Σε όλο της το εύρος αναμένεται να αποκαλυφθεί η μεθόδευση που επιχειρήθηκε έως το στάδιο της διαβίβασης της δικογραφίας για την Novartis στην Βουλή, κατά την συζήτηση της Τετάρτης για την σύσταση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης.
Η συζήτηση αναμένεται πολύωρη και θυελλώδης, καθώς, αφενός, οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης είναι ήδη σφοδρές και, αφετέρου, οι συνεχιζόμενες απόπειρες χειραγώγησης από την κυβέρνηση συνεχίζονται σε πολιτικό επίπεδο.
Χαρακτηριστικό στοιχείο ως προς το τελευταίο είναι η επιμονή της πλειοψηφίας, προκειμένου να στηθούν 10 κάλπες, μία για κάθε πολιτικό πρόσωπο, το οποίο αναφέρεται στην δικογραφία.
Η επιλογή αυτή στηριζόμενη σε μία αμφιλεγόμενη ερμηνεία του κανονισμού της Βουλής, αντίκειται προς την σχετική διάταξη του συντάγματος, όπως αυτή περιγράφεται στην παρ. 3 του άρθρου 86.
Σύμφωνα με αυτήν, η Βουλή αποφασίζει για την σύσταση ή μη επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης. Στην συνέχεια η Επιτροπή συνέρχεται και διερευνά, καταρτίζει πόρισμα, το οποίο και διαβιβάζει στην Ολομέλεια, η οποία σε αυτό το τελικό στάδιο αποφασίζει περί της άσκησης διώξεων, ή μη.
Αναφέρεται σχετικώς στο σχετικό άρθρο του Συντάγματος:
«3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Oλομέλεια της Βουλής η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών».

Με την επιλογή της διαδικασίας των 10 καλπών η κυβέρνηση είναι προφανές ότι επιδιώκει άλλους σκοπούς και κυρίως την εμφάνιση κάποιου ρήγματος στην αντιπολίτευση, σε περίπτωση που σε κάποια κάλπη για κάποιο πρόσωπο βρεθούν περισσότερα ή λιγότερα ψηφοδέλτια απ’ ό,τι σε μία άλλη για κάποιο άλλο. Πέραν τούτου όμως, δια της διαδικασίας αυτής επιχειρεί να μετατρέψει την Βουλή σε δικαστήριο, το οποίο θα αποφασίσει εκ προοιμίου για την δίωξη ενός προσώπου ή την… απαλλαγή κάποιου άλλου.
Πέραν της συγκεκριμένης μεθόδευσης, ένα άλλο στοιχείο το οποίο ή διαφαίνεται ότι θα πυροδοτήσει σφοδρή αντιπαράθεση είναι η αποκάλυψη περί καθυστερημένου – και ως εκ τούτου άκυρου – χαρακτηρισμού των τριών μαρτύρων που καταθέτουν με ψευδώνυμα, ως προστατευομένων («δημοσίου συμφέροντος»).
Όπως προέκυψε από την επιστολή του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δ. Παπαγεωργίου, κάτι τέτοιο έγινε μόλις τρεις ημέρες αφότου η δικογραφία είχε διαβιβαστεί στην Βουλή! Σύμφωνα με την ανακοίνωσή του, «την 9 – 2 – 2018, εγκρίναμε άλλη Πράξη της Εισαγγελέως Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών (υπ ́ αριθμ. 3/2018), εκδοθείσα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45Β § 1 ΚΠΔ (που προστέθηκε με το Ν. 4254/2014), με την οποία τα εν λόγω πρόσωπα χαρακτηρίσθηκαν ως «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος»».
Ήδη από την Τρίτη ο Βαγγ. Βενιζέλος επισήμανε ότι με βάση αυτά «η προδικασία πάσχει από απόλυτη ακυρότητα και κακώς οι μάρτυρες κατέθεσαν ανώνυμα», ενώ προσέθεσε και ότι: «προκύπτουν δυο άλλα, ακόμη πιο μεγάλα, θέματα:

Πρώτον, μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, αρμόδιος εισαγγελέας είναι η ίδια η Βουλή είτε ως Ολομέλεια είτε ως κοινοβουλευτική επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης. Δεν έχει πλέον δικαιοδοσία ούτε ο Εισαγγελέας Διαφθοράς ούτε ο Αντεισαγγελέας του ΑΠ για τους μάρτυρες που έχουν καταθέσει σε δικογραφία της ποινικής δικαιοδοσίας της Βουλής. Ούτε φυσικά οι μεταγενέστερες αυτές διατάξεις μπορούν να διαβιβαστούν στη Βουλή, ούτε τη δεσμεύουν. Είναι άλλωστε παράνομες.

Δεύτερον, οι μεταγενέστερες αυτές διατάξεις με επίκληση του άρθρου 45 Β του ΚΠΔ εκδόθηκαν με τόσο ακραίο δικονομικά τρόπο προφανώς για να μπορεί να εφαρμοστεί η παράγραφος 3 του άρθρου 45Β και να παραγγελθεί η οριστική αποχή από την ποινική δίωξη των ανώνυμων μαρτύρων μετά την ομοβροντία μηνύσεων για ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμηση. Εφόσον όμως οι μηνύσεις γίνονται από πρόσωπα που υπάγονται στην ποινική δικαιοδοσία της Βουλής και οι πράξεις εκ των υστέρων χαρακτηρισμού των μαρτύρων ως δημοσίου συμφέροντος εκδόθηκαν μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, αποχή από την ποινική δίωξη δεν μπορεί να διαταχθεί».


Σε αυτό το περιβάλλον, αλλά και με δεδομένο ότι τέσσερις από τους αναφερόμενους στην διαδικασία (Δ. Αβραμόπουλος, Βαγγ. Βενιζέλος, Αδ. Γεωργιάδης και Αντ. Σαμαράς) έχουν καταθέσει μηνύσεις κατά μαρτύρων, δικαστικών, αλλά και σε βάρος του Πρωθυπουργού, του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και δικαστικών λειτουργών, η συζήτηση της Τετάρτης αναμένεται να είναι η σφοδρότερη έως σήμερα σύγκρουση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
Και πιθανότατα θα διαμορφώσει το πλαίσιο και τους όρους της πολιτικής αντιπαράθεσης στον δρόμο προς τις εκλογές.