Ήταν ο μεγάλος γρίφος της προηγουμένης διετίας: η συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο τρέχον ελληνικό πρόγραμμα. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε την επιθυμούσε όσο τίποτα άλλο, το ΔΝΤ όμως την απέκρουε, όσο δεν ικανοποιούταν ένας όρος του: η ουσιώδης ελάφρυνση του ελληνικού χρέους – κάτι πάλι που απέκλειε ο γερμανός υπουργός οικονομικών.

Τώρα ο γρίφος λύθηκε. Ο «μάγος Σόιμπλε», όπως έλεγε γερμανός ραδιοσχολιαστής, βρήκε την εξίσου «μαγική φόρμουλα» που κάνει δυνατή τη συμμετοχή. Αυτή, που συζητήθηκε στο Eurogroup της περασμένης εβδομάδας, προβλέπει αφενός μια γενικόλογη αναγνώριση της ελάφρυνσης του χρέους εκ μέρους του κ.Σόιμπλε, και αφετέρου, την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, ενδεχομένως μάλιστα από το καλοκαίρι του 2018 – υπό τον όρο ότι μέχρι τότε θα έχει αποσαφηνιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Η σχετική απόφαση αναβλήθηκε βέβαια, λόγω του βέτο που πρόβαλε στο Eurogroup ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Όμως αναβολή δεν σημαίνει ματαίωση. «Η φόρμουλα εξειδικεύεται από τότε συνεχώς» προσθέτει. Προς το σκοπό αυτό, το Βερολίνο βρίσκεται σε συνεχή επαφή με την Ουάσιγκτον (την έδρα του ΔΝΤ) και την Αθήνα. Η τελική διατύπωση δεν έχει μεν βρεθεί ακόμα – μέχρι το Eurogroup της 15ης Ιουνίου υπάρχει όμως υπεραρκετός χρόνος. «Γι αυτό και δεν υπάρχει λόγος για ένα Plan Β΄» τονίζει.

Μόνο που τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η λύση του γρίφου παράγει νέο γρίφο. Κι αυτό επειδή ο κ.Σόιμπλε επιμένει στην ισχύ της «μητέρας όλων των αποφάσεων», εκείνης δηλαδή του Eurogroup της 24ης Μαίου 2016, στην οποία προβλέπεται ρητά η συμμετοχή του ΔΝΤ στη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος (κάτι που ισοδυναμεί με τη συμμετοχή του σε αυτό) έως τα τέλη του ερχόμενου Ιουνίου. Αυτό δεν είναι όμως εφικτό. «Ο Σόιμπλε έχει να επιλέξει ανάμεσα στην ελάφρυνση, ή την αποχή του ΔΝΤ» λέει ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών σε οικονομικά θέματα Γιοχάνες Κάαρς. «Μέσος δρόμος δεν υπάρχει». Η λύση που θα δοθεί λοιπόν, προσθέτει και επαυξάνει η εφημερίδα «Die Welt», είναι «εικονική»– δεν λύνει το πρόβλημα της συμμετοχής, αλλά μόνο εκείνο του κ.Σόιμπλε. Ο τελευταίος, γράφει, μπορεί έτσι «να διαβεβαιώσει τα μέλη του γερμανικού κοινοβουλίου ότι τηρείται η δέσμευση περί συμμετοχής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα», το ΔΝΤ θα λέει όμως πάλι εκείνο που έλεγε τα δυο τελευταία χρόνια: ότι χωρίς βιωσιμότητα δεν… και πάει λέγοντας. Κατά συνέπεια, καταλήγει, τίποτα δεν επιλύεται πραγματικά, απλά ο γρίφος αναπαράγεται.

Παρά την εικονικότητά της ωστόσο, η λύση αυτή έχει και θετικές παρενέργειες: για την Ελλάδα, τη δόση των 7,4 δισεκατομμυρίων ευρώ, για τον κ.Σόιμπλε, την απόδειξη, ότι παραμένει κυρίαρχος του παιχνιδιού – όχι μόνο σε σχέση με την Αθήνα, αλλά και με τους γερμανούς ψηφοφόρους.

Οι τελευταίοι είναι, εν όψει των βουλευτικών εκλογών του ερχόμενου Σεπτεμβρίου, εκείνοι που πραγματικά τον ενδιαφέρουν και ως εκ τούτου, στο επίκεντρο της προσοχής του. «Ο Σόιμπλε θέλει να τους δείξει δυο πράγματα» εξηγεί ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Έβαλντ Σούρερ. «Το πρώτο είναι, ότι εμποδίζοντας, ή τουλάχιστον καθυστερώντας την ελάφρυνση του χρέους, υπερασπίζεται επιτυχώς τα χρήματα τους. Και το δεύτερο, ότι φέρνοντας το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, κάνει αποτελεσματικότερη τη διαχείριση των χρημάτων». Υπό αυτό το πρίσμα, προσθέτει, η φαινομενικά παράλογη συμπεριφορά του έναντι της Αθήνας στο τελευταίο Eurogroup, ήταν πολύ «λογική και ηθελημένη».

Αυτό εξηγεί, κατά τον ίδιο, και την ασυνήθιστα βίαιη αντίδραση του σοσιαλδημοκράτη αντικαγκελάριου Σίγκμαρ Γκάμπριελ. Ο τελευταίος είχε καταγγείλει τις τελευταίες ημέρες τόσο τον κ.Σόιμπλε, για «εκδικητική διάθεση» έναντι των Ελλήνων, όσο και το ΔΝΤ, για την «οικονομία βουντού» που εφαρμόζει στην Ελλάδα. Πίσω από τις άγριες καταγγελίες, σύμφωνα με τον κ.Σούρερ, κρύβεται μια θεμελιακή διαφορά απόψεων: Ο κ.Σόιμπλε επιμένει στην πολιτική της δημοσιονομικής λιτότητας σε Ελλάδα, Ιταλία και στην υπόλοιπη ευρωζώνη, ενώ ο κ.Γκάμπριελ επιδιώκει την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου με κέντρο βάρους τις επενδύσεις.

Αυτό, σύμφωνα με τον κ.Κάαρς, προμηνύει «ομηρικό καυγά, όχι όμως πόλεμο» ενόψει των εκλογών. Η λογική του θα είναι «παράλογη», τα όπλα του «ανορθόδοξα» – με κυριότερο το grexit. «Ο Σόιμπλε θα το χρησιμοποιήσει πιθανώς προπαγανδιστικά, όχι επειδή θέλει όντως την πραγματοποίησή του» προσθέτει. Αλλά και να το ήθελε, συμπληρώνει ο κ.Σούρερ, η Άνγκελα Μέρκελ, που είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση «η φωνή της λογικής», θα φρόντιζε να τον εμποδίσει.

Εκείνο που αδυνατεί προφανώς να εμποδίσει είναι η «εικονική» λύση της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. «Η Μέρκελ δεν είναι πια εκείνη που ήταν παλιότερα» λέει ο κ.Κάαρς. «Ο Σόιμπλε της επιβάλλει όλο και περισσότερο την άποψή του, όπως για παράδειγμα στο προσφυγικό. Κι αυτό δίνει και στο δικός της προεκλογικό αγώνα μια παράλογη νότα».