Μυστική διπλωματία στο Σκοπιανό καταλογίζει στην κυβέρνηση ο Γιώργος Κουμουτσάκος στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα της Κυριακής» και προειδοποιεί ότι «αυτή πέθανε με τον καρδινάλιο Ρισελιέ». Ο τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ θεωρεί ότι η διαφωνία του Πάνου Καμμένου δεν είναι τίποτε περισσότερο από μικροπολιτική συμπαιγνία των δύο κυβερνητικών εταίρων και τονίζει ότι τυχόν απόπειρα σύνδεσης κρίσιμων εθνικών θεμάτων με την προεκλογική περίοδο θα κυοφορήσει ολέθρια αποτελέσματα για τον τόπο.
Το 2018 ξεκινά με όλα τα εθνικά θέματα ανοιχτά. Πώς σχολιάζετε την κινητικότητα της κυβέρνησης;
\«Η ταυτόχρονη κινητικότητα που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα σε κρίσιμα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής δεν έχει προέλθει από κάποια πρωτοβουλία ή επιλογή της κυβέρνησης. Την επέβαλαν οι εξελίξεις, η συγκυρία και το ιδιαίτερο, συχνά πιεστικό, διεθνές ενδιαφέρον για ταχεία διευθέτηση εκκρεμοτήτων. Ιδιαίτερα όσον αφορά τα Βαλκάνια. Η κινητικότητα όμως δεν είναι αυτοσκοπός. Το ζήτημα είναι εάν αυτή θα ωφελήσει ή όχι τα εθνικά συμφέροντα. Ολα κρίνονται από το αποτέλεσμα».
Υπονοείτε ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί να κλείσει αυτά τα θέματα, ιδίως το Σκοπιανό;
«Δεν θέλω να πιστέψω κάτι τέτοιο. Η λογική «λύση για τη λύση» δεν ταιριάζει με την εξωτερική πολιτική. Πρόχειρες και βεβιασμένες διευθετήσεις δεν αποτελούν επιλογή. Γι’ αυτό και εγείρει ερωτηματικά η σπουδή του υπουργού Εξωτερικών να ανακοινώσει, πριν καλά καλά ξεκινήσει η διαπραγμάτευση, την επίλυση του ονοματολογικού, και μάλιστα με «εξαιρετικά καλή πρόταση», όπως είπε, στο πρώτο εξάμηνο του 2018. Είτε προτρέχει καλλιεργώντας σκόπιμα υπεραισιόδοξες προσδοκίες είτε έχει ήδη δεσμευθεί με μυστική διπλωματία και υπό πίεση για κάποια λύση, χωρίς μάλιστα προηγούμενη ενημέρωση των πολιτικών δυνάμεων. Στις σύγχρονες δημοκρατίες όμως δεν είναι ανεκτή η μυστική διπλωματία. Αυτή πέθανε μαζί με τον καρδινάλιο Ρισελιέ».
Αν υπάρξει μια καλή λύση στο Σκοπιανό, γιατί να μη συμφωνήσει και η Νέα Δημοκρατία;
«Εάν είναι τόσο καλή η πρόταση που προαναγγέλλει ο υπουργός των Εξωτερικών, γιατί δεν την υποστηρίζει αμέσως και ευθέως ο υπουργός Εθνικής Αμυνας; Από την άλλη, εάν οι κ.κ. Τσίπρας και Κοτζιάς δεν μπορούν ή δεν θέλουν να πείσουν τον κ. Καμμένο, πώς πιστεύουν, εκ των προτέρων μάλιστα, ότι θα πείσουν την αντιπολίτευση; Αυτά δείχνουν μικροκομματική συμπαιγνία. Η ΝΔ, το έχει τονίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δεν προτίθεται να συμμετάσχει σε αυτό το θέατρο παραλόγου και μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Να το ξεκαθαρίσουμε λοιπόν. Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη της διαπραγμάτευσης. Οχι η αντιπολίτευση. Οφείλει λοιπόν να τοποθετηθεί πρώτη, με μια ενιαία θέση και με στήριξη του συνόλου της κυβερνητικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Εάν για ένα τόσο σοβαρό εθνικό ζήτημα δεν την έχει, τότε δεν υπάρχει αντικείμενο συζήτησης».
Δηλαδή θεωρείτε προσχηματική τη στάση του Πάνου Καμμένου;
«Ο κ. Καμμένος έχει δώσει διπλή ψήφο εμπιστοσύνης στη σύνθετη ονομασία. Το 2007, ως βουλευτής και υφυπουργός της Νέας Δημοκρατίας. Και το 2015, ως συγκυβερνών υπουργός της κυβέρνησης Τσίπρα, ο οποίος υποστήριξε «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις». Ο κ. Καμμένος λοιπόν έχει δώσει διπλή ψήφο εμπιστοσύνης στη σύνθετη ονομασία. Σήμερα όμως, ακόμα και μετά τη συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό, αναιρεί την ψήφο του. Η στάση του είναι διπλά αναξιόπιστη. Είναι προσπάθεια εξαπάτησης των πολιτών. Με την κυνική αυτή μετάλλαξη προφανώς προσδοκά ότι θα διασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση. Μάταιη προσπάθεια».
Η κυβέρνηση όμως κατηγορεί τη ΝΔ ότι δεν έχει ξεκαθαρίσει τη θέση της για το ονοματολογικό.
«Η ΝΔ ως κυβέρνηση έπραξε το καθήκον της στο Βουκουρέστι. Εθεσε με θάρρος και παρρησία τη βάση για επίλυση του ζητήματος με όρους και προϋποθέσεις που διασφάλισαν τον σεβασμό της ιστορίας μας και το συμφέρον της πατρίδας μας. Ταυτόχρονα ενημέρωνε τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αυτό κάναμε εμείς, τότε, υπεύθυνα. Καμία σύγκριση με το σήμερα, όπου η κυβέρνηση επιμένει σε θολό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, έχει σοβαρό πρόβλημα συνοχής και δεν ενημερώνει τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Κρατά κλειστά τα χαρτιά της και τις πληροφορίες για τον εαυτό της. Οφείλω να επισημάνω όμως, ως προς την ουσία, ότι οι συνθήκες σε σχέση με το 2008 έχουν αλλάξει. Δεν μπορούμε, για παράδειγμα, να ξέρουμε εάν υπάρχει μια σοβαρή αλλαγή δεδομένων στην πΓΔΜ, διπλωματικών, δομικών ή πολιτικών. Ηδη ο πρόεδρος Ιβάνοφ διατύπωσε σαφώς πιο σκληρές θέσεις από τον πρωθυπουργό Ζάεφ. Αυτά τα γνωρίζει η κυβέρνηση. Οχι η αντιπολίτευση. Συνεπώς, πρώτιστη σημασία έχει η ενιαία κυβερνητική θέση. Η ΝΔ θα τοποθετηθεί, όπως πάντα, με μόνο γνώμονα το εθνικό συμφέρον».
Εκτιμάτε ότι τα εθνικά θέματα μπορεί να γίνουν καταλύτης για πολιτικές εξελίξεις;
«Τα εθνικά θέματα δεν θα πρέπει να τα βλέπουμε με αυτόν τον τρόπο. Ποιος όμως θα μπορούσε να αποκλείσει κάτι τέτοιο σήμερα, με αυτή την κυβέρνηση που τα υποτάσσει όλα στη διατήρηση της εξουσίας της;».
Σε αυτή την περίπτωση θεωρείτε ότι μπορεί να μην έχουμε ομαλή προεκλογική περίοδο; Πιστεύετε ότι η ένταση ενδεχομένως να εμποδίσει την αυτοδυναμία της ΝΔ;
«Η κυβέρνηση σίγουρα θα πολώσει και θα διχάσει. Το κάνει συνέχεια. Ομως, τυχόν απόπειρα σύνδεσης κρίσιμων εθνικών θεμάτων με την προεκλογική περίοδο και με σκοπό να χρησιμοποιηθούν για να υπηρετηθεί η ένταση κυοφορεί –το έχει δείξει πολλές φορές η πρόσφατη ιστορία μας –ολέθρια αποτελέσματα για τον τόπο. Οσον αφορά στη διεκδίκηση της αυτοδυναμίας από τη ΝΔ, αυτός είναι στόχος απολύτως εφικτός και δεν μπορεί να παρεμποδιστεί από τεχνάσματα, καιροσκοπικούς χειρισμούς και κατασκευασμένες εντάσεις».

Ανησυχία για την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Η ένταση με την Τουρκία σάς ανησυχεί;
«Το 2017 ήταν από τις χειρότερες χρονιές της τελευταίας εικοσαετίας όσον αφορά την τουρκική παραβατικότητα και προκλητικότητα στο Αιγαίο. Συσσωρεύθηκε αρνητική δυναμική, και ανησυχώ ότι θα τη βρούμε μπροστά μας. Η επίσκεψη Ερντογάν δυστυχώς δεν εκτόνωσε την κατάσταση. Το αντίθετο. Βλέπετε τι έγινε με το γερμανικό ερευνητικό σκάφος. Νέο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι τα ελληνοτουρκικά έχουν ενταχθεί στην κομματική αντιπαράθεση στην Τουρκία. Τροφοδοτείται έτσι η αναθεωρητική πολιτική της Αγκυρας και αυξάνεται η ένταση. Σε αυτά προστέθηκε η πρόσφατη κρίση με το θέμα του ασύλου στον έναν από τους “οκτώ”, που έχει τις ρίζες της στις επιπόλαιες και προσβλητικές διαβεβαιώσεις του κ. Τσίπρα προς τον τούρκο πρόεδρο. Κάτι που ουδέποτε διέψευσε το Μαξίμου. Εν τω μεταξύ οι αφίξεις προσφύγων και μεταναστών από την Τουρκία αυξάνονται. Επιπλέον, σας πληροφορώ ότι τις τελευταίες ημέρες η Αγκυρα εξέδωσε τρεις ΝΟΤΑΜ με τις οποίες επιχειρεί παράνομα να δεσμεύσει, για ολόκληρο το 2018, περιοχές για ασκήσεις, που περιλαμβάνουν και χώρο ελληνικής κυριαρχίας. Παράλληλα, εξέδωσε νέες NAVTEX για τη διεξαγωγή ερευνών για υδρογονάνθρακες εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Συμπερασματικά λοιπόν. Ναι, περιμένω και το 2018 διατήρηση, εάν όχι αύξηση, της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς και μεγαλύτερη αβεβαιότητα και μη προβλεψιμότητα στη γειτονική μας περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η κυβέρνηση οφείλει να κινηθεί εντατικά σε ευρωπαϊκό και συμμαχικό επίπεδο για να αντιμετωπίσει την τουρκική συμπεριφορά».

Η βελτίωση στις σχέσεις μας με τις ΗΠΑ δεν θα παίξει ρόλο;
«Είναι γνωστές οι θέσεις μας για τη χρησιμότητα των στενών σχέσεων και της ουσιαστικής, στρατηγικού χαρακτήρα, συνεργασίας με τις ΗΠΑ. Η Ελλάδα είναι κράτος κομβικής σημασίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι νέες συνθήκες στην περιοχή και η αβεβαιότητα που συνοδεύει την Τουρκία προσδίδουν στη συνεργασία αυτή νέες διαστάσεις, εύρος και βάθος. Ενδεικτικά σημειώνω ότι η επόμενη ανανέωση της συμφωνίας για τη βάση της Σούδας, με δεδομένη την ευρύτερη συγκυρία της περιοχής και της εποχής, είναι σκόπιμο να είναι μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, ακόμα και πενταετίας. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε έναν αρτιότερο, μακρόπνοο σχεδιασμό αμοιβαίου οφέλους ασφάλειας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ