Την Παρασκευή 24 Νοεμβρίου, μόλις τρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση στη Βουλή για την υπόθεση της πώλησης στρατιωτικού υλικού στη Σαουδική Αραβία που έχει οδηγήσει στα άκρα την αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τη ΝΔ, το Ριάντ απέστειλε ρηματική διακοίνωση (verbal note) στην Αθήνα. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», το ύφος της διπλωματικής νότας από τη Σαουδική Αραβία χαρακτηρίζεται μάλλον παρεμβατικό, καθώς η Αθήνα καλείται ουσιαστικά να μην επηρεαστεί από οποιαδήποτε απόφαση ή ψήφισμα που θα μπορούσε να επιβάλει εμπάργκο όπλων στη χώρα.

Πού ταξιδεύουν τα όπλα;

Η κίνηση του Ριάντ έχει ιδιαίτερη σημασία, από τη στιγμή μάλιστα που η πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Αθήνα τηρεί σιγήν ιχθύος επί του θέματος της πώλησης βλημάτων και βομβών, ενώ έχει αποφύγει να απαντήσει στις επανειλημμένες εκκλήσεις για οποιοδήποτε σχόλιο προς τον Τύπο.
Η πίεση του Ριάντ ίσως να συνδέεται και με άλλες, υπόγειες διαδρομές. Αλλωστε, στον «θαυμαστό κόσμο» της Μέσης Ανατολής, ο οποίος έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια στον σημαντικότερο εξαγωγικό προορισμό στρατιωτικών εξοπλισμών, τα όπλα κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, «Το Βήμα» πληροφορείται από αξιόπιστη ευρωπαϊκή πηγή ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών μάλλον είχαν σοβαρούς λόγους να είναι επιφυλακτικές ως προς «το ποιον» της Ολυμπιακής Βιομηχανίας ΑΕ, συμφερόντων Βασίλη Παπαδόπουλου.
Ο λόγος για αυτό φέρεται ότι είναι πως ελληνικό στρατιωτικό υλικό που εξήγαγε η εταιρεία αυτή προς τη Μέση Ανατολή εντοπίστηκε στη Ράκα της Συρίας, τη μέχρι πρότινος «πρωτεύουσα» του Ισλαμικού Κράτους (ISIS), από την οποία εξεδιώχθησαν πριν από μερικές εβδομάδες οι τζιχαντιστές. Πρόκειται προφανώς για σοβαρότατη αιτία, ώστε το υπουργείο Εξωτερικών να ζητήσει την εμπλοκή της ΕΥΠ, όπως αποκάλυψε «Το Βήμα» την προηγούμενη Κυριακή, όταν ζητήθηκε η γνώμη του για την υπόθεση της πώλησης βλημάτων προς τη Σαουδική Αραβία.
Καθώς οι συγκεκριμένες πληροφορίες είναι άκρως απόρρητες, δεν είναι σαφές τι είδους υλικό εντοπίστηκε στη Ράκα. Ωστόσο, ο εντοπισμός του έγινε από το επονομαζόμενο «ηλεκτρονικό ίχνος» που φέρουν πολλά μικρά και ελαφρά όπλα (Small Αnd Light Weapons – SALW) και το οποίο προβλέπεται από τη Συμφωνία για το Εμπόριο Οπλων. Η χώρα μας είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συγκεκριμένη συμφωνία, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2014 και θεωρείται κομβικής σημασίας ώστε να υπάρχει κάποιος έλεγχος στις εξαγωγές συμβατικών όπλων. Το δε συγκεκριμένο «ηλεκτρονικό ίχνος», το οποίο ταυτοποιεί το υλικό με τη χώρα προέλευσης, εντοπίστηκε από ευρωπαϊκές υπηρεσίες. Είναι δε προφανές ότι αποκλείεται η εξαγωγή αυτού του υλικού να έγινε προς το… Ισλαμικό Κράτος. Αντίθετα, το υλικό αυτό λογικά κατευθύνθηκε προηγουμένως σε άλλον προορισμό, πριν εκτραπεί στον τελικό ενδιαφερόμενο.

Το Ριάντ πιέζει την Αθήνα

Το όψιμο ενδιαφέρον της Σαουδικής Αραβίας για το τι θα πράξει η Αθήνα σε σχέση με τις εξαγωγές όπλων προς το Ριάντ παρουσιάζει πάντως ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι Σαουδάραβες επικαλούνται στη ρηματική τους διακοίνωση Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2017 (2017/2029/ΙΝΙ) με θέμα τις εξαγωγές όπλων και πιο συγκεκριμένα την εφαρμογή της «Κοινής Θέσης 2008/944/CFSP του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τον καθορισμό κοινών κανόνων που διέπουν τον έλεγχο εξαγωγών στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού». Σε εκείνο το Ψήφισμα η Ευρωβουλή επεσήμαινε ότι «όπλα που εξήχθησαν σε ορισμένες χώρες, π.χ. στη Σαουδική Αραβία, έχουν χρησιμοποιηθεί σε συγκρούσεις όπως αυτή στην Υεμένη» και ζητούσε από την Υπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας Φεντερίκα Μογκερίνι να αναλάβει πρωτοβουλία για επιβολή εμπάργκο όπλων προς το Ριάντ.
Με αυτό ως δεδομένο, η σαουδαραβική ρηματική διακοίνωση ζητεί από την Αθήνα «να μην ανταποκριθεί σε οποιοδήποτε ψήφισμα» (σ.σ. «not to respond to any resolution») που θα επιβάλει εμπάργκο όπλων προς το Ριάντ. Η ευρεία αναφορά της σαουδαραβικής πλευράς σε οποιοδήποτε ψήφισμα υπερβαίνει τις αντιρρήσεις της για το κείμενο που ψήφισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 13 Σεπτεμβρίου. Αλλωστε, μόλις την περασμένη Πέμπτη, 30 Νοεμβρίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε νέο Ψήφισμα σχετικά με την κατάσταση στην Υεμένη (2017/2849/RSP), στην παράγραφο 15 του οποίου επαναλαμβάνεται το αίτημα προς την κυρία Μογκερίνι να αναλάβει πρωτοβουλία για εμπάργκο εναντίον του Ριάντ, λαμβανομένων υπόψη και των καταγγελιών για την παραβίαση του ανθρωπιστικού δικαίου στην Υεμένη εκ μέρους της Σαουδικής Αραβίας. Η κίνηση του Ριάντ προς την Αθήνα έχει, επομένως, μάλλον προληπτικό χαρακτήρα. Φαίνεται δε να καλύπτει το ενδεχόμενο εμφάνισης, κάποια στιγμή στο μέλλον, ενός ψηφίσματος π.χ. στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών για την επιβολή εμπάργκο όπλων εναντίον της Σαουδικής Αραβίας.

Επί τρία χρόνια δεν δίνουμε στοιχεία στην ΕΕ

Το ενδιαφέρον στοιχείο σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό της Αθήνας για εξαγωγή αμυντικού υλικού προς τη Σαουδική Αραβία εντοπίζεται στον σεβασμό από την Αθήνα της Κοινής Θέσης 2008/944/CFSP του Συμβουλίου της ΕΕ για τις εξαγωγές όπλων. Η εν λόγω Θέση περιλαμβάνει συγκεκριμένα στο άρθρο 2 τα οκτώ κριτήρια που πρέπει να πληρούνται ώστε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ να εξάγει στρατιωτική τεχνολογία ή εξοπλισμό. Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οποιαδήποτε εξαγωγή εξοπλισμών στη Σαουδική Αραβία στην παρούσα συγκυρία αντίκειται σε σειρά κριτηρίων και αυτό δεν φάνηκε να ελήφθη υπ’ όψιν από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας και τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων.

Πιο συγκεκριμένα, το κριτήριο 2 αφορά τον «σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα τελικού προορισμού καθώς και τον σεβασμό από τη χώρα αυτή του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου», το κριτήριο 4 αφορά τη «διατήρηση της περιφερειακής ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας» και το κριτήριο 7 αφορά την «ύπαρξη του κινδύνου η στρατιωτική τεχνολογία ή εξοπλισμός να εκτραπούν εντός της χώρας-αγοραστή ή και να επανεξαχθούν υπό ανεπιθύμητες συνθήκες». Η Ευρωβουλή, στο Ψήφισμα της 13ης Σεπτεμβρίου, εκτιμά ότι οι εξαγωγές προς τη Σαουδική Αραβία είναι ασύμβατες τουλάχιστον σε σχέση με το κριτήριο 2, ενώ εκφράζει σοβαρότατες αμφιβολίες και για τον σεβασμό του κριτηρίου 7.
Επιπλέον, στο άρθρο 5 της Θέσης επισημαίνεται ότι μια άδεια εξαγωγής θα χορηγείται μόνο επί τη βάσει «αξιόπιστης προτέρας γνώσης της τελικής χρήσης στη χώρα τελικού προορισμού». Υπογραμμίζεται δε ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει ειδικότερα να συνυπολογίζουν «τον κίνδυνο το τελικό προϊόν να εκτραπεί ή να εξαχθεί σε έναν ανεπιθύμητο τελικό χρήστη (end user)».
Τέλος, το άρθρο 8 της Κοινής Θέσης αναφέρει ότι το κράτος-μέλος που εξάγει υποχρεούται να υποβάλλει κάθε χρόνο στοιχεία, σε κοινή ηλεκτρονική βάση δεδομένων που έχει δημιουργηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αναφορικά με τις εξαγωγές στρατιωτικού υλικού. Σύμφωνα μάλιστα με επείγον τηλεγράφημα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών με ημερομηνία 21 Ιουνίου 2017 και ΑΠ 30796 (που περιήλθε εις γνώσιν του «Βήματος» και αποτελούσε συνημμένο στο έγγραφο με ΑΠ 30789/22-6-2017 με το οποίο το υπουργείο Εξωτερικών είχε ζητήσει τη συνδρομή της ΕΥΠ σχετικά με την εταιρεία Ολυμπιακή Βιομηχανία ΑΕ του κ. Παπαδόπουλου), η Ελλάδα δεν έχει επί τρία συνεχή χρόνια υποβάλει στοιχεία για εξαγωγές στρατιωτικού υλικού προς την ΕΕ, τη στιγμή που τα υπόλοιπα κράτη-μέλη εφαρμόζουν ευλαβικά την εν λόγω υποχρέωση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ