Σχεδόν δύο χρόνια μετά την κατάρρευση της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης του 2015, η κυβέρνηση επαφίεται και πάλι στη «δημιουργική ασάφεια» –αυτήν τη φορά από την πλευρά των δανειστών –προκειμένου να διαχειριστεί τη νέα άτακτη υποχώρησή της.
Εν αναμονή ενός ακόμη Eurogroup στις 15 Ιουνίου, οι προσδοκίες έχουν πλέον υποχωρήσει στο ελάχιστο, οι ελπίδες για το χρέος και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης πιθανότατα ματαιώνονται ενώ στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως δοκιμάζονται οι αντοχές, έπειτα από τις αλλεπάλληλες υποχωρήσεις και την κατάρρευση όλων των εφευρημάτων.
Οι ελπίδες της κυβέρνησης για την ολοκλήρωση και αυτής της φάσης του δράματος εντοπίζονται πλέον σε δύο σημεία –έστω κι αν και τα δύο αφορούν περισσότερο την πολιτική διαχείριση της επόμενης ημέρας παρά την ουσία.
Το πρώτο σχετίζεται και με την επίσκεψη στην Αθήνα του γάλλου υπουργού Οικονομίας Μπρουνό Λεμέρ (τη Δευτέρα), ο οποίος έχει επεξεργαστεί μια συμβιβαστική πρόταση για τη σύνδεση της ρύθμισης του ελληνικού χρέους με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας –και πάντως μετά τη λήξη του τρέχοντος μνημονίου.
Το δεύτερο, ίσως και αυτό που ανταποκρίνεται περισσότερο στις πραγματικές συνθήκες, είναι να επιτευχθεί στο Eurogroup μια… δημιουργικά ασαφής διατύπωση για τα μέτρα διευθέτησης του χρέους.

Τσακαλώτος σε απόγνωση
Στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό δεν θα δημιουργούσε πολιτικά προβλήματα στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να παίξει άλλο ένα επικοινωνιακό παιχνίδι στο εσωτερικό, ισχυριζόμενη ότι κάτι πέτυχε σε αυτήν την οριακή διαπραγμάτευση. Αυτό περιγράφηκε από τον Ευ. Τσακαλώτο στη συνάντησή του με το προεδρείο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη εβδομάδα. Εκεί ο υπουργός Οικονομικών είπε ότι στην ουσία επιδιώκεται απλώς μια καλή λεκτική διατύπωση που θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η συνέχεια δόθηκε στην ολομέλεια της Βουλής την Παρασκευή. Εκεί ο κ. Τσακαλώτος έφθασε στο σημείο να εκλιπαρεί τους βουλευτές να ψηφίσουν τα τελευταία προαπαιτούμενα και να δικαιολογείται επικαλούμενος τον κίνδυνο ακόμη και να μην κλείσει η αξιολόγηση. «Είναι κάποιοι που θέλουν να μετατρέψουν τη συζήτηση της Πέμπτης (στο Eurogroup), ώστε αντί να συζητήσουμε για το χρέος να συζητήσουμε για τα προαπαιτούμενα».
Επιπλέον, κατέρριψε και τον μύθο που ήθελε τον ΣΥΡΙΖΑ να διαπραγματεύεται καλύτερα και αποτελεσματικότερα από τη ΝΔ, λέγοντας: «Δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει αυτή η έκπληξη όταν ξέρουμε ότι εδώ και επτά χρόνια η Ελλάδα είναι σε επιτήρηση και ότι οι συσχετισμοί δυνάμεων ήταν ενάντια σε εσάς και είναι ενάντια σε εμάς». Στο πλαίσιο αυτό, είπε όμως και ότι η κυβέρνηση διαμαρτύρεται εγγράφως και ότι θα προσφύγει στο… Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. «Εμείς απέναντι σε αυτή την επιτροπεία κάνουμε προσπάθειες να την αμβλύνουμε. Στείλαμε γράμματα στους θεσμούς που θέλουν ακόμα και μικροεπιτήρηση, όχι δηλαδή μόνο για τα μεγάλα ζητήματα αλλά και για τα μικρά. Εμείς λοιπόν κάναμε επίσημη διαμαρτυρία στους θεσμούς γι’ αυτήν τη μικροεπιτήρηση» ανέφερε. Και συμπλήρωσε: «Διατηρούμε κάθε διακριτική ευχέρεια να πάμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για θεσμούς που πάνε πέρα από το ευρωπαϊκό κεκτημένο».

Το… ελιξίριο της ανάπτυξης
Τα ευχολόγια της κυβέρνησης όπως περιγράφονται από τον κ. Τσίπρα και τον κ. Τσακαλώτο στρέφονται πλέον στην εκπόνηση αναπτυξιακών προγραμμάτων όχι από την ίδια αλλά από την Ενωση, τα οποία θα οδηγήσουν την ελληνική οικονομία ως διά μαγείας στην ανάπτυξη. Κατά την κυβέρνηση κάτι τέτοιο αποτελεί «ηθική υποχρέωση» των δανειστών και δικαίωμα της Ελλάδας, όμως αυτή η ρητορική απευθύνεται μόνο στο κομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ.
Οπως και να έχει, στο διάστημα των ημερών που απομένουν έως τη συνεδρίαση του Eurogroup, δεν φαίνεται πως θα παρουσιαστεί το ελιξίριο της ανάπτυξης στο οποίο ελπίζει η κυβέρνηση. Πιθανότερο από όλα αυτά θεωρείται να εξευρεθεί μια φόρμουλα, αυτή της «επί της αρχής έγκρισης». Είναι μια παραλλαγή της πρότασης Σόιμπλε για συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα χωρίς χρηματοδότηση, μέχρις ότου εξετασθούν τα μέτρα για το χρέος –σε κάθε περίπτωση μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Στο πλαίσιο αυτό όμως, κάποιοι έχουν αρχίσει να βλέπουν το νέο αδιέξοδο, ειδικώς στην περίπτωση κατά την οποία οι Χριστιανοδημοκράτες σχηματίσουν κυβέρνηση με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες.
Υπό τις συνθήκες αυτές, εκτυλίσσονται τα συνήθη: βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτύρονται στις κλειστές ενημερωτικές συνεδριάσεις, με δεμένα όμως τα χέρια καθώς αν δεν ψήφιζαν τα τελευταία προαπαιτούμενα που ήλθαν με μορφή τροπολογίας θα χανόταν και η αξιολόγηση και η δόση των 7,5 ή και περισσότερων δισ. ευρώ. Για ρήξη όμως δεν τολμά κανείς να μιλήσει, πέραν κάποιων αρθρογράφων της «Αυγής» που την υπαινίσσονται…
Ταυτοχρόνως κορυφαίοι υπουργοί, όπως ο επί των Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης, θεωρητικοποιούν την οριστική απομάκρυνση του κόμματος από τα όσα είχε υποσχεθεί και εν συνεχεία αθέτησε.

Συμβιβασμοί, ήττες και σχέδια για εκλογές

Σε κομματικές συνεδριάσεις και εσωτερικές συζητήσεις στην ΚΟ της προηγούμενης εβδομάδας φάνηκε ότι μια ομάδα στελεχών και βουλευτών βρίσκεται πλέον σε πολύ δύσκολη θέση, παγιδευμένη όμως στα θεωρητικά κατασκευάσματα της ηγετικής ομάδας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας ο Ν. Φίλης αναρωτήθηκε «μέχρι πότε θα λέμε ναι σε όλα;», χωρίς να λάβει κάποια απάντηση. Επιπλέον στην ενημερωτική συνεδρίαση της ΚΟ που ακολούθησε ήταν εμφανής η απογοήτευση (όσων τουλάχιστον είχαν πιστέψει ότι ο Αλ. Τσίπρας θα φορούσε γραβάτα ήδη από τις 22 Μαΐου…). Σε αυτή τη συνεδρίαση και παρά τη γνωστή αλλά μέχρι στιγμής κενή περιεχομένου και ουσίας γκρίνια δόθηκε με καθυστέρηση και η έμμεση απάντηση στο ερώτημα του κ. Φίλη: «Δεν υπάρχει πάτος στα μέτρα» ακούστηκε κάποια στιγμή στην αίθουσα, παρουσία της Εφης Αχτσιόγλου και του Ευκλ. Τσακαλώτου.

Παράλληλα, ο υπουργός Εσωτερικών Π. Σκουρλέτης παρενέβη και πάλι, αναλύοντας την τακτική της… διαρκούς υποχώρησης εν αναμονή της αντεπίθεσης: «Ζούμε σε συνθήκες μιας διαρκούς πολιτικής ήττας. Είμαστε αναγκασμένοι διαρκώς να κάνουμε συμβιβασμούς. Αλλά ταυτόχρονα να μπορούμε να διακρίνουμε και ποιες είναι οι μικρές έστω δυνατότητες για να σώζουμε ή να κερδίζουμε πράγματα από τη συμφωνία με τους θεσμούς» ανέφερε σε κομματική συνεδρίαση στον Πειραιά.

Τα εφευρήματα αυτά επαρκούν για την ανάπτυξη του νέου, κεντρικού επιχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ: σύμφωνα με αυτό η σημερινή κυβέρνηση εκβιάζεται και ψηφίζει καταναγκαστικά τα διάφορα μέτρα, ενώ η ΝΔ το έκανε και θα το κάνει με χαρά. Κατά τον κ. Σκουρλέτη, η μεγάλη διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ είναι ότι η τελευταία «εξακολουθεί να υπεραμύνεται της λογικής των προγραμμάτων λιτότητας», ενώ η κυβέρνηση απλώς τα ψηφίζει…

Παρά την προφανή έλλειψη ρεαλιστικού σχεδιασμού και την κατάρρευση όλων των στρατηγημάτων, στο κεντρικό κυβερνητικό επιτελείο εκπονούνται μακρόπνοα σενάρια και μεθοδεύσεις. Βασική τους παράμετρος είναι η παραμονή στην εξουσία, προκειμένου να εκτελεστεί το εξής σχέδιο: να κατορθώσει η κυβέρνηση να φθάσει ως την άνοιξη του 2019 και τότε να προκηρύξει εθνικές εκλογές, ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές. Στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού, οι εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα μετατεθούν για αργότερα, δεδομένου ότι για κάτι τέτοιο επαρκεί απλώς η νομοθέτηση από το υπουργείο Εσωτερικών.

Η φιλόδοξη μεθόδευση στηρίζεται στην ελπίδα περιορισμού των απωλειών του ΣΥΡΙΖΑ και πάντως διαμόρφωσης συνθηκών «αντεπίθεσης», καθώς οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής, με κίνδυνο να δημιουργηθούν συνθήκες χάους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Κάτι τέτοιο όμως θα έδινε στον ΣΥΡΙΖΑ την ευκαιρία να διατηρήσει σε κάθε περίπτωση την πρόσβασή του στην εξουσία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ