Σε συνθήκη παραλυσίας έχει περιέλθει πλέον η κυβέρνηση καθώςδεν φαίνεται να διαθέτει δυνατότητα αποτελεσματικής αντίδρασηςσε κανένα από τα μέτωπα που έχουν ανοίξει –είτε με πρωτοβουλία της είτε χωρίς.Απρόσμενα γεγονότα, όπως το επεισόδιο της προηγούμενης Κυριακής με την εισβολή του Ιβάν Σαββίδη στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου της Τούμπας, επιδρούν πλέον ως θρυαλλίδες εξελίξεων, αιφνιδιάζουν, αναδεικνύουν αδυναμίες και προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις.

Τα σχέδια που δεν «βγήκαν»

Σε αυτό το περιβάλλον οι όποιες ενέργειες του Μαξίμου περιορίζονται στο επικοινωνιακό πεδίο, είναι εμφανώς σπασμωδικές και η ευστοχία τους αμφισβητείται ακόμη και από στελέχη της συμπολίτευσης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Αλέξης Τσίπρας βλέπει πλέον τα περισσότερα από τα στρατηγήματά του να καταρρέουν.Στο πεδίο της διαμόρφωσης ενός νέου επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η υπόθεση Σαββίδη συνιστά ένα ακόμη τεράστιο πλήγμα. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα δημιουργίας «νέων τζακιών» στον χώρο των ΜΜΕ μέσω της στήριξης του ομίλου Καλογρίτσα, η κυβέρνηση βλέπει τώρα και τη σχέση με τον ρωσοπόντιο «ολιγάρχη» να κλονίζεται. Ομως η διαφαινόμενη προσπάθεια αποστασιοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ από τον ομογενή επιχειρηματία απειλεί με κατάρρευση άλλο ένα μείζον εγχείρημα.
Η κλειστή ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με τα επίχειρα των επιλογών και των μεθοδεύσεών τους και όπως εκτιμούν πολιτικοί παράγοντες, η εποχή που ο κ. Σαββίδης εκφραζόταν με εξόχως κολακευτικά σχόλια για τον Αλέξη Τσίπρα μοιάζει ήδη πολύ μακρινή.
Η εξέλιξη σε αυτό το μέτωπο ήδη προκαλεί ανησυχία, καθώς μια ενδεχόμενη σύγκρουση κυβέρνησης – Σαββίδη εκτιμάται ότι μπορεί να σημάνει πολλά για το σύνολο της δραστηριότητας του ρωσοπόντιου παράγοντα στην Ελλάδα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιφέρει αρνητικές εξελίξεις σε πολλά πεδία, δεδομένης της πολυσύνθετης παρουσίας του, η οποία ως γνωστόν απλώνεται από την καπνοβιομηχανία και το λιμάνι της Θεσσαλονίκης έως τα ΜΜΕ και το ποδόσφαιρο.
Στο πολιτικό πεδίο, η κρίση στις σχέσεις Σαββίδη – κυβέρνησης ανοίγει ένα ακόμη τραύμα και στη σχέση Τσίπρα – Καμμένου. Βουλευτές των ΑΝΕΛ, ειδικά οι προερχόμενοι από τη Βόρεια Ελλάδα, ήδη παίρνουν αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και ενισχύουν έτσι την εντύπωση ότι ο συνασπισμός πλησιάζει σε ένα σημείο καμπής. Κατά τα όσα αφήνουν να εννοηθούν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, το ενδεχόμενο να αναζητείται από τους ΑΝΕΛ μια αφορμή για ρήξη με αιχμή κάποιο εθνικό θέμα και ειδικότερα το Σκοπιανό συγκεντρώνει πλέον αυξημένες πιθανότητες. Κάτι τέτοιο θεωρείται άλλωστε πως είναι και η μοναδική δυνατότητα του Πάνου Καμμένου να διατηρήσει κάποιο εκλογικό ακροατήριο και κάποιες πιθανότητες ώστε να διεκδικήσει την είσοδό του στη Βουλή στις επόμενες εκλογές.
Η κατάσταση επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο λόγω και της έντασης σε όλα τα εθνικά θέματα, για τα οποία ο Π. Καμμένος ως εκ της θέσεώς του έχει λόγο και μερίδιο ευθύνης. Ως προς αυτό, η απόσταση του ΣΥΡΙΖΑ από τον υπουργό Αμυνας φανερώνεται και από τις συνεχείς δηλώσεις αποδοκιμασίας του κ. Καμμένου από τον αναπληρωτή υπουργό Φ. Κουβέλη.


Αβεβαιότητα, ρευστότητα με Τουρκία και εταίρους

Το πολιτικό περιβάλλον των τελευταίων εβδομάδων απέχει πολύ από εκείνο που περιέγραφε και επιθυμούσε ο κ. Τσίπρας. Η αίσθηση κανονικότητας και ομαλότητας στη χώρα δεν διαπιστώνεται, αντιθέτως τείνουν να παγιωθούν η αβεβαιότητα και η ρευστότητα. Τα στοιχεία αυτά επιδρούν και στις σχέσεις με τους εταίρους, όπως φαίνεται σε πολλά πεδία.
Ως προς τις γεωπολιτικές ισορροπίες, είναι πλέον αισθητή η απροθυμία συμμάχων και εταίρων να πάρουν θέση υπέρ της Ελλάδος, στοιχείο που εντείνει την ανησυχία για τις εξελίξεις στο Σκοπιανό και στα ελληνοτουρκικά.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με πρώτη τη γερμανική, είναι πλέον φανερό ότι παρέχουν στήριξη στον σκοπιανό πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ, ενώ η εμπρηστική ρητορική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αντιμετωπίζεται από την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ με αξιοσημείωτη ψυχραιμία. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι τις τελευταίες εβδομάδες ο τούρκος πρόεδρος έχει αποκαταστήσει σχέσεις και διαύλους επικοινωνίας με το Βερολίνο, ενώ προσφάτως εισέπραξε και ιδιαιτέρως εγκωμιαστικά σχόλια από τον γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ. Με αφορμή την κράτηση των δύο ελλήνων στρατιωτικών σε τουρκικές φυλακές, ο κ. Στόλτενμπεργκ δήλωσε ότι «πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να λύσουν αποκλειστικά η Ελλάδα και η Τουρκία», χαρακτήρισε την Τουρκία «πολύτιμο σύμμαχο του ΝΑΤΟ» και προσέθεσε: «Η Τουρκία συνεισφέρει στη συλλογική μας ασφάλεια, στις αποστολές και επιχειρήσεις μας με πάρα πολλούς τρόπους. Ευχαριστώ γι’ αυτό την Τουρκία. Οι ανησυχίες της χώρας για την ασφάλειά της είναι θεμιτές».

Οι πιέσεις των δανειστών και τα σενάρια εκλογών

Η εύθραυστη ισορροπία σε όλα τα πεδία τείνει να παγιώσει την εντύπωση ότι η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται σε σημείο οριακό. Πολλοί παρομοιάζουν την περίοδο με τους τελευταίους μήνες της κυβέρνησης Σαμαρά το 2014.
Η αίσθηση αυτή ενισχύεται και από τον έκδηλο εκνευρισμό στον πρωθυπουργικό περίγυρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από την προηγούμενη εβδομάδα έχουν πυκνώσει οι ανακοινώσεις και τα non paper του Μεγάρου Μαξίμου, με τα οποία επιχειρείται απεγνωσμένα να στραφεί το ενδιαφέρον στην υπόθεσηNovartis. Συχνές είναι πλέον και οι εμφανίσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Δ. Τζανακόπουλου στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, με σχεδόν μονοθεματικό περιεχόμενο: τη σκανδαλολογία και ειδικότερα τη Novartis.

Εν αναμονή της λήξης του Μνημονίου, την οποία ο κ. Τσίπρας είχε πολυδιαφημίσει τους προηγούμενους μήνες, είναι αισθητό ότι εταίροι και δανειστές αντιμετωπίζουν με δυσπιστία την κυβέρνηση. Οι επιφυλάξεις για την αξιοπιστία της είναι πλέον ανοιχτές, καθώς όλοι παρατηρούν την παροχολογία και τις προεκλογικού χαρακτήρα δεσμεύσεις, όπως οι διορισμοί, οι μονιμοποιήσεις στο Δημόσιο, οι ανακοινώσεις για τις αυξήσεις στις κατώτατες συντάξεις κ.λπ.
Ομως η πίεση την οποία δέχεται η κυβέρνηση κατά κύριο λόγο από το ΔΝΤ, με αιχμή την επίσπευση της μείωσης του αφορολογήτου και των συντάξεων από τις αρχές του 2019, έχει ενισχύσει τα σενάρια εκλογών περισσότερο από ποτέ. Το ενδεχόμενο αυτό συζητείται πλέον και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι με τα υπάρχοντα δεδομένα η προσδοκία για μια δημοσκοπική ανάκαμψη μετά το καλοκαίρι, πόσω μάλλον τον επόμενο χρόνο, είναι αβάσιμη.

Με δεδομένη την πίεση που θα ασκηθεί έως τον Ιούνιο προκειμένου να κλείσουν η αξιολόγηση και το πρόγραμμα, ένα ενδεχόμενο αρχίζει να συζητείται εντός και εκτός χώρας: να επιλέξει ή να εξαναγκαστεί ο κ. Τσίπρας σε μια πολιτική απόδραση και να πέσει δήθεν ηρωικά και μαχόμενος, αφήνοντας τις εκκρεμότητες στην επόμενη κυβέρνηση.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ