Παρά τους πανηγυρισμούς για την έξοδο στις αγορές, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εισέρχεται πλέον στη δυσκολότερη φάση του προβλεπόμενου βίου της. Η δοκιμαστική έξοδος για δανεισμό, δυόμισι χρόνια αφότου ο Αλέξης Τσίπρας διακήρυττε πως εκείνος θα βαρά το νταούλι και οι αγορές θα χορεύουν, φέρνει τον ίδιο και την ομάδα του στον ρόλο του χορευτή και στενεύει ακόμη περισσότερο τα περιθώρια των ελιγμών του.
Οι δανειστές πιέζουν περισσότερο
Η απόφαση εξόδου στις αγορές υπό τις παρούσες συνθήκες, αν και θεωρείται κίνηση επιβεβλημένη, καθιστά πλέον την κυβέρνηση δέσμια της αδιέξοδης τακτικής της των προηγουμένων ετών, των κοστοβόρων καθυστερήσεων και αντιμέτωπη με μια σειρά νέων προκλήσεων.
Οπως σημειώνουν διεθνείς και εγχώριοι παράγοντες, το διάστημα που ξεκινά με το τέλος του καλοκαιριού θα διαμορφώσει ένα περιβάλλον στο οποίο ο κ. Τσίπρας και η ομάδα των συνεργατών του θα έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένη και πολλαπλή πίεση και όχι το αντίθετο, όπως για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους επιχειρείται να περιγραφεί. Από τη μία πλευρά, οι απαιτήσεις των δανειστών θα ενταθούν και αυτό είναι ήδη διακηρυγμένο, τόσο από την πλευρά του ΔΝΤ όσο και των ευρωπαίων πιστωτών.
Αφενός, η Ντέλια Βελκουλέσκου του ΔΝΤ έχει σπεύσει να επισημάνει ότι ο δανεισμός από τις αγορές μπορεί να είναι επωφελής μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το πρόγραμμα θα τηρηθεί στο ακέραιο, ότι τα μέτρα που έχουν ψηφιστεί θα εφαρμόζονται και ότι όσα απομένουν για την τρίτη αξιολόγηση θα πρέπει να εγκριθούν και να ψηφισθούν χωρίς καθυστερήσεις και παλινωδίες.
Αφετέρου, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διά της εκπροσώπου του έχει καταστήσει σαφές ότι υπό τις νέες συνθήκες οι υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης είναι αυξημένες και ότι το ζήτημα της αξιοπιστίας εξαρτάται από την πιστή και ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.
Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει χάσει εν όψει της νέας περιόδου την πολυτέλεια της «διαπραγμάτευσης». Οι ρυθμοί εφαρμογής του προγράμματος (με ό,τι αυτό σημάνει για ενδεχόμενες και κατά κάποιους αναμενόμενες, νέες παρεμβάσεις στο Ασφαλιστικό, στον δημόσιο τομέα, στις ιδιωτικοποιήσεις και ενδεχομένως και στα δημοσιονομικά) θα πρέπει να είναι ταχείς. Και θα συμπέσουν με μία περίοδο κατά την οποία οι πολίτες θα έχουν βιώσει αυτό που έως και σήμερα απλώς περιγραφόταν, λόγω της αύξησης των φορολογικών επιβαρύνσεων και των όσων καλούνται να πληρώσουν, αρχής γενομένης από την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος από τα τέλη του Ιουλίου και καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα.
Με όλο αυτό το βάρος των υποχρεώσεων στους ώμους της, η κυβέρνηση δεν έχει πολλά πολιτικά περιθώρια. Από το φθινόπωρο και έπειτα θα πρέπει πραγματικά να χορεύει στον ρυθμό των αγορών, προκειμένου να αποκαταστήσει την όποια εμπιστοσύνη και να εξασφαλίσει στοιχειωδώς ανεκτά επιτόκια δανεισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αγορές καθορίζουν πλέον τα πάντα, από τη σύνθεση της κυβέρνησης και το πώς αυτή θα ανασχηματισθεί έως και τους ενδοκυβερνητικούς και κομματικούς συσχετισμούς.
Στον απόηχο των πανηγυρισμών, η γραμμή της ταχείας εφαρμογής του προγράμματος και των μέτρων, όπως εκφράζεται από το δίδυμο Τσακαλώτου – Χουλιαράκη, αναμένεται να είναι ενισχυμένη. Ομως παραμένει το μεγάλο μυστήριο ως προς το αν η ηγετική ομάδα και η κυβέρνηση εν συνόλω είναι σε θέση και διάθεση να την υπηρετήσουν.

Το δύσκολο στοίχημα της αξιοπιστίας
Πέρα από τα στενά όρια του προγράμματος και της τήρησής του, η παράμετρος που θα αποκτήσει ιδιαίτερη βαρύτητα το επόμενο διάστημα θα είναι αυτή της αξιοπιστίας της κυβέρνησης και της ικανότητάς της να μεταδώσει μια εικόνα ομαλότητας. Οι ενδείξεις ως προς το συγκεκριμένο στοιχείο δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές.
Ειδικώς σε ό,τι αφορά την κλονισμένη σχέση εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, οι εξελίξεις προξενούν περισσότερη ανησυχία και παρακολουθούνται από τους δανειστές με ιδιαίτερη προσοχή. Οπως έχει επανειλημμένως τονισθεί, η ανεξάρτητη λειτουργία Αρχών και θεσμών κρίνεται ως βασική προϋπόθεση για τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμιση του κράτους.

Επιπλέον, η ανοχή που επιδεικνύει η κυβέρνηση ως προς τη δράση συγκεκριμένων ομάδων (όπως ο Ρουβίκωνας) προξενεί προβληματισμό και ανησυχία ως προς τις πραγματικές της διαθέσεις και δυνατότητες να διασφαλίσει την ομαλότητα στη χώρα.

Ακραία σενάρια με στόχο την πολιτική επιβίωση

Το βασικό μέλημα του κ. Τσίπρα και της ομάδας που τον περιβάλλει είναι πλέον η ανατροπή της εικόνας κατάρρευσης την οποία εμφανίζει η κυβέρνηση στις δημοσκοπήσεις. Η προσπάθεια να κερδίσει χρόνο θα κυριαρχήσει στον κυβερνητικό σχεδιασμό και σε αυτό το πλαίσιο αρχίζουν να διακινούνται διάφορα σενάρια για τις πολιτικές κινήσεις του Πρωθυπουργού.

Κάποια από αυτά, τα οποία διακινούνται από πρόσωπα που γνωρίζουν τις συζητήσεις που γίνονται στο Μέγαρο Μαξίμου, φτάνουν στην περιγραφή ακραίων κινήσεων. Με βάση την εδώ και καιρό διακινούμενη αίσθηση και εντύπωση ότι ο κ. Τσίπρας θα διεκδικήσει σε επόμενη φάση τον χώρο της λεγόμενης Κεντροαριστεράς, μερικά από τα σενάρια περιγράφουν ακόμη και την έγκαιρη… διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, με μια παράλληλη διακήρυξη για στροφή στη Σοσιαλδημοκρατία.

Αλλα περιλαμβάνουν κάποιο δημοψήφισμα με την επίφαση της συνταγματικής αναθεώρησης, μέσω του οποίου ο κ. Τσίπρας θα επιδιώξει μια νέα, έμμεση «νομιμοποίηση». Η φημολογία αυτή συμπίπτει με τη διακηρυγμένη πρόθεση της κυβερνητικής ομάδας να διεμβολίσει τον χώρο του ΠαΣοΚ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και να διεκδικήσει τον ρόλο του κυρίαρχου πόλου του πολιτικού συστήματος απέναντι στην Κεντροδεξιά του Κυρ. Μητσοτάκη.

Η ενεργοποίηση τέτοιων σεναρίων εκτιμάται ότι θα καταστεί εμφανής ή θα διαψευστεί στον ανασχηματισμό τον οποίο μελετά το Μέγαρο Μαξίμου και τοποθετείται χρονικά στο φθινόπωρο. Κάποιοι πάντως επισημαίνουν, ως προς τούτα, τα συνεχή εγκωμιαστικά σχόλια ευρωπαίων αξιωματούχων για τον Αλ. Τσίπρα, με πρώτον μεταξύ αυτών τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.

Πρόκειται για σενάριο που παραπέμπει στις αντίστοιχες βλέψεις του Αντ. Σαμαρά, όπως είχαν περιγραφεί για τον μετασχηματισμό της ΝΔ, εν μέσω μνημονιακής φθοράς. Τα περιθώρια επιτυχίας μιας τέτοιας προσπάθειας του κ. Τσίπρα θεωρείται από πολιτικά στελέχη ότι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και από τη δυναμική την οποία θα κατορθώσει να διαμορφώσει η Δημοκρατική Συμπαράταξη.

Η κινητικότητα των τελευταίων εβδομάδων στον πολιτικό χώρο μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ μελετάται με ιδιαίτερη προσοχή από το κυβερνητικό επιτελείο. Σύμφωνα δε με κάποιες πηγές, ετοιμάζεται μια μεγάλη αντεπίθεση από την πλευρά της κυβέρνησης, με ένταση της σκανδαλολογίας και στοχοποίηση προσώπων που είχαν συμμετάσχει σε προηγούμενες κυβερνήσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ