Ασφυκτικό πλαίσιο για τις επόμενες κινήσεις του Αλέξη Τσίπρα αρχίζει να διαμορφώνεται στο εσωκομματικό πεδίο, σε συνδυασμό με τις πιέσεις της τρόικας, όπως φαίνεται στο επικαιροποιημένο μνημόνιο το οποίο θα πρέπει να έχει υλοποιηθεί έως την άνοιξη προκειμένου να κλείσει η τρίτη (και η τέταρτη) αξιολόγηση.

Υπό τις συνθήκες αυτές, ένα νέο παράδοξο έχει αρχίσει να διαμορφώνεται: από πλευράς θεσμών απαιτούνται πολλά και επώδυνα, έως και επίσπευση μέτρων που έχουν ψηφιστεί για το 2020 και από την άλλη, οι κομματικές αντιδράσεις δεν περιορίζονται μόνον στα θέματα των πλειστηριασμών, της ΔΕΗ, του συνδικαλιστικού νόμου κλπ. από τα οποία η πίεση θα είναι ολοένα και εντονότερη, αλλά επεκτείνονται και στο πεδίο της… δημοσιονομικής πολιτικής, όπου το κόμμα ζητεί χαλάρωση (!), ενώ οι δανειστές περαιτέρω αυστηροποίηση.

Είναι ενδεικτικό ότι στον κατάλογο των κατεπειγόντων για τους δανειστές περιλαμβάνεται και η απαίτηση επίσπευση τον Μάιο του 2018 της απόφασης για την μείωση του αφορολόγητου ορίου, ώστε να ισχύσει το 2019 αντί του 2020, εφόσον το ΔΝΤ «θεωρεί, στη βάση μιας διαφανούς εκτίμησης, ότι απαιτείται η εμπροσθοβαρής εφαρμογή της, προκειμένου να επιτευχθεί ο συμφωνηθείς στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%…». Όσο για τα αντίμετρα, αν και εφόσον υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο, η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να νομοθετήσει για ένα ποσό που «θα είναι σύμφωνα με την εκτίμηση των θεσμών για την υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου».

Όσο όμως οι δανειστές απαιτούν αυτά, οι διαφωνούντες στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, με σταθερά πρώτο τον Νίκο Φίλη, εκφράζουν πλέον (όψιμες) επιφυλάξεις για μέτρα τα οποία έχουν ψηφίσει, και τα οποία ως γνωστόν δεσμεύουν την χώρα για τα επόμενα χρόνια.

Εμφανίζονται, είτε ως 53+, είτε ως μονάδες, να διαφωνούν τώρα και να ζητούν αναθεωρήσεις της πολιτικής – ακόμη και για το ύψος του πλεονάσματος – στην οποία έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση, πυροδοτώντας κάποιες νέες αμφιβολίες για την διάθεση και την δυνατότητα του Μεγάρου Μαξίμου να φέρει σε πέρας όλα όσα έχει αναλάβει για τους επόμενους μήνες.
Την Δευτέρα ο κ. Φίλης επεξέτεινε την κριτική του και στο δημοσιονομικό σκέλος της κυβερνητικής πολιτικής: «Πλεονάσματα 3,5% για πέντε χρόνια είναι δυσβάσταχτα και θα έχουν αρνητική επίδραση στην πορεία της οικονομικής και της κοινωνικής ανάκαμψης», διαπίστωσε, υπονοώντας ότι το κόμμα θα επιθυμούσε μία… επαναδιαπραγμάτευση. Κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν και πάντως σε περίπτωση που μία σχετική συζήτηση διευρυνθεί, αρχίζουν να γεννώνται ερωτήματα για το κατά πόσον το σενάριο της κυβέρνησης (τέλος μνημονίου, διευθέτηση χρέους, έξοδος στις αγορές κλπ.) μπορεί να θεωρείται ρεαλιστικό.

Η παρέμβαση αυτή ερμηνεύτηκε ως άλλη μία προειδοποιητική βολή προς τους κκ. Τσίπρα και Τσακαλώτο, δεδομένου ότι είναι γνωστές δύο παράμετροι στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης:
α) ο σχεδιασμός για έναν ανασχηματισμό πιθανότατα στις αρχές του έτους. Κατά τις εισηγήσεις που διατυπώνονται προς τον κ. Τσίπρα, ο ανασχηματισμός αυτός θα πρέπει να σηματοδοτεί μία… επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στις αριστερές καταβολές του (όπως εύγλωττα υπαινίσσεται ο κ. Φίλης)
β) η διάθεση πολλών κομματικών στελεχών να ανοίξει μία συζήτηση για την επομένη των μνημονίων – όπως επιμένουν να λένε στον ΣΥΡΙΖΑ – και την διαχείριση της περιόδου έως τις εκλογές. «Αν βγούμε από τη δανειακή σύμβαση και χαλαρώσει κάπως η μνημονιακή επιτήρηση, είναι ένα στοιχείο που αλλάζει την περίοδο και πρέπει να δούμε ποια ζητήματα θα ανοίξουμε σε αυτή τη νέα περίοδο», δηλώνει ο Νίκος Φίλης.

Παρά ταύτα, οι συζητήσεις και οι όροι με τους οποίους διεξάγονται αυτές (με τον Πρωθυπουργό και την ομάδα του σε μεγάλη απόσταση από το κόμμα), καταδεικνύουν ότι η πορεία των προσεχών μηνών δεν θα είναι όσο ομαλή και απρόσκοπτη όσο την ονειρεύονται στο Μέγαρο Μαξίμου.