Την πεποίθηση ότι «υπάρχουν οι πολιτικές δυνάμεις και τα πρόσωπα που θα συγκροτήσουν μια ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία» υποστήριξης και αποδοχής της λύσης που θα φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή για το όνομα της πΓΔΜ, ακόμη και αν δεν στηριχθεί από όλους τους βουλευτές των ΑΝΕΛ, εκφράζει στη συνέντευξη που ακολουθεί ο Νίκος Φίλης. Ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει με νόημα ότι «δεν υπάρχει δικέφαλη κυβέρνηση» και ότι η κυβερνητική θέση επί του θέματος «είναι μία και μοναδική» και εκφράζεται από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών. Παράλληλα, επιτίθεται στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη, με αφορμή τη θέση του για το Σκοπιανό σχολιάζοντας: «Ενας Μητσοτάκης σε ρόλο Σαμαρά», ενώ για τα συλλαλητήρια τονίζει ότι η πλειοψηφία όσων συμμετείχαν «δεν συμμερίζεται τον κίβδηλο πατριωτισμό της εξέδρας των αποστράτων και των έξαλλων υπερεθνικιστών». Ακόμη, θέτει θέμα σταδιακής επαναδιαπραγμάτευσης των γιγάντιων πλεονασμάτων 3,5% και ζητεί περαιτέρω νομοθετική ρύθμιση για τους πλειστηριασμούς, ενώ για μετά τις εκλογές προσβλέπει σε «κυβέρνηση προοδευτικής πλειοψηφίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».
Κάποιοι φοβούνται μήπως η διαπραγμάτευση για την ονομασία της πΓΔΜ, αντί για «εθνική ευκαιρία» επίλυσης του ζητήματος, εξελιχθεί σε «εθνική περιπέτεια». Εσείς τι εκτιμάτε;
«Η πολύ επιτυχημένη συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ στο Νταβός έδειξε ότι βρισκόμαστε σε μια πορεία βελτίωσης των σχέσεων των δύο χωρών και ότι υπάρχουν και η πολιτική βούληση και οι προϋποθέσεις ώστε στο άμεσο μέλλον να επιλυθούν όλα τα εκκρεμή προβλήματα, με κυρίαρχο το ζήτημα του ονόματος. Σε ιδιόμορφη «εθνική περιπέτεια» κινδυνεύει να συρθεί η χώρα αν αφήσει ανοικτό το «Μακεδονικό», δηλαδή, αν δεν σταθεροποιηθεί το γειτονικό κράτος και αφεθεί έρμαιο σε δυναμικές «μεγάλης Βουλγαρίας» και «μεγάλης Αλβανίας». Αν η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση μαζί του δώσει τη δυνατότητα στην Τουρκία ή σε άλλες δυνάμεις να παρέμβουν αποσταθεροποιητικά και σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων. Σε μια περίοδο κατά την οποία στην Ευρώπη αναπτύσσονται η Ακροδεξιά, τα αποσχιστικά φαινόμενα και ο πειρασμός των εθνικών αναδιπλώσεων, η σταθεροποίηση εν συνόλω των Βαλκανίων αποτελεί προϋπόθεση για να μην αποκοπούν από την αναγκαία νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική. Να μη μετατραπούν σε υποβαθμισμένη ζώνη χαμηλών μισθών και ρυπογόνων επενδύσεων και σε χώρες-συνοριοφύλακες για τη μετανάστευση».

Πώς είδατε τη θέση του προέδρου της ΝΔ για το Σκοπιανό;
«Ο κ. Μητσοτάκης συμπεριφέρεται καιροσκοπικά. Τώρα μας λέει ότι δεν είναι ώρα για λύση, χωρίς να λέει ποια λύση θέλει. Ακόμη και οι σύμμαχοί του στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα αδυνατούν να τον παρακολουθήσουν. Ενδιαφέρεται μόνο για το ακροδεξιό ακροατήριο και επιχειρεί να μετατρέψει ένα θέμα εθνικής σημασίας σε μοχλό πολιτικής αποσταθεροποίησης. Ενας Μητσοτάκης σε ρόλο Σαμαρά…».

Με δεδομένες τις διαφωνίες των ΑΝΕΛ, σας πείθει η δήλωση Καμμένου ότι εκείνος «Σαμαράς δεν γίνεται»;
«Εάν, έχουμε οριστική πρόταση-συμβιβασμό για λύση του «Μακεδονικού», τόσο οι ΑΝΕΛ όσο και τα υπόλοιπα κόμματα θα κληθούν να τοποθετηθούν στη Βουλή. Και εκεί να είστε σίγουρος ότι υπάρχουν οι πολιτικές δυνάμεις και τα πρόσωπα που θα συγκροτήσουν μια ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία υποστήριξης και αποδοχής της λύσης. Στο μεταξύ, η κυβερνητική θέση επί του θέματος είναι μία και μοναδική και εκφράζεται από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών. Δεν υπάρχει δικέφαλη κυβέρνηση, όπως υστερόβουλα προπαγανδίζουν οι αντίπαλοί μας, επιδιώκοντας, εις μάτην, να δημιουργήσουν συνθήκες «αριστερής παρένθεσης». Η κυβέρνηση θα βγει με ακόμη μεγαλύτερη λαϊκή υποστήριξη από τη διαπραγμάτευση για το «Μακεδονικό»».

Πάντως είναι υπαρκτό το θέμα των διαφωνιών των συγκυβερνώντων ΑΝΕΛ. Μήπως ήρθε η ώρα να «απαλλαγείτε» από τη «συγκυριακή», όπως την έχετε χαρακτηρίσει, συνεργασία με το κόμμα του κ. Καμμένου;
«Αν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το «Μακεδονικό» έγινε το υπομόχλιο για συντηρητικές μετατοπίσεις, πιστεύω ότι βαδίζοντας προς τη λύση του ζητήματος θα υπάρξουν αντίστροφες διεργασίες, προς δημοκρατική-προοδευτική κατεύθυνση. Ηδη, δυνάμεις από τον χώρο του Κέντρου, αλλά και κεντροδεξιοί παράγοντες, που δεν θέλουν να επαναληφθεί η διπλωματική τραγωδία των ετών 1992-1994, διαφοροποιούνται από την εξουσιολαγνεία και τον διφυή λαϊκισμό (νεοφιλελεύθερο στην οικονομία – εθνικιστικό στην εξωτερική πολιτική) της ηγεσίας της ΝΔ και δείχνουν διάθεση μαζί με την κυβέρνηση να δώσουν τέλος στην εκκρεμότητα του «Μακεδονικού». Το τέλος των μνημονίων επαναφέρει τη χώρα στην ευρωπαϊκή κανονικότητα των δύο αντιτιθέμενων μπλοκ εξουσίας –του προοδευτικού και του συντηρητικού. Με δεδομένο ότι στα δύο αυτά μπλοκ ηγούνται ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ, τα άλλα κόμματα θα κάνουν τις επιλογές τους, που θα είναι στρατηγικού και όχι συγκυριακού χαρακτήρα».

Η τρίτη αξιολόγηση έκλεισε αλλά φέρνει «τσουνάμι» πλειστηριασμών κ.λπ. Ετσι θα πορευθούμε προς την έξοδο από το Μνημόνιο;
«Οχι βέβαια! Αλίμονο αν οι μόνοι ωφελημένοι από την έξοδο είναι οι λίγοι κάτοχοι ομολόγων ή μετοχών που βελτιώνουν καθημερινά τις αποδόσεις τους, γεγονός θετικό βέβαια, αν θέλουμε να αποκτήσουμε πρόσβαση στις αγορές μετά τον Αύγουστο. Θα πρέπει η βελτίωση στους οικονομικούς δείκτες να αποτυπωθεί στη ζωή των πολιτών, και όχι να προστεθούν κι άλλα δυσβάστακτα βάρη, όπως οι κίνδυνοι που αναφέρατε».

Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
«Κλειδί σε μια τέτοια επιδίωξη είναι η σταδιακή επαναδιαπραγμάτευση των γιγάντιων πλεονασμάτων 3,5% σε συνάρτηση με τα μέτρα για το χρέος. Αυτό είναι το επίδικο της επόμενης περιόδου και βέβαια πρέπει να είμαστε έτοιμοι για περαιτέρω νομοθετική ρύθμιση στο ζήτημα των πλειστηριασμών, ενόσω εξαντλούνται οι υπάρχουσες δυνατότητες προστασίας του λαϊκού κόσμου που έχει δάνεια και χρέη απέναντι στις τράπεζες και το Δημόσιο».

Πάντως τα περί «καθαρής εξόδου» έχουν ατονίσει μπροστά στα βάρη που φέρνει η «επόμενη μέρα» της αυστηρής επιτήρησης…
«Προφανώς μετά τον Αύγουστο δεν περνάμε από την κόλαση στον παράδεισο. Μπορούμε, όμως, να καταστρώσουμε το δικό μας σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση με επίκεντρο την αντιμετώπιση της ανεργίας και τη διασφάλιση της αξιοπρεπούς εργασίας σε ολοένα περισσότερους πολίτες. Οι εργασιακές σχέσεις, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και το επίπεδο των μισθών, καθώς επίσης και η δημοκρατική ανασυγκρότηση του κράτους αποτελούν κεντρικές προτεραιότητες για την «επόμενη μέρα». Προφανώς οι ευρωπαϊκές εξελίξεις θα επηρεάσουν τη χώρα μας. Γι’ αυτό έχει σημασία το έργο που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια να συνεχιστεί μετά τις εκλογές, από μια κυβέρνηση προοδευτικής πλειοψηφίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».

Το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης και η στάση της Εκκλησίας

Σας σόκαρε η εικόνα του πλήθους που συγκεντρώθηκε στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης;
«Δεν με σόκαρε, αλλά με προβλημάτισε. Εχουμε ζήσει τα κατά πολύ μεγαλύτερα συλλαλητήρια του 1992 αλλά και τις λαοσυνάξεις για τις ταυτότητες. Τι απέδωσαν; Μετά τον ενθουσιασμό, ήρθε η συνειδητοποίηση των αδιεξόδων της εθνικιστικής και της θρησκόληπτης ρητορικής. Η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που συμμετείχαν στο συλλαλητήριο δεν συμμερίζεται τον κίβδηλο πατριωτισμό της εξέδρας των αποστράτων, των έξαλλων υπερεθνικιστών, των κατά φαντασίαν μακεδονομάχων ιεραρχών, των επιχειρηματιών-κερδοσκόπων του οπαδισμού και βέβαια των χρυσαυγιτών και των άλλων τραμπούκων που άναψαν φωτιές και βεβήλωσαν μνημεία».

Πώς κρίνετε τη στάση της Εκκλησίας στο ζήτημα; Θεωρείτε ότι έχει λόγο παρέμβασης στα εθνικά ζητήματα, όπως διεκδικεί, ή όχι;
«Εχω μιλήσει επανειλημμένα για τους διακριτούς ρόλους Πολιτείας – Εκκλησίας που πρέπει επιτέλους να αποτυπωθούν στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση. Ως προς το “Μακεδονικό” φαίνεται ότι η ηγεσία της Εκκλησίας έχει βγάλει τα συμπεράσματά της από τις εξαλλοσύνες του παρελθόντος και τηρεί μια ψύχραιμη και χωρίς ακρότητες στάση. Είναι βέβαια ισχυρή η πίεση που ασκείται από τον ακροδεξιό θύλακα της ιεραρχίας, από παραθρησκευτικές οργανώσεις, από πρόσωπα και μέσα ενημέρωσης της βαθιάς εθνικοφροσύνης. Εύχομαι να μην κυριαρχήσουν και να μη βρουν ευήκοα ώτα στην κορυφή της Εκκλησίας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ