Το αποτρόπαιο τρομοκρατικό χτύπημα κατά του πρώην πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου ενεργοποίησε τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του πολιτικού συστήματος. Η ομόθυμη καταδίκη της πράξης αυτής έστειλε, παράλληλα, ένα μήνυμα υπεράσπισης της Δημοκρατίας. Οπως επισημαίνει ο Πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης στους συνομιλητές του «η Δημοκρατία δεν πρέπει να φοβάται και δεν πρέπει να λυγίζει».

«Το σοκ των συνεπειών»
Ο ίδιος βρέθηκε στον Ευαγγελισμό όπου διακομίστηκε ο κ. Παπαδήμος και παρέμεινε επί ώρα μαζί με άλλους πολιτικούς και θεσμικούς παράγοντες οι οποίοι περίμεναν να ενημερωθούν από τους θεράποντες ιατρούς. Το τρομοκρατικό χτύπημα κατά του πρώην πρωθυπουργού θεωρείται «αναβαθμισμένο» ως προς τη σημασία του ενώ «παγωμένη» η κυβέρνηση από την είδηση της επίθεσης εξέφρασε την απερίφραστη καταδίκη της για αυτή την «ακραία εγκληματική πράξη», όπως την αποκαλεί ο κ. Βούτσης στις συζητήσεις του, επισημαίνοντας «το σοκ των συνεπειών» που θα μπορούσε να προκαλέσει εάν επιτυγχάνονταν ο στόχος των τρομοκρατών. Τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, ειδικά στην παρούσα συγκυρία της διαπραγμάτευσης για το χρέος και της προσπάθειας της χώρας για έξοδο στις αγορές.
Σε μια φάση μάλιστα,η οποία αποπνέει ανησυχία, μετά και το πρόσφατο ναυάγιο στο Eurogroup από τη δημοσιοποίηση των πρακτικών του οποίου προκύπτει «ένα μείγμα ασυνεννοησίας, διαφορετικών στρατηγικών και πολιτικού κυνισμού σε ό,τι αφορά την Ελλάδα» όπως εκτιμά ο κ. Βούτσης. Ο ίδιος πάντως στις συζητήσεις του εστιάζει παράλληλα την προσοχή του σε κάτι που ο ίδιος θεωρεί θετικό και αισιόδοξο γεγονός, ότι «η Ελλάδα δεν ήταν μόνη στο Eurogroup» καθώς υπήρξαν και άλλες χώρες που κινούνται στο πλαίσιο της «ατζέντας του Νότου», οι οποίες προβληματίστηκαν σοβαρά από τη μη συμφωνία και την αρνητική στάση του Σόιμπλε. «Οι κύκλοι γύρω από τον γερμανό υπουργό Οικονομικών θέλησαν να επιβάλουν έναν ανέντιμο και αδιέξοδο συμβιβασμό» είναι το σχόλιο του κ. Βούτση, ο οποίος, ωστόσο, θεωρεί ότι «εργαζόμαστε σωστά ώστε να φθάσουμε σε έντιμη και ρεαλιστική συμφωνία» και ότι «μπορούμε βάσιμα να έχουμε προσδοκίες, γιατί φαίνεται ότι είναι λίγες οι απαντοχές για τη συνέχιση της επιβολής αυτής της αδιέξοδης πολιτικής».
Αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη μια γενικότερη «καραμπόλα» στρατηγικών και συμφερόντων η οποία αφορά όλη την αρχιτεκτονική που θα προκύψει μετά τον εκλογικό κύκλο στην Ευρώπη. Σοβούν σχεδιασμοί που αφορούν και συγκρούονται επιδιώξεις.
Η φράση που αποδίδεται στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προς τους ομολόγους του «να μάθετε το μάθημά σας, ότι πρέπει να παραμένουμε σε αυτά που έχουμε συμφωνήσει και να μην προσπαθούμε να αλλάξουμε τη ρητορική με δημόσιες δηλώσεις», ερμηνεύεται ως σαφές «μήνυμα» για απαρέγκλιτη τήρηση των «κανόνων», ότι «δεν θα χαλαρώσουμε», προς διάφορες πλευρές –την ΕΚΤ, τον Εμανουέλ Μακρόν, την Ιταλία και άλλους. Και επιπλέον, καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι «δεν ήταν η Ελλάδα ο υπαίτιος των καθυστερήσεων, όπως την κατηγορεί η αξιωματική αντιπολίτευση».
Κατά τον κ. Βούτση το θέμα είναι «πότε θα υπάρξουν οι δεσμευτικές αποφάσεις από την πλευρά των δανειστών», διότι η χρονοκαθυστέρηση δεν βοηθάει κανέναν και δυσχεραίνει τα πράγματα όσον αφορά τον οδικό χάρτη «για τον οποίο όλοι ομνύουν» και υπονομεύει όλη την προσπάθεια που έχει γίνει και θέτει σε αμφισβήτηση τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας. Για τον Πρόεδρο της Βουλής δεν νοείται οποιαδήποτε μη καθαρή λύση που δεν θα προσδιορίζει –και για τις αγορές –τι θα γίνει στο ζήτημα του χρέους. «Περίπτωση θολής λύσης δεν μπορεί να υπάρξει» διαμηνύει από την πλευρά του, υπογραμμίζοντας ότι «μόνο λύση που υλοποιεί τον οδικό χάρτη μπορεί να γίνει αποδεκτή».
Ανοικτός διάδρομος
Οπως έχει επισημάνει σε συνομιλητές του ο κ. Βούτσης, η δεύτερη αξιολόγηση «είναι μια σκληρή και ταυτόχρονα μια επιδεχόμενη βελτιώσεων συμφωνία εφόσον συμπεριληφθεί το θέμα του χρέους, διότι διαφορετικά δεν μπορούμε να μιλάμε για συμφωνία». Και αυτό διότι δίνει τη δυνατότητα για ενάμιση χρόνο από τώρα να υπάρχει ένας ανοικτός διάδρομος για την οικονομία και κατ’ επέκταση για την κοινωνία.
Στη βάση αυτή, όπως εκτιμά ο ίδιος, «μπορούμε βάσιμα να ελπίζουμε ότι η χώρα θα βγει από το πρόγραμμα, θα τελειώσουν τα μνημόνια, θα υπάρξουν οι πολιτικές και οι διεθνείς εγγυήσεις ώστε να μπορέσουν να αποκατασταθούν οι εργασιακές σχέσεις και άλλα δικαιώματα τα οποία τσαλαπατήθηκαν αυτά τα χρόνια, αλλά για να γίνουν όλα αυτά θα πρέπει να ληφθούν μέτρα στο ζήτημα του χρέους».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ