στην υπόθεση του Μακεδονικού, ώστε ακόμα κι αν δεν καταστεί εφικτό να υπάρξει λύση μέχρι το προσεχές καλοκαίρι να αποφύγει την επίρριψη ευθυνών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές μέτωπο. Σύμφωνα με όσα εκμυστηρεύονται διπλωματικές και κυβερνητικές πηγές, η επιδίωξη είναι η διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη που δεν θα έχει υποχρεωτικά ως καταληκτικό χρονικό σημείο το κρίσιμο δίμηνο Ιουνίου – Ιουλίου. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος. Από τη στιγμή που μοιάζει πολύ δύσκολη, λόγω της κοινοβουλευτικής αριθμητικής στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ), η αναθεώρηση του Συντάγματος της γειτονικής χώρας, η Αθήνα δεν μπορεί να συναινέσει να δοθεί πρόσκληση ένταξης στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου ή να δεχθεί την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της πΓΔΜ με την Ευρωπαϊκή Ενωση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 28-29 Ιουνίου.
Στο παρασκήνιο ορισμένοι μιλούν δε για το ενδεχόμενο να προσφερθεί στα Σκόπια ένα είδος «αναβαθμισμένης σχέσης» με τη Συμμαχία ώσπου να πραγματοποιηθεί η αναθεώρηση του Συντάγματος. Το ζήτημα είναι ότι τέτοιου είδους «καθεστώτα» προσφέρονται από το ΝΑΤΟ σε χώρες που δεν φιλοδοξούν να γίνουν μέλη του ή για πολιτικούς λόγους ή δεν αναμένεται να γίνουν μέλη στο προβλεπτό μέλλον, όπως π.χ. η Γεωργία. Ηδη όμως η πΓΔΜ έχει διανύσει μεγάλο μέρος του δρόμου για την είσοδό της στη Συμμαχία, καθώς έλαβε Σχέδιο Δράσης για Ενταξη (ΜΑΡ) το 1995. Γιατί να δεχθεί ένα καθεστώς που είναι μάλλον κατώτερο του σημερινού; Και τι θα μπορούσε να συμβεί αν τα Σκόπια αποφάσιζαν να αξιοποιήσουν την ερμηνεία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (με αυτόν τον τρόπο την περιέγραψε πρόσφατα ο Νίκολα Ντιμιτρόφ) σχετικά με τη στάση της Ελλάδας στη Σύνοδο Κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008.

Κομβικές συνομιλίες

Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς θα βρεθεί την προσεχή εβδομάδα στην πΓΔΜ, όπου αναμένεται να έχει συνάντηση στην Αχρίδα με τον σκοπιανό ομόλογό του κ. Ντιμιτρόφ. Οι συνομιλίες, οι οποίες αναμένεται να πραγματοποιηθούν στις 12 Απριλίου, έχουν χαρακτηριστεί, τουλάχιστον από την ελληνική πλευρά, κομβικές. Θα αναζητηθούν απαντήσεις στον πυρήνα των κρίσιμων θεμάτων, τα οποία έτσι όπως έχουν περιγραφεί από ανώτερες πηγές είναι τα εξής: η αναθεώρηση του Συντάγματος της πΓΔΜ, η erga omnes εφαρμογή της νέας ονομασίας, η ταυτότητα και η γλώσσα και, τέλος, η φόρμουλα/οδικός χάρτης για την ευρωατλαντική πορεία της βαλκανικής χώρας. Εφόσον σε αυτά βρεθούν λύσεις, τότε θα επανέλθει στο προσκήνιο ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο Μάθιου Νίμιτς. Παράλληλα, θα πρέπει να δοθεί το «πράσινο φως» από τους πρωθυπουργούς Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ. Οι δύο άνδρες έχουν δίαυλο επικοινωνίας και δεν αποκλείεται, εφόσον οι συνθήκες ωριμάσουν, να υπάρξει νέα συνάντησή τους.

Το «πάρε – δώσε»

Οι εκτιμήσεις, οι οποίες προέρχονται από τη φειδωλή πληροφόρηση που έχει διοχετευθεί από πηγές και στις δύο χώρες, συγκλίνουν στο ότι σημαντικά κομμάτια της αρχικής ελληνικής πρότασης κρίθηκαν υπερβολικά από την πλευρά της πΓΔΜ. Η απάντηση αξιωματούχων του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης του κ. Κοτζιά και μίλησαν ανωνύμως λόγω της ευαισθησίας του θέματος ήταν ότι οι αρχικές θέσεις θα αναδιαμορφωθούν ανάλογα με την πορεία των διαπραγματεύσεων. Ισως υπό αυτό το πρίσμα να δικαιολογούνται οι διαρροές ότι η Αθήνα εμφανίζεται διατεθειμένη να υποχωρήσει π.χ. από τη θέση για ένα όνομα με ενιαία γραφή (Gornamakedonija) που θα είναι στη σλαβική γλώσσα και αμετάφραστο. Ο σκοπός που μπήκε στο τραπέζι, λένε οι ίδιες πηγές, ήταν για να τροφοδοτηθεί ένα «πάρε-δώσε» ώστε να ικανοποιηθεί η Αθήνα σε άλλες πτυχές, π.χ. στη συνταγματική αναθεώρηση.
Η συμπερίληψη του νέου ονόματος στο Σύνταγμα (καθώς και ορισμένες αλλαγές σε άρθρα όπως το 49 που αφορά τη «μακεδονική διασπορά») θεωρείται ότι προσφέρει στην Ελλάδα τις απαραίτητες πολιτικές εγγυήσεις για την απάλειψη του αλυτρωτισμού. Επιπλέον, λειτουργεί κατευναστικά στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο. Σύμφωνα δε με όσα αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, χώρες όπως η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες εκτιμούν ότι πρέπει να υπάρξει συνταγματική αναθεώρηση στην πΓΔΜ. Το πρόβλημα όμως έγκειται στο γεγονός ότι ο χρόνος τρέχει και μοιάζει σχεδόν αδύνατο να μπορέσει η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ζάεφ στα Σκόπια να περάσει από τη Βουλή την αλλαγή του Συντάγματος μέχρι το καλοκαίρι.

Η Σύνοδος Κορυφής

Αυτό που απασχολεί κυρίως την Αθήνα είναι ο «σκόπελος» της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο. Στην ΕΕ, η πολύ πιο μακρά διαδικασία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων επιτρέπει στην Ελλάδα να ελέγξει πολύ καλύτερα τη συμμόρφωση των Σκοπίων σε μια σειρά ενταξιακών κριτηρίων. Στην Ατλαντική Συμμαχία όμως οι διαδικασίες είναι πολύ πιο γραμμικές. Συνήθως ελάχιστους μήνες μετά την πρόσκληση τα κράτη-μέλη επικυρώνουν την προσχώρηση ενός νέου. Αυτό το διάστημα, αν και ρητώς δεν ορίζεται, δεν ξεπερνά τους έξι μήνες. Στην παρούσα φάση, το ΝΑΤΟ παρακολουθεί τις εξελίξεις και έχει επαφές με το επιτελείο του Μάθιου Νίμιτς. Συζητείται επίσης η στρατηγική για την «πολιτική ανοιχτών θυρών» που είχαν ζητήσει τον περασμένο Δεκέμβριο οι υπουργοί Εξωτερικών. Το σχετικό έγγραφο είναι, σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», λιτό, ενώ σε ό,τι αφορά στην πΓΔΜ κινείται στη γραμμή του κεκτημένου του Βουκουρεστίου.

Πρόταση για καθεστώς αναβαθμισμένης σχέσης

Μια ιδέα που έχει πέσει στο τραπέζι από ορισμένες πλευρές στην Αθήνα αφορά το ενδεχόμενο, με δεδομένη την έλλειψη συνταγματικής αναθεώρησης που συνιστά όρο για να υπάρξει πρόσκληση στο ΝΑΤΟ, να προταθεί να δοθεί στην πΓΔΜ ένα καθεστώς αναβαθμισμένης σχέσης. Αν και αυτή η ιδέα ίσως έχει ενδιαφέρον, παρουσιάζει μια σειρά από περιπλοκές. Στο μυαλό του κ. Κοτζιά και των συμβούλων του βρίσκονται σκέψεις για ένα καθεστώς όπως αυτό της Σουηδίας και της Φινλανδίας (Enhanced Opportunities Partner – EOP) ή ακόμη και της Ιορδανίας, που πρόσφατα υπέγραψε με το ΝΑΤΟ ένα Σχέδιο Οικοδόμησης Αμυντικών Δυνατοτήτων (Defense Capacity Building Project) στο πλαίσιο ενός Προγράμματος Εταιρικής Συνεργασίας.

Εκ πρώτης όψεως, η πΓΔΜ δύσκολα θα συναινούσε σε κάτι τέτοιο. Πιο ελκυστικό θα ήταν ίσως το πακέτο που έχει προσφερθεί στη Γεωργία και το οποίο περιλαμβάνει την Επιτροπή ΝΑΤΟ – Γεωργίας που επιτρέπει στην Τιφλίδα να συμμετέχει σε επίπεδο ηγετών στις Συνόδους Κορυφής της Συμμαχίας. Οι ιδέες αυτές όμως εξακολουθούν να συνοδεύονται από δύο ερωτηματικά. Πρώτον, με ποιο όνομα θα λάβει η γειτονική χώρα μια αναβαθμισμένη, κατά την Αθήνα, σχέση; Δεύτερον, ποια στάση θα τηρήσουν τρίτες χώρες και εν προκειμένω η Τουρκία σε μια τέτοια ελληνική πρωτοβουλία; Υπενθυμίζεται ότι στο ΝΑΤΟ τίποτα δεν αποφασίζεται χωρίς συναίνεση και η Αγκυρα είναι πολύ πιθανό να μη θέλει να διευκολύνει την Αθήνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ