Ως πολιτικός δεν είναι πολύ γνωστός. Ο Λουκάς Παπαδήμος έχει εξαφανιστεί από τη δημοσιότητα από τότε που έληξε η εξάμηνη πρωθυπουργική θητεία του στην Ελλάδα τον Μάιο του 2012. Αν δεν είχε γίνει η βομβιστική επίθεση εναντίον του στην Αθήνα, ακριβώς πέντε χρόνια αργότερα, θα παρέμενε στην πολιτική αφάνεια. Ως οικονομολόγος όμως με έμμεση μεν αλλά σαφή επιρροή στα πολιτικά δρώμενα στην Ελλάδα και αλλού, έχει από τα υψηλότερα ποσοστά αναγνωρισιμότητας. «Ο Λουκάς κινείται στο σύνορο μεταξύ πολιτικής και οικονομίας» αναγνωρίζει ο πρώην πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Μονάχου Χανς Βέρνερ Σιν. «Ο λόγος του έχει βάρος όχι μόνο σε νομισματικά, αλλά και σε πολλά άλλα πολιτικοοικονομικά θέματα».
Οι πιο καλοί μαθητές
Την ικανότητα αυτή να ακροβατεί ανάμεσα σε δύο τόσο δύσκολα πεδία, την απέκτησε ήδη ως φοιτητής πριν από 40 χρόνια στην «ισχυρότερη σχολή του κόσμου», όπως αποκαλεί η γερμανική εβδομαδιαία εφημερίδα «Die Zeit» το Οικονομικό Τμήμα του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης ΜΙΤ. Μαζί του φοιτούσαν έξι άλλοι νεαροί άνδρες που έμελλε να γράψουν ιστορία στην οικονομική ιστορία των επόμενων δεκαετιών: ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Μπεν Μπερνάνκε, καθώς και οι Κένεθ Ρογκόφ, Ολιβιέρ Μπλανσάρ και Μορίς Ομπσφελντ, που βρέθηκαν διαδοχικά στη θέση του επικεφαλής οικονομολόγου στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Δεκαετία του ’70 –η εποχή των μεγάλων προσδοκιών στην οικονομική επιστήμη –με προφήτη της τον νομπελίστα Ρόμπερτ Σόλοβ, που ήταν και ο επικεφαλής της σχολής. Το πρότυπό του ήταν ο Πλάτων και η ουτοπική Πολιτεία του με κυρίαρχους σε αυτήν τους αριστοκράτες του πνεύματος –στην προκειμένη περίπτωση τους οικονομολόγους. Εκτός από ουτοπιστής όμως, ο Σόλοβ (που με τα 92 χρόνια του συνεχίζει να εργάζεται ακαταπόνητα στο ΜΙΤ) είναι και πραγματιστής: «Το ΜΙΤ βλέπει την οικονομία περισσότερο με το πρακτικό μάτι του μηχανικού παρά με το αφηρημένο του φυσικού» λέει. «Οταν η μηχανή δεν λειτουργεί, τότε πρέπει να βρούμε το γιατί και κατόπιν να προσπαθήσουμε να την επιδιορθώσουμε». Από τη σχολή του έβγαιναν λοιπόν μηχανικοί της οικονομίας, όχι θεωρητικοί.
Ταυτόχρονα ήταν η περίοδος των μεγάλων αντιπαραθέσεων στις γραμμές των οικονομολόγων, με κύριους αντίπαλους την ομάδα του «γλυκού νερού», όπως ονομάζονταν οι νεοφιλελεύθεροι «μπόις του Σικάγου», και την αντίστοιχη του «αλμυρού νερού» όπως αποκαλούνταν τα «τρομερά παιδιά» του ΜΙΤ που είχαν ως πρότυπο τον «πολύ» Τζον Μάιναρντ Κέινς. Τότε, στις αρχές της δεκαετίες του ’70, το πάνω χέρι είχαν οι πρώτοι, με τον καιρό όμως η σειρά τους αντιστράφηκε –χάρη και στην ενεργή συμβολή της «συμμορίας των επτά».

Και αυτοί ήταν υπέροχοι –έτσι τους βλέπει τουλάχιστον σήμερα ο δάσκαλός τους.

Για τον κ. Ντράγκι λέει: «Ηταν έξυπνος και γοητευτικός, ο συνδυασμός των δύο στοιχείων δεν είναι πάντα αυτονόητος».

Για τον κ. Μπερνάνκε: «Απέτρεπε την καταστροφή της χώρας».

Για τον κ. Παπαδήμο: «Αν ήταν όλοι οι Ελληνες σαν κι αυτόν, η Ελλάδα θα πήγαινε πολύ καλύτερα».
Ο κ. Σόλοβ δεν επαινεί απλώς –ταυτίζεται ολόψυχα με τους μαθητές του, όπως και αντίστροφα, εκείνοι με αυτόν.
Ακόμη πιο επαινετικός είναι ο αρθρογράφος της «Zeit». Το γραπτό ξεχειλίζει με «ύμνους» ιδίως για τον κ. Κρούγκμαν, τον οποίο χαρακτηρίζει ως διανοούμενο «με μέγιστη διεθνώς απήχηση» και δείχνει να συμφωνεί με τις κρίσεις του για τα μέλη της γερμανικής κυβέρνησης αναφορικά με τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλουν αυτά στην Ελλάδα («ηλίθιοι»). Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στην «εκδικητική μανία» του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, η οποία «καταστρέφει την κυριαρχικότητα της Ελλάδας».
Για τον κ. Παπαδήμο σημειώνει ότι προσπαθεί να βάλει με επιστημονικό τρόπο τάξη στο χάος των πραγμάτων και ότι «αυτό σίγουρα τον βοήθησε πολύ όταν απέτρεψε την καταστροφή στην εντελώς ακατάστατη Ελλάδα του 2011 και του 2012».
Οσο και να μην ακούγεται αληθινό, για τον Μορίς Ομπσφελντ (τον σημερινό επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ) γράφει ότι ερευνά τελευταία την ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών και ότι θέλει να μεταβιβάσει το πόρισμα της έρευνας στις κυβερνήσεις των εθνικών κρατών για τα περαιτέρω. Ο ίδιος, συνεχίζει ο αρθρογράφος, βλέπει την κλιματική αλλαγή σαν μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη σημερινή οικονομία. Το ότι ελάχιστοι πολιτικοί ακούνε τις προειδοποιήσεις του, προσθέτει, δεν φαίνεται να τον «χαλάει». Η πείρα τον έχει διδάξει ότι οι ιδέες που αναπτύσσει το ΜΙΤ είναι συχνά βραδυφλεγείς. Η στιγμή της υλοποίησής τους θα έρθει λοιπόν σίγουρα –το αργότερο στο απώτερο μέλλον.
Εργαστήρι ιδεών
Το άρθρο συνοψίζει τον πραγματικά εντυπωσιακό απολογισμό μιας ιστορικά σημαντικής δουλειάς 40 ετών, αποφεύγει όμως την κριτική αποτίμησή της. Οι επτά πρωταγωνιστές του παρουσιάζονται σαν «ήρωες του δυτικού κόσμου», το ΜΙΤ ως εργαστήρι σχεδόν «αθάνατων» ιδεών. Ετσι θυμίζει πολύ αγιογραφία. Παραγνωρίζοντας τη ρήση του Κέινς, ότι «μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί» –και αυτό όχι μόνο εμείς προσωπικά, αλλά και οι ιδέες μας.

Ο πρώην μαρξιστής του ΔΝΤ και οι «δυσκολίες» του Ντράγκι

Για τον 68χρονο κ. Μπλανσάρ ο Ρόμπερτ Σόλοβ υπενθυμίζει ότι στα νιάτα του ήταν μαρξιστής και διαδήλωνε στους δρόμους του Παρισιού με στόχο την ανατροπή του κατεστημένου. Αυτή η περίοδος έχει αφήσει ίχνη και στη σημερινή του προσωπικότητα. Αυτό δεν εκδηλώνεται μόνο στις δραστικές αλλαγές που έφερε στην πολιτική του ΔΝΤ ως επικεφαλής των οικονομολόγων του(περισσότερο Κέινς, λιγότερο νεοφιλελευθερισμό), αλλά και στις αμφιβολίες που εκφράζει για την ορθότητα της πολιτικής της λιτότητας που επέβαλε (μαζί με άλλους!) με τα πρώτα μνημόνια στην Ελλάδα. «Η οικονομία της δεν μπορεί να εξυγιανθεί» με αυτά, παρατηρεί. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από ένα «memo» (πρωτόκολλο μνήμης) που είχε συντάξει για προσωπική χρήση και αποκαλύφθηκε δημόσια τον περασμένο Φεβρουάριο μέσω μιας leak (διαρροής). «Δεν το άφησα να διαρρεύσει εγώ, αλλά δεν με πειράζει καθόλου που έγινε η διαρροή» γράφει χαρακτηριστικά ο ίδιος σε ένα Twitter – με ένα Smiley (χαμόγελο) δίπλα στη φράση.

Σχετικά με τον Μάριο Ντράγκι, τονίζει τις δυσκολίες του με τους γερμανούς πολιτικούς και οικονομολόγους του «γλυκού νερού» – εκείνους δηλαδή που θέτουν υπό αίρεση την πολιτική της αμέριστης παροχής ρευστότητας στις ευρωπαϊκές τράπεζες και η οποία συνοψίζεται στην περίφημη φράση: «The ECB is ready to do whatever it takes to preserve the Euro» – «Η ΕΚΤ είναι πρόθυμη να κάνει το παν για τη διατήρηση του ευρώ».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ