Καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου μετά και την έγκριση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ της τρίτης αξιολόγησης την Παρασκευή, θεσμοί και δανειστές έχουν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα για την επόμενη μέρα.
Στο ένα είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τη γραμμή της οποίας ακολουθεί και η ελληνική κυβέρνηση, έχοντας πολιτικό στήριγμα τη Γαλλία. Το στρατόπεδο αυτό υποστηρίζει την «καθαρή έξοδο», δηλαδή τη μόνιμη επιστροφή στις αγορές το καλοκαίρι του 2018 με μοναδικά όπλα το σχέδιο μεταρρυθμίσεων ως το 2021 και το «μαξιλάρι ασφαλείας», δηλαδή τη ρευστότητα των 19 δισ. ευρώ που καλύπτει τις δανειακές ανάγκες των επόμενων δύο ετών.

Ανησυχία για τις τράπεζες

Στο άλλο στρατόπεδο έχουν συμπαραταχθεί η ΕΚΤ που υποστηρίζει την ένταξη της Ελλάδας σε προληπτική πιστωτική γραμμή, εργαλείο που προβλέπεται από το καταστατικό του ESM, κατεύθυνση που ακολουθεί και προβάλλει εδώ και μήνες ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση που είχε αυτή την επιλογή εξόδου από το 2015.
Σε αυτό το δεύτερο στρατόπεδο, σύμφωνα με τις πληροφορίες, επικρατεί επιπρόσθετη ανησυχία για το κατά πόσο οι ελληνικές τράπεζες είναι υγιείς και θα ανταποκριθούν στις ανάγκες ανάταξης της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων τα επόμενα χρόνια και –το κυριότερο –αν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια, κάτι που θα δείξουν τα stress tests που έχει προγραμματίσει η Φρανκφούρτη.
Και με αυτό συντάχθηκε ο πολύπειρος Τόμας Βίζερ, ο συνταξιοδοτηθείς πρόεδρος του EuroWorking Group, ο οποίος δήλωσε την Παρασκευή ότι «η ζωή θα ήταν πολύ πιο εύκολη για την Ελλάδα αν υπήρχε ένα «δίχτυ ασφαλείας» όπως η προληπτική γραμμή στήριξης».
Σημείωσε όμως ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει την προληπτική γραμμή στήριξης, θεωρώντας ότι αυτή ισοδυναμεί με ένα νέο πρόγραμμα.

Συμβιβασμός

Πάντως, υποστήριξε ότι είναι πιθανό τελικώς να υπάρξει συμβιβασμός, δηλαδή μια προληπτική γραμμή στήριξης την οποία ο ίδιος χαρακτήρισε ως «μαξιλάρι ασφαλείας» – το οποίο έχει βέβαια προϋποθέσεις και υποχρεώσεις για τη χώρα που ζητεί το άνοιγμά της –και όχι ως νέο πρόγραμμα όπως το Μνημόνιο.
Σε κάθε περίπτωση, η διαμάχη αυτή, στην οποία επί του παρόντος δεν έχει πάρει θέση το ΔΝΤ καθώς περιμένει πρώτα τις αποφάσεις των Ευρωπαίων για το χρέος ώστε να αποφασίσει αν θα παραμείνει ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα ως «επόπτης και όχι ως χρηματοδότης», θα ξεκαθαρίσει σε λιγότερο από τέσσερις μήνες. Στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου θα αποφασιστούν οριστικά και τελεσίδικα τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και θα καθοριστεί το μεταμνημονιακό καθεστώς επιτήρησης και εποπτείας της Ελλάδας.
Οπως σημειώνουν στο «Βήμα» έγκυρες ευρωπαϊκές πηγές, «η τρίτη αξιολόγηση έκλεισε και τυπικά την Παρασκευή. Η εκταμίευση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ θα γίνει αμέσως μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών στα εθνικά Κοινοβούλια των χωρών-μελών της ευρωζώνης και μέχρι τα μέσα Μαρτίου. Και το κυριότερο, ξεκίνησε η τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση χωρίς δράματα για τα μέτρα που απομένουν και καλείται να υλοποιήσει η κυβέρνηση μέχρι το Eurogroup του Μαΐου».
Αυτό φάνηκε κατά την τετραήμερη επίσκεψη των θεσμών στην Αθήνα, όπου από τη στιγμή που δεν υπήρχε ανάγκη να μπουν στο τραπέζι δημοσιονομικά μέτρα για το 2018, καθώς το πρώτο δίμηνο καταγράφηκε σημαντική αύξηση των εσόδων από φόρους και πόρους του ΕΣΠΑ, οι συζητήσεις κινήθηκαν στην καταγραφή των απαιτήσεων του προγράμματος και στην προετοιμασία υλοποίησης των 88 προαπαιτουμένων της τελευταίας αξιολόγησης.

Οι φόροι

Πονοκέφαλο βέβαια για την κυβέρνηση αποτελεί η υποχρέωση αλλαγής των αντικειμενικών αξιών ως το τέλος Μαρτίου και οι αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ (ρεπορτάζ στην ΑΝΑΠΤΥΞΗ) αλλά και η επανεξέταση του αφορολόγητου ορίου. Τον Μάιο θα μπει στο τραπέζι η ρήτρα για την εφαρμογή της μείωσης του αφορολόγητου ορίου που είχε προγραμματιστεί για το 2020.
Ανάλογα με την πορεία των πρωτογενών πλεονασμάτων και τις προβλέψεις για το 2018 και το 2019, θα αποφασιστεί αν η μείωση του αφορολόγητου ορίου έρθει έναν χρόνο νωρίτερα (δηλαδή το 2019) μαζί με τη μείωση των συντάξεων, όπως απαιτούσε το ΔΝΤ.
Ωστόσο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο Γιώργος Χουλιαράκης εκτιμούν ότι με την πορεία των δημόσιων εσόδων και την αναμενόμενη επιτάχυνση της οικονομίας όχι μόνο δεν θα χρειαστεί να έρθει νωρίτερα η μείωση του αφορολόγητου ορίου, αλλά θα δημιουργηθούν δημοσιονομικά περιθώρια ακόμη και για επανεξέταση των υφεσιακών –όπως τα χαρακτηρίζουν –μέτρων της μείωσης των συντάξεων και του αφορολόγητου ορίου.

Στο τέλος το χρέος

Αφού ολοκληρωθούν και εφαρμοστούν τα μέτρα από την ελληνική κυβέρνηση, τότε στο Eurogroup του Ιουνίου θα έρθει η τελική πρόταση για την ελάφρυνση του χρέους που, όπως έχει γράψει «Το Βήμα», θα προβλέπει τη σύνδεση των αποπληρωμών των δανείων του ESM με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας έτσι ώστε να μην υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ ετησίως.
Επίσης θα προβλέπει πρόωρη εξόφληση δανείων του ΔΝΤ και των διακρατικών δανείων του πρώτου μνημονίου, καθώς έχουν υψηλό επιτόκιο, με χρήματα του τρέχοντος προγράμματος.
Οπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές, «η συζήτηση για το χρέος έχει ξεκινήσει εδώ και έναν μήνα σε τεχνικό επίπεδο για την παραμετροποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων του χρέους σημειώνοντας σημαντική πρόοδο, αλλά οι αποφάσεις θα ληφθούν τον Ιούνιο».
Με την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης η Ελλάδα θα πάρει από το τρέχον πρόγραμμα δόση 11,2 δισ. ευρώ για το «μαξιλάρι ασφαλείας» και την εξόφληση ληξιπρόθεσμων χρεών του Δημοσίου.

Ο Ομπάμα παρενέβαινε για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ

Ο εκτροχιασμός της Ελλάδας από τις ράγες του δεύτερου μνημονίου στις αρχές του 2015 και η απειλή του Grexit που ήταν πιο ορατή από ποτέ κόστισαν στην οικονομία 200 δισ. ευρώ, αν προβάλει κανείς τις συνέπειες της πολιτικής Βαρουφάκη στο μέλλον.

Αυτό υποστήριξε ο τέως πρόεδρος του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ αποτιμώντας την κατάσταση που επικράτησε στην Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο του 2015, όταν υπουργός Οικονομικών ήταν ο Γιάνης Βαρουφάκης, μιλώντας στο φόρουμ των Δελφών.

Χαρακτηριστικά ο κ. Βίζερ, δικαιώνοντας εμμέσως τον Αντώνη Σαμαρά και τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τις θέσεις που υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν καταστροφικός για την οικονομία, είπε:

«Αν υποθέσουμε ότι επανεκκινεί η ελληνική οικονομία από το 2014 ή το 2015 και υπάρχει μια αναπτυξιακή πορεία έως το 2050 και το συγκρίνουμε αυτό με το πού είμαστε με τη σημερινή αναπτυξιακή πορεία έως το 2050 θα δείτε την ποσότητα παραγωγής που χάθηκε, τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν. Αυτό είναι το πραγματικό κόστος. Γι’ αυτό λέω ότι ένα ποσό 200 δισ. ευρώ είναι μια ασφαλής εκτίμηση».

Απαντώντας σε ερωτήσεις είπε ότι είναι σε θέση να γνωρίζει πως ο τέως πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Μπαράκ Ομπάμα «παρενέβαινε ενεργά» για να βοηθήσει προς την κατεύθυνση της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη και αποκάλυψε ότι ο αμερικανός τέως υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου τηλεφωνούσε μέχρι και πέντε φορές την εβδομάδα στον τότε πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ