Σε αλλαγή σκεπτικού σε σχέση με το «Μακεδονικό» φαίνεται ότι έχει προχωρήσει η κυβέρνηση Τσίπρα στην προσπάθειά της να επιλύσει την εκκρεμότητα του oνοματολογικού. Αν και ο Πρωθυπουργός φέρεται να θεωρεί, όπως προκύπτει και από τις επίσημες δηλώσεις, ότι αλλαγές στο Σύνταγμα κρίνονται αναγκαίες, ώστε να αντιμετωπιστούν όποια στοιχεία αλυτρωτισμού έχουν απομείνει στον καταστατικό χάρτη της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, η εκτίμηση που υπάρχει τόσο στο Μέγαρο Μαξίμου όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών είναι ότι θα μπορούσαν να αναζητηθούν πιο «δημιουργικές» λύσεις μέσω μιας πιο ήπιας διπλωματικής προσέγγισης. Αυτές θα επέτρεπαν τη διαμόρφωση ενός «οδικού χάρτη» και μιας «βήμα προς βήμα προσέγγισης» που θα έλκει τη γειτονική χώρα στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, χωρίς παράλληλα να θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της εύθραυστης κυβερνητικής πλειοψηφίας που κυβερνά αυτή τη στιγμή. Σε αυτό το πλαίσιο και παρά το τεταμένο κλίμα που έχει διαμορφωθεί στο εσωτερικό μέτωπο, τόσο λόγω της διαφωνίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσο και εξαιτίας των συλλαλητηρίων που έγιναν (Θεσσαλονίκη) και θα γίνουν (Αθήνα), ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε να έχει χθες κατ’ ιδίαν συνάντηση με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς για να τους ενημερώσει για την πορεία των μέχρι στιγμής διαπραγματεύσεων.
Η εκτίμηση που διαμορφώνεται στο επιτελείο του Πρωθυπουργού όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών πάντως είναι ότι όσο η γειτονική χώρα μένει εκτός του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν πρόκειται να υπάρξει η αλλαγή νοοτροπίας που θα επιτρέψει την ουσιαστική εξαφάνιση κάθε αλυτρωτικής διάθεσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση εμφανίζεται πολύ εγγύτερα στην πολιτική που είχε ακολουθήσει, με σκοπό την επίλυση του ονοματολογικού, η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου την περίοδο 1999-2001. Η συγκεκριμένη προσέγγιση κινείται σε τελείως διαφορετική τροχιά από εκείνη της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή (2004-2009), αλλά και από εκείνη που φαίνεται ότι επιλέγει σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση. Στον πυρήνα της βρίσκεται η άποψη ότι μια πΓΔΜ αγκυροβολημένη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ θα διευρύνει το πεδίο οικονομικής και πολιτικής επιρροής της Ελλάδος στη Βαλκανική, μέσω των δεσμών που μπορούν να αναπτυχθούν σε σειρά τομέων, όπως π.χ. η ενέργεια ή οι μεταφορές. Υπενθυμίζεται στο σημείο αυτό ότι και η τακτική των επαφών σε ανώτατο επίπεδο, όπως η πρόσφατη συνάντηση των δύο πρωθυπουργών, Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ, στο Νταβός κινείται σε μια λογική όπως εκείνη μεταξύ του Γιώργου Παπανδρέου και του Νίκολα Γκρούεφσκι την περίοδο 2009-2010 (τότε είχαν διεξαχθεί 10 συναντήσεις των δύο ηγετών, χωρίς αποτέλεσμα), αλλά σε ένα πολύ δυσκολότερο περιβάλλον, καθώς σύντομα κατέστη εμφανές ότι ο πρώην ηγέτης της πΓΔΜ δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για λύση.

Τα σφιχτά χρονοδιαγράμματα

Με δεδομένο το χρονικό ορόσημο που θέτουν σε Αθήνα και Σκόπια η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου, αλλά επίσης νωρίτερα η συζήτηση για να δοθεί στην πΓΔΜ ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων (οι Βρυξέλλες θα επιθυμούσαν αυτό να γίνει, συμβολικά, στη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων που θα πραγματοποιηθεί στις 17 Μαΐου στη Σόφια), ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί είναι τόσο σύντομος όσο και δύσβατος. Από ορισμένες πλευρές έχει προταθεί η ιδέα μιας «σπονδυλωτής λύσης» που θα άνοιγε τον ευρωατλαντικό δρόμο για την πΓΔΜ, παρέχοντας στην Ελλάδα τις απαραίτητες διασφαλίσεις και εγγυήσεις εντός ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Υπενθυμίζεται ότι μεταξύ της πρόσκλησης μιας χώρας στο ΝΑΤΟ και της οριστικής της ένταξης μεσολαβεί ένα διάστημα (που δεν καθορίζεται επακριβώς), ενώ απαιτείται η επικύρωση της ένταξης από κάθε κράτος-μέλος της Συμμαχίας ξεχωριστά. Παράλληλα, ξένες διπλωματικές πηγές σημείωναν ότι όσα βήματα γίνουν πρέπει να είναι προσεκτικά. Μέχρι στιγμής, η κατάσταση στους κόλπους της Συμμαχίας είναι ελεγχόμενη διότι όλοι αναμένουν τις εξελίξεις. Ωστόσο, υπάρχουν κράτη-μέλη που έχουν αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα ένταξης της πΓΔΜ λόγω των εσωτερικών της προβλημάτων που πρόθυμα θα… κρύβονταν πίσω από την Αθήνα σε περίπτωση εμπλοκής, όπως συνέβαινε παλαιότερα στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Καθώς το χρονοδιάγραμμα για την εξεύρεση λύσης είναι αρκετά σφιχτό, τα τελευταία 24ωρα βρίσκονται σε εξέλιξη πυρετώδεις διεργασίες, που θα κορυφωθούν τις προσεχείς ημέρες, με σκοπό να ενωθούν τα κομμάτια του δύσκολου παζλ του ονοματολογικού. Η συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ στο Νταβός παρήγαγε θετικά αποτελέσματα, τουλάχιστον σε επικοινωνιακό επίπεδο. Η εικόνα που μεταδίδεται είναι ότι οι δύο ηγέτες βρήκαν σημείο επαφής και εμφανίζονται αποφασισμένοι να προχωρήσουν. Παράλληλα, όπως σημειώνουν ενημερωμένες πηγές, από την πλευρά Ζάεφ έχει καταστεί σαφές ότι επιθυμεί λύση και είναι διατεθειμένος να αναλάβει προσωπικό πολιτικό κόστος. Στην ίδια γραμμή κινείται και ο δραστήριος υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ, ο οποίος διατηρεί άριστες σχέσεις με τον ευρωατλαντικό παράγοντα.
Το παιχνίδι εκτυλίσσεται σε δύο πεδία. Από χθες, καταβάλλεται προσπάθεια σε κάθε πλευρά να υπάρξουν συναινέσεις που θα επιτρέψουν τη διαμόρφωση κοινής γραμμής, Πέραν των κατ’ ιδίαν συναντήσεων που αναμενόταν να έχει χθες στην Αθήνα ο κ. Τσίπρας με τους πολιτικούς αρχηγούς, στα Σκόπια ο πρωθυπουργός κ. Ζάεφ και ο υπουργός Εξωτερικών κ. Ντιμιτρόφ θα ενημέρωναν, σε συνάντηση υπό τον πρόεδρο Γκιόργκι Ιβανόφ, τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρο του VMRO – DPMNE Χρίστιαν Μισκόφσκι και τον ηγέτη του αλβανικού κόμματος DUI Αλί Αχμέτι, που είναι εταίρος στην κυβέρνηση Ζάεφ. Οι πρώτες αντιδράσεις του VMRO – DPMNE στις ανακοινώσεις Ζάεφ από το Νταβός για μετονομασία του αεροδρομίου και της βασικής εθνικής οδού της πΓΔΜ υπήρξαν μάλλον χλιαρές, και αυτό ίσως να συνδέεται με το γεγονός ότι το κόμμα βρίσκεται υπό ασφυκτική πίεση λόγω των ανοικτών μετώπων του κ. Γκρούεφσκι με τη Δικαιοσύνη.

Ο ρόλος του Νίμιτς

Παράλληλα, αύριο καταφθάνει στην περιοχή ο Μάθιου Νίμιτς –πρώτα στην Αθήνα και στη συνέχεια στα Σκόπια. Ο ρόλος του προσωπικού απεσταλμένου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών εμφανίζεται πιο περιορισμένος σε σχέση με το παρελθόν, καθώς οι δύο χώρες έχουν αποφασίσει «να πάρουν επάνω τους» τη διαπραγμάτευση. Ωστόσο, ο ρόλος του κ. Νίμιτς δεν είναι αμελητέος. Αλλωστε, οι συνομιλίες διεξάγονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και στο τέλος του δρόμου, εφόσον αυτό έλθει, θα πρέπει να υπάρξει απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας που θα σφραγίσει τη λύση. Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά τις προηγούμενες ημέρες, φαίνεται ότι στο τραπέζι έχουν μείνει τα τέσσερα από τα πέντε ονόματα που κατέθεσε ο κ. Νίμιτς, με το Republika Makedonija (Skopje) να μη συμπεριλαμβάνεται σε αυτά.
Αυτό σημαίνει, τονίζουν διπλωματικοί κύκλοι, ότι από εδώ και στο εξής πρέπει να διαμορφωθεί ένα πακέτο που θα περιλαμβάνει το εύρος χρήσης και τον τρόπο διαχείρισης της εθνικότητας/ιθαγένειας και της γλώσσας. Είναι ήδη σαφείς οι δυσκολίες μιας άμεσης αναθεώρησης του Συντάγματος της πΓΔΜ λόγω της κοινοβουλευτικής αριθμητικής. Σε διάφορους κύκλους υπάρχει όμως η εκτίμηση ότι αν ο κ. Ζάεφ μπορέσει να παρουσιάσει ένα «θετικό μέλλον» για τη χώρα έπειτα από μια δεκαετία στασιμότητας, το κλίμα θα μπορούσε να είναι θετικό σε μεταγενέστερο (αλλά σύντομο) χρόνο.

Οι δεσμεύσεις της ενδιάμεσης συμφωνίας και το Σύνταγμα

Την εβδομάδα που πέρασε, μεγάλο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στην αλλαγή του Συντάγματος της πΓΔΜ με σκοπό την απάλειψη των αλυτρωτικών του αναφορών. Η πραγματικότητα είναι ότι το Σύνταγμα της γειτονικής χώρας έχει υποστεί πολλές αλλαγές τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα λόγω της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Οπως πολύ σωστά έγραψε σε παρέμβασή του ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η πΓΔΜ έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις με βάση το Αρθρο 6, παράγραφος 1, της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Σε αυτό αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το γειτονικό κράτος «δηλώνει επίσημα ότι τίποτα στο Σύνταγμά του και ιδιαίτερα στο Προοίμιό του ή στο άρθρο 3 του Συντάγματος δεν μπορεί ή δεν θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι αποτελεί ή θα αποτελέσει ποτέ τη βάση οποιασδήποτε διεκδικήσεως οποιασδήποτε περιοχής που δεν συμπεριλαμβάνεται στα σημερινά του σύνορα».

Επιπλέον, στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου της Ενδιάμεσης Συμφωνίας τονίζεται ότι τίποτα στο Σύνταγμα της πΓΔΜ «και ιδιαίτερα στο άρθρο 49, όπως τροποποιήθηκε, δεν μπορεί ή δεν θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι αποτελεί ή θα αποτελέσει ποτέ τη βάση για επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου Κράτους, προκειμένου να προστατεύσει το καθεστώς και τα δικαιώματα οποιωνδήποτε προσώπων σε άλλα Κράτη που δεν είναι πολίτες του». Το άρθρο 49 του Συντάγματος της γειτονικής χώρας αναφέρει ότι «η “Δημοκρατία (της Μακεδονίας)” ενδιαφέρεται για το καθεστώς και τα δικαιώματα όσων ατόμων ανήκουν στον “μακεδονικό λαό” σε γειτονικές χώρες, καθώς και για “εκπατρισμένους Μακεδόνες”, συνδράμει στην πολιτισμική τους ανάπτυξη και προωθεί δεσμούς με αυτούς. Η “Δημοκρατία” ενδιαφέρεται για τα πολιτισμικά, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών της στο εξωτερικό». Τέλος, στην παράγραφο 3 του Αρθρου 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας αναφέρεται επίσης ότι το κράτος της πΓΔΜ «δηλώνει επίσημα ότι οι ερμηνείες που δίνονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος Αρθρου δεν θα υποκατασταθούν από οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του Συντάγματός του».
Στη συνέχεια, ο κ. Βενιζέλος σε μια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση σημειώνει ότι «οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από την πΓΔΜ με το άρθρο 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας υπερισχύουν των διατάξεων του εθνικού της Συντάγματος, των μελλοντικών του αναθεωρήσεων και των πιθανών του ερμηνειών. Η δε τυχόν παραβίαση των προβλέψεων του άρθρου 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας συνιστά, κατά το άρθρο 21 της ίδιας Συμφωνίας, λόγο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης».
Παράλληλα, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών επισημαίνει ότι «αν επιτευχθεί στο μέλλον οριστική συμφωνία που αναφέρεται και σε αλλά ζητήματα που ρυθμίζονται από το εθνικό Σύνταγμα της πΓΔΜ (π.χ. αναφορές στη γλώσσα ή την ιθαγένεια), οι προβλέψεις αυτής της διεθνούς συμφωνίας θα κατισχύουν, κατά την ίδια λογική, των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος». Το σημείο αυτό δεν θα έπρεπε να περάσει απαρατήρητο, διότι προσφέρει περιθώρια για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης.

Το χρονολόγιο

27 Ιανουαρίου: Συνάντηση κορυφής στα Σκόπια υπό τον πρόεδρο Γκιόργκι Ιβανόφ. Θα συμμετάσχουν ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ, ο πρόεδρος του VMRO – DPΜNE Χρίστιαν Μισκόφσκι, ο επικεφαλής του αλβανικού κόμματος DUI που συμμετέχει στην κυβέρνηση Αλί Αχμέτι και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ.

29-30 Ιανουαρίου: Ο προσωπικός απεσταλμένος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, ο Μάθιου Νίμιτς, θα βρίσκεται στην Αθήνα για συνομιλίες επί της τελευταίας πρότασής του.

31 Ιανουαρίου
– 1 Φεβρουαρίου: Ο κ. Νίμιτς μεταβαίνει στα Σκόπια για να ακούσει και τις απόψεις της κυβέρνησης της πΓΔΜ επί της πρόσφατης δέσμης ιδεών του.

Φεβρουάριος: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει τη Στρατηγική της για τη Διεύρυνση των Δυτικών Βαλκανίων.

Απρίλιος: Παρουσιάζονται οι Εκθέσεις Προόδου των υποψηφίων προς ένταξη στην ΕΕ χωρών – μεταξύ αυτών και της πΓΔΜ. Τον ίδιο μήνα συναντώνται οι ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.

17 Μαΐου: Πραγματοποιείται στη Σόφια, στο πλαίσιο της βουλγαρικής προεδρίας, η Σύνοδος Κορυφής ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων.

11-12 Ιουλίου: Πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, μέχρι την οποία πολλοί αναμένουν ότι ίσως έχει βρεθεί η λύση που θα επιτρέψει την πρόσκληση ένταξης της πΓΔΜ στη Συμμαχία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ