Τον προβληματισμό της περί της πιθανότητα να θιγεί από την ρύθμιση για την υποχρεωτική προσφυγή σε εξωδικαστική διαμεσολάβηση για συγκεκριμένες υποθέσεις, που περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης, το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην δικαστική προστασία, διατυπώνει η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής στην έκθεσή της.

Υπενθυμίζεται ότι παρόμοιες ενστάσεις διατυπώθηκαν και κατά την ακρόαση φορέων από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και από τους εκπροσώπους των δικηγορικών συλλόγων, οι οποίοι υποστήριξαν ότι η ρύθμιση Κοντονή θέτει εμπόδια στην ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στην Δικαιοσύνη ενώ επιπλέον τους επιβαρύνει οικονομικά προς όφελος των ιδιωτών διαμεσολαβητών οι οποίοι εκτελούν καθήκοντα οιονεί δικαστών.

Οι αιτιάσεις αυτές απορρίφθηκαν από τον υπουργό Δικαιοσύνης Στ. Κοντονή ο οποίος δήλωσε ότι ο διαμεσολαβητής δεν εκδίδει απόφαση, ούτε εντός της δίκης, διότι δεν μπορεί και δεν έχει αυτή την ιδιότητα, ούτε εκτός. Όπως είπε το μόνο που κάνει ο διαμεσολαβητής είναι να συντονίζει τη διαδικασία της διαμεσολάβησης.

Μάλιστα ο κ. Κοντονής καταφέρθηκε κατά των δικαστών για την ερμηνεία που δίνουν, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι ουδείς αποκλείεται από το να προσφύγει ενώπιον της Δικαιοσύνης. Όπως εξήγησε εάν κάποιος, μέσα στις πρώτες δύο ώρες της διαδικασίας διαμεσολάβησης, διαφωνήσει με τον αντίδικό του, μπορεί να διακόψει και να απευθυνθεί στην Δικαιοσύνη χωρίς όρους και προϋποθέσεις. «Η πρόσβαση των Ελλήνων πολιτών στην ελληνική Δικαιοσύνη είναι συνεχής και δεν μπαίνει κανένα εμπόδιο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κοντονής. Όσον αφορά δε τις αμοιβές, είπε ότι στις ειδικές διαδικασίες και στις μικροδιαφορές θα είναι 50 ευρώ και στις λοιπές διαδικασίες 170 ευρώ, τα οποία μάλιστα επιμερίζονται.

Πάντως στην έκθεσή της η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής επισημαίνει ότι: «Προβληματισμός δύναται να δημιουργηθεί, κατ’ αρχάς, ως προς το κατά πόσον η έκταση της υποχρεωτικήςπροσφυγής στη διαμεσολάβηση, οι ειδικότεροι όροι οι οποίοι διέπουν τη διεξαγωγή της, καθώς και το κόστος που αυτή συνεπάγεται, θίγουν το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα (άρθρο 20), αλλά και στα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων».

Ενώ κάνει ειδική μνεία και στην οικονομική επιβάρυνση, που θα προκαλέσει στους πολίτες η ρύθμιση, κυρίως λόγω της υποχρεωτικής προσφυγής στη διαμεσολάβηση για μεγάλο αριθμό αστικών και εμπορικών διαφορών ακόμα και μικρής αξίας.

«Επισημαίνεται, μάλιστα, ιδίως, ότι η παράσταση με πληρεξούσιο δικηγόρο, αλλά και η αμοιβή διαμεσολαβητή, η οποίαείναι (εκτός ειδικότερων περιπτώσεων, περιοριστικώς αναφερόμενων στο άρθρο 194) κατ’ ελάχιστον 170 ευρώ για δύο ώρες, και για απασχόληση πάνω από δύο ώρες η ελάχιστη ωριαία αμοιβή είναι 100 ευρώ, δύναται να οδηγήσει σε υπέρμετρο για τον πολίτη κόστος της διαμεσολάβησης, καθώς νομοθετικώς καθορίζονται, εν προκειμένω, μόνο κατ’ ελάχιστον τα όρια αμοιβής των διαμεσολαβητών, όχι δε και τα μέγιστα όρια αυτών», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Τον προβληματισμό της διατυπώνει η Επιστημονική Επιτροπή και για την δυνατότητα σύστασης και λειτουργίας Ενώσεων προσώπων ή προσωπικών εταιριών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης: «Επειδή τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα μπορεί να έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα, δεν αποκλείεται η απασχόληση των διαμεσολαβητών σε αυτά να υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας.

Στην περίπτωση αυτή εγείρεται προβληματισμός για την πραγματική δυνατότητα του διαμεσολαβητή να ασκεί τα καθήκοντά του με αμεροληψία και ανεξαρτησία», αναφέρεται χαρακτηριστικά.