Τρία περίπου χρόνια μετά την αποχώρηση από την Ελλάδα σχεδόν όλων των διεθνών τραπεζικών ομίλων (Credit Agricole, Societe Generale, Millennium Bank, Citibank) και έπειτα από ένα σαρωτικό κύμα εκκαθαρίσεων πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν άντεξαν το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων και την άνοδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οδηγώντας το σύστημα σε μια άνευ προηγουμένου συγκέντρωση σε τέσσερα μεγάλα σχήματα, κάτι αρχίζει να κινείται ξανά στον εγχώριο χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Το άνοιγμα της δευτερογενούς αγοράς προβληματικών απαιτήσεων, σε συνδυασμό με την ανάκαμψη της οικονομίας και την αναμενόμενη αύξηση των νέων εργασιών, έχει προσελκύσει ξανά το ενδιαφέρον ξένων και όχι μόνο επενδυτών για το ελληνικό banking. Μόνο τυχαία δεν ήταν η είσοδος Μιχάλη Σάλλα στο μετοχικό κεφάλαιο της Παγκρήτιας.
Την ίδια στιγμή, έντονο είναι το ενδιαφέρον για τη διαχείριση επισφαλών δανείων, τόσο από πρώην στελέχη ελληνικών τραπεζών και ξένες εταιρείες όσο και από τους τέσσερις συστημικούς ομίλους. Ηδη η Τράπεζα της Ελλάδος έχει χορηγήσει οκτώ άδειες, ενώ περισσότερες από δέκα αιτήσεις βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, ντόμινο εξελίξεων με τη δραστηριοποίηση νέων παικτών στον κλάδο αναμένεται να προκαλέσουν η επικείμενη πώληση της Επενδυτικής Τράπεζας της Ελλάδος από τον εκκαθαριστή της Λαϊκής Τράπεζας Κύπρου και η επερχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Attica Bank, η διοίκηση της οποίας εξετάζει το ενδεχόμενο εισόδου στρατηγικού επενδυτή στην τράπεζα.
Με δεδομένο ότι έχει ανασταλεί η έκδοση νέων τραπεζικών αδειών από την Τράπεζα της Ελλάδος, τα δύο πιστωτικά ιδρύματα αποτελούν εν δυνάμει οχήματα για δραστηριοποίηση στην εγχώρια αγορά ελλήνων και ξένων επενδυτών. Σύμφωνα με πληροφορίες, την απόκτηση της Επενδυτικής Τράπεζας εξετάζει ο όμιλος Βαρδινογιάννη, ενώ ενδιαφέρον υπάρχει και από ξένους ομίλους, οι οποίοι διερευνούν το ενδεχόμενο δημιουργίας νέας ψηφιακής τράπεζας, καθώς η επιβολή των capital controls έχει ενισχύσει σημαντικά τις προοπτικές των ηλεκτρονικών υπηρεσιών.
Το μικρό δίκτυο καταστημάτων της τράπεζας, με δεδομένο ότι εξειδικεύεται στην επενδυτική τραπεζική, σε συνδυασμό με το νοικοκυρεμένο δανειακό χαρτοφυλάκιο και τους χαμηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων, αποτελεί πλεονέκτημα για όποιον την αποκτήσει, για να ξεκινήσει τη δραστηριοποίησή του στη χώρα.
Από την άλλη πλευρά, η Attica Bank μετά τη μεταβίβαση των προβληματικών της δανείων, μέσω της οποίας ολοκληρώθηκε η τελευταία ανακεφαλαιοποίησή της, αποτελεί επίσης μία ελκυστική επιλογή.
Η διοίκηση της τράπεζας έχει προσλάβει σύμβουλο για την εκπόνηση μελέτης με όλες τις εναλλακτικές επιλογές, στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης αύξησης κεφαλαίου 150 – 200 εκατ. ευρώ. Με τα κεφάλαια αυτά θα αποπληρωθεί η βοήθεια ύψους 100 εκατ. ευρώ που είχε λάβει η τράπεζα μέσω των προνομιούχων μετοχών το 2009 και θα δημιουργηθεί ένα επιπρόσθετο «μαξιλάρι». Στα σενάρια που εξετάζονται περιλαμβάνεται και η είσοδος στρατηγικού επενδυτή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ