Στην κυβέρνηση, εκτός απροόπτου πάντα, προεξοφλούν την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και μάλιστα αισιοδοξούν ότι όσο εμπεδώνεται το αίσθημα σταθεροποίησης των δημοσίων οικονομικών τόσο θετικότερες θα γίνονται οι συνθήκες, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές.
Στο οικονομικό επιτελείο δεν κρύβουν τον ενθουσιασμό τους για το αποτέλεσμα της τρέχουσας δημοσιονομικής διαχείρισης, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «έπειτα από πολλά χρόνια το κράτος διαθέτει ρευστά διαθέσιμα δισ. ευρώ», για να προσθέσουν στη συνέχεια ότι «αποκαθιστάμενη η αξιοπιστία και η απολεσθείσα τα προηγούμενα χρόνια εμπιστοσύνη θα υπάρξουν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα και μαζί ευχέρεια στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής».

Οι ανησυχίες της επόμενης μέρας

Ωστόσο, παρά τον ενθουσιασμό τους, ανώτερα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών δεν κρύβουν ότι η μεγαλύτερη ανησυχία συνδέεται κυρίως με την επόμενη ημέρα, δηλαδή με όσα θα επικρατήσουν μετά τη λήξη του προγράμματος διάσωσης που συμφωνήθηκε με δραματικό τρόπο το καλοκαίρι του 2015, μετά την κατάρρευση των ανεδαφικών προσδοκιών της υποτιθέμενης «ηρωικής διαπραγμάτευσης».
Σύμφωνα λοιπόν με τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γ. Χουλιαράκη, η παρούσα περίοδος ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, όπως και αυτή της προετοιμασίας εξόδου στις αγορές, θα προχωρήσει κανονικά χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, εκτός και αν επικρατήσουν απρόβλεπτες καταστάσεις και διεθνώς ανεπιθύμητες συνθήκες.
Και αυτό γιατί η δημοσιονομική διαχείριση αποδίδει και η διπλή ή τριπλή έξοδος στις αγορές θα είναι σχετικά ευχερής και με επιτόκια λογικά ή καλύτερα επιθυμητά, σε επίπεδα ίσως και μικρότερα του 3,5%, καθώς η καμπύλη των επιτοκίων δείχνει να οδηγείται –στη δική μας περίπτωση είναι καλύτερη –από την αντίστοιχη της Πορτογαλίας κατά τη λήξη του δικού της προγράμματος.
Με την Πορτογαλία οδηγό λοιπόν μπορούν να εξασφαλισθούν σχετικά καλές συνθήκες εξόδου στις αγορές. Οι οποίες μπορούν μάλιστα να βελτιωθούν έτι περαιτέρω αν επιβεβαιωθούν οι αναμενόμενες στην αρχή του νέου χρόνου αναβαθμίσεις κατά δύο επίπεδα της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης
Ηδη υπάρχει απόθεμα ασφαλείας 1,4 δισ. ευρώ, το οποίο θα εμπλουτιστεί με 9 δισ. ευρώ που θα προσφέρει ο ESM από τα εναπομείναντα του προγράμματος, τα οποία θα δοθούν μετά και το επίσημο κλείσιμο της αξιολόγησης, και άλλα περίπου 5,5 – 6 δισ. ευρώ θα συγκεντρωθούν από τις εξόδους στις διεθνείς αγορές.

Το «μαξιλάρι» και η επίθεση σε Στουρνάρα

Εκτιμάται ότι με το τέλος του Μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018, η Ελλάδα θα έχει δημιουργήσει ένα απόθεμα ασφαλείας ύψους 16-17 δισ. ευρώ. Ποσό ικανό να ασφαλίσει την ελληνική οικονομία από ενδεχόμενη νέα κρίση από απρόβλεπτα διεθνή γεγονότα.
Στη βάση αυτού του σεναρίου άλλωστε, της δημιουργίας δηλαδή ενός ευμεγέθους αποθέματος ασφαλείας, η κυβέρνηση μιλά για «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια, χωρίς προληπτική γραμμή πίστωσης, αλλά πάντα υποκείμενη σε ένα καθεστώς επιτήρησης, όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εντάχθηκαν σε αντίστοιχα προγράμματα διάσωσης και βοήθειας, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Σε αυτό το σημείο έγκειται και η βασική διαφορά μεταξύ της κυβέρνησης και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Ι. Στουρνάρα. Ο τελευταίος, εκφράζοντας και τις ανησυχίες των εγχώριων τραπεζιτών, τάχθηκε υπέρ της ύπαρξης μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής, η οποία προφανώς θα συνοδεύεται από αυστηρό σύστημα επιτήρησης. Κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Μεγάρου Μαξίμου, το οποίο αντιμετώπισε απαξιωτικά τον κεντρικό τραπεζίτη αποδίδοντάς τον ως «αποτυχημένο υπουργό Οικονομικών μιας αποτυχημένης κυβέρνησης».
Η κυβέρνηση προφανώς θέλει τα χέρια της ελεύθερα ώστε να αποδεσμεύσει την οικονομική της πολιτική στο μέλλον από τις ιδεολογικά φορτισμένες γραμμές «της νεοφιλελεύθερης ελίτ των Βρυξελλών». Και γι’ αυτό επιτέθηκε με τέτοια ένταση στον κ. Στουρνάρα.
Ωστόσο, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης γνωρίζει ότι ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι από την επομένη της εξόδου από το Μνημόνιο. Τόσο οι κ.κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης, αλλά και ο Πρωθυπουργός –έχει την ενημέρωση και τη γνώση –αντιλαμβάνονται ότι μέσα στους «πανηγυρισμούς» ανάκτησης των «κλειδιών του χρηματοκιβωτίου» μπορεί να χαθεί ο έλεγχος και η χώρα να διολισθήσει και πάλι σε «νέο κύκλο σπατάλης» σαν εκείνον που προκάλεσε τη χρεοκοπία.

Τα «αιτήματα» και ο κίνδυνος εκτροχιασμού

Οπως εκμυστηρεύονται στις ιδιαίτερες συνομιλίες τους ανώτερα στελέχη της κυβέρνησης η επόμενη ημέρα των μνημονίων μπορεί να κυριαρχηθεί από τις απειλές ενός πληθωρισμού αιτημάτων από όλες τις πλευρές και από τις συνέπειες του αναπόφευκτου εκλογικού κύκλου, ο οποίος, αν δεν έχει ήδη ανοίξει, θα ανοίξει σίγουρα μετά τον Αύγουστο του 2018.
Ηδη οι δημόσιες δαπάνες είναι απόλυτα πιεσμένες στον υπέρτατο βαθμό, σε σημείο που να απειλείται η εύρυθμη λειτουργία του κράτους και των υπηρεσιών του. Επειτα από οκτώ χρόνια περιορισμών και συνεχούς περιστολής αναδεικνύονται άπειρα λειτουργικά προβλήματα, άλλα μικρότερα και άλλα μεγαλύτερα. Λογικά λοιπόν την επομένη των μνημονίων θα αναπτυχθεί κύκλος «δίκαιων» αιτημάτων, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα θα λάβει μυθικές διαστάσεις αν συμπέσει με τον επερχόμενο εκλογικό κύκλο, κατά πάσα πιθανότητα θα είναι μακρύτερος και βασανιστικότερος, γιατί κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει την επίτευξη αυτοδύναμων κυβερνήσεων. Το πιθανότερο είναι να χρειαστούν συμμαχικές κυβερνήσεις, ενώ θα εκκρεμεί η προοπτική προκήρυξης νέων εκλογών καθώς στις αρχές του 2020 θα εκκρεμεί και η εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας.
Ακριβώς λοιπόν επειδή η κυβέρνηση θέλει «καθαρή» έξοδο από τα μνημόνια και επειδή υπάρχει πραγματικός κίνδυνος εκτροχιασμού των δαπανών, στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προκρίνουν την έγκαιρη παρουσίαση στον ελληνικό λαό ενός νέου, τριετούς κατά προτίμηση, ελληνικού μεσοπρόθεσμου προγράμματος σταθερότητας και μεταρρυθμίσεων, το οποίο θα βεβαιώνει τις αγορές και θα εγγυάται στους πιστωτές την ομαλή χωρίς εκτροπές δημοσιονομική πορεία της χώρας.
Βασικές αρχές του νέου μεσοπρόθεσμου προγράμματος σταθερότητας και μεταρρυθμίσεων έχουν, σύμφωνα με πληροφορίες, συζητηθεί στο εσωτερικό της κυβέρνησης και σύντομα ξεκινά η κατάρτισή του. Στόχος είναι να παρουσιαστεί το αργότερο μέχρι το καλοκαίρι και να εγκριθεί εγκαίρως από το Κοινοβούλιο.
Οπως αντιλαμβάνεται ο καθείς, δεν θα είναι το απλούστερο των εγχειρημάτων. Σε ένα ήδη τεταμένο κλίμα, με την κοινωνία να βαρυγκομά από τους φόρους και τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης οφειλών, τη Νέα Δημοκρατία να επελαύνει κατά την εκτίμησή της, τον υπουργό Αμυνας Πάνο Καμμένο να αντιμετωπίζεται από τους εταίρους του στην κυβέρνηση ως «κινούμενη βόμβα», ένα «μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ» δεν θα είναι ευπρόσδεκτο με ανοιχτές αγκάλες.

Του ζητούν άνοιγμα στην Κεντροαριστερά

Γι’ αυτό και δεν είναι λίγοι εκείνοι στην κυβέρνηση που καλούν τον κ. Τσίπρα να επιχειρήσει εγκαίρως πολιτικά ανοίγματα, ιδιαιτέρως προς τον συγγενή χώρο της Κεντροαριστεράς. Λένε χαρακτηριστικά ότι οι παρούσες συνθήκες και ιδιαιτέρως οι επικρατούσες στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ευνοούν κάτι τέτοιο. Περιττό δε να πούμε ότι ο κ. Τσίπρας ωθείται από ορισμένους Ευρωπαίους προς αυτή την κατεύθυνση.
Στη βάση των παραπάνω ορισμένοι κυβερνητικοί τονίζουν μάλιστα ότι «έχει αργήσει», καθώς αντιμετωπίζουν ως «παράφρονα μεταβλητή» τον υπουργό Αμυνας και ικανό να απασφαλίσει ανά πάσα στιγμή, ακόμη και πριν από τη λήξη του προγράμματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Οπως και να έχει, η περίοδος που θα ακολουθήσει δεν θα είναι η απλούστερη για την κυβέρνηση. Μπορεί όντως να έχει ευκαιρίες προόδου και σταθερότητας, όπως υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας. Οι προκλήσεις ωστόσο είναι περισσότερες για τον ίδιο και οι κίνδυνοι, αφανείς για την ώρα, αλλά ιδιαιτέρως απειλητικοί για τη χώρα και τους πολίτες της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ